0
Your Καλαθι
Κρυμμένη εικόνα
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Από την πρώτη, την περιεκτική και κειμενικά ευάγωγη πιοητική συλλογή «Ορθρου βαθέος» του Γιώργου Γώτη, που κυκλοφόρησε το 1988, ώς τη δεύτερη, τη «Φυσική Ιστορία», που διακρίθηκε αμέσως για την κατασταλαγμένη, ρηματική της ευθύτητα, μεσολάβησαν τρία χρόνια· οι μορφολογικές διαφοροποιήσεις ήταν έκδηλες, ο λόγος εξασφάλιζε προοδευτικά περισσότερη αμεσότητα, ενώ η δυνατότητα ενός επαρκέστερου, εξατομικευμένου φωνήματος διαγραφόταν καθαρά. Σήμερα, με τη διακριτική πάλι συνδρομή των εκδόσεων «Στιγμή», ο ποιητής επανέρχεται για να υποστηρίξει μια σαφώς ευρύτερη, αισθητά ανανεωμένη θεματογραφία, φωτίζοντας επαρκέστερα τα εσωτερικά του εκείνα τοπία, που φαίνεται ότι μας αφορούν ευθέως όλους μας.
Οι λεκτικά ήπιοι, αυτοελεγχόμενοι, αλλά συχνά υποβλητικοί τρόποι, η ανίχνευση και η παρατεταμένη διερεύνηση της λεπτομέρειας, η εμμονή στην πλήρη αξιοποίηση των περιθωριακών, αλλά πολύτιμων στοιχείων τού καθ' ημέραν βίου και οι λελογισμένες, έμμεσες αναφορές τόσο στη σεφερική παράδοση όσο και στα γνωστά έργα άλλων, νεότερων ποιητών, όπως είναι π.χ. η Κική Δημουλά και ο Γιάννης Κοντός, συναποτελούν τα ενδεικτικότερα γνωρίσματα της «Κρυμμένης εικόνας», που αρνείται πεισματικά να ενδώσει στις όποιες ευτέλειες του συρμού ή στην ευκολία της περιρρέουσας στιχομανίας. Πιστεύω ότι επιδεικνύοντας σταθερά έναν ιδιαίτερο σεβασμό προς το όνειρο, αυτόν τον γενναίο «αναγραμματισμό ενός εφήμερου ρεαλισμού», όπως δήλωσε στα τέλη της συγγραφικής του δράσης ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, το τρίτο αυτό βιβλίο του Γ. Γώτη στοιχειοθετεί μια ουσιαστική πράξη διόρθωσης των φαινομένων. Οι καταληκτικοί στίχοι του σημαδιακού «Σχεδίου ανάμνησης» παγιώνουν σε μεγάλο βαθμό την οραματική, διασυλλογική δυνατότητα της ύπαρξης να συλλάβει οριακά το άφατο. Το όνειρο, δηλαδή, εξακολουθεί κι εδώ να είναι το μέγα σημαινόμενο: η γνωσιολογική μας αναβάθμιση, η πνευματική μας χειραφέτηση, διατείνεται η ποιητική γραφή, είναι υπόθεση ονειρικής μετάστασης: «Κρατάς σφιχτά το ρόδι της ζωής σου/ σε δρόμους πολιτείας τρέχεις/ στον βυθό του ουρανού./ Τριγύρω αρπαχτικά φυτά. Παραμυθιού χρυσός καπνός/ κι αποτραβιέται ό,τι αγγίζεις./ Στέκεσαι κάπου μακριά, κοιτάζεις τέλος/ πίσω σου και νιώθεις/ στο φως του ονείρου/ να εξοικειώνεσαι με το σκοτάδι» (βλ. σελ. 38 επ.). Η αποδοχή της αυταξίας, επίσης, του μη μαθηματικού χρόνου, καθορίζει ένα ικανό μέρος των σημασιολογικών επιλογών. Προτείνοντας μια μερική έστω ικανοποίηση του αρχαίου αιτήματος της ενοποίησης των χρόνων, ο ποιητής φτάνει προοδευτικά σε πειστικές, αισθητικά, λύσεις. Οσο για τα αηδόνια, τις τρυγόνες, τη «νυχτερίδα» λέξη, το «πουλί που λένε Κάφκα», τις πυγολαμπίδες και τις μέλισσες, που πυκνώνουν έναν μεγάλο αριθμό στίχων, δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι απαραίτητοι μεσάζοντες/δίαυλοι που τείνουν να συμφιλιώσουν το χρόνο της φύσης, το χρόνο δηλαδή του οικολογικού γίγνεσθαι, με το χωρόχρονο των άστεων.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 15/02/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις