0
Your Καλαθι
Η παράξενη χώρα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ο ΔΗΜΙΟΣ ΚΑΙ ΕΓΩ
Ο δήμιος μπορεί να αρρωστήσει ή να πεθάνει.
Τη θέση του θα την πάρει κάποιος άλλος,
αυτός όμως δεν θα είμαι ποτέ εγώ.
Έτσι πρέπει να λες εσύ,
τέτοια μου έλεγε η ζωή όταν με μάθαινε παιδί ακόμα
μου μίλαγε για την απάντηση του δήμιου
και πως να την προσέχω πολύ.
Αν δεν το κάνω εγώ θα το κάνει κάποιος άλλος.
Αυτό θα σου λέει συνέχεια
έτσι γίνονται οι δήμιοι
με αυτή τη φράση.
Έτσι και την πεις θα τελειώσει ασήμαντα
η σημαντική ζωή σου.
Σε μια χώρα παράξενη και παραξενεμένη, που βιώνει ακόμη την κρίση άνευ καθαρής… κρίσης στο πετσί της, τα ποιήματα του Πάνου Ηλιόπουλου από την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Η Παράξενη Χώρα, μοιάζουν με Κιβωτό χαμένων ιδανικών, που ξεκίνησε τον απόπλου της διστακτικά, για να μεταφέρει τα επώδυνα μηνύματά της σε κάθε ενδιαφερόμενο παραλήπτη. Οι στίχοι του εμπερικλείουν μέσα τους λαϊκή σοφία και μια καθαρότητα που εξαγνίζει, λυτρώνει. Κουβαλούν μέσα τους στερεή και ατόφια όλη εκείνη τη μελαγχολία της Αριστεράς και των ανθρώπων της που γνώρισαν τη διάψευση της αλλαγής, βίωσαν την αυταπάτη της επανάστασης, παρασύρθηκαν από τη χίμαιρα του ανεκπλήρωτου, βυθίστηκαν στην έλλειψη νοήματος, κατακλύστηκαν από την αδυναμία του ηττημένου, μπέρδεψαν την αλήθεια με το ψέμα... Οι στίχοι του Ηλιόπουλου περιγράφουν μια ολόκληρη κοινωνική κατάσταση. Αυτή η μελαγχολία της προδοσίας των ιδεολογικών αρχών της Αριστεράς είναι ο πυλώνας, η κινητήριος δύναμη στη στιχουργική του Ηλιόπουλου. Ο οποίος, παρόλη την οδύνη, που εκπέμπει και εκφράζει μέσα στον ποιητικό του λόγο, δείχνει να πιστεύει ακράδαντα στο Όραμα, στο Όνειρο: «Απόψε θα πάω να περπατήσω στα όνειρα. /Θέλω να περάσω και από το λιμάνι. /Να ξανακούσω τους θρύλους των ανθρώπων, που δεν λένε ψέματα. /Μετά μπορεί να κάτσω στο γραφειάκι να τελειώσω το ποίημα που άφησα στη μέση…»
Ο δήμιος μπορεί να αρρωστήσει ή να πεθάνει.
Τη θέση του θα την πάρει κάποιος άλλος,
αυτός όμως δεν θα είμαι ποτέ εγώ.
Έτσι πρέπει να λες εσύ,
τέτοια μου έλεγε η ζωή όταν με μάθαινε παιδί ακόμα
μου μίλαγε για την απάντηση του δήμιου
και πως να την προσέχω πολύ.
Αν δεν το κάνω εγώ θα το κάνει κάποιος άλλος.
Αυτό θα σου λέει συνέχεια
έτσι γίνονται οι δήμιοι
με αυτή τη φράση.
Έτσι και την πεις θα τελειώσει ασήμαντα
η σημαντική ζωή σου.
Σε μια χώρα παράξενη και παραξενεμένη, που βιώνει ακόμη την κρίση άνευ καθαρής… κρίσης στο πετσί της, τα ποιήματα του Πάνου Ηλιόπουλου από την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Η Παράξενη Χώρα, μοιάζουν με Κιβωτό χαμένων ιδανικών, που ξεκίνησε τον απόπλου της διστακτικά, για να μεταφέρει τα επώδυνα μηνύματά της σε κάθε ενδιαφερόμενο παραλήπτη. Οι στίχοι του εμπερικλείουν μέσα τους λαϊκή σοφία και μια καθαρότητα που εξαγνίζει, λυτρώνει. Κουβαλούν μέσα τους στερεή και ατόφια όλη εκείνη τη μελαγχολία της Αριστεράς και των ανθρώπων της που γνώρισαν τη διάψευση της αλλαγής, βίωσαν την αυταπάτη της επανάστασης, παρασύρθηκαν από τη χίμαιρα του ανεκπλήρωτου, βυθίστηκαν στην έλλειψη νοήματος, κατακλύστηκαν από την αδυναμία του ηττημένου, μπέρδεψαν την αλήθεια με το ψέμα... Οι στίχοι του Ηλιόπουλου περιγράφουν μια ολόκληρη κοινωνική κατάσταση. Αυτή η μελαγχολία της προδοσίας των ιδεολογικών αρχών της Αριστεράς είναι ο πυλώνας, η κινητήριος δύναμη στη στιχουργική του Ηλιόπουλου. Ο οποίος, παρόλη την οδύνη, που εκπέμπει και εκφράζει μέσα στον ποιητικό του λόγο, δείχνει να πιστεύει ακράδαντα στο Όραμα, στο Όνειρο: «Απόψε θα πάω να περπατήσω στα όνειρα. /Θέλω να περάσω και από το λιμάνι. /Να ξανακούσω τους θρύλους των ανθρώπων, που δεν λένε ψέματα. /Μετά μπορεί να κάτσω στο γραφειάκι να τελειώσω το ποίημα που άφησα στη μέση…»
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις