0
Your Καλαθι
Ο Μπους πάει στον πόλεμο
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Οι παρασκηνιακές κινήσεις με τις οποίες ο πρόεδρος Τζορτζ Γ. Μπους και οι κορυφαίοι σύμβουλοί του εθνικής ασφαλείας οδήγησαν την Αμερική στον πόλεμο.
Βασισμένο σε συνεντεύξεις με περισσότερες από εκατό πηγές και τέσσερις ώρες αποκλειστικών συνεντεύξεων με τον πρόεδρο, το παρόν βιβλίο αποκαλύπτει τα σχεδόν μεγαλομανή σχέδια του Μπους να ξαναφτιάξουν τον κόσμο και το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους η αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Ίσως ποτέ μέχρι τώρα δεν έχουν καταγραφεί με τόση ακρίβεια οι πολιτικές διεργασίες που διαμόρφωσαν τη νέα εποχή που βιώσαμε ήδη στο αφγανιστάν και στο Ιράκ.
Και σίγουρα κανείς μέχρι τώρα δεν φώτισε τόσο αποκαλυπτικά τους αρχιτέκτονες της νέας αμερικανικής πολιτικής πρακτικής, καταδεικνύοντας ποιοί πραγματικά είναι και πώς σκέφτονται ο Τσένι, ο Παόυελ, ο Ράμσφελντ, η Κοντολίζα Ράις και ο Τένετ.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Στις 17 Ιουνίου του 1972, όταν το αστυνομικό δελτίο ανέφερε ότι άγνωστοι διέρρηξαν τα κεντρικά γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος στο Γουότεργκεϊτ, οι περισσότερες αμερικανικές εφημερίδες το θεώρησαν υπόθεση ρουτίνας και δεν έδωσαν σημασία. Αντιθέτως, οι νεαροί δημοσιογράφοι Μπομπ Γούντγουορντ (29 ετών) και Καρλ Μπέρνσταϊν, της «Ουάσιγκτον Ποστ», κατάφεραν να αποδείξουν ότι δεν ήταν μια απλή ποινική υπόθεση, αλλά ένα πολύ μεγάλο πολιτικό σκάνδαλο, που ξεκινούσε από το Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου. Η αμερικανική κοινή γνώμη συγκλονίστηκε από τις αποκαλύψεις. Δύο χρόνια και οχτώ μήνες αργότερα, ειδική εξεταστική επιτροπή επιβεβαίωσε πλήρως την έρευνα των Γούντγουορντ και Μπέρνσταϊν και ο πρόεδρος Νίξον ανακοίνωσε ταπεινωμένος την παραίτησή του. Οι δύο δημοσιογράφοι συνεργάστηκαν και στη συγγραφή του βιβλίου «Ολοι οι άνθρωποι του προέδρου», όπου καταγράφουν την υπόθεση Γουότεργκεϊτ. Ο Γούντγουορντ έγινε ένας από τους πιο γνωστούς δημοσιογράφους -σήμερα είναι ένας εκ των διευθυντών σύνταξης της «Ουάσιγκτον Ποστ»- στον οποίο οι ισχυροί δύσκολα μπορούν να κρατήσουν κλειστές τις πόρτες.
Το 1991, ο Μπομπ Γούντγουορντ δημοσίευσε ένα βιβλίο με τίτλο «The commanders» (ελληνική έκδοση «Το Ποντίκι»), που αφορούσε την αμερικανική εισβολή του 1989 στον Παναμά και τη σταδιακή προσέγγιση στον Πόλεμο του Κόλπου στη διάρκεια της προεδρίας του πατρός Μπους. Στην εισαγωγή εκείνου του βιβλίου ο Γούντγουορντ υπογράμμιζε πολύ εύστοχα ότι «η απόφαση να προχωρήσει ο Αμερικανός πρόεδρος σε πόλεμο είναι απόφαση που προσδιορίζει ένα έθνος, τόσο έναντι του κόσμου όσο και, που είναι και το σημαντικότερο ίσως, έναντι του εαυτού του».
Προκειμένου να γράψει το νέο βιβλίο του («Ο Μπους πάει στον Πόλεμο») έπεισε όλους τους πρωταγωνιστές των γεγονότων που ακολούθησαν την 11η Σεπτεμβρίου να του εκθέσουν τις απόψεις τους για τα γεγονότα αυτά. Το βιβλίο του Γούντγουορντ περιέχει πολλές άγνωστες και τεκμηριωμένες πληροφορίες, τις οποίες ο συγγραφέας κατάφερε ν' αποκτήσει όταν οι αναμνήσεις ήταν ακόμη νωπές και οι σημειώσεις μπορούσαν να αποκρυπτογραφηθούν.
Πρόκειται για μια περιγραφή εκ των έσω, όπως τη μετέφεραν στον Γούντγουορντ οι διαθέτοντες εσωτερική ενημέρωση. Ο συγγραφέας διευκρινίζει ότι έλεγξε την ακρίβεια και το περιεχόμενο των πληροφοριών που είχε με αξιόπιστες πηγές, τις οποίες γνωρίζει επί δεκαετίες. Με εκτενείς και ακριβείς περιγραφές των μυστικών συσκέψεων του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και με πολλές συνεντεύξεις, μεταξύ των οποίων και δύο του προέδρου Μπους, το βιβλίο του Γούντγουορντ αποκαλύπτει τα σχεδόν μεγαλομανή σχέδια του Αμερικανού προέδρου και το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η αμερικανική εξωτερική πολιτική μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους.
Ο συγγραφέας περιγράφει με πολύ γλαφυρό τρόπο τους χειρισμούς της αμερικανικής κυβέρνησης μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, τις παρασκηνιακές κινήσεις που διευκόλυναν τη νίκη των Αμερικανών στο Αφγανιστάν, τους ανταγωνισμούς ανάμεσα στους ιέρακες και στις περιστερές της Ουάσιγκτον για την αντιμετώπιση του Ιράκ. Από το βιβλίο του Γούντγουορντ προκύπτει ότι το επιτελείο του Αμερικανού προέδρου Τζορτζ Μπους είχε σοβαρές επιφυλάξεις για την πορεία του πολέμου στο Αφγανιστάν και ότι η τελική νίκη κατά των Ταλιμπάν επιτεύχθηκε κυρίως χάρη στα εκατομμύρια δολάρια που προσέφερε η CIA στους Αφγανούς πολέμαρχους για να κερδίσει την υποστήριξή τους. Συγκεκριμένα, ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η CIA διέθεσε 70 εκατ. δολάρια για δωροδοκίες πολέμαρχων στο Αφγανιστάν. Επίσης, αναφέρεται ότι αρκετοί αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπους, παρά τη φαινομενική αισιοδοξία τους σχετικά με την έκβαση του πολέμου στο Αφγανιστάν, αμφισβητούσαν τη στρατηγική των βομβαρδισμών και δυσανασχετούσαν για την εξάρτηση της Ουάσιγκτον από τις χερσαίες δυνάμεις της Βόρειας Συμμαχίας.
Στο βιβλίο αναφέρεται ότι ο υπουργός Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ βρέθηκε πολλές φορές σε αντιπαράθεση με τον αντιπρόεδρο Ντικ Τσένι και τον υπουργό Αμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ και ότι προσπάθησε να αποκτήσει μια σωστή σχέση με τον Μπους. Περιγράφει όμως τον Πάουελ ως αποφασισμένο να περάσει την άποψή του, σύμφωνα με την οποία η ανάληψη δράσης κατά του Ιράκ χωρίς τη βοήθεια των συμμάχων θα έχει καταστρεπτικές συνέπειες για την εικόνα των ΗΠΑ. Ηταν ο διεθνισμός του Πάουελ εναντίον της λογικής της μονομερούς δράσης του Τσένι. Ο Πάουελ ήταν περήφανος για την απόφαση 1441 της 8ης Νοεμβρίου του 2002, την οποία πολλοί θεώρησαν το καλύτερο παράδειγμα καθαρής διπλωματίας. Εκείνη η ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας εμφάνισε τον κόσμο ενωμένο ενάντια στον Σαντάμ, ο οποίος για μία ακόμη φορά βρέθηκε απομονωμένος.
Στο βιβλίο ο υπουργός Αμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ παρουσιάζεται ως δυσαρεστημένος από το γεγονός ότι στα πρώτα στάδια του πολέμου στο Αφγανιστάν το Πεντάγωνο επισκιάστηκε από τη CIA.
Τέλος, η σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Κοντολίζα Ράις παρουσιάζεται στο βιβλίο ως ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο στην υπόθεση και ως κεντρική φιγούρα για τον πρόεδρο Μπους, η οποία μεσολαβεί όποτε παίρνουν φωτιά οι κόντρες του υπουργού Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ με τον υπουργό Αμυνας Ράμσφελντ και τον αντιπρόεδρο Τσένι.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 13/06/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις