0
Your Καλαθι
Στίγμα
Σημειώσεις για τη διαχείριση της φθαρμένης ταυτότητας
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Οι νάνοι, οι παραμορφωμένοι, οι τυφλοί, οι ομοφυλόφιλοι, οι ψυχικά πάσχοντες, τα μέλη φυλετικών ή θρησκευτικών μειονοτήτων, όλοι μοιράζονται ένα κρίσιμο χαρακτηριστικό: είναι κοινωνικά «μη φυσιολογικοί» και κινδυνεύουν έτσι να θεωρηθούν λειψοί ως άνθρωποι. Όταν οι λεγόμενοι κανονικοί άνθρωποι τους αντιμετωπίζουν απορριπτικά, πολύ συμπονετικά ή απλώς αμήχανα, κύριο μέλημά τους είναι η απόκλιση αυτών των ατόμων κι όχι το σύνολο της προσωπικότητάς τους.
Το κλασικό αυτό βιβλίο του πρωτοπόρου κοινωνιολόγου είναι μια μελέτη των περιστάσεων όπου οι φυσιολογικοί συναντούν τους μη φυσιολογικούς, καθώς και των τρόπων με τους οποίους ένα στιγματισμένο άτομο υποστυλώνει την επισφαλή του ταυτότητα. Χρησιμοποιώντας εκτεταμένα αποσπάσματα από αυτοβιογραφίες και περιπτωσιολογικές μελέτες, ο συγγραφέας δείχνει, με γλαφυρό όσο και αιχμηρό τρόπο, ότι το στίγμα συνδέεται στενά με το στερεότυπο και ότι επομένως υπόκειται σε ασυνείδητες προσδοκίες και νόρμες, που λειτουργούν ως αόρατοι ρυθμιστές στις κοινωνικές συναντήσεις.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πριν κάποιος επιχειρήσει να συνοψίσει τις αναλύσεις του Ervin Goffman σε αυτό το περίφημο βιβλίο, που διαμόρφωσε ένα ολόκληρο πεδίο στην κοινωνική έρευνα και υποκίνησε την παραγωγή μιας σταθερά αυξανόμενης βιβλιογραφίας, θα άξιζε ίσως να σκεφτεί προκαταρκτικά τι αντιπροσώπευε αυτό την εποχή που εμφανίστηκε και υπό ποιες προϋποθέσεις έγινε δυνατό. Ο ίδιος ο ορισμός του «στίγματος» ως σημείου μειονεξίας ενός ατόμου (αρρώστια, αναπηρία, παραμόρφωση, κ.ο.κ.) έναντι ενός κοινωνικά εδραιωμένου στερεοτύπου δεν είναι καθόλου αυτονόητος και υπεισάγει στη συζήτηση έναν αριθμό παραγόντων οι οποίοι επέσεσαν σχετικά αργά στην αντίληψη της κοινωνικής έρευνας. Η πρώτη έννοια της λέξης στίγμα (ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ακριβώς τον ελληνικό όρο, μεταγραμμένο σε λατινικά) είναι αυτή μιας υλικής εγχάραξης πάνω στο ίδιο το σώμα, η οποία εν συνεχεία γίνεται φορέας μιας ειδικής πληροφορίας περί αυτού που τη φέρει.
Αν λάβουμε ως παράδειγμα στίγματος -φερ' ειπείν- μια σωματική αναπηρία, παραμένουμε με αυτή την πρώτη εντύπωση ότι πρόκειται κατά κάποιον τρόπο για ένα «αντικειμενικό», υλικό χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί ορισμένα άτομα από κάποια άλλα. Ωστόσο μια ελάχιστη μετατόπιση από το σωματικό στο ψυχικό ή στο ηθικό πεδίο -εδώ το παράδειγμα δεν θα ήταν μια σωματική αναπηρία αλλά, ας πούμε, μια ψυχιατρική διάγνωση ή μια προηγούμενη ποινική καταδίκη- όχι μόνο καθιστά αυτοστιγμεί το στίγμα αόρατο αλλά και ρευστοποιεί απεριόριστα τα κριτήρια του ορισμού του. Με άλλα λόγια, προκειμένου να το ορίσουμε ως τέτοιο, είναι απαραίτητο να ορίσουμε προηγουμένως ένα πρότυπο ομαλότητας ως προς το οποίο αυτό θα συνιστά απόκλιση, κι ένα τέτοιο πρότυπο ομαλότητας εγείρει αμέσως την υποψία ότι είναι εξίσου συμβατικό και κατασκευασμένο όσο κι εκείνο που εκλαμβάνουμε ως στίγμα. Αν τώρα το παράδειγμά μας είναι μια φυλετική, οικονομική ή θρησκευτική ιδιαιτερότητα, γίνεται αμέσως φανερό πόσο μακριά μπορεί να ωθηθεί η παραπάνω εκτίμηση.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι σε μια τέτοια προοπτική ιδωμένο το «στίγμα» δεν είναι παρά ένας άλλος τρόπος να μιλήσουμε για τη ετερότητα μέσα στις κοινωνικές σχέσεις. Κι εδώ το πεδίο δεν είναι ουδέτερο:
Στη δεκαετία του '50 και κυρίως αυτήν του '60, το ιδίωμα της ετερότητας συνδέθηκε με την πολιτική δράση και το λόγο μαχητικών κοινωνικών κινημάτων που αμφισβητούσαν τα κυρίαρχα πρότυπα ομαλότητας και διεκδικούσαν το δικαίωμα σε ιδιαίτερες επιλογές καθώς και μια ιδιάζουσα ταυτότητα. Γυναίκες, ομοφυλόφιλοι, ψυχιατριζόμενοι, φυλετικές μειονότητες και ποινικά στιγματισμένοι άρχιζαν να εξέρχονται από τα γκέτο του εγκλεισμού τους και να γίνονται υποκείμενα με τη συλλογική έννοια του όρου. Το αντιψυχιατρικό κίνημα στη Βρετανία και την Ιταλία, όπως και το σημαντικό έργο του Michel Foucault πάνω στο ψυχιατρείο, την κλινική και τη φυλακή διαμόρφωσαν μια νέα διανοητική ευαισθησία διευρύνοντας ταυτόχρονα τα όρια του πολιτικού, πράγμα που με τη σειρά του επανατροφοδότησε τα ριζοσπαστικά γυναικεία και ομοφυλόφιλα και μειονοτικά κινήματα των αρχών της δεκαετίας του '70 και υποκίνησε αντίστοιχες θεωρητικές έρευνες. Το ενδιαφέρον για τις κοινωνικές σημάνσεις του σώματος, και κάπως ειδικότερα του αποκλίνοντος ή στιγματισμένου σώματος, που μεσ' από το έργο του Goffman στη δεκαετία του '60 επρόκειτο να υποδείξει ένα ακόμη παρόμοιο δυνητικό υποκείμενο, πήγασε από τις ίδιες αυτές επαναστατικές αναταράξεις της εποχής.
Ο Ervin Goffman, Καναδός κοινωνιολόγος και ανθρωπολόγος, ο οποίος εν συνεχεία σταδιοδρόμησε σε διάφορα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1956 με το βιβλίο του Παρουσιάσεις του εαυτού στην καθημερινή ζωή. Το ενδιαφέρον του μονοπωλούν ζητήματα του εαυτού, του ρόλου και της ταυτότητας, τα οποία γίνονται εξαρχής κατανοητά ως σημαίνουσες κοινωνικές κατασκευές. Το Στίγμα γεννήθηκε από μια σειρά παραδόσεων του Goffman στις αρχές της δεκαετίας του '60, στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια, πάνω στην κοινωνιολογία της παρέκκλισης. Εννοιες όπως ανομία, παρέκκλιση, κλπ., ήταν βεβαίως διακεκριμένα πεδία κοινωνιολογικής έρευνας ήδη από τον καιρό των θεμελιωτών της κοινωνικής επιστήμης. Το νέο στην προσέγγιση του Goffman ήταν ότι εδώ ωστόσο δεν γίνονται κατανοητά ως «αντικειμενικά» ρεύματα σε μια εκ των άνω ανάγνωση του κοινωνικού χάρτη, ως τάσεις ή μεταβλητές στη συμπεριφορά ορισμένων στατιστικά μελετώμενων ομάδων του πληθυσμού, αλλά με μια αιφνίδια μετατόπιση της προοπτικής ο φακός στρέφεται στο ίδιο το αποκλίνον πρόσωπο: με άλλα λόγια, προσπαθεί να το αναδείξει ως υποκείμενο του κόσμου του, να φωτίσει την ιδιάζουσα συγκρότηση της ταυτότητάς του μέσα από μια σειρά κρίσεων στις διαπροσωπικές σχέσεις και να ανασυγκροτήσει τις στρατηγικές μέσω των οποίων αυτό διαχειρίζεται τις κρίσεις και ελέγχει τις πληροφορίες προκειμένου να διαφύγει κατά το δυνατόν από τις θέσεις απαξίωσης.
Το βιβλίο περιέχει ένα πολύτιμο εμπειρικό υλικό, προϊόν μακροχρόνιας συλλογής και έρευνας, που φυσικά δεν είναι δυνατό να μεταφερθεί εδώ.
Περιέχει επίσης ένα πλήθος απο λεπτότατες και ευφυείς παρατηρήσεις που φωτίζουν το θέμα του κοινωνικού στιγματισμού και τις σύνθετες αλληλεπιδράσεις που πλέκονται γύρω του στις πιο αδιόρατες πτυχές τους. Στις αρετές του έργου πρέπει να συνυπολογίζονται ο πνευματώδης, κάποτε ειρωνικός, τρόπος επαφής του Goffman αλλά και -όπως είπα- η επιτυχημένη απόδοση του λόγου στα ίδια τα υποκείμενα, τα οποία είναι με πολύ ζωντανό τρόπο παρόντα σε όλο το μήκος του βιβλίου. Ακόμα, διευρύνοντας βαθμιαία και αποφασιστικά την προβληματική του, ο συγγραφέας έχει την οξυδέρκεια να δείξει ότι, εντέλει, ο στιγματισμός δεν είναι υπόθεση μιας κατά οιονδήποτε τρόπο οριοθετημένης μειονότητας αλλά αφορά όλους μας, όλοι έχουμε κατά καιρούς βρεθεί στη θέση του στιγματισμένου και στην ανάγκη να διαχειριστούμε μια κρίση στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, που προϋποθέτει εσκεμμένο έλεγχο των πληροφοριών γύρω από τον εαυτό μας. Το ότι δεν συνάγει τα αναμενόμενα πολιτικά συμπεράσματα δεν είναι ίσως μια τόσο κρίσιμη έλλειψη, δεδομένου ότι υπερβαίνει το δεδηλωμένο σκοπό του βιβλίου αλλά και, από την άλλη μεριά, δίνει όλες τις κρίσιμες πληροφορίες που θα επιτρέψουν στον αναγνώστη να το κάνει για λογαριασμό του. Τέλος, ιδιαίτερη μνεία οφείλεται στο εκτενές εισαγωγικό σημείωμα της μεταφράστριας το οποίο, εκτός του ότι συμβάλλει στην κριτική κατανόηση του εγχειρήματος του Goffman εντάσσοντάς το στην ευρύτερη εξέλιξη της σκέψης του και των περιρρεουσών ιδεών, περιέχει επίσης μια κατατοπιστική επισκόπηση του πεδίου που σήμερα ονομάζεται «κοινωνιολογία (ή ανθρωπολογία) του σώματος».
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 16/08/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις