0
Your Καλαθι
Πορφυρά ποτάμια
Περιγραφή
Απειλή πολυπρόσωπη, όπως και η καταδίωξη. Σε συλημένους τάφους, σε παγετώνες, σε παραβιασμένα αρχεία. Με τη βεβαιότητα του θανάτου, που καραδοκεί το επόμενο θύμα του. Και με το σωρευμένο πάθος της εκδίκησης, που ψάχνει αντίβαρο για μια ζωή με διπλή ταυτότητα σε μια αλυσίδα πτωμάτων δίχως σχεδόν ταυτότητα.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Ζαν-Κριστόφ Γκρανζέ (γενν. το 1961) ζει στο Παρίσι και είναι ανεξάρτητος ρεπόρτερ με δικό του πρακτορείο Τύπου. Εχει συνεργαστεί με πολλά πρακτορεία κι έχει δημοσιεύσει ρεπορτάζ στο «Paris-Match», στο «Figaro Magazine» και σε περιοδικά της Ευρώπης και της Ιαπωνίας. Το πρώτο του μυθιστόρημα υπό τον τίτλο Le vol des cigognes το εμπνεύστηκε από την αποδημία των πελαργών, όπως την καταγράφουν οι τεχνητοί δορυφόροι πρόκειται να γίνει τηλεοπτική σειρά, ενώ τα Πορφυρά ποτάμια, που κυκλοφόρησαν το 1998, προορίζονται για τον κινηματογράφο.
Ο Γκρανζέ μπορεί να θεωρηθεί μακρινός απόγονος του Εμίλ Γκαμποριό, του δημοσιογράφου που πρώτος καλλιέργησε το αστυνομικό αφήγημα στη Γαλλία δημοσιεύοντας το 1866 σε μια εφημερίδα και σε συνέχειες την Υπόθεση Λερούς, κι επίσης του Μορίς Λεμπλάν, των Πιερ Συβέστρ και Μαρσέλ Αλέν και βεβαίως του Ζορζ Σιμενόν. Είναι κατά κάποιο τρόπο διάδοχος του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, του συγγραφέα που δημιούργησε ολόκληρη σχολή εμπνέοντας τους επιγόνους του να απογειώσουν το είδος και να μιλήσουν για βία στα εργατικά προάστια του Παρισιού, για ρατσισμό, αστυνομική αυθαιρεσία και για ναρκωτικά. Ταυτόχρονα ο Γκρανζέ έχει επηρεαστεί από τα σύγχρονα αμερικανικά θρίλερ, εκείνα με τους σίριαλ κίλερ, με τα οποία όμως έχουν ασχοληθεί οι συμπατριώτισσές του Τζούλια Κρίστεβα και Μοντ Ταμπασνίκ η τελευταία εξαιτίας αυτού του λόγου τοποθετεί τη δράση των ηρώων της στις ΗΠΑ.
Ο συγγραφέας αναφερόμενος στους κατ' εξακολούθηση δολοφόνους διατυπώνει την άποψη ότι το εισαγόμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες φαινόμενο έχει κυριεύσει την παγκόσμια λογοτεχνία και τον παγκόσμιο κινηματογράφο, αλλά παραδέχεται ότι αυτή η τάση δεν έχει «διαπιστωθεί απτά στη Γαλλία». Κατ' αυτόν, οι τελευταίοι γάλλοι σίριαλ κίλερ ήταν μάλλον μικροαστοί. Πρόκειται για τον Ανρί Ντεζιρέ Λαντρύ (1869-1922), ο οποίος αφού σκότωσε πάνω από δέκα γυναίκες, τα πτώματα των οποίων έκαιγε στην κουζίνα του, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε αποκεφαλισμό, και για τον γιατρό Μαρσέλ Πετιό (1893-1946) που καταδικάστηκε και εκτελέστηκε για τη δολοφονία 27 ατόμων στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής.
Κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο αστυνόμος Πιερ Νιεμάν, ένας μοναχικός τύπος, επίμονος, βίαιος, σιωπηλός, διεστραμμένος στη δουλειά του, σύμφωνα με τους συναδέλφους του, ο οποίος κατηγορείται ότι κακοποίησε άγρια κάποιον άγγλο χούλιγκαν. Ο Νιεμάν αναλαμβάνει να διαλευκάνει έναν φόνο που έγινε στην πανεπιστημιούπολη του Γκερνόν, μια κωμόπολη της Ιζέρ, κοντά στην Γκρενόμπλ. Ολες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι ο άνδρας που βρέθηκε γυμνός, στραγγαλισμένος, με ίχνη βασανιστηρίων (κοψίματα, πληγές, εγκαύματα) είναι θύμα μανιακού ο δράστης τον κρέμασε σε μια εσοχή πλαγιάς ενός βουνού, του αφαίρεσε τους βολβούς των ματιών με κοφτερό εργαλείο και γέμισε τις άδειες κόγχες με νερό. Ο νεκρός ασκούσε τα καθήκοντα του βιβλιοθηκάριου στο τοπικό πανεπιστήμιο και έκανε τη διατριβή του στη φιλοσοφία, συγκεκριμένα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της αρχαιότητας, μελετώντας τις σχέσεις δοκιμασίας και ιερού στοιχείου, σώματος και σκέψης. Αραγε η διατριβή αυτή κρύβει κάποιο τρομερό μυστικό και πώς σχετίζονται με τον φόνο η όμορφη και παράξενη σύζυγος του θύματος, καθώς και η νεαρή καθηγήτρια γεωλογίας και δεινή ορειβάτις που ανακάλυψε το κακοποιημένο σώμα στο βουνό;
Δεύτερος ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο αλγερινής καταγωγής υπομοίραρχος Καρίμ Αμπντούφ, αγνώστων γονέων, πρώην κλέφτης αυτοκινήτων, απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ναντέρ, επίσης μοναχικός τύπος. Ο Αμπντούφ, που λόγω της βίαιης ιδιοσυγκρασίας του στέλνεται μακριά από το Παρίσι, στην επαρχία, ερευνώντας τη βεβήλωση του τάφου ενός μικρού παιδιού, φτάνει και αυτός στο Γκερνόν. Εκεί συναντάται με τον Νιεμάν και συνεργάζονται για τη διαλεύκανση των δύο υποθέσεων, οι οποίες συγκλίνουν και οδηγούν στην επίλυση των πολλαπλών αινιγμάτων. Στο μεταξύ υπάρχουν και άλλοι νεκροί: ένας νεαρός νοσηλευτής στο τοπικό νοσοκομείο κι ένας οφθαλμίατρος, οι οποίοι επίσης βρίσκονται ακρωτηριασμένοι φρικτά, χωρίς χέρια και χωρίς μάτια.
Τι ακριβώς έχει συμβεί, ποια ανομολόγητα μυστικά κρύβονται στα αρχεία και στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου όπου διδάσκουν οι καλύτεροι καθηγητές, η αφρόκρεμα της Νοτιοανατολικής Γαλλίας; Ο δράστης των αποτρόπαιων εγκλημάτων είναι ψυχοπαθής ή απλώς σκοτώνει για να πάρει εκδίκηση; Την απάντηση θα την πάρει ο αναγνώστης στο τέλος του βιβλίου, όταν, όπως συμβαίνει στα κλασικά ορθόδοξα αστυνομικά μυθιστορήματα, γίνεται μια αναδρομή στο παρελθόν των πρωταγωνιστών της ιστορίας και αποκαλύπτονται τα ένοχα πάθη και οι εμμονές τους.
Στο μεταξύ ο συγγραφέας έχει θίξει σημαντικά θέματα και προβλήματα που ταλανίζουν τους πολίτες της Γαλλίας. Μιλάει κατ' αρχάς για τον κόσμο του δρόμου του Παρισιού, εκείνον των σκοτεινών αιθουσών γύρω από τη λεωφόρο Κλισύ, με τους μαύρους πλάνητες, τις πόρνες με τις κοτσίδες, τους τοξικομανείς, τους άστεγους, τους μεθυσμένους, τα ανθρώπινα πλάσματα που βολοδέρνουν τις νύχτες σαν φαντάσματα· για τις συνοικίες των Αφρικανών, τα μικρά σπιτάκια δίπλα στις πολυκατοικίες και τα άδεια οικόπεδα που μετατρέπονται σε συγκροτήματα εργατικών κατοικιών· για τη Ναντέρ με τα εργοστάσια και τα κτίρια των διοικητικών υπηρεσιών όπου κυκλοφορούν ανήσυχοι περαστικοί, καταρρακωμένοι, ντυμένοι με βρώμικα ρούχα, ενδεείς και εξαθλιωμένοι, άνθρωποι που είναι εξοικειωμένοι με την ιδέα ότι η αθλιότητά τους θα εξακολουθεί να υφίσταται στο διηνεκές και ότι το μέλλον τους δεν θα είναι ποτέ ρόδινο. Μαθαίνουμε ότι οι μετανάστες και τα παιδιά των μεταναστών, των προερχόμενων από τη Βόρεια Αφρική, είναι πολίτες χωρίς πατρίδα και ακριβώς γι' αυτό δεν είναι πρόθυμοι να υπακούσουν στους δεδομένους νόμους: δημιουργούν τους δικούς τους κι έχουν ως πατρίδα τους τον δικό τους ζωτικό χώρο. Αλλά και στην επαρχία τα πράγματα δεν είναι ειδυλλιακά. Υπάρχουν περιοχές ετοιμοθάνατες, καταδικασμένες, δηλητηριασμένες, με την οικολογική καταστροφή να απειλεί τη ζωή των κατοίκων. Βιομηχανικές ζώνες σε κοιλάδες, σε πλαγιές βουνών, σε δάση έχουν μολύνει τα υπόγεια νερά, έχουν ρυπάνει τη γη κι έχουν βρωμίσει τον αέρα.
Η εξαιρετική μετάφραση της Τίνας Πλυτά συμβάλλει στην απόλαυση του κειμένου, ωστόσο από το βιβλίο λείπουν εντελώς τα βιογραφικά του συγγραφέα, πράγμα που σκιάζει την αισθητική του αρτιότητα.
Φίλιππος Φιλίππου
ΤΟ ΒΗΜΑ, 27-06-1999
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Ζαν-Κριστόφ Γκρανζέ (γενν. το 1961) ζει στο Παρίσι και είναι ανεξάρτητος ρεπόρτερ με δικό του πρακτορείο Τύπου. Εχει συνεργαστεί με πολλά πρακτορεία κι έχει δημοσιεύσει ρεπορτάζ στο «Paris-Match», στο «Figaro Magazine» και σε περιοδικά της Ευρώπης και της Ιαπωνίας. Το πρώτο του μυθιστόρημα υπό τον τίτλο Le vol des cigognes το εμπνεύστηκε από την αποδημία των πελαργών, όπως την καταγράφουν οι τεχνητοί δορυφόροι πρόκειται να γίνει τηλεοπτική σειρά, ενώ τα Πορφυρά ποτάμια, που κυκλοφόρησαν το 1998, προορίζονται για τον κινηματογράφο.
Ο Γκρανζέ μπορεί να θεωρηθεί μακρινός απόγονος του Εμίλ Γκαμποριό, του δημοσιογράφου που πρώτος καλλιέργησε το αστυνομικό αφήγημα στη Γαλλία δημοσιεύοντας το 1866 σε μια εφημερίδα και σε συνέχειες την Υπόθεση Λερούς, κι επίσης του Μορίς Λεμπλάν, των Πιερ Συβέστρ και Μαρσέλ Αλέν και βεβαίως του Ζορζ Σιμενόν. Είναι κατά κάποιο τρόπο διάδοχος του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, του συγγραφέα που δημιούργησε ολόκληρη σχολή εμπνέοντας τους επιγόνους του να απογειώσουν το είδος και να μιλήσουν για βία στα εργατικά προάστια του Παρισιού, για ρατσισμό, αστυνομική αυθαιρεσία και για ναρκωτικά. Ταυτόχρονα ο Γκρανζέ έχει επηρεαστεί από τα σύγχρονα αμερικανικά θρίλερ, εκείνα με τους σίριαλ κίλερ, με τα οποία όμως έχουν ασχοληθεί οι συμπατριώτισσές του Τζούλια Κρίστεβα και Μοντ Ταμπασνίκ η τελευταία εξαιτίας αυτού του λόγου τοποθετεί τη δράση των ηρώων της στις ΗΠΑ.
Ο συγγραφέας αναφερόμενος στους κατ' εξακολούθηση δολοφόνους διατυπώνει την άποψη ότι το εισαγόμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες φαινόμενο έχει κυριεύσει την παγκόσμια λογοτεχνία και τον παγκόσμιο κινηματογράφο, αλλά παραδέχεται ότι αυτή η τάση δεν έχει «διαπιστωθεί απτά στη Γαλλία». Κατ' αυτόν, οι τελευταίοι γάλλοι σίριαλ κίλερ ήταν μάλλον μικροαστοί. Πρόκειται για τον Ανρί Ντεζιρέ Λαντρύ (1869-1922), ο οποίος αφού σκότωσε πάνω από δέκα γυναίκες, τα πτώματα των οποίων έκαιγε στην κουζίνα του, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε αποκεφαλισμό, και για τον γιατρό Μαρσέλ Πετιό (1893-1946) που καταδικάστηκε και εκτελέστηκε για τη δολοφονία 27 ατόμων στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής.
Κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο αστυνόμος Πιερ Νιεμάν, ένας μοναχικός τύπος, επίμονος, βίαιος, σιωπηλός, διεστραμμένος στη δουλειά του, σύμφωνα με τους συναδέλφους του, ο οποίος κατηγορείται ότι κακοποίησε άγρια κάποιον άγγλο χούλιγκαν. Ο Νιεμάν αναλαμβάνει να διαλευκάνει έναν φόνο που έγινε στην πανεπιστημιούπολη του Γκερνόν, μια κωμόπολη της Ιζέρ, κοντά στην Γκρενόμπλ. Ολες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι ο άνδρας που βρέθηκε γυμνός, στραγγαλισμένος, με ίχνη βασανιστηρίων (κοψίματα, πληγές, εγκαύματα) είναι θύμα μανιακού ο δράστης τον κρέμασε σε μια εσοχή πλαγιάς ενός βουνού, του αφαίρεσε τους βολβούς των ματιών με κοφτερό εργαλείο και γέμισε τις άδειες κόγχες με νερό. Ο νεκρός ασκούσε τα καθήκοντα του βιβλιοθηκάριου στο τοπικό πανεπιστήμιο και έκανε τη διατριβή του στη φιλοσοφία, συγκεκριμένα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της αρχαιότητας, μελετώντας τις σχέσεις δοκιμασίας και ιερού στοιχείου, σώματος και σκέψης. Αραγε η διατριβή αυτή κρύβει κάποιο τρομερό μυστικό και πώς σχετίζονται με τον φόνο η όμορφη και παράξενη σύζυγος του θύματος, καθώς και η νεαρή καθηγήτρια γεωλογίας και δεινή ορειβάτις που ανακάλυψε το κακοποιημένο σώμα στο βουνό;
Δεύτερος ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο αλγερινής καταγωγής υπομοίραρχος Καρίμ Αμπντούφ, αγνώστων γονέων, πρώην κλέφτης αυτοκινήτων, απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ναντέρ, επίσης μοναχικός τύπος. Ο Αμπντούφ, που λόγω της βίαιης ιδιοσυγκρασίας του στέλνεται μακριά από το Παρίσι, στην επαρχία, ερευνώντας τη βεβήλωση του τάφου ενός μικρού παιδιού, φτάνει και αυτός στο Γκερνόν. Εκεί συναντάται με τον Νιεμάν και συνεργάζονται για τη διαλεύκανση των δύο υποθέσεων, οι οποίες συγκλίνουν και οδηγούν στην επίλυση των πολλαπλών αινιγμάτων. Στο μεταξύ υπάρχουν και άλλοι νεκροί: ένας νεαρός νοσηλευτής στο τοπικό νοσοκομείο κι ένας οφθαλμίατρος, οι οποίοι επίσης βρίσκονται ακρωτηριασμένοι φρικτά, χωρίς χέρια και χωρίς μάτια.
Τι ακριβώς έχει συμβεί, ποια ανομολόγητα μυστικά κρύβονται στα αρχεία και στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου όπου διδάσκουν οι καλύτεροι καθηγητές, η αφρόκρεμα της Νοτιοανατολικής Γαλλίας; Ο δράστης των αποτρόπαιων εγκλημάτων είναι ψυχοπαθής ή απλώς σκοτώνει για να πάρει εκδίκηση; Την απάντηση θα την πάρει ο αναγνώστης στο τέλος του βιβλίου, όταν, όπως συμβαίνει στα κλασικά ορθόδοξα αστυνομικά μυθιστορήματα, γίνεται μια αναδρομή στο παρελθόν των πρωταγωνιστών της ιστορίας και αποκαλύπτονται τα ένοχα πάθη και οι εμμονές τους.
Στο μεταξύ ο συγγραφέας έχει θίξει σημαντικά θέματα και προβλήματα που ταλανίζουν τους πολίτες της Γαλλίας. Μιλάει κατ' αρχάς για τον κόσμο του δρόμου του Παρισιού, εκείνον των σκοτεινών αιθουσών γύρω από τη λεωφόρο Κλισύ, με τους μαύρους πλάνητες, τις πόρνες με τις κοτσίδες, τους τοξικομανείς, τους άστεγους, τους μεθυσμένους, τα ανθρώπινα πλάσματα που βολοδέρνουν τις νύχτες σαν φαντάσματα· για τις συνοικίες των Αφρικανών, τα μικρά σπιτάκια δίπλα στις πολυκατοικίες και τα άδεια οικόπεδα που μετατρέπονται σε συγκροτήματα εργατικών κατοικιών· για τη Ναντέρ με τα εργοστάσια και τα κτίρια των διοικητικών υπηρεσιών όπου κυκλοφορούν ανήσυχοι περαστικοί, καταρρακωμένοι, ντυμένοι με βρώμικα ρούχα, ενδεείς και εξαθλιωμένοι, άνθρωποι που είναι εξοικειωμένοι με την ιδέα ότι η αθλιότητά τους θα εξακολουθεί να υφίσταται στο διηνεκές και ότι το μέλλον τους δεν θα είναι ποτέ ρόδινο. Μαθαίνουμε ότι οι μετανάστες και τα παιδιά των μεταναστών, των προερχόμενων από τη Βόρεια Αφρική, είναι πολίτες χωρίς πατρίδα και ακριβώς γι' αυτό δεν είναι πρόθυμοι να υπακούσουν στους δεδομένους νόμους: δημιουργούν τους δικούς τους κι έχουν ως πατρίδα τους τον δικό τους ζωτικό χώρο. Αλλά και στην επαρχία τα πράγματα δεν είναι ειδυλλιακά. Υπάρχουν περιοχές ετοιμοθάνατες, καταδικασμένες, δηλητηριασμένες, με την οικολογική καταστροφή να απειλεί τη ζωή των κατοίκων. Βιομηχανικές ζώνες σε κοιλάδες, σε πλαγιές βουνών, σε δάση έχουν μολύνει τα υπόγεια νερά, έχουν ρυπάνει τη γη κι έχουν βρωμίσει τον αέρα.
Η εξαιρετική μετάφραση της Τίνας Πλυτά συμβάλλει στην απόλαυση του κειμένου, ωστόσο από το βιβλίο λείπουν εντελώς τα βιογραφικά του συγγραφέα, πράγμα που σκιάζει την αισθητική του αρτιότητα.
Φίλιππος Φιλίππου
ΤΟ ΒΗΜΑ, 27-06-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις