0
Your Καλαθι
Πάλι δικά μας ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Λαογραφία, Ιδεολογία και η Διαμόρφωση της Σύγχρονης Ελλάδας
Έκπτωση
62%
62%
Περιγραφή
Για τους Έλληνες, η εμμονή της Δύσης στην εικόνα του κλασικού πολιτισμού θέτει ένα οδυνηρό δίλημμα: σε ποιο βαθμό πρέπει να προσπαθήσουν να ανταποκριθούν στις αξιώσεις της; Έτσι κι αλλιώς, υπάρχουν δύο ανταγωνιστικές θεωρήσεις για την Ελλάδα. Η μία, η «ελληνίζουσα», θεμελιωμένη στο συσσωρευμένο υλικό της ευρωπαϊκής επιστήμης, απευθύνεται σ' εκείνους που υποστήριξαν την ελληνική υπόθεση στο εξωτερικό ή την έθεσαν στην υπηρεσία των συμφερόντων διαφόρων ελίτ. Η άλλη, η «ρωμαίικη», αφορά την αυτογνωσία, την αίσθηση που έχει ένας Έλληνας για το τι σημαίνει στην πράξη να είσαι Έλληνας. [...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Κοινωνικός ανθρωπολόγος που ασχολείται εδώ και μία εικοσαετία με ελληνικά εθνογραφικά ζητήματα (πολλές μελέτες του έχουν ως θέμα τους τη λαϊκή παράδοση των κρητικών χωριών), ο Michael Herzfeld δοκιμάζει με το ανά χείρας έργο του μία ιστορική αναδρομή στα ηρωικά χρόνια της λαογραφίας στον τόπο μας -όταν λόγιες προσωπικότητες όπως ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος, ο Εμμανουήλ Βυβιλάκης ή ο Νικόλαος Πολίτης προσπαθούσαν να αποδείξουν στην Ευρώπη των Μεγάλων Δυνάμεων τους άρρηκτους δεσμούς των Νεοελλήνων με τους αρχαίους προγόνους τους. Δύσκολη, σε κάθε περίπτωση, και δύστροπη εποχή: με τον Φαλμεράιερ να διαλαλεί προς πάσα κατεύθυνση το σλάβικο αίμα που αρχίζει να τρέχει στις φλέβες των νεότερων Ελλήνων μετά τις διαδοχικές αλλόφυλες εισβολές κατά τη διάρκεια της βυζαντινής κυριαρχίας, καθώς και με ένα έθνος που προσπαθεί να συγκροτήσει τη φυσιογνωμία του με ό,τι υπάρχει διαθέσιμο, έτσι ώστε να μπορέσει να σταθεί με κάποιον τρόπο στα πόδια του τόσο απέναντι στον εαυτό του όσο και απέναντι στους άλλους, οι πρώτοι Ελληνες λαογράφοι χρειάζεται να κολυμπήσουν μια και καλή στα βαθιά, χωρίς την πολυτέλεια για οποιουδήποτε είδους προετοιμασία. Κι ενώ τα πάντα μοιάζουν εντελώς ρευστά και έωλα, εκείνοι οφείλουν να κατασκευάσουν ένα εθνικό σχήμα που να δικαιώνει το νεοσύστατο κράτος και τις ποικίλες βλέψεις του στα Βαλκάνια, σε στενή, εννοείται, συνάρτηση με τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα.
Το πολιτικό παιχνίδι των βαλκανικών εθνικισμών
Ιδωμένες από σημερινή σκοπιά, οι ελληνικές λαογραφικές έρευνες και απόψεις ολόκληρου του 19ου αιώνα αποκαλύπτουν αμέσως τον ιδεολογικό χαρακτήρα τους. Σκοπός, ωστόσο, του Herzfeld (κι εδώ και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του βιβλίου) δεν είναι ούτε να καταγγείλει ούτε να πολεμήσει μια γεμάτη φούρια, αλλά και ρώμη ιδεολογία. Εκείνο το οποίο θέλει και επιδιώκει ο μελετητής είναι να υποδείξει και συνάμα να κατανοήσει το πολιτικό παιχνίδι που αναλαμβάνει να παίξει εν τη γενέσει της η ελληνική λαογραφία -τον αγώνα που η ίδια ξέρει καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον ότι πρέπει να δώσει, προκειμένου να εξασφαλίσει σ' ένα μικρό και ιδιαίτερα ασθενικό ακόμη κράτος τα εφόδια για την υπεράσπιση και την καθιέρωση της εθνικής του υπόστασης. Ο Herzfeld δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία (το δηλώνει, άλλωστε, ρητώς και κατ' επανάληψιν) πως μια τέτοια προοπτική δεν μπορεί παρά να λειτουργήσει στο πλαίσιο μιας αμιγώς εθνικιστικής σκόπευσης, που σύρει και κρατάει ευθεία και αδιατάρακτη σε όλο το μήκος της τη συνδετική γραμμή μεταξύ των χωρικών του αγώνα του '21 και της κλασικής Αθήνας του Περικλή, του Πλάτωνα και του Θουκυδίδη. Ο εθνικισμός, ωστόσο, μας υπενθυμίζει ωραία ο συγγραφέας, δεν παύει να είναι η κινητήρια δύναμη για την αφύπνιση όλων των βαλκανικών λαών που ζουν αυτή την περίοδο υπό τον έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και κάθε εθνική διεκδίκηση στην περιοχή γίνεται γρήγορα ισχυρό πολιτικό εργαλείο στα χέρια της Ευρώπης και της Ρωσίας για την πίεση του μεγάλου ασθενούς και την απόσπαση ωφελημάτων από μια κρίση που θα οδηγήσει σταδιακά και στη μετατροπή της Τουρκίας σε εθνικό κράτος.
Από τις διακηρύξεις της εθνικής πίστης στο λόγο της επιστήμης
Ο Herzfeld ξεκινάει την περιήγησή του στο μονίμως ευπαθές έδαφος της καθ' ημάς λαογραφίας από τις πρώτες ευρωπαϊκές συλλογές ελληνικών δημοτικών τραγουδιών του Φοριέλ και του Τομαζέο, περνάει στα μαχητικά, αλλά μάλλον αδέσποτα και ασυστηματοποίητα κηρύγματα του Ζαμπέλιου και της Ρουμάνας πριγκίπισσας Ντόρα ντ' Ιστρια υπέρ της αρχαιοελληνικής καταγωγής των Νεοελλήνων και καταλήγει στον Νικόλαο Πολίτη και στο μεγάλο επιστημονικό του έργο, που θα ξεφύγει μια και καλή από τον απομονωτισμό και την ενδοστρέφεια, για να συσχετίσει τα εθνογραφικά του ευρήματα όχι μόνο με τον πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και με πολλούς ξένους πολιτισμούς των νεότερων χρόνων. Σημείο τομής για το πέρασμα της ελληνικής λαογραφίας από τη θέρμη του συναισθήματος στο πεδίο της επιστήμης ο Herzfeld θεωρεί την ικανότητα του μελετητή να διακρίνει την έννοια της φυλής από την έννοια του πολιτισμού. Και ως προς την τελευταία, πάλι, εκείνο το οποίο προέχει δεν είναι η πνευματική, αλλά η υλική και η συμβολική της ταυτότητα (πρακτικές πεποιθήσεις του καθημερινού βίου και τελετουργικές συνήθειες).
Στην ακάματη δραστηριοποίησή τους για την υποστήριξη και τη θεμελίωση των εθνογραφικών τους επιχειρημάτων οι πρώτοι Ελληνες λαογράφοι βρίσκονται αδιάκοπα αντιμέτωποι με την αντίδραση της Ορθοδοξίας και της βυζαντινογενούς αγωγής της. Η επίκληση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος σκοντάφτει κάθε τόσο στις ειδωλολατρικές παραμέτρους του, που προκαλούν αποστροφή στη χριστιανική ρωμιοσύνη και την απομακρύνουν με γοργούς ρυθμούς από το πνεύμα της Ευρώπης και των ζητουμένων της. Πρόκειται για μια σύγκρουση η οποία έχει φτάσει ακέραιη (μολονότι όχι και αναλλοίωτη) ώς τις μέρες μας, προσδιορίζοντας ακόμη και τώρα τις παραστάσεις μας για το εθνικό και το αληθές. Ο Herzfeld φέρνει συχνά τη συζήτηση γύρω από αυτόν τον παράγοντα που, είτε μας αρέσει είτε όχι, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των όρων υπό τους οποίους διαμορφώνεται και λειτουργεί μέσα στο χρόνο η νεοελληνική συνείδηση.
Ο νηφάλιος αναλυτικός λόγος του Herzfeld, σε συνδυασμό με την οξεία ιστορική του αίσθηση για το ειδικό πολιτικό βάρος που αποκτά υπό δεδομένες συνθήκες και περιστάσεις ένα δραστικό ιδεολογικό φαινόμενο, προσδίδουν, πιστεύω, στο βιβλίο του κεφαλαιώδη σημασία. Μιλάμε για ένα έργο το οποίο, πέραν του ότι καταπιάνεται πολύ σοβαρά με μία ορισμένη ερμηνεία της νεότερης ελληνικής διαχρονίας, εναρμονίζεται γόνιμα και με το παλαιό εκείνο, αλλά πάντα επίκαιρο αίτημα του Κ.Θ. Δημαρά για μία ιστορία των συνειδήσεων, που μακριά από εύκολες και βολικές βεβαιότητες είναι σε θέση να βάζει κάθε φορά καινούρια, όλο και πιο προχωρημένα ή ριζικά ερωτήματα.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 10/01/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις