0
Your Καλαθι
Η νέα ιστορία του Ισραήλ
Δοκίμιο σχετικά με μια εθνική ταυτότητα
Περιγραφή
Ήρθε ο καιρός να γραφτεί η νέα Ιστορία του Ισραήλ. Μια νέα Ιστορία, αφού, από τότε που άνοιξαν τα αρχεία πάνω στα χρόνια ίδρυσης του κράτους, η ιστοριογραφική διαμάχη μαίνεται με πρωτόγνωρη ένταση: κάτω από ποιές συνθήκες η εθνική εβραϊκή εστία -το Γιτσούβ- ιδρύεται στην Παλαιστίνη το 19ο και τον 20ό αιώνα, σε μια ήδη κατοικημένη γη; Ποιά ήταν η στάση της ηγεσίας του Γιτσούβ απέναντι στη γενοκτονία των Εβραίων της Ευρώπης και στους επιζώντες; Ποιά ήταν η ακριβής φύση της διακήρυξης της Ανεξαρτησίας στις 15 Μαΐου 1948: αποσκοπούσε στην ίδρυση ενός αποκλειστικά εβραϊκού κράτους ή οι Αραβες και οι Παλαιστίνιοι θα είχαν τη θέση τους σ' αυτό; Το Ισραήλ μπορούσε να είναι ιουδαϊκό και δημοκρατικό και ταυτόχρονα να απορρίπτει το διαχωρισμό της θρησκείας από το κράτος; Αυτό το πρωτοποριακό και μοναδικό έργο επανασυνδέει την κρίση εθνικής ταυτότητας με την ιδιαιτερότητα του Ισραήλ: πώς να γράψει κανείς την Ιστορία ενός κράτους όταν Ιστορία και συλλογική μνήμη συγχέονται, όταν οι πρωταγωνιστές των γεγονότων γίνονται ιστορικοί, όταν οι ιστορικοί είναι ταυτόχρονα ερευνητές με επιστημονική υπευθυνότητα αλλά και πολίτες διψασμένοι για ειρήνη;
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πόσο εύκολο είναι για έναν ιστορικό να αμφισβητήσει καλά θεμελιωμένες ιδέες σχετικά με την ιστορία της πατρίδας του, το Ισραήλ, όταν αυτή δεν έχει πίσω της πάρα 50 χρόνια ύπαρξης και από την ίδρυσή της βρίσκεται σχεδόν αδιάκοπα σε εμπόλεμη κατάσταση με τα γειτονικά της κράτη;
Το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, όπως αποδεικνύει το βιβλίο του Ιλάν Γκραϊλσάμερ Η Νέα Ιστορία του Ισραήλ, το οποίο αναφέρεται εκτενώς στην προσπάθεια επανεξέτασης της ιστορίας του κράτους του Ισραήλ από μια ομάδα «αναθεωρητικών» ιστορικών.
Οι «Νέοι Ιστορικοί», βασιζόμενοι στο άνοιγμα των αρχείων της περιόδου 1947-1956 και με λάβαρο τις αντικαθεστωτικές θεωρίες που διατύπωναν οι αμερικανοί κοινωνιολόγοι της Νέας Αριστεράς τις δεκαετίες του '70 και του '80, επιδόθηκαν σε μια εκ θεμελίων αμφισβήτηση των ιστορικών γεγονότων που αφορούσαν τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, κατηγορώντας συλλήβδην τους πρεσβύτερούς τους ιστορικούς ότι δεν έγραφαν ιστορία, αλλά υπηρετούσαν την ιδεολογία του σιωνιστικού κινήματος.
Με τις διαβρωτικές- ιερόσυλες απόψεις τους έγιναν αφορμή να ξεσπάσει το 1987 η «Διαμάχη των Ιστορικών», η οποία πήρε διαστάσεις ιδεολογικής και κοινωνικής ρήξης. Ο συγγραφέας αποδίδει τη βιαιότητά της στο γεγονός ότι επρόκειτο ουσιαστικά για «σύγκρουση της Ιστορίας των ιστορικών και της συλλογικής μνήμης», τη θεωρεί δε ιδιαίτερης σημασίας καθώς αποκαλύπτει μια βαθύτερη κρίση ταυτότητας. Αφήνοντας αναπάντητο το ερώτημα αν το κύμα αναθεωρητικών βιβλίων, που είδαν το φως στα μέσα της δεκαετίας του '80, ήταν απόρροια μιας πραγματικής έγνοιας για την αλήθεια, ένα σύμπτωμα αμερικανοποίησης ή μια αναλαμπή κοινωνικής εξέλιξης, διατυπώνει την άποψη ότι πρόκειται για ένα πολυσύνθετο κοινωνιολογικό φαινόμενο, το οποίο αντικατοπτρίζει τη βαθιά κοινωνική αλλαγή που σημειώθηκε ύστερα από τον καταστροφικό πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, που τιτλοφορείται «Η Νέα Ιστορία: η ρήξη», ο Ιλάν Γκραϊλσάμερ μας εισάγει στην καρδιά της «Διαμάχης» και εξετάζει διεξοδικά τις θέσεις των «Νέων Ιστορικών». Διαπιστώνουμε ότι οι «Νέοι Ιστορικοί» επικέντρωσαν την έρευνά τους αποκλειστικά στην ισραηλινή Αριστερά- θεωρώντας την τη μοναδική υπεύθυνο για τη διαμόρφωση της συλλογικής μνήμης και της εθνικής ταυτότητας- και δεν δίστασαν να βάλουν στο στόχαστρό τους τη μεγαλύτερη φυσιογνωμία της σύγχρονης ιουδαϊκής ιστορίας, τον Νταβίντ Μπεν Γκουριόν. Σε γενικές γραμμές αντιμετώπισαν με καχυποψία τη σοσιαλιστική ιδεολογία των «πιονέρων» και επανεξέτασαν με μια τάση αποστασιοποίησης όλους τους μεγάλους ιδρυτικούς μύθους, διατυπώνοντας δριμύτατες επικρίσεις.
Παράλληλα ο συγγραφέας εκθέτει τις απόψεις των παραδοσιακών ιστορικών, γεγονός το οποίο καθιστά το βιβλίο εξαιρετικά ενδιαφέρον, εφόσον δεν έχουμε να κάνουμε με την «απλή» παράθεση ιστορικών γεγονότων, αλλά με την «πολυφωνική» προσέγγισή τους μέσα από μια πλούσια (αντικρουόμενη, ενίοτε ακραία ή ρηξικέλευθη) ιστοριογραφία.
Για τον αναγνώστη, ο οποίος κατά βάση ενημερώνεται για το ζήτημα του Μεσανατολικού μέσα από τα ΜΜΕ, το βιβλίο αυτό αποτελεί πλούσια πηγή πληροφοριών και αφορμή προβληματισμού, τόσο σε ό,τι αφορά τα γεγονότα αυτά καθαυτά όσο και για τον τρόπο με τον οποίο η ιστορική έρευνα, επιχειρώντας τολμηρές τομές, επανατοποθετείται απέναντι σε αυτά.
Σύμφωνα με τον Ιλάν Γκραϊλσάμερ, οι «Νέοι Ιστορικοί» εκπλήρωσαν μια σημαντική ιστορική αποστολή: ενστάλαξαν την αμφιβολία στη συνείδηση των Ισραηλινών πάνω σε θέματα που ως τότε θεωρούνταν καλά θεμελιωμένες βεβαιότητες και με τα επώδυνα ερωτήματα που έθεσαν προλείαναν το έδαφος για τις ειρηνευτικές συνομιλίες του Όσλο- συνομιλίες οι οποίες συνέβαλαν καταλυτικά στο να γίνει η ισραηλινή κοινωνία πιο ανοιχτή στην επανεξέταση της ιστορίας του κράτους.
Την ίδια αντίληψη εκφράζει και το δεύτερο μέρος του βιβλίου «Η δυναμική περίοδος του κράτους του Ισραήλ 1948-1999», όπου εξετάζονται τα σημαντικότερα γεγονότα της περιόδου: ο πόλεμος του Σινά, ο πόλεμος των Έξι Ημερών, η άνοδος του Μενάχεμ Μπέγκιν στην εξουσία, η ειρήνη με την Αίγυπτο, ο πόλεμος του Λιβάνου, η Ιντιφάντα και, με ιδιαίτερη έμφαση, οι συμφωνίες του Όσλο και η δολοφονία του Ιτσχάκ Ράμπιν.
Ο συγγραφέας αναλύει με παρρησία το περιεχόμενο των συνομιλιών και παρουσιάζει με αφηγηματική δεινότητα τα αίτια και τις συνέπειες της τραγικής δολοφονίας του ισραηλινού πρωθυπουργού. Ακόμη σκιαγραφεί με διεισδυτικότητα το πορτρέτο της σύγχρονης ισραηλινής κοινωνίας, για να καταλήξει στο δυσοίωνο συμπέρασμα: «Στο σημερινό Ισραήλ όλα συνδέονται: Ιστορία, ειρηνευτική διαδικασία, ιουδαϊκή ταυτότητα, ισραηλινή ταυτότητα. Τίποτε δεν είναι δεδομένο, αντίθετα. Η ειρήνη με τους Παλαιστινίους και με το σύνολο του αραβικού κόσμου, όταν έρθει, θα τινάξει το καπάκι του καζανιού που λέγεται ταυτότητα και που η επιταγή για ασφάλεια είχε κρατήσει λίγο πολύ κλειστό».
Συμπερασματικά, Η Νέα Ιστορία του Ισραήλ καταφέρνει να μας προβληματίσει αποκαλύπτοντας- κάτω από τη φαινομενική αντικειμενικότητα της επικαιρότητας ή της συλλογικής μνήμης- τον προβληματικό χαρακτήρα του παρελθόντος. Και τίποτε δεν είναι πιο προβληματικό από τη μυθοποίηση ή την ηρωοποίηση, ιδίως όταν διακυβεύεται η υπόθεση της ειρήνης. Από την άποψη αυτή η αναψηλάφηση της ιστορίας μπορεί να αποβεί σωτήρια.
Μάγκυ Κοέν, ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-12-2001
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πόσο εύκολο είναι για έναν ιστορικό να αμφισβητήσει καλά θεμελιωμένες ιδέες σχετικά με την ιστορία της πατρίδας του, το Ισραήλ, όταν αυτή δεν έχει πίσω της πάρα 50 χρόνια ύπαρξης και από την ίδρυσή της βρίσκεται σχεδόν αδιάκοπα σε εμπόλεμη κατάσταση με τα γειτονικά της κράτη;
Το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, όπως αποδεικνύει το βιβλίο του Ιλάν Γκραϊλσάμερ Η Νέα Ιστορία του Ισραήλ, το οποίο αναφέρεται εκτενώς στην προσπάθεια επανεξέτασης της ιστορίας του κράτους του Ισραήλ από μια ομάδα «αναθεωρητικών» ιστορικών.
Οι «Νέοι Ιστορικοί», βασιζόμενοι στο άνοιγμα των αρχείων της περιόδου 1947-1956 και με λάβαρο τις αντικαθεστωτικές θεωρίες που διατύπωναν οι αμερικανοί κοινωνιολόγοι της Νέας Αριστεράς τις δεκαετίες του '70 και του '80, επιδόθηκαν σε μια εκ θεμελίων αμφισβήτηση των ιστορικών γεγονότων που αφορούσαν τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, κατηγορώντας συλλήβδην τους πρεσβύτερούς τους ιστορικούς ότι δεν έγραφαν ιστορία, αλλά υπηρετούσαν την ιδεολογία του σιωνιστικού κινήματος.
Με τις διαβρωτικές- ιερόσυλες απόψεις τους έγιναν αφορμή να ξεσπάσει το 1987 η «Διαμάχη των Ιστορικών», η οποία πήρε διαστάσεις ιδεολογικής και κοινωνικής ρήξης. Ο συγγραφέας αποδίδει τη βιαιότητά της στο γεγονός ότι επρόκειτο ουσιαστικά για «σύγκρουση της Ιστορίας των ιστορικών και της συλλογικής μνήμης», τη θεωρεί δε ιδιαίτερης σημασίας καθώς αποκαλύπτει μια βαθύτερη κρίση ταυτότητας. Αφήνοντας αναπάντητο το ερώτημα αν το κύμα αναθεωρητικών βιβλίων, που είδαν το φως στα μέσα της δεκαετίας του '80, ήταν απόρροια μιας πραγματικής έγνοιας για την αλήθεια, ένα σύμπτωμα αμερικανοποίησης ή μια αναλαμπή κοινωνικής εξέλιξης, διατυπώνει την άποψη ότι πρόκειται για ένα πολυσύνθετο κοινωνιολογικό φαινόμενο, το οποίο αντικατοπτρίζει τη βαθιά κοινωνική αλλαγή που σημειώθηκε ύστερα από τον καταστροφικό πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, που τιτλοφορείται «Η Νέα Ιστορία: η ρήξη», ο Ιλάν Γκραϊλσάμερ μας εισάγει στην καρδιά της «Διαμάχης» και εξετάζει διεξοδικά τις θέσεις των «Νέων Ιστορικών». Διαπιστώνουμε ότι οι «Νέοι Ιστορικοί» επικέντρωσαν την έρευνά τους αποκλειστικά στην ισραηλινή Αριστερά- θεωρώντας την τη μοναδική υπεύθυνο για τη διαμόρφωση της συλλογικής μνήμης και της εθνικής ταυτότητας- και δεν δίστασαν να βάλουν στο στόχαστρό τους τη μεγαλύτερη φυσιογνωμία της σύγχρονης ιουδαϊκής ιστορίας, τον Νταβίντ Μπεν Γκουριόν. Σε γενικές γραμμές αντιμετώπισαν με καχυποψία τη σοσιαλιστική ιδεολογία των «πιονέρων» και επανεξέτασαν με μια τάση αποστασιοποίησης όλους τους μεγάλους ιδρυτικούς μύθους, διατυπώνοντας δριμύτατες επικρίσεις.
Παράλληλα ο συγγραφέας εκθέτει τις απόψεις των παραδοσιακών ιστορικών, γεγονός το οποίο καθιστά το βιβλίο εξαιρετικά ενδιαφέρον, εφόσον δεν έχουμε να κάνουμε με την «απλή» παράθεση ιστορικών γεγονότων, αλλά με την «πολυφωνική» προσέγγισή τους μέσα από μια πλούσια (αντικρουόμενη, ενίοτε ακραία ή ρηξικέλευθη) ιστοριογραφία.
Για τον αναγνώστη, ο οποίος κατά βάση ενημερώνεται για το ζήτημα του Μεσανατολικού μέσα από τα ΜΜΕ, το βιβλίο αυτό αποτελεί πλούσια πηγή πληροφοριών και αφορμή προβληματισμού, τόσο σε ό,τι αφορά τα γεγονότα αυτά καθαυτά όσο και για τον τρόπο με τον οποίο η ιστορική έρευνα, επιχειρώντας τολμηρές τομές, επανατοποθετείται απέναντι σε αυτά.
Σύμφωνα με τον Ιλάν Γκραϊλσάμερ, οι «Νέοι Ιστορικοί» εκπλήρωσαν μια σημαντική ιστορική αποστολή: ενστάλαξαν την αμφιβολία στη συνείδηση των Ισραηλινών πάνω σε θέματα που ως τότε θεωρούνταν καλά θεμελιωμένες βεβαιότητες και με τα επώδυνα ερωτήματα που έθεσαν προλείαναν το έδαφος για τις ειρηνευτικές συνομιλίες του Όσλο- συνομιλίες οι οποίες συνέβαλαν καταλυτικά στο να γίνει η ισραηλινή κοινωνία πιο ανοιχτή στην επανεξέταση της ιστορίας του κράτους.
Την ίδια αντίληψη εκφράζει και το δεύτερο μέρος του βιβλίου «Η δυναμική περίοδος του κράτους του Ισραήλ 1948-1999», όπου εξετάζονται τα σημαντικότερα γεγονότα της περιόδου: ο πόλεμος του Σινά, ο πόλεμος των Έξι Ημερών, η άνοδος του Μενάχεμ Μπέγκιν στην εξουσία, η ειρήνη με την Αίγυπτο, ο πόλεμος του Λιβάνου, η Ιντιφάντα και, με ιδιαίτερη έμφαση, οι συμφωνίες του Όσλο και η δολοφονία του Ιτσχάκ Ράμπιν.
Ο συγγραφέας αναλύει με παρρησία το περιεχόμενο των συνομιλιών και παρουσιάζει με αφηγηματική δεινότητα τα αίτια και τις συνέπειες της τραγικής δολοφονίας του ισραηλινού πρωθυπουργού. Ακόμη σκιαγραφεί με διεισδυτικότητα το πορτρέτο της σύγχρονης ισραηλινής κοινωνίας, για να καταλήξει στο δυσοίωνο συμπέρασμα: «Στο σημερινό Ισραήλ όλα συνδέονται: Ιστορία, ειρηνευτική διαδικασία, ιουδαϊκή ταυτότητα, ισραηλινή ταυτότητα. Τίποτε δεν είναι δεδομένο, αντίθετα. Η ειρήνη με τους Παλαιστινίους και με το σύνολο του αραβικού κόσμου, όταν έρθει, θα τινάξει το καπάκι του καζανιού που λέγεται ταυτότητα και που η επιταγή για ασφάλεια είχε κρατήσει λίγο πολύ κλειστό».
Συμπερασματικά, Η Νέα Ιστορία του Ισραήλ καταφέρνει να μας προβληματίσει αποκαλύπτοντας- κάτω από τη φαινομενική αντικειμενικότητα της επικαιρότητας ή της συλλογικής μνήμης- τον προβληματικό χαρακτήρα του παρελθόντος. Και τίποτε δεν είναι πιο προβληματικό από τη μυθοποίηση ή την ηρωοποίηση, ιδίως όταν διακυβεύεται η υπόθεση της ειρήνης. Από την άποψη αυτή η αναψηλάφηση της ιστορίας μπορεί να αποβεί σωτήρια.
Μάγκυ Κοέν, ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-12-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις