0
Your Καλαθι
Μίλα μου για τον Μανόλη
Περιγραφή
Μεγαλωμένος στη Γαλλία, από πατέρα Έλληνα πρόσφυγα από τα Βουρλά της Μικράς Ασίας, ο ήρωας-αφηγητής επιστρέφει στην Ελλάδα για να βρει τα ίχνη της πορείας του, μια πορεία που ο ίδιος προτιμάει να την αφήνει βυθισμένη στη σιωπή. Εδώ θα διαπιστώσει ότι και οι άλλοι πρωταγωνιστές του προσφυγικού δράματος προτιμούν να κρατούν το στόμα τους κλειστό. Το παρελθόν ανήκει στην σιωπή του. Κι αυτή η σιωπή, που σαν μόνιμο υπονούμενο απλώνεται σε κάθε βήμα του αφηγητή για να δώσει μια εντελώς πρωτότυπη και τρυφερή εικόνα του τοπίου της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, δημιουργεί τη συγκινησιακή φόρτιση και τις εντάσεις μιας λογοτεχνίας χαμηλόφωνης που μεταμορφώνει τη Μεγάλη Ιστορία σε προσωπικό εσωτερικό δράμα.
Ο Κλεμάν Λεπίδης ήταν ένας ελληνογάλλος συγγραφέας που καταγόταν από το Εσκί Σεχίρ της Μικράς Ασίας, γεννημένος το 1920 στο Παρίσι, γιος μετανάστη, ανυπότακτου του οθωμανικού στρατού που έφυγε λίγα χρόνια πριν από την καταστροφή του '22. Ο Α. Γλυκός είναι κι αυτός ένας ελληνογάλλος συγγραφέας με ήδη δεκαπενταετή θητεία στην ποίηση και στην πεζογραφία. Μικρασιάτης την καταγωγή, γεννημένος στο Μπορντώ το 1948, κι αυτός ένας μετανάστης δεύτερης γενιάς που γράφει στα γαλλικά. Ο Κλ. Λεπίδης δεν έκανε ακαδημαϊκές σπουδές. Παρά τη γαλλική κουλτούρα του, καυχιόταν ότι σκεφτόταν σαν Έλληνας. Ο Α. Γλυκός σπούδασε φιλολογία, έγινε καθηγητής. Από το πρώτο βιβλίο του που μεταφράζεται στα ελληνικά γίνεται φανερό ότι σκέφτεται σαν Γάλλος. Ωστόσο ως κοινό σημείο των δύο συγγραφέων προβάλλει η εμμονή στη χώρα της καταγωγής τους· ο πόθος του νόστου στον τόπο και στη γλώσσα. Και οι δύο ταξιδεύουν στα πάτρια εδάφη. Στα μυθιστορήματα του Κλ. Λεπίδη υπάρχει διάχυτη νοσταλγία, στο βιβλίο του Α. Γλυκού υπερισχύει των αισθημάτων η σκοπιά του γάλλου διανοουμένου, και ας το χρακτήρισαν συγκινητικό οι συμπατριώτες του κριτικοί.
Το βιβλίο του Α. Γλυκού Μίλα μου για τον Μανόλη συσφίγγει περαιτέρω τις ήδη στενές σχέσεις ανάμεσα στο Μπορντώ και στην Κρήτη, που οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό, στη δραστήρια ένωση, «Ανάμεσα σε δύο θάλασσες - περιοχές της Ευρώπης», με έδρα το Μπορντώ. Αλλωστε οι πολιτιστικές ανταλλαγές ανάμεσα στους δύο τόπους και οι αδελφοποιήσεις περιοχών στάθηκαν καθοριστικές στη γνωριμία του Α. Γλυκού με την Ελλάδα και τελικά έγιναν κομμάτι του αφηγήματός του.
Βιβλίο αυτοβιογραφικό και ταξιδιωτικό. Αν και δεν πρόκειται για τις συνήθεις ταξιδιωτικές εντυπώσεις, μια και αυτό το οδοιπορικό για τον συγγραφέα, που αναζητεί τις ρίζες του, παίρνει κάποτε και τη μορφή προσκυνήματος. Ένα ταξίδι αναζήτησης του πατέρα ή μάλλον, της ιστορίας του, ακολουθώντας τα ίχνη του, μετά την πάροδο 70 χρόνων, σε ανάστροφη πορεία, από το Μπορντώ στην Κρήτη. Πρώτος σταθμός το Ηράκλειο, όπου ζει σχεδόν ενενηκοντούτις η μεγαλύτερη αδελφή του πατέρα του. Δεύτερος σταθμός το ορεινό χωριό όπου εκείνος μεγάλωσε μετά την καταστροφή του '22, το χωριό Βώροι κοντά στη Φαιστό.
Η ιστορία ξετυλίγεται, φθάνοντας ως τα Βουρλά, τη φυγή της οικογένειας και τον άγριο θάνατο του παππού, αποσπασματικά και με πολλαπλές εκδοχές, όπως την αβγάτισε η μνήμη των ηλικιωμένων. Ο συγγραφέας, σύμφωνα με τις δικές του διαθέσεις, αποδίδει τις σκέψεις των προγόνων του. «Μίλα μου για τον Μανόλη» είναι η επίκληση του συγγραφέα προς τη θεία του. Ο τίτλος θυμίζει το μυθιστόρημα του Μανόλη Μαυρολέοντος Να σου κάμω την ιστορία μου... (Κέδρος, 1997). Σε αυτό ο κασιώτης παππούς, συνομήλικος του Μανόλη Γλυκού, αφηγείται ιστορίες από τα καράβια και τη μετανάστευση στην Αμερική. Ο Μ. Μαυρολέων σώζει την ντοπιολαλιά, άρρηκτα δεμένη με τις διηγήσεις. Ενώ ο γάλλος συγγραφέας κρατά από τη γλώσσα μόνο την εντύπωση του ρυθμού, αν και το ταξίδι στον τόπο είναι και ταξίδι στο απαγορευμένο σώμα της γλώσσας. Ο πατέρας του παντρεύτηκε Γαλλίδα, έκανε έξι παιδιά και, σε μια προσπάθεια αφομοίωσης στην ξένη χώρα, απαγόρευε στην οικογένειά του να μιλάει ελληνικά. Στη μητρική του γλώσσα μόνο τραγουδούσε και αποφθεγγόταν με παροιμίες.
Ο Α. Γλυκός αισθάνεται όπως ο ήρωας του πρώτου μυθιστορήματός του «Όστρακα αργίλου» (1984), που αναζητεί παραχωμένα θραύσματα. Στο ταξίδι του περισυλλέγει σπαράγματα μνήμης και τα συνταιριάζει με ακούσματα από τραγούδια και παροιμίες. Όσο για την ελληνική, «διασκεδάζει» με ηχητικές συγκρίσεις οδοντόφωνων, υγρών και άλλων συμφώνων, καθώς και με ορισμένα γράμματα που χάνονται μέσα στον εκσυγχρονισμό. Παρ' όλο που ένα πεζό στη γαλλική υφίσταται την οδύσσεια της μετάφρασης, όπου ένας ή και περισσότεροι άνθρωποι πλάθουν και ξαναπλάθουν το λεκτικό υλικό, τελικά η αφήγηση του Α. Γλυκού γοητεύει με τη μετωνυμική χρήση της γλώσσας και τις αλυσιδωτές παρομοιώσεις. Ιδίως όταν σκιαγραφεί τη μικρασιάτισσα γερόντισσα, χαμένη μεταξύ μνήμης και λήθης, και με ευφάνταστη εικονοπλασία αποδίδει την εκφραστική γλώσσα των χειρονομιών.
Στο αφήγημα του Α. Γλυκού όμως η ποιητική φαντασία παλεύει με τη φιλοσοφική διάθεση. Όταν ο συγγραφέας αποφασίζει το ταξίδι, είναι ήδη ένας γάλλος διανοούμενος με διαμορφωμένη την οπτική γωνία θέασης του κόσμου, γι' αυτό και πλουτίζει κατά μια άλλη άποψη, και καταστρέφει το βιβλίο του με έναν φιλοσοφικό στοχασμό κοινωνιολογικής υφής. Η αφήγηση φαίνεται να πηγαινοέρχεται από το ειδικό στο καθολικό, καθώς η οποιαδήποτε παρατήρηση συνοδεύεται από τη γενίκευσή της. Ένα γνώρισμα του πατέρα επεκτείνεται στον τυχόντα πρόσφυγα, κάποιο χαρακτηριστικό ενός Κρητικού μεταφέρεται στην αφηρημένη οντότητα του Ελληνα, που όλα τα κάνει ανάποδα σε σχέση με τον Ευρωπαίο, από το κούνημα του κεφαλιού σε ένδειξη άρνησης ώς το μέτρημα με τα δάχτυλα.
Αλλοτε οι παρατηρήσεις ευστοχούν, όταν, λ.χ., σχολιάζουν το σημερινό πρόσωπο μιας πόλης όπως το Ηράκλειο ή ενός κρητικού χωριού, και άλλοτε πάλι εκπίπτουν στη σχηματοποίηση. Και αυτή όμως δεν στερείται ενδιαφέροντος, αφού δηλώνει τον τρόπο που ένας Ευρωπαίος μάς ταξινομεί. Πάντως καθοριστική παραμένει μια γενικότερη σύλληψη της ιστορίας, κατά την οποία η Μικρασιατική Καταστροφή εξισώνεται με τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, με κοινό παρονομαστή την επέμβαση Αγγλων, Γάλλων, Πορτογάλων. Εύκολες, μάλλον ρηχές, ερμηνείες που αποδεικνύονται χρηστικές όσο και επικίνδυνες.
Ως πανεπιστημιακός δάσκαλος, ο Α. Γλυκός παντρεύει τις θετικές επιστήμες με τις καλές τέχνες, αντίστοιχη διασταύρωση αποπειράται και στο μυθιστόρημά του. Το «Μίλα μου για τον Μανόλη» κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 1997 και ήδη έχει εκδοθεί και το επόμενο, Μνήμες νερού (Les memoires de l' eau), οπότε θα έχουμε την ευκαιρία να επανέλθουμε.
ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 11-03-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις