0
Your Καλαθι
Τέσσερα γράμματα αγάπης
Περιγραφή
Σ’ αυτό το εντυπωσιακό πρώτο του μυθιστόρημα, ο Γουίλιαμς συνυφαίνει δύο ιστορίες εξίσου τυχαίες, φαινομενικά. Ένας άνθρωπος, που πιστεύει ότι ο Θεός τον πρόσταξε να αφοσιωθεί στη ζωγραφική, εγκαταλείπει τη γυναίκα και το γιο του για να πραγματώσει την αποστολή του στα παράλια της Iρλανδίας. Tην ίδια στιγμή, ένα παιδί-θαύμα στη μουσική μένει παράλυτο και μουγκό, ενώ παίζει με την αδερφή του. Tο Tέσσερα Γράμματα Aγάπης φέρνει κοντά τους δύο αυτούς κόσμους σε ένα λυρικό μείγμα αναζωογονητικής φρεσκάδας και ενέργειας.
O Nίκολας και η Iζαμπέλ είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο, αλλά πώς θα το ανακαλύψουν; Tο Tέσσερα Γράμματα Aγάπης είναι ένα μυθιστόρημα με θέμα τη μοίρα και την αποδοχή της, τις τραγωδίες και τα θαύματα της καθημερινής ζωής. Aλλά, πάνω απ’ όλα, είναι μια αλησμόνητη ιστορία γύρω από τη δύναμη της αγάπης να ρίχνει φως στο σκοτάδι, να βάζει τάξη στο χάος και να συνυφαίνει τις ζωές μας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο ιρλανδός συγγραφέας Νάιαλ Γουίλιαμς με το πρώτο μυθιστόρημά του μας μεταφέρει σε έναν κόσμο θρησκευτικού μυστικισμού, μαγικού ρεαλισμού και εξιδανικευμένης αγάπης.
Σχεδόν στο σύνολό της η σύγχρονη ιρλανδική πεζογραφία εστιάζει το ενδιαφέρον της στην ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που συνιστούν την ιρλανδική ταυτότητα. Ας θυμηθούμε τους μοναχικούς ήρωες του Ουίλιαμ Τρέβορ που, προδομένοι από την ιστορία, ζουν παγιδευμένοι, αποξενωμένοι και χωρίς ελπίδα (Δύο ζωές, εκδόσεις Οδυσσέας, 1995, και Μάταιη αναζήτηση, εκδόσεις Οδυσσέας, 1996). Ή τα αυτοβιογραφικά διηγήματα της Μέιβ Μπρέναν, που περιγράφουν το Δουβλίνο του χθες και του σήμερα (The Springs of Affection, 1997). Ή το χρονικό μιας ενηλικίωσης του Σέιμους Ντιν, όπου μύθος και σύγχρονη ιστορία βιώνονται σαν εναλλακτικές όψεις της αυτής πραγματικότητας (Διαβάζοντας στο σκοτάδι, εκδόσεις Λιβάνης, 1997). Ακόμη τις ηρωίδες της Εντνα Ο' Μπράιαν, οι οποίες είναι θύματα της κοινωνικής προκατάληψης και της οικονομικής ανέχειας (Down by the River, 1997).
Το πρώτο μυθιστόρημα του Νάιαλ Γουίλιαμς, Τέσσερα γράμματα αγάπης, δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη γλωσσική παράδοση και την τοπογραφία της Ιρλανδίας. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά, αφού ο Γουίλιαμς και η γυναίκα του είναι συγγραφείς μιας σειράς βιβλίων που καταγράφουν τις εμπειρίες τους από τη δεκάχρονη ζωή τους στην αγροτική Ιρλανδία μετά την εκούσια αναχώρησή τους από τη Νέα Υόρκη. Υιοθετώντας την αυτοβιογραφική γραφή υπό μορφή αναμνήσεων, οι συγγραφείς εντοπίζουν τα προβλήματα της σύγχρονης ιρλανδικής επαρχίας την ελάττωση του πληθυσμού, τη φθορά της αγροτικής οικονομίας, τη συνεχιζόμενη κοινωνική και πολιτική αναταραχή , ενώ παράλληλα εξυμνούν την ομορφιά της φύσης, τη σοφία και το βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα του λαού.
Ταυτόχρονα, όμως, τα Τέσσερα γράμματα αγάπης μάς μεταφέρουν σε έναν κόσμο θρησκευτικού μυστικισμού, μαγικού ρεαλισμού και εξιδανικευμένης αγάπης. «Ημουν δώδεκα χρόνων όταν ο Θεός μίλησε για πρώτη φορά στον πατέρα μου. Ο Θεός δεν είπε πολλά. Εδωσε εντολή στον πατέρα μου να γίνει ζωγράφος...». Με αυτές τις φράσεις ξεκινά την αφήγησή του ο Νίκολας για να μας οδηγήσει στη συνέχεια στα σκοτεινά μονοπάτια της εφηβικής του ψυχής. Η πικρία για τον πατέρα που εγκαταλείπει την οικογένεια για την τέχνη και η απορία μπροστά στο ακατάληπτο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, η οδύνη για την αυτοκτονία της μητέρας και ο σπαραγμός που συνοδεύει την αυτοπυρπόληση του πατέρα του, όλα αυτά τα συναισθήματα προετοιμάζουν τον Νίκολας για να βιώσει μελλοντικά την τραγική απολυτότητα της αγάπης.
Η τραυματισμένη ψυχή του Νίκολας όμως εξακολουθεί να αναζητά τη γαλήνη στη συμφιλίωση με το παρελθόν παρ' όλο το πέρασμα του χρόνου και γι' αυτόν τον λόγο ο νεαρός ήρωας επιχειρεί να αποκτήσει τον μοναδικό πίνακα του πατέρα του που έχει διασωθεί. Η περιπλάνησή του τον οδηγεί σε ένα απομακρυσμένο νησί της ιρλανδικής γης όπου μια άλλη οικογένεια ζει το δικό της δράμα. Ο πατέρας, ο οποίος κέρδισε τον πίνακα σε ένα διαγωνισμό ποίησης, ερμηνεύει την ξαφνική παράλυση του γιου του Σον σαν θεϊκή τιμωρία για τη δική του ματαιοδοξία. Αυτή όμως που αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη για το αναπάντεχο πλήγμα στη ζωή του Σον είναιη αδελφή του Ιζαμπέλ. Η νεαρή γυναίκα ακολουθεί μια πορεία αυτοκαταστροφής χαραμίζοντας κάθε ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον και καταλήγει να παντρευτεί έναν άξεστο έμπορο που δεν αγαπά. Ο Νίκολας φθάνει στο νησί την επομένη του γάμου και η παρουσία του, ανεξήγητα και σαν από θαύμα, θεραπεύει τον Σον και λυτρώνει την οικογένεια από τα δεσμά της δυστυχίας. Ανάμεσα στον Νίκολας και στην Ιζαμπέλ όμως γεννιέται μια βαθιά αγάπη που, παρά τις ανυπέρβλητες δυσκολίες, επιβεβαιώνει στα μάτια του ήρωα την ύπαρξη ενός θεϊκού σχεδίου όπου κάθε γεγονός έχει μια αιτία και ένα σκοπό, ακόμη και όταν αυτά δεν είναι καταληπτά από τους ανθρώπους. Για τον Νίκολας η ζωή είναι γεμάτη κρυμμένα μηνύματα τα οποία χρειάζονται αποκωδικοποίηση. Η ευτυχία εξαρτάται από την ικανότητα του ατόμου να ερμηνεύει ορθά τα σύμβολα αλλά και από την ποιότητα της πίστης του σε έναν απώτερο σκοπό.
«Ολα ταιριάζουν κάπου... Ετσι πρέπει να είναι... Υπάρχει πάντα μια αιτία». Αυτά τα λόγια γράφει ο Νίκολας σε ένα από τα τέσσερα γράμματα αγάπης που απευθύνει στην Ιζαμπέλ, γεγονός που αιτιολογεί και τον τίτλο του μυθιστορήματος. Ωστόσο, δεν είναι τυχαίο ότι και η λέξη «love» αποτελείται από τέσσερα γράμματα, αντιστοιχία που δυστυχώς χάνεται στην ελληνική μετάφραση όπου οι λέξεις «έρωτας» και «αγάπη» έχουν παραπάνω από τέσσερα γράμματα. Η απόδοση του κειμένου στα ελληνικά δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα. Η κυρία Χριστιάννα Σακελλαροπούλου κατορθώνει να διατηρήσει τον λυρισμό και τη γλαφυρότητα του πρωτότυπου κειμένου.
Θεοδώρα Τσιμπούκη
ΤΟ ΒΗΜΑ, 29-03-1998
O Nίκολας και η Iζαμπέλ είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο, αλλά πώς θα το ανακαλύψουν; Tο Tέσσερα Γράμματα Aγάπης είναι ένα μυθιστόρημα με θέμα τη μοίρα και την αποδοχή της, τις τραγωδίες και τα θαύματα της καθημερινής ζωής. Aλλά, πάνω απ’ όλα, είναι μια αλησμόνητη ιστορία γύρω από τη δύναμη της αγάπης να ρίχνει φως στο σκοτάδι, να βάζει τάξη στο χάος και να συνυφαίνει τις ζωές μας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο ιρλανδός συγγραφέας Νάιαλ Γουίλιαμς με το πρώτο μυθιστόρημά του μας μεταφέρει σε έναν κόσμο θρησκευτικού μυστικισμού, μαγικού ρεαλισμού και εξιδανικευμένης αγάπης.
Σχεδόν στο σύνολό της η σύγχρονη ιρλανδική πεζογραφία εστιάζει το ενδιαφέρον της στην ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που συνιστούν την ιρλανδική ταυτότητα. Ας θυμηθούμε τους μοναχικούς ήρωες του Ουίλιαμ Τρέβορ που, προδομένοι από την ιστορία, ζουν παγιδευμένοι, αποξενωμένοι και χωρίς ελπίδα (Δύο ζωές, εκδόσεις Οδυσσέας, 1995, και Μάταιη αναζήτηση, εκδόσεις Οδυσσέας, 1996). Ή τα αυτοβιογραφικά διηγήματα της Μέιβ Μπρέναν, που περιγράφουν το Δουβλίνο του χθες και του σήμερα (The Springs of Affection, 1997). Ή το χρονικό μιας ενηλικίωσης του Σέιμους Ντιν, όπου μύθος και σύγχρονη ιστορία βιώνονται σαν εναλλακτικές όψεις της αυτής πραγματικότητας (Διαβάζοντας στο σκοτάδι, εκδόσεις Λιβάνης, 1997). Ακόμη τις ηρωίδες της Εντνα Ο' Μπράιαν, οι οποίες είναι θύματα της κοινωνικής προκατάληψης και της οικονομικής ανέχειας (Down by the River, 1997).
Το πρώτο μυθιστόρημα του Νάιαλ Γουίλιαμς, Τέσσερα γράμματα αγάπης, δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη γλωσσική παράδοση και την τοπογραφία της Ιρλανδίας. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά, αφού ο Γουίλιαμς και η γυναίκα του είναι συγγραφείς μιας σειράς βιβλίων που καταγράφουν τις εμπειρίες τους από τη δεκάχρονη ζωή τους στην αγροτική Ιρλανδία μετά την εκούσια αναχώρησή τους από τη Νέα Υόρκη. Υιοθετώντας την αυτοβιογραφική γραφή υπό μορφή αναμνήσεων, οι συγγραφείς εντοπίζουν τα προβλήματα της σύγχρονης ιρλανδικής επαρχίας την ελάττωση του πληθυσμού, τη φθορά της αγροτικής οικονομίας, τη συνεχιζόμενη κοινωνική και πολιτική αναταραχή , ενώ παράλληλα εξυμνούν την ομορφιά της φύσης, τη σοφία και το βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα του λαού.
Ταυτόχρονα, όμως, τα Τέσσερα γράμματα αγάπης μάς μεταφέρουν σε έναν κόσμο θρησκευτικού μυστικισμού, μαγικού ρεαλισμού και εξιδανικευμένης αγάπης. «Ημουν δώδεκα χρόνων όταν ο Θεός μίλησε για πρώτη φορά στον πατέρα μου. Ο Θεός δεν είπε πολλά. Εδωσε εντολή στον πατέρα μου να γίνει ζωγράφος...». Με αυτές τις φράσεις ξεκινά την αφήγησή του ο Νίκολας για να μας οδηγήσει στη συνέχεια στα σκοτεινά μονοπάτια της εφηβικής του ψυχής. Η πικρία για τον πατέρα που εγκαταλείπει την οικογένεια για την τέχνη και η απορία μπροστά στο ακατάληπτο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, η οδύνη για την αυτοκτονία της μητέρας και ο σπαραγμός που συνοδεύει την αυτοπυρπόληση του πατέρα του, όλα αυτά τα συναισθήματα προετοιμάζουν τον Νίκολας για να βιώσει μελλοντικά την τραγική απολυτότητα της αγάπης.
Η τραυματισμένη ψυχή του Νίκολας όμως εξακολουθεί να αναζητά τη γαλήνη στη συμφιλίωση με το παρελθόν παρ' όλο το πέρασμα του χρόνου και γι' αυτόν τον λόγο ο νεαρός ήρωας επιχειρεί να αποκτήσει τον μοναδικό πίνακα του πατέρα του που έχει διασωθεί. Η περιπλάνησή του τον οδηγεί σε ένα απομακρυσμένο νησί της ιρλανδικής γης όπου μια άλλη οικογένεια ζει το δικό της δράμα. Ο πατέρας, ο οποίος κέρδισε τον πίνακα σε ένα διαγωνισμό ποίησης, ερμηνεύει την ξαφνική παράλυση του γιου του Σον σαν θεϊκή τιμωρία για τη δική του ματαιοδοξία. Αυτή όμως που αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη για το αναπάντεχο πλήγμα στη ζωή του Σον είναιη αδελφή του Ιζαμπέλ. Η νεαρή γυναίκα ακολουθεί μια πορεία αυτοκαταστροφής χαραμίζοντας κάθε ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον και καταλήγει να παντρευτεί έναν άξεστο έμπορο που δεν αγαπά. Ο Νίκολας φθάνει στο νησί την επομένη του γάμου και η παρουσία του, ανεξήγητα και σαν από θαύμα, θεραπεύει τον Σον και λυτρώνει την οικογένεια από τα δεσμά της δυστυχίας. Ανάμεσα στον Νίκολας και στην Ιζαμπέλ όμως γεννιέται μια βαθιά αγάπη που, παρά τις ανυπέρβλητες δυσκολίες, επιβεβαιώνει στα μάτια του ήρωα την ύπαρξη ενός θεϊκού σχεδίου όπου κάθε γεγονός έχει μια αιτία και ένα σκοπό, ακόμη και όταν αυτά δεν είναι καταληπτά από τους ανθρώπους. Για τον Νίκολας η ζωή είναι γεμάτη κρυμμένα μηνύματα τα οποία χρειάζονται αποκωδικοποίηση. Η ευτυχία εξαρτάται από την ικανότητα του ατόμου να ερμηνεύει ορθά τα σύμβολα αλλά και από την ποιότητα της πίστης του σε έναν απώτερο σκοπό.
«Ολα ταιριάζουν κάπου... Ετσι πρέπει να είναι... Υπάρχει πάντα μια αιτία». Αυτά τα λόγια γράφει ο Νίκολας σε ένα από τα τέσσερα γράμματα αγάπης που απευθύνει στην Ιζαμπέλ, γεγονός που αιτιολογεί και τον τίτλο του μυθιστορήματος. Ωστόσο, δεν είναι τυχαίο ότι και η λέξη «love» αποτελείται από τέσσερα γράμματα, αντιστοιχία που δυστυχώς χάνεται στην ελληνική μετάφραση όπου οι λέξεις «έρωτας» και «αγάπη» έχουν παραπάνω από τέσσερα γράμματα. Η απόδοση του κειμένου στα ελληνικά δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα. Η κυρία Χριστιάννα Σακελλαροπούλου κατορθώνει να διατηρήσει τον λυρισμό και τη γλαφυρότητα του πρωτότυπου κειμένου.
Θεοδώρα Τσιμπούκη
ΤΟ ΒΗΜΑ, 29-03-1998
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις