Το προσκυνητάρι της σάρκας
35%
Περιγραφή
Το προσκυνητάρι της σάρκας, αυτό το κλασικό ερωτικό μυθιστόρημα, είναι παράλληλα κι ένα από τα πιο διάσημα κινέζικα μυθιστόρηματα. Γραμμένο, τον 17ον αιώνα, από τον Λι Γιου, έναν ιδιοφυή συγγραφέα, πνεύμα ελεύθερο και παιχνιδιάρικο, μας αφηγείται την ερωτική μαθητεία ενός νεαρού λόγιου, θιασώτη του ατομικιστικού ηδονισμού, ο οποίος βιώνει ένα σωρό ερωτικές περιπέτειες.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου
Ενας κόσμος στον οποίο βασιλεύει ο έρωτας
«...Ωστόσο, ακόμη και στη συντομότερη μορφή της, η (σεξουαλική) εμπειρία δεν πρέπει να θεωρείται μόνο σωματικό/νευρικό αντανακλαστικό. Το υλικό της φαντασίας (μνήμη, γλώσσα, όνειρα) ενεργοποιείται επειδή ο άλλος, που είναι απτός και μοναδικός στην αγκαλιά σου, είναι -τουλάχιστον για μερικές στιγμές- αποκλειστικά ποθητός, αυτός ή αυτή αντιπροσωπεύει, χωρίς χαρακτηρισμό ή διάκριση, την ίδια τη ζωή...»
Τζον Μπέργκερ: G, Το ταξίδι
Οπωσδήποτε κρύβεται ολόκληρη -και εν πολλοίς φιλοσοφικά θεμελιωμένη- στάση ζωής πίσω από το εγχείρημα του κλασικού Κινέζου συγγραφέα του 17ου αιώνα Λι Γιου. Στο ανά χείρας ερωτικό μυθιστόρημά του αυτός ο «αποκλίνων» για τα ήθη της εποχής του πεζογράφος και θεατράνθρωπος καταθέτει τις απόψεις του περί του «αντικείμενου του πόθου», διυλισμένες μέσα από τον βουδισμό και τον κομφουκιανισμό, με το βλέμμα απολύτως στραμμένο σε έναν κόσμο όπου ο έρωτας, ή ο ερωτισμός καλύτερα, είναι η βασιλική αορτή.
Εξαρχής να πούμε ότι το μυθιστόρημα αυτό μπορεί να εκληφθεί -μάλλον από τον βιαστικό αποδέκτη- και ως ένα απλό πορνογράφημα, μεταμφιεσμένο ή και πασπαλισμένο με κάποιες θεωρίες ανατολικής προέλευσης. Δεν θα έλεγα ότι συμφωνώ, αν και κανείς πρέπει πάντα να είναι έτοιμος να δεχθεί την αναγνωστική ελευθερία και μονοκρατορία. Επειδή, επιπλέον, βρίσκω ότι υπάρχουν αφοπλιστική αμεσότητα και τρυφερότητα στη διαχείριση των όσων σκαμπρόζικων αφηγείται ο Λι Γιου, πίσω από τις γνωστές, ίσως τετριμμένες από την πολύ τους χρήση, ιδέες με τις οποίες προσπαθεί να στηρίξει τις ιστορίες του. Διότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε, ας πούμε, με την απερίφραστη γλώσσα των πορνογραφημάτων του Γκιγιόμ Απολινέρ ή του Μπορίς Βιαν (τα οποία εξάλλου και οι δύο αυτοί εξαιρετικοί δημιουργοί τα κυκλοφορούσαν ψευδεπίγραφα), αλλά με κάτι εναλλακτικό: με μία γραφή που κατακτά ή έστω διεκδικεί την αθωότητα, γιατί προσπαθεί να αντιμετωπίσει το θέμα της με ποιητική διάθεση. Και το κατορθώνει, πιστεύω, παρά τις αντιστάσεις της «υλικότητας» που έχει μπροστά της.
Αλλά ας συστήσουμε το μυθιστόρημα αυτό: πρόκειται για ένα απαγορευμένο στις μέρες του έργο, που τελικά καταστράφηκε για να διασωθεί μία μορφή του σε μια γιαπωνέζικη έκδοση του 18ου αιώνα. Να σημειωθεί επιπροσθέτως ότι το κείμενο αυτό έχει το βάρος του και από ένα άλλο γεγονός: το κινεζικό μυθιστόρημα, εν αντιθέσει προς την ποίηση, ποτέ δεν υπήρξε γόνιμο. Ξέρουμε από τις πηγές ότι καλλιεργήθηκε κυρίως στην ιστορική ή την ηθογραφική του μορφή, αλλά δεν ευδοκίμησε. Σήμερα, βέβαια, οι θεράποντές του έχουν φτάσει στα Νόμπελ, αλλά χωρίς σπουδαία παράδοση πίσω τους.
Ο Λι Γιου, και αυτός επηρεασμένος από την εξαιρετική ποίηση της χώρας του, εισάγει το «αναπέπταμένο» στοιχείο στην αφήγησή του, όσο δύναται, για να μπορέσει να βγει από τους σκολιούς δρόμους της άμεσης αναπαράστασης. Ας δούμε και το θέμα από μία άλλη οπτική: κατά πόσο είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε με τις συντηρητικές, δυτικές νοοτροπίες μας την όποια εκφραστική τόλμη του βιβλίου; Ας μην ξεχνάμε ότι οι χριστιανικές ιεραποστολές στην Ινδία, την Κίνα και την Ιαπωνία τον 19ο αιώνα έβαλαν φρένο σε μεγάλους πολιτισμούς ελευθεριότητας, το μέγεθος των οποίων υποτίθεται ότι το ξέρουμε από όσα, κυρίως σκανδαλοθηρικώ τω τρόπω, έχουμε δει και διαβάσει (σε εικόνες και κείμενα) για τις συγκεριμένες ερωτικές κουλτούρες.
Τέλος πάντων, ο Λι Γιου αφηγείται τις σεξουαλικές εμπειρίες ενός νεαρού, διανοούμενου ιεροσπουδαστή, που επιζητεί μέσα από αυτές να κατακτήσει την απόλυτη γνώση. Η ιστορία εκκινεί με την περιγραφή της σύγκρουσης του ήρωα με έναν βουδιστή μοναχό, οπαδό της εγκράτειας, και το στοίχημα μεταξύ τους σχετικά με την ορθότητα των αντίθετων απόψεών τους. Στη συνέχεια, παρακολουθούμε το ερωτικό ...οδοιπορικό του φιλοσαρκικού νεαρού με τη βοήθεια κεφαλαίων, τη δομή των οποίων καλά μιμήθηκαν, πολύ αργότερα, οι Κεντροευρωπαίοι, κλασικοί πεζογράφοι (κάθε κομματιού προηγείται ένα μότο, συνοπτικό σχόλιο για ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει).
Με ελαφρά ειρωνεία και παιγνιώδη διάθεση ο Λι Γιου, προοικονομώντας μεταγενέστερες, μοντέρνες μανιέρες, δεν παραλείπει να υπονομεύσει τον ήρωα και τις ιδέες του. Ταυτόχρονα, όμως, πλέκει και το εγκώμιο των όσων πράττει, μέσα από περιγραφές χαριτωμένες, εφευρίσκοντας εκείνη τη «σεξουαλική ρητορική», που δημιουργεί ωραία χάσματα, κινητοποιεί τη φαντασία, δεν την ευνουχίζει, όπως συμβαίνει με τον μηχανισμό του πορνό. Εάν, όπως έχει λεχθεί, αυτό το τελευταίο οδηγεί σε μια πλησμονή του πραγματικού, με την έννοια ότι επενδύει τυφλά επάνω του, αναπαράγοντάς το συνέχεια, χωρίς τη δημιουργική μας, πνευματική συμμετοχή, ο ερωτισμός, αντιθέτως, σκηνοθετεί με ελλείψεις, κρυπτικότητα και σωτήρια αοριστία το αντικείμενό του.
Εν προκειμένω ο Λι Γιου, καίτοι κολυμπάει στα βαθιά, αποφασισμένος να χειρισθεί άκρως τολμηρά, γκροτέσκο μοτίβα, με κίνδυνο να καταποντισθεί, διασώζεται χάρη στις αφηγηματικές του αναπνοές. Ανασύροντας από κάποιο απαλό εσωτερικό αισθήματα και μία γνήσια -αυτό το νιώθεις- υποταγή στην ιερότητα του σώματος (που μπορεί να θεωρηθεί μετωνυμία της γραφής) δεν αυτοχειριάζεται. Διότι κατορθώνει να περιγράψει π.χ. ακόμα και τη ...μεταμόσχευση οργάνου, στην οποία υποβάλλεται ο ήρωάς του για να θεραπευτεί από τη συγκεκριμένη μειονεξία του, χωρίς απώλειες.
Οι περιπέτειες του αξιολύπητου, τρόπον τινά, νεαρού Καζανόβα, ο οποίος, βέβαια, υπερτερεί σε πνευματικότητα από τον μεταγενέστερο ερωτιδέα συγγραφέα της Βενετίας, διανθίζονται με φιλοσοφικές/διδακτικές παρεμβάσεις. Προτείνοντας αυτή τη λύση ο Λι Γιου πετυχαίνει τον στόχο του: δηλαδή επιδιώκοντας να ντύσει το νατουραλίστικο στοιχείο με ένα είδος διανοητικού λόγου, φτάνει σε ένα πολύ αποδοτικό αποτέλεσμα, γιατί δεν ξέρεις τελικά ποιο από τα δύο επίπεδα λειτουργεί προσχηματικά, το «δοκιμιακό» ή το αφηγηματικό; Παίζοντας, λοιπόν, με προχωρημένους για την εποχή του λογοτεχνικούς τρόπους, ο ευφυής αυτός συγγραφέας στοιχηματίζει και πάνω στην παρωδία, την οποία νιώθεις υποχρεωμένος να τη δεχθείς. Πέρα από αυτό (δηλαδή το στοιχείο της ανατροπής) είσαι αναγκασμένος να μην απορρίψεις και το ευθύ βλέμμα πάνω στην πολύτιμη υπόθεση του ερωτισμού, την οποία ο Λι Γιου τη διαχειρίζεται και όπως προανέφερα: με την αληθινή αίσθηση της πολυτιμότητάς του, κάτι που απουσιάζει με την αυθεντική του μορφή πια από τη σύγχρονη ζωή.
Να, λοιπόν, ένας «παρωχημένος» συγγραφέας που εξακολουθεί να επικοινωνεί με σύγχρονα ήθη. Προσοχή, όμως: εάν κανείς τον προσλάβει «πυρηνικά», αποφλοιώνοντάς τον για να κάνει ηδονοβλεψία, τότε δεν έχει τίποτα να μας πει. Εάν τον υποδεχθεί όπως ο γράφων, μπορεί να ανοίξει έναν άλλον διάλογο μαζί του. Σε μια εποχή σαν τη δική μας, στην οποία οι διάφοροι μηχανισμοί επιβολής συμβόλων ακυρώνουν την έννοια του ερωτισμού, ενός φαινομένου από τη φύση του καθορισμένου να επιβάλλει την έννοια του ασύλληπτου, κάθε συζήτηση επί του θέματος είναι πολύτιμη.
Η Αννα Δούκουρη, για την οποία δεν ξέρουμε από ποια γλώσσα μετέφρασε, δείχνει να έχει κοπιάσει. Παραβλέποντας κάποιες παραχωρήσεις στην παλαιοδημοτική ή κάποιες γραμματικές αβλεψίες, καταφατικά αντιμετωπίζεις το αποτέλεσμα.
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/05/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις