0
Your Καλαθι
Η ζωή και οι έρωτές μου
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Είναι γνωστό τοις πάσι πως τα απομνημονεύματα αποτελούν μια μορφή μυθοπλασίας.
Frank Harris
Ο Frank Harris (1856-1931), φίλος του Oscar Wilde και του George Bernard Shaw, υπήρξε μοναδική περίπτωση στον αγγλοσαξονικό κόσμο. Μέτριος λογοτέχνης αλλά διαβόητος εκδότης εντύπων (που άγγιζαν τα όρια της σκανδαλοθηρίας), εισήλθε στο χώρο των γραμμάτων σαν ταύρος σε υαλοπωλείο. Γεννημένος στην Ιρλανδία, δραπετεύει από το ασφυκτικό αγγλικό σχολείο του και, παιδί, ταξιδεύει στην Αμερική, όπου δουλεύει ως λούστρος, δύτης, ρεσεψιονίστ και καουμπόης στην Άγρια Δύση. Αποφασίζει να σπουδάσει, ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, καταπιάνεται με τη λογοτεχνική κριτική και ταυρόχρονα αφιερώνεται ψυχή τε και σώματι στις γυναίκες και το σεξ -μένοντας στην Ιστορία ως ένα από τους μεγαλύτερους εραστές...[...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Αυτά υπόσχεται στον επίλογο του πρώτου τόμου τής αυτοβιογραφίας του ο περιβόητος Ιρλανδός «τυχοδιώκτης», ηδονιστής και άνθρωπος των γραμμάτων Φρανκ Χάρις ( 1856-1931). Προηγουμένως, όμως, μας έχει για τα καλά προϊδεάσει για τις αισθητικές του ανησυχίες, όσο, βέβαια, και για τις σεξουαλικές του επιδόσεις.
Ειδικά, όσον αφορά το τελευταίο πεδίο, ο Χάρις αναλαμβάνει το μεγάλο ρίσκο να κάνει λογοτεχνία μέσα από το απερίφραστο της «ερωτικής γλώσσας». Εάν το κατορθώνει είναι ένα ζητούμενο... Οπωσδήποτε, όμως, η χειρονομία του, γενικά, ενδιαφέρει.
Χρησιμοποιώντας το ρομαντικό είδος τής αυθιστόρησης ο παράδοξος αυτός μποέμ διανοούμενος, που υπήρξε επιστήθιος φίλος των Οσκαρ Ουάιλντ και Μπέρναρντ Σο, επιχειρεί να «αυτοαναλυθεί» χωρίς λογοκρισίες και αναστολές. Ειδικά στο σεξουαλικό τομέα λέει τα πράγματα με το όνομά τους.
Προοικονομώντας τον Χένρι Μίλερ, που τον θαύμαζε και εν μέρει τον μιμήθηκε, εκδίδει το παρόν βιβλίο το 1922. Εχοντας κατά νου την άποψη ότι «πορνογραφία είναι η ηθική των άλλων», τον ενδιαφέρει το εκφραστικό ανενδοίαστο, ενοφθαλμισμένο σε εξιστορήσεις ποικίλων άλλων περιπέτειών του στην Αγρια Δύση και αλλαχού. Πιστεύει ότι το σκανδαλιστικό, που περιγράφει, αθωώνεται στην όλη χημεία του εξομολογητικού του εγχειρήματος, σε αυτό το de profundis, για να θυμηθούμε τον φίλο του Ουάιλντ.
Ο Τόμας Μπέρνχαρντ σε μια γνωστή του φράση παρουσίαζε τα όργανα της σκέψης ως τα ...σεξουαλικά όργανα της Φύσης, υπεύθυνα για τη γέννηση του Σύμπαντος· αλλά αμφότερα, έλεγε, είναι ατελείς αρμονίες από τις οποίες εξαρτώνται τα πάντα. Ο Χάρις δεν θα συμμεριζόταν αυτό τον αφορισμό, διότι θεωρούσε εντελέστατη αρμονία τη συνάντηση πνεύματος και σεξ. Μόνο που, κατ' αυτόν, χρειαζόμαστε σοφή προσέγγιση του θέματος της απόλαυσης και των δύο στοιχείων.
Εάν, μάλιστα, αναγκαζόταν να γίνει αυστηρός στις κρίσεις του θα υποστήριζε ότι η σκέψη σε περνάει από δοκιμασίες ενώ το αφροδισιακό σε (ανα)πτερώνει. Χαρακτηριστικά σημειώνει στον επίλογο του βιβλίου του: «Αν ο Βιργίλιος θέλει να υποβάλει τον Δάντη στα μαρτύρια της Κόλασης και του Καθαρτηρίου, μόνο η Βεατρίκη μπορεί να του δείξει το δρόμο για τον Παράδεισο, οδηγώντας τον στο Θείο».
Ο Χάρις μας αφήνει να καταλάβουμε, λοιπόν, σε τελευταία ανάλυση ότι δεν θα ήθελε να ήταν ένας «άμουσος» φιλόσοφος, χωρίς σχέση με το σεξ, έχοντας υπόψη του τον Σοπενάουερ στη Μεταφυσική του έρωτα, που ομολογούσε ότι για τη φιλοσοφία «το πάθος αυτό» είναι ανεξερεύνητο έδαφος.
Λάτρης της ικανοποίησης των σεξουαλικών επιθυμιών, λοιπόν, ο αυτοβιογραφούμενος, τις εντάσσει απολύτως φυσικά στις αναπαραστάσεις του, δίπλα σε βιώματα που δημιουργούνται σε ένα πολύχρωμο σκηνικό πολιτισμικών εξελίξεων. Το περίεργο είναι ότι ενώ, επιλογώντας, μας αφήνει να καταλάβουμε ότι κύριος σκοπός του ήταν ένα είδος συλλογής ερωτικών εμπειριών σε διάφορα γεωγραφικά σημεία (της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης στον επόμενο τόμο), δεν μένει από την ανάγνωση του βιβλίου τέτοια εντύπωση. Εννοώ ότι οι σεξουαλικές του χειρονομίες, που εκτίθενται απερίφραστα, μάλλον παίζουν το ρόλο ιντερμεδίων, παρά δομούν το βασικό κορμό της αφήγησης.
Δηλαδή, έχουμε μπροστά μας την αναζήτηση του χαμένου χρόνου από έναν περίπου αναγεννησιακό τύπο, με πολλά ενδιαφέροντα και διάθεση κατάκτησης του κόσμου, παρά το κυνήγι της απόλαυσης από έναν απλό ηδονοθήρα. Φυσικά, το ταξίδι αυτό της ανακάλυψης δεν υποτιμά το σώμα, τουναντίον δίνει στο ένστικτο μια θέση που, κατά τον Χάρις, του έχει αφαιρεθεί από τις χρόνιες, κοινωνικές ή θρησκευτικές προκαταλήψεις.
Το ζήτημα είναι εάν η καταδήλωση του σεξουαλικού μάς αποσπά ή όχι από την αισθητική ευχαρίστηση. Ο Χάρις δεν μπαίνει σε παρόμοιο δίλημμα, απεμπολώντας τον παράγοντα της ηδονοβλεψίας. Δεν τον ενδιαφέρει εάν ο αναγνώστης μπορεί να κοιτάζει μέσα από την κλειδαρότρυπα αντί να κάνει υπερβάσεις. Γι' αυτόν η επαφή και με το υπογάστριο είναι μια απολύτως νόμιμη, αναγκαία λειτουργία, η οποία συνάδει με το γενικότερο σκέπτεσθαι και φέρεσθαι.
Στην αρχή, μάλιστα, του βιβλίου, σε μια ποιητική του στιγμή, συσχετίζει την ομορφιά του ενστίκτου, όταν την ανακάλυψε, με την αντίστοιχη καλλονή της νεκρής φύσης στη ζωγραφική. Και τα επιχειρήματά του δεν έχουν τέλος, καθώς, όπως είπαμε, μας κάνει να εισπράττουμε χωρίς μεγάλο αισθητικό κόστος τις «αμαρτίες» του ως φυσική προέκταση της γενικότερης επαφής του με τη ζωή.
Ο Χάρις, ένα περίπου παιδί- θαύμα, που αποστήθιζε εύκολα στίχους και άλλα κείμενα, είχε οικονομολογικό ταλέντο και διάθεση για ρομαντικές περιπέτειες, στήνει το αυτοπορτρέτο του σαν ένα πικαρέσκο αφήγημα. Ριψοκίνδυνα παιδικά χρόνια κοντά στο σκληρό, ναυτικό πατέρα του, αυστηρές σπουδές σε κολέγιο, μικρές επαναστάσεις, λογοτεχνία, τέχνες, φυγή στην Αμερική την περίοδο της εφηβείας. Αν όχι στο κέντρο όλων αυτών η επιθυμία για σεξ, τουλάχιστον στις πρώτες θέσεις των ενδιαφερόντων τού συγγραφέα μας, αποτελεί το κομμάτι του παζλ που σε άλλες αυτοβιογραφίες, μέχρι την εποχή του Φ.Χ., δεν μπαίνει στη θέση του τόσο εύκολα.
Και για να ρίξουμε μια ματιά στη συγκυρία τής συγγραφής του βιβλίου, θα μπορούσαμε να θυμηθούμε τα νέα, πιο ακραία από το παρελθόν, ήθη που ακολουθούν, με απελπισμένη διάθεση φυγής, τη λήξη της φοβερής εμπειρίας του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Η Μπελ Επόκ και η καλλιτεχνική νεωτερικότητα εισάγουν αέρα ελευθερίας και χαλαρότητας στην έκφραση, δίνοντας αναπόφευκτα το έναυσμα και για την εκτύλιξη προϋποθέσεων που θα δημιουργήσουν αργότερα το φαινόμενο της μεταμοντερνικότητας (μορφή της λεγόμενης μαζικής κουλτούρας).
Ο Χάρις σε καμία περίπτωση δεν παραπέμπει στον φτηνό αισθησιασμό του Πιτιγκρίλι ή στην καθαρή πορνογραφία βιβλίων του Απολινέρ («Εντεκα χιλιάδες βέργες»). Οπωσδήποτε μπορείς να του καταλογίσεις διάθεση εντυπωσιασμού ή και προθέσεις πρόκλησης μικρού σκανδάλου. Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορεί το γεγονός ότι πολλές ερωτικές επαφές του (πρέπει να) είναι φανταστικές, δεδομένου ότι ο ίδιος αφήνει να εννοηθεί ότι είμαστε υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουμε το κείμενό του ως μυθοπλαστικό. Επιπλέον στο δεύτερο μέρος της αυτοβιογραφίας του ορισμένα γεγονότα αντιφάσκουν με εξιστορήσεις του πρώτου βιβλίου. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι και ο Χένρι Μίλερ είχε κατηγορηθεί για πλαστές ερωτικές εμπειρίες του.
Εάν πιστέψουμε, έστω, ότι ο Χάρις και ο Μίλερ επινόησαν στα βιωματικά τους έργα τις σεξουαλικές τους περιπέτειες, δεν μας εμποδίζει τίποτα να τα κρίνουμε όλα εκ του λογοτεχνικού αποτελέσματος.
Νομίζω ότι ο πρώτος βρίσκεται μακράν του συγγραφέα των «Τροπικών». Δεν διαθέτει την αφηγηματική μαεστρία και εκείνο το μεταδόσιμο αίσθημα της ουτοπίας ακόμα και όσον αφορά τις πιο αντανακλαστικές, καθημερινές χειρονομίες μας, που απορρέει από τον Μίλερ. Αλλά κι αυτός προτείνει έναν κόσμο που μπορεί και ψαύει το βελούδο πίσω από την άκανθο, βγάζοντας ευχάριστα τη γλώσσα στον Ντε Σαντ.
Η μετάφραση της Εφης Χάτσου δεν ήταν απλώς διεκπεραιωτική. Μας πέρασε άνετα το ρεπερτόριο μιας γλώσσας που έχει το ελαφρυντικό ότι δεν ήθελε απλώς να είναι βλάσφημη και «καταραμένη» αλλά να κάνει ευήλιο το μπουντουάρ...
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/10/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις