0
Your Καλαθι
Οράματα του Νότου ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
46%
46%
Περιγραφή
Ο Νεντίμ Γκιουρσέλ, στο ρόλο του συγγραφέα-ρεπόρτερ, διασχίζει μια Τουρκία που βρίσκεται πολύ μακριά απ' την Ισταμπούλ. Είτε βυθίζεται στη μυστικιστική έκσταση των δερβίσηδων του Ικονίου, είτε καίγεται στην καυτή σαν λάβα ζέστη και στα χρώματα της Τσουκούρ Οβά, που τόσο έχει υμνήσει ο Γιασάρ Κεμάλ, είτε αναζητά τα ίχνη των νομαδικών φυλών στις κορυφές του Ταύρου, ο συγγραφέας μας μεταφέρει ένα όραμα, η εικόνα του οποίου τρεμοπαίζει κάτω απ' το βλέμμα μας: το όραμα του Νότου.
Πού όμως σταματάει ο Νότος;
ΚΡΙΤΙΚΗ
Τα σύντομα αφηγήματα του Τούρκου συγγραφέα Ντενίμ Γκιουρσέλ που ζει στη Γαλλία, μοιάζουν να έχουν αποσπαστεί από σελίδες ημερολογίου στο οποίο καταγράφονται τοπία της εσωτερικής του γεωγραφίας, εμπνευσμένα από χώρους και τόπους που συνάντησε στα ταξίδια του. Στα γραπτά του, σαν μέσα από όραμα, αναδεικνύονται λησμονημένες γωνιές της γης, περιοχές αχαρτογράφητες, προβάλλοντας τη δύναμη και την ιδιαιτερότητά τους, αλλά και τις μεταβολές που υπέστησαν από το χρόνο. Οι περιπλανήσεις του μας παρέχουν έναν άλλου είδους «ταξιδιωτικό οδηγό» καθώς οι τόποι και προορισμοί του, μέσα από την αναγωγή τους σε κειμενικές περιγραφές, προγενέστερων ή συγχρόνων του δημιουργών, αποκτούν τη διάσταση λογοτεχνιών τόπων.
Πέρα από την καταγεγραμμένη και αρχειοθετημένη ιστορία κάθε χώρας, υπάρχει και η «άλλη», η κρυμμένη ιστορία που ανάγεται στους τοπικούς θρύλους και παραδόσεις, ιστορία που δεν αγνοήθηκε από τους ποιητές της, οι οποίοι, σύμφωνα με τον Γκιουρσέλ, προσεγγίζουν ακριβέστερα τη μυστική ζωή, αποτυπώνοντας την «προσωπικότητα» και την ιδιαιτερότητα του φυσικού τοπίου. Στα «Οράματα του νότου» τα φυσικά τοπία λειτουργούν ως χαρακτήρες που εξελίσσονται, ανατρέπονται και φθείρονται και που ευθύνονται για τους μύθους της κάθε περιοχής που επισκέπτεται.
Στο πρώτο του αφήγημα, γραμμένο με τον τρόπο ημερολογιακής καταχώρισης, ταξιδεύει στη χώρα καταγωγής του, στο Ικόνιο της Τουρκίας, και η άφιξή του συμπίπτει με την έκλειψη Σελήνης του 2000. Πέρα από τις ασφαλτωμένες λεωφόρους, τις βιομηχανικές ζώνες, τα σύγχρονα κτίρια και τους θορυβώδεις ρυθμούς αναζητά τον άλλο ήχο, την κρυφή ανάσα της πόλης. Η συγκίνηση που προκαλείται από την αλλόκοσμη ατμόσφαιρα του εντυπωσιακού φαινομένου της έκλειψης, επαναφέρει στη μνήμη του τους στίχους του μυστικιστή ποιητή Μελβανά και τους Δερβίσηδες την ώρα που στριφογύριζαν «σαν πλανήτες γύρω από τον εαυτό τους και ταυτόχρονα γύρω από τον ήλιο, σε μια αλλόκοτη τροχιά ποίησης, δέους και συγκίνησης, σε μια ανάταση προς το θείο».
Μέσα από την αναδρομή του στο παλιό Ικόνιο ανασυνθέτει τη ζωή του ποιητή Μελβανά, ο οποίος έζησε το δέκατο τρίτο αιώνα και είναι θαμμένος εκεί, αναβιώνοντας το βύθισμά του στον «ωκεανό της αγάπης», απ' όπου ανέσυρε τους αισθησιακούς στίχους του.
Από εκεί, αναζητώντας τα ίχνη νομαδικών πολιτισμών θα φτάσει στις κορυφές του Ταύρου, έχοντας ως οδηγό τον ποιητή Καραογλάν, της φυλής του Γιουρούκ, ο οποίος έζησε το 17ο αιώνα, και θα συνεχίσει στην Τσουκούρ Οβά, ψάχνοντας για τα τοπία που γνώρισε μέσα από τα έργα του ομότεχνού του Γιασάρ Κεμάλ. Η αναζήτηση των ιχνών ενός πολιτισμού που χάνεται, του πολιτισμού των τουρκαρμενίων φυλών που άπλωναν τις σκηνές τους στις πεδιάδες της Ανατολίας «σαν αετοί που ξεδιπλώνουν τις φτερούγες τους», και που για αιώνες έζησαν σε αρμονία με τη φύση, αποδεικνύεται δύσκολη υπόθεση: τα ίχνη αυτά είναι τόσο ακαθόριστα που χρειάζονται επίπονες έρευνες.
Στην Τσουκούρ Οβά, επιχειρώντας να εντοπίσει παρόμοιες εικόνες με αυτές που υπάρχουν στα μυθιστορήματα του συγγραφέα Γιασάρ Κεμάλ, διαπιστώνει πως η φύση σε κάθε μυθιστόρημα του Κεμάλ δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο αλλά ένας αυτοτελής χαρακτήρας που υποφέρει και αγωνιά και που η ύπαρξη του είναι προϊόν του τοπίου. Θα εντοπίσει το συγγραφέα στο ελεγειακό τραγούδι μιας ηλικιωμένης τουρκαρμενίας, στο άγαλμα του αρχιληστή «Μεχμέτ του αδύνατου» που δεσπόζει στην άκρη ενός γκρεμού, και στην έκφραση του προσώπου ενός από τους τελευταίους εναπομείναντες σιδηρουργούς.
Ο Γκιουρσέλ λειτουργεί και σαν τολμηρός ρεπόρτερ που καταγράφει τις προσεκτικά κρυμμένες από τα αναιδή βλέμματα των τουριστών και άλλων περίεργων φυσικές λεπτομέρειες και που μόνο το εμπνευσμένο και σχολαστικό βλέμμα ενός δημιουργού μπορεί να διακρίνει, ανατρέχοντας ταυτόχρονα στις περιγραφές λογοτεχνικών του προγόνων και στους στίχους αιρετικών ποιητών.
Σ' ένα επόμενο ταξίδι του θα πάει στον ιταλικό Νότο, στο ξεχασμένο από Θεό και ανθρώπους Αλιάνο, μια αετοφωλιά που ούτε ο Χριστός δεν καταδέχτηκε και σταμάτησε στο γειτονικό Εμπολι. Πρόκειται για το χωριό όπου κατέφυγε ο συγγραφέας Κάρλο Λέβι κι έγραψε το γνωστό μυθιστόρημά του «Ο Χριστός σταμάτησε στο Εμπολι».
Εκεί συναντά μια αχαρτογράφητη πραγματικότητα: ανώνυμους χείμαρρους που σκαλίζουν το βράχο, δουλεύοντας τη φύση σαν δαντέλα, φέρνοντας τη ζωή στην περιοχή, κυλώντας ταπεινά στην κοιλάδα και πρασινίζοντας τους λόφους, χείμαρροι που δεν έχουν ούτε όνομα ούτε μνήμη. Θα παρατηρήσει την απόκλιση των πραγματικών τοπίων από τις περιγραφές του Λέβι, η οποία εν μέρει οφείλεται στην υποχρεωτική του εξορία στην οποία είχε καταδικαστεί από τον Μουσολίνι, λόγω των αριστερών του πεποιθήσεων. Για τον Λέβι το πράσινο των λόφων είναι μεταλλικό, επιθετικό και ψεύτικο, «σαν μακιγιάζ στο πρόσωπο μιας χωρικής», κι αυτό εξηγείται από τη διάθεσή του που τον έκανε να νιώθει ξένος προς αυτή τη γη, «το πράσινο για εκείνον αντηχούσε σαν τρομπέτα που σπάζει το ρυθμό μιας νεκρώσιμης ακολουθίας».
Στο Σεράγιεβο θα εξερευνήσει την πόλη μέσα από τις σελίδες του συγγραφέα Ντανιέλο Κις που χάθηκε πρόωρα, ενώ στην Τύνιδα θα επανέλθουν στη μνήμη του αποσπάσματα από έργα του Φλομπέρ και του Μποντλέρ. Θα στοχαστεί πάνω στην «εμπειρία της ερήμου» που αναζήτησαν τόσοι και τόσοι αναχωρητές και ποιητές που κυριεύονται από το πάθος της περιπέτειας. Στην εναλλαγή του φωτός και στην κατάργηση των ορίων που περιορίζει τους όγκους και σβήνει τις μορφές από το μυαλό θα εντοπίσει την αιτία των υπερβατικών τους εμπειριών.
Στην Τιφλίδα, πέρα από τον Καύκασο, εκεί όπου παιδί ταξίδευε μόνο με τη φαντασία του, θα προχωρήσει με τους στίχους του Σεφέρη, θα αναζητήσει τις εικόνες τού αρμενικής καταγωγής σκηνοθέτη Ατόμ Εγκογιάν που ζει στον Καναδά και θα ανακαλέσει τις εμπειρίες του Πούσκιν και του Τολστόι, όπως αυτές αναφέρονται στα έργα τους.
Χρειάστηκε να κάνει πολλά ταξίδια για να αντιληφθεί την «ποίηση του Νότου», την αλήθεια της ερήμου, και να κατορθώσει να διακρίνει τις συγγένειες των τοπίων με την «κειμενική τους γεωγραφία». Οι τόποι που περιγράφει μοιάζουν με οράματα που χάνονται πριν καλά καλά προλάβει να τα δει, αλλά περισώζονται από την τολμηρή πένα των δημιουργών.
Πλήθος συγγραφέων περνούν από τις σελίδες του και οι περιγραφές τους συνεχίζουν να είναι διαφωτιστικές και να αποτελούν ακόμα και σήμερα εμπνευσμένες προσεγγίσεις των τοπίων.
Στο τέλος του οδοιπορικού του θα καταλήξει στους στίχους του Ναζίμ Χικμέτ που συνοψίζουν και το δικό του διάλογο: «Οι πόλεις, αγάπη μου, είναι μεγάλες όχι χάρη στους δρόμους τους/ αλλά χάρη στους ποιητές στους οποίους έστησαν αγάλματα».
Οι διαδρομές του Γκιουρσέλ είναι ένας φόρος τιμής στους δημιουργούς που πέρασαν κι έζησαν από τους τόπους που επισκέπτεται, είτε ως ταξιδευτές είτε ως κάτοικοι, και που με τα γραπτά τους κατόρθωσαν να προσδώσουν στα τοπία ψυχή, χαρίζοντάς τους την αθανασία μέσα από το καλλιτεχνικό τους έργο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 30/01/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις