0
Your Καλαθι
Θόλωσα θύελλα θάμβος θυμήθηκα
Γι' αυτούς που αγαπήσαμε που είναι πέρα από το χρόνο: Ποιήματα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Πενήντα πέντε ποιήματα για τη θύελλα αλλά και το θαύμα. Για το θάνατο αλλά και για τον Θεό. Για τη θλάση αλλά και το θάρρος. Για το θάμβος αλλά και τη θύμηση. Διότι πάντα θολώνουμε προτού να θυμηθούμε.[...]
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Μια διαδικασία μνήμης επάνω στο θήτα» είναι η ποιητική συλλογή «Θόλωσα, Θύελλα, Θάμβος, Θυμήθηκα», της Ελένης Γκίκα, που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Αγκυρα», σε μια κομψή καλαίσθητη έκδοση. Και με υπότιτλο: «Γι' αυτούς που αγαπήσαμε, που είναι πέρα από το χρόνο».
Η Ελένη Γκίκα έχει στο ενεργητικό της έξι ακόμη ποιητικές συλλογές, τρία μυθιστορήματα, δύο συλλογές διηγημάτων, μία συλλογή με συνεντεύξεις. Και όπως μας πληροφορεί, το ποιητικό αυτό παιχνίδι με τα γράμματα, που το χρησιμοποίησε και σε άλλες τρεις ποιητικές συλλογές, θα ολοκληρωθεί με τον τίτλο «Αβυσσος, άλγος, άλμα, αρχίζω» σε συλλογή που ετοιμάζεται, για να κλείσει έναν κύκλο προσωπικής της ευρηματικής έκφρασης. Ο ποιητικός λόγος της παρούσας συλλογής ακροβατεί πάνω στο θήτα, όπως θάνατος και όπως Θεός, όπως θαύμα, όπως θλάση και θάρρος, όπως θυμούμαι. Η ίδια προσομοιάζει το ποιητικό αυτό παιχνίδι των γραμμάτων με την ίδια τη διαλεκτική ζωής και θανάτου.
Ποίηση ουσίας ολόκληρη η συλλογή, μια σπουδή θανάτου, αφού απευθύνεται σε πρόσωπα που έφυγαν ή σε πρόσωπα που ετοιμάζονται να φύγουν με την αγωνία της μνήμης έντονη, την ανάγκη να θυμηθούν, σαν να είναι αυτό μια τελική λύτρωση, ένας αυτογνωσιακός καθαρμός. Ομως και για τα πρόσωπα που μένουν, η μνήμη γίνεται καθαρμός. Εστω επώδυνα, έστω αλγεινά. «Κι εσύ θαρρείς και ξεπηδάς από βούρκο/Ομοιος θρύψαλα/μιας ακριβής πορσελάνης/που μου την έδωσε η ζωή κομμάτια». Κι αλλού: «Η απουσία θα υπογραμμίσει την αγάπη μου/Και μέσα από την επανάσταση της σιωπής/Ισως να ξαναγεννηθούμε οι δυο/καινούριοι». Είναι ο νεκρός και είναι η παρουσία του νεκρού. Είναι ο πόθος της ανάπλασης του προσώπου με τα γήινα υλικά, αυτά της ποίησης και αυτά του θαύματος που δεν γίνεται. «Και με τις πρώτες βροχές/διαλύονται τα χέρια σου», γράφει. Και ξέρει πως: «τώρα δεν γίνεται παρά να σωπάσω». Μα η σιωπή βγάζει πιο μακριά, όταν είναι σιωπή θανάτου. Ανοίγει πόρους στην ψυχή να αυτοκατανοηθεί, να ατενίσει την υπερβατική της αλήθεια. «Εγώ, τη ζωή αιώνες τώρα/την σκόρπισα σε βράχους/σαν αρμύρα/από θαλασσινή σπηλιά σε κόλπους στοργικούς/αλλ' ήταν από θύελλα σε θύελλα/όπως αρμόζει στους ανίερους». Ποίηση που βαθαίνει τις μέσα οράσεις να αναδυθούν τα ποιητικά οράματα με όλη τη μεταφυσική τους διάσταση.
Η Ελένη Γκίκα, χρησιμοποιώντας στιγμές που η ίδια βίωσε και που τις κάνει και στιγμές του αναγνώστη, και μέσα από την προσωπική της εμπειρία μιας τραυματικής απώλειας, έγραψε στίχους που από μόνοι τους και όχι απαραίτητα ενταγμένοι στο σύνολο της συλλογής θα μπορούσαν να σταθούν σαν μικρά φωτεινά ποιητικά οράματα με καίρια συγκίνηση και λυρικότητα. Οπως όταν γράφει: «Δεν μας χρειάστηκαν οι καιροί/η επανάσταση δεν ήρθε». 'Η, όπως: «Το θέμα ήταν το αίνιγμα και η μοίρα/το παιχνίδι και η μοίρα/η επιλογή και η μοίρα... Σ' αναζητούσα έκτοτε/από συναναστροφή σε συναναστροφή», και με μια καβαφική υποψία, «Κι ούτε ένα θαύμα απ' τον καιρό, τίποτε/Θα είχε φανεί, εξάλλου, τόσα χρόνια». Εικόνες στον παρόντα χρόνο, ακίνητες, «Ακόμα σαπίζει η σχεδία/στην αυλή του σπιτιού».
Ποίηση εξομολογητική και μαζί επαναστατική μπρος στο αναπότρεπτο του θανάτου, προσπαθεί να βρει διόδους υπέρβασης μέσα από τη μνήμη ή μέσα από καθρέφτες μεταφυσικούς. Κι ίσως να ήταν ακόμα πιο ουσιαστική αν κάποιες φορές δεν απέδιδε περιγραφικά τα γεγονότα. 'Η ίσως αυτό να ήθελε η ποιήτρια, την ακρίβεια των στιγμών που δημιουργούν μια πιο άμεση συγκίνηση στον αναγνώστη, αφού η ποίηση δεν είναι πια η καλλιέπεια του λόγου, αλλά η εγρήγορση των στιγμών, η διάσωσή τους από τη λήθη. Και μ' αυτή την έννοια, η Ελένη Γκίκα μάς έδωσε ένα ζωντανό ποιητικό λόγο που πάλλεται από την αγωνία να διαφυλάξει αυτή την πολύτιμη μνήμη του προσώπου.
ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ-ΠΟΘΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 11/01/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Μια διαδικασία μνήμης επάνω στο θήτα» είναι η ποιητική συλλογή «Θόλωσα, Θύελλα, Θάμβος, Θυμήθηκα», της Ελένης Γκίκα, που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Αγκυρα», σε μια κομψή καλαίσθητη έκδοση. Και με υπότιτλο: «Γι' αυτούς που αγαπήσαμε, που είναι πέρα από το χρόνο».
Η Ελένη Γκίκα έχει στο ενεργητικό της έξι ακόμη ποιητικές συλλογές, τρία μυθιστορήματα, δύο συλλογές διηγημάτων, μία συλλογή με συνεντεύξεις. Και όπως μας πληροφορεί, το ποιητικό αυτό παιχνίδι με τα γράμματα, που το χρησιμοποίησε και σε άλλες τρεις ποιητικές συλλογές, θα ολοκληρωθεί με τον τίτλο «Αβυσσος, άλγος, άλμα, αρχίζω» σε συλλογή που ετοιμάζεται, για να κλείσει έναν κύκλο προσωπικής της ευρηματικής έκφρασης. Ο ποιητικός λόγος της παρούσας συλλογής ακροβατεί πάνω στο θήτα, όπως θάνατος και όπως Θεός, όπως θαύμα, όπως θλάση και θάρρος, όπως θυμούμαι. Η ίδια προσομοιάζει το ποιητικό αυτό παιχνίδι των γραμμάτων με την ίδια τη διαλεκτική ζωής και θανάτου.
Ποίηση ουσίας ολόκληρη η συλλογή, μια σπουδή θανάτου, αφού απευθύνεται σε πρόσωπα που έφυγαν ή σε πρόσωπα που ετοιμάζονται να φύγουν με την αγωνία της μνήμης έντονη, την ανάγκη να θυμηθούν, σαν να είναι αυτό μια τελική λύτρωση, ένας αυτογνωσιακός καθαρμός. Ομως και για τα πρόσωπα που μένουν, η μνήμη γίνεται καθαρμός. Εστω επώδυνα, έστω αλγεινά. «Κι εσύ θαρρείς και ξεπηδάς από βούρκο/Ομοιος θρύψαλα/μιας ακριβής πορσελάνης/που μου την έδωσε η ζωή κομμάτια». Κι αλλού: «Η απουσία θα υπογραμμίσει την αγάπη μου/Και μέσα από την επανάσταση της σιωπής/Ισως να ξαναγεννηθούμε οι δυο/καινούριοι». Είναι ο νεκρός και είναι η παρουσία του νεκρού. Είναι ο πόθος της ανάπλασης του προσώπου με τα γήινα υλικά, αυτά της ποίησης και αυτά του θαύματος που δεν γίνεται. «Και με τις πρώτες βροχές/διαλύονται τα χέρια σου», γράφει. Και ξέρει πως: «τώρα δεν γίνεται παρά να σωπάσω». Μα η σιωπή βγάζει πιο μακριά, όταν είναι σιωπή θανάτου. Ανοίγει πόρους στην ψυχή να αυτοκατανοηθεί, να ατενίσει την υπερβατική της αλήθεια. «Εγώ, τη ζωή αιώνες τώρα/την σκόρπισα σε βράχους/σαν αρμύρα/από θαλασσινή σπηλιά σε κόλπους στοργικούς/αλλ' ήταν από θύελλα σε θύελλα/όπως αρμόζει στους ανίερους». Ποίηση που βαθαίνει τις μέσα οράσεις να αναδυθούν τα ποιητικά οράματα με όλη τη μεταφυσική τους διάσταση.
Η Ελένη Γκίκα, χρησιμοποιώντας στιγμές που η ίδια βίωσε και που τις κάνει και στιγμές του αναγνώστη, και μέσα από την προσωπική της εμπειρία μιας τραυματικής απώλειας, έγραψε στίχους που από μόνοι τους και όχι απαραίτητα ενταγμένοι στο σύνολο της συλλογής θα μπορούσαν να σταθούν σαν μικρά φωτεινά ποιητικά οράματα με καίρια συγκίνηση και λυρικότητα. Οπως όταν γράφει: «Δεν μας χρειάστηκαν οι καιροί/η επανάσταση δεν ήρθε». 'Η, όπως: «Το θέμα ήταν το αίνιγμα και η μοίρα/το παιχνίδι και η μοίρα/η επιλογή και η μοίρα... Σ' αναζητούσα έκτοτε/από συναναστροφή σε συναναστροφή», και με μια καβαφική υποψία, «Κι ούτε ένα θαύμα απ' τον καιρό, τίποτε/Θα είχε φανεί, εξάλλου, τόσα χρόνια». Εικόνες στον παρόντα χρόνο, ακίνητες, «Ακόμα σαπίζει η σχεδία/στην αυλή του σπιτιού».
Ποίηση εξομολογητική και μαζί επαναστατική μπρος στο αναπότρεπτο του θανάτου, προσπαθεί να βρει διόδους υπέρβασης μέσα από τη μνήμη ή μέσα από καθρέφτες μεταφυσικούς. Κι ίσως να ήταν ακόμα πιο ουσιαστική αν κάποιες φορές δεν απέδιδε περιγραφικά τα γεγονότα. 'Η ίσως αυτό να ήθελε η ποιήτρια, την ακρίβεια των στιγμών που δημιουργούν μια πιο άμεση συγκίνηση στον αναγνώστη, αφού η ποίηση δεν είναι πια η καλλιέπεια του λόγου, αλλά η εγρήγορση των στιγμών, η διάσωσή τους από τη λήθη. Και μ' αυτή την έννοια, η Ελένη Γκίκα μάς έδωσε ένα ζωντανό ποιητικό λόγο που πάλλεται από την αγωνία να διαφυλάξει αυτή την πολύτιμη μνήμη του προσώπου.
ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ-ΠΟΘΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 11/01/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις