Ευρωπαϊκή Ένωση και ελληνικό κράτος

Επιπτώσεις από τη συμμετοχή στην ενοποιητική διαδικασία
Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 13.83
9.68
Τιμή Πρωτοπορίας
+
55709
Εκδόσεις: Θεμέλιο
Σελίδες:254
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1998
ISBN:9789603102335
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


ΚΡΙΤΙΚΗ





Η νέα αυτή μελέτη του αναπληρωτή καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Παν. Κ. Ιωακειμίδη εξετάζει, όπως υποδηλώνει ο τίτλος, τις επιπτώσεις στο ελληνικό κράτος από τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το βασικό του ερώτημα είναι αν, πώς και σε ποια έκταση ενισχύθηκε ή αποδυναμώθηκε ο ρόλος και οι εξουσίες του κράτους και, συναφώς, αν άλλαξε η ισορροπία ανάμεσα σε αυτό και σε ό,τι αποκαλούμε κοινωνία των πολιτών.

Το θέμα των σχέσεων εθνικού κράτους και ευρωπαϊκής κατασκευής είχε τεθεί φυσικά ήδη στις απαρχές της μεταπολεμικής περιόδου. Στις πρώτες θεωρητικές προσεγγίσεις το κράτος - έθνος θεωρείται είτε πηγή δεινών για την Ευρώπη, επειδή διαιωνίζει συγκρούσεις και πολέμους, είτε απλά ξεπερασμένο από τα πράγματα και αδύναμο να αντιμετωπίσει τα νέα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες.

Οι αφετηριακές αυτές στάσεις δεν είχαν βέβαια πολλή σχέση με το λαϊκό αίσθημα ούτε με τις πραγματικές συμπεριφορές πολιτικών και οικονομικών ελίτ στην Ευρώπη, που τελικά έδρασαν και επένδυσαν στους εθνικούς θεσμούς για να λύσουν τα πιεστικά προβλήματα της μεταπολεμικής κοινωνίας (κράτος - πρόνοια κλπ.).

Στη δεκαετία του '80 όμως έγινε ένα νέο άλμα στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Κάπως σχηματικά αποτυπώθηκε στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (1985/6) και στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ενωσης («Μάαστριχτ»). Η πρώτη έφερε ένα πρόγραμμα ελευθέρωσης των αγορών κεφαλαίων, προϊόντων και εργασίας («μία αγορά») και η δεύτερη «ένα νόμισμα», μαζί με κάμποσες άλλες σωρευτικά βαρύνουσες προσθήκες.

Τι σημαίνει η εξέλιξη αυτή για το εθνικό κράτος; Ο συγγραφέας εκθέτει γλαφυρά τις δύο υποθέσεις που ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Σύμφωνα με τη μία, η ενοποιητική διαδικασία στην Ευρώπη ενίσχυσε το κράτος και μάλιστα σε βάρος των τοπικών αρχών ή, έστω, ήταν εργαλείο για τη διάσωσή του. Η πλέον προωθημένη διατύπωσή της ανήκει στον Α. Moravcsik. Κατά την άποψή του «η ΕΚ δεν οδηγεί στη διάχυση της επιρροής που ασκούν οι διοικητικοί / κυβερνητικοί (εκτελεστικοί). Αντίθετα τη συγκεντρωποιεί (...). Η συμμετοχή στην ΕΚ οδηγεί σε υπερσυγκέντρωση εξουσίας στα χέρια των κυβερνητικών / διοικητικών ελίτ». Η δεύτερη υπόθεση τονίζει ότι το εξασθένισε, αναγκάζοντάς το να δεχθεί ένα νέο καταμερισμό έργων ανάμεσα σε αυτό και στους υπερεθνικούς και τοπικούς θεσμούς. Η ΕΕ αφομοίωσε το κράτος στη νέα δομή της «πολυεπίπεδης διακυβέρνησης», αναβάθμισε τον ρόλο των οργανωμένων συμφερόντων και τοπικών αρχών δίνοντάς τους διαύλους επικοινωνίας με το υπερεθνικό κέντρο, και περιόρισε την αυτονομία των επιλογών του κεντρικού κράτους.

Ο συγγραφέας δεν ικανοποιείται και με τις δύο υποθέσεις. Αλλωστε θεωρεί ότι κινούνται σε πολύ γενικό επίπεδο. Κατά την άποψή μου η κριτική του δεν πηγαίνει σε βάθος. Καταλήγει όμως σε μια πρόταση για μια νέα, περισσότερο «ολοκληρωμένη», προσέγγιση. Το εγχείρημα έχει ενδιαφέρον και στρέφει πράγματι την προσοχή σε συγκεκριμένες πτυχές της πραγματικότητας, τις οποίες πρέπει να αναλύσουμε πριν από κάθε γενίκευση (μέγεθος του κράτους, ρυθμιστικό πρότυπο, τομεακές πολιτικές για περιβάλλον, επαγγελματική κατάρτιση κ.ά., τοπική αυτοδιοίκηση, ειδικούς κρατικούς θεσμούς όπως η Τράπεζα της Ελλάδος).

Έτσι στο εμπειρικό μέρος της μελέτης που αναφέρεται στην Ελλάδα ο συγγραφέας εμφανίζεται να εγκαταλείπει το έδαφος της «μεγάλης θεωρίας». Η ανάλυση τον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το πρότυπο ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν συμβιβάζεται εν πολλοίς με την κλίμακα του κράτους και την παραδοσιακά χαοτική και αυθαίρετη παρέμβασή του στην οικονομία. Γράφει: «Συνολικά, οι οικονομικές παρεμβάσεις του κράτους στη βάση πελατειακών σχέσεων δημιούργησαν ένα πατερναλιστικό ρυθμιστικό πρότυπο σε σύγκρουση με την οικονομική λογική, περιεχόμενο και ρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (σελ. 64).

Το ερώτημα βέβαια είναι τι ακριβώς άλλαξε λόγω ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αξιοποιώντας την υπάρχουσα βιβλιογραφία ο συγγραφέας εκθέτει γλαφυρά το δράμα της προσαρμογής στις δεκαετίες που πέρασαν. Συμφωνούμε μαζί του στο εξής: Οι σχετικές διεργασίες ήταν αργές, αντιφατικές και εν πολλοίς ανολοκλήρωτες, πράγμα άλλωστε που φαίνεται σήμερα καθαρά.

Σε πολλές περιπτώσεις όμως ο συγγραφέας προσεγγίζει τις εξελίξεις σχηματικά, τονίζοντας κυρίως τυπικές πλευρές ­ υπουργικές αποφάσεις, προεδρικά διατάγματα, νόμους, ίδρυση πάσης φύσης «φορέων». Λείπει η σε βάθος ανάλυση. Π.χ., εφαρμόζονται οι νόμοι; Πώς ακριβώς; Και ακόμη: Αναδιοργανώνεται ένα υπουργείο (ας πούμε το ΥΠΕΧΩΔΕ) λόγω ΕΕ αλλά μειώνεται το χάος των αρμοδιοτήτων ή αυξάνεται η αποτελεσματικότητά του στην προστασία του περιβάλλοντος;

Πράγματι, ειδικά στον τομέα αυτόν υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα σε ρυθμίσεις (προϊόν τυπικής προσαρμογής στα κοινοτικά δεδομένα) και ουσιαστικές πράξεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η τύχη των πάσης φύσεως μελετών για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που η ΕΕ απαιτεί να γίνονται. Έχουν μετατραπεί σε καθαρό φορμαλισμό και συχνά αναλαμβάνονται από τους ίδιους τους εργολάβους! Με άλλα λόγια η επίδραση της ΕΕ μειώνεται όσο προχωρούμε από το στάδιο των τυπικών ρυθμίσεων (μεταφράσεις κανονισμών κλπ.) στο στάδιο της εφαρμογής. Είναι εδώ που εκδηλώνονται οι αντιστάσεις όλων εκείνων των εσωτερικών δυνάμεων που αντιδρούν στον «εξευρωπαϊσμό».

Παρόμοιες επιφυλάξεις μπορούμε να διατυπώσουμε σε σχέση με τον ρόλο της «κοινωνίας των πολιτών». Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι συνέπεια της ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν «(i) η ενίσχυση της αυτονομίας και διαφάνειας των κοινωνικών θεσμών και της δημιουργίας νέων ανεξάρτητων θεσμών... (ii) συμμετοχή σε διαδικασίες διαμόρφωσης πολιτικής... (iii) εξασθένιση του πελατειακού συστήματος... (iv) εξασθένιση του ελέγχου της Αθήνας ως πολιτικού κέντρου πάνω στην περιφέρεια» (σελ. 208-209).

Αναμφίβολα υπήρξαν κάποιες αλλαγές λόγω ΕΕ. Το κεντρικό όμως κράτος παρέμεινε κυρίαρχο του παιχνιδιού, γιατί αυτό και ουδείς άλλος διαχειρίζεται τους κοινοτικούς πόρους μέσω των δικών του υπηρεσιών και λοιπών συναρθρωμένων φορέων διαμεσολάβησης. Η αυτονομία της κοινωνίας των πολιτών έμεινε χίμαιρα ή περιορίζεται σε ασκήσεις αφηρημένου εκσυγχρονισμού.

Ίσως η ερμηνεία του συγγρραφέα επηρεάζεται από τη βασική του οπτική ­ αυτή του «μάχιμου ευρωπαϊστή», ο οποίος βλέπει πρωτίστως τους επιθυμητούς στόχους. Η κριτική όμως που ασκούμε δεν αμφισβητεί τη χρησιμότητα του έργου. Ειλικρινά εκτιμώ ότι συνεισφέρει σημαντικά στον δημόσιο, ακαδημαϊκό αλλά και πολιτικό διάλογο για τις επιδράσεις της ευρωπαϊκής ενοποίησης πάνω στο ελληνικό κράτος και στις σχέσεις του με την κοινωνία.



Πάνος Καζάκος

ΤΟ ΒΗΜΑ, 10-05-1998

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!