0
Your Καλαθι
Οι παραλλαγές της θρησκευτικής εμπειρίας Ι, ΙΙ
Περιγραφή
Το πρόβλημα με το οποίο καταπιάστηκα, είναι δύσκολο: πρώτον, να
υπερασπιστώ την "εμπειρία" εναντίον της "φιλοσοφίας" και να
δείξω πως είναι η πραγματική ραχοκοκαλιά της θρησκευτικής ζωής
στον κόσμο. Και δεύτερον, να κάνω τον ακροατή ή τον αναγνώστη
να πιστέψει ό,τι ακαταμάχητα πιστεύω κι εγώ, ότι δηλαδή, παρ'
όλο που όλες οι ειδικές, επί μέρους εκδηλώσεις της θρησκείας
ενδέχεται να είναι παράλογες (θέλω να πω, οι δοξασίες και οι
θεωρίες της), η ζωή της, ως σύνολο, είναι η πιο σημαντική
λειτουργία της ανθρωπότητας.
[...] Στρατηγικός του στόχος είναι να υπεραμυνθεί της εμπειρίας και του επιστημονικού πνεύματος και ταυτόχρονα να πείσει τον κόσμο ότι η θρησκεία είναι ως τρόπος ζωής η σημαντικότερη λειτουργία του ανθρώπινου είδους.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Αν ο όρος «ψυχολογία της θρησκείας» ισχύει σήμερα ως δόκιμο όνομα ενός ειδικού κλάδου μέσα στο ευρύ φάσμα των προσεγγίσεων του θρησκευτικού φαινομένου, την καθιέρωσή του χρωστάμε αναμφίβολα στον μεγάλο Αμερικανό φιλόσοφο William James (1842-1919), έναν από τους κύριους εισηγητές (μαζί με τον Charles S. Peirce) της θεωρίας που στις αρχές του αιώνα μας, και ειδικά στον αγγλοσαξονικό κόσμο, έγινε γνωστή με το όνομα του πραγματισμού. Σε όλες τις εκδοχές του ο πραγματισμός, που δέχεται μιαν άμεση επίδραση από τον μπεργκσονισμό και μια περισσότερο διαθλασμένη από έναν ύστερο εγελιανισμό, υπήρξε ένα ρεύμα παράλληλο με αυτό που στην ευρωπαϊκή ανθρωπολογία ορίστηκε ως λειτουργισμός από τον Malinowski, επικεντρούμενος στις πρακτικές συνέπειες (με άλλα λόγια, στη χρησιμότητα) μιας οποιασδήποτε θεωρητικής παραδοχής ως μοναδικό κριτήριο της αλήθειας της και, κατ' ουσίαν, του ίδιου του νοήματός της.
Αναγνωρίζει αμέσως κανείς εδώ μια μεταμόρφωση του ωφελιμισμού του δεκάτου ενάτου αιώνα, ο οποίος προσάγεται ως διορθωτικό του αφηρημένου ορθολογισμού της ηπειρωτικής φιλοσοφίας και κυρίως του νεοκαντιανισμού. Ειδικά στην εκδοχή του James ο πραγματισμός ταυτίστηκε με μια ανανεωμένη έμφαση στην εμπειρία, έννοια η οποία διαπότιζε τον πρακτικό προσανατολισμό της αμερικανικής ζωής ήδη από την εποχή του James, και το κύριο έργο του προσανατολίστηκε ως εκ τούτου σε μια περιοχή που σήμερα θεωρείται ενδιάμεση της φιλοσοφίας και της ψυχολογίας (πράγμα που θα έκανε τη φιλοσοφία του ελκυστική, επίσης, σε ορισμένους από τους διαδόχους του Husserl).
Οι Παραλλαγές της θρησκευτικής εμπειρίας, έργο μνημειώδες που άφησε ένα ευδιάκριτο ίχνος σε όλες τις ενασχολήσεις με τη θρησκεία στον εικοστό αιώνα, είναι σημαντικό από πολλές ταυτόχρονα απόψεις. Εν πρώτοις μπορεί και πρέπει να διαβαστεί ως φιλοσοφικό μανιφέστο του συγγραφέα του, αφού η έννοια της «εμπειρίας» ήδη από τον τίτλο του μας προϊδεάζει ότι πρόκειται όχι απλώς για τη μελέτη ενός επιμέρους ζητήματος, αλλά για έκθεση του ίδιου του πυρήνα του πραγματισμού τού James· και αν διαλέγει ως πεδίο εστιασμού του ειδικά τη θρησκευτική εμπειρία είναι λόγω της καθολικότητας που της αποδίδει σύμφωνα με τον περίφημο ορισμό του «Η θρησκεία, ό,τι κι αν είναι, είναι η συνολική αντίδραση του ανθρώπου στη ζωή, οπότε, γιατί να μην πούμε ότι όλες οι συνολικές αντιδράσεις στη ζωή είναι θρησκείες;» (σ. 73). Δεύτερον, βλέπουμε κιόλας εδώ σε ποιο βαθμό σχετικοποίησης της θρησκείας οδηγεί ο ορισμός του φιλοσόφου και από αυτή την άποψη βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα από τα πρώτα έργα που προσπάθησαν να μελετήσουν το θρησκευτικό φαινόμενο στην ατελείωτη ποικιλομορφία του χωρίς καμία απολύτως δογματική προτίμηση ή πολιτισμική μεροληψία, που με τον τρόπο αυτό θέτει ένα κριτήριο κατανόησης άλλο από εκείνο με το οποίο οι ίδιες οι θρησκευτικές παραδόσεις κατανοούν τον εαυτό τους. Τρίτον, μέσω αυτής ακριβώς της προσέγγισης το έργο του James γίνεται ένας μεγάλος κατάλογος θρησκευτικών στάσεων, αντιλήψεων και βιωμάτων που με κανέναν τρόπο δεν περιορίζεται στις τρέχουσες δυτικές θρησκευτικές παραδόσεις, του οποίου η ευρετική αξία είναι τεράστια εάν μάλιστα σκεφτούμε ότι στην εποχή του η συγκριτική θρησκειολογική έρευνα βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα· για παράδειγμα, οι διαφωτιστικές περιγραφές του της μυστικιστικής εμπειρίας ήταν προδρομικές του ενδιαφέροντος που επρόκειτο να δείξει εν συνεχεία ο αιώνας μας γι' αυτού του είδους τα φαινόμενα και προπορεύονται όλων των αντίστοιχων σημαντικών έργων.
Το κριτήριο με το οποίο αξιολογεί ο William James τη θρησκεία είναι βεβαίως ένα κριτήριο ψυχολογικό. Ενδιαφέρεται για την αυθεντικότητα και πρωτοτυπία του θρησκευτικού βιώματος όπως συναντάται κυρίως στους μεγάλους θρησκευτικούς αναμορφωτές ή τους ιδρυτές θρησκειών, αλλά επίσης καλύπτει κι ένα φάσμα κοινών εμπειριών που παρουσιάζουν ομοιότητες με γνωστές θρησκευτικές εμπειρίες χωρίς να ανήκουν κατ' ανάγκη στο πλαίσιο μιας τυπικά εννοούμενης θρησκευτικής παράδοσης. Αυτή η επικέντρωση στο ατομικό βίωμα τον οδηγεί φυσικά σε μιαν απόλυτη αδιαφορία για δογματικές αρχές, οργανωτικές δομές και κοινωνικές λειτουργίες της θρησκείας, πράγμα που βεβαίως του στερεί ολόκληρο εκείνο το πεδίο και τα μέσα έρευνας που έχουν την πιο μεγάλη σημασία για τον κοινωνικό επιστήμονα· η «αλήθεια» της θρησκείας είναι πάντοτε για τον James πρακτικής και ατομικής τάξεως και έχει σχέση με το πόσο, ανάλογα με τη συγκεκριμένη ιδιοσυγκρασία που καθορίζει άλλωστε και το είδος της θρησκευτικής επιλογής, μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να ζήσει καλύτερα. Από αυτή την άποψη μπορούμε να πούμε ότι η προσέγγιση του William James παρουσιάζει μια ορισμένη συμμετρικότητα μ' εκείνη του Emile Durkheim στο μεγάλο έργο της γαλλικής κοινωνιολογικής σχολής Στοιχειώδεις μορφές της θρησκευτικής ζωής: αν για τον κοινωνιολογικό ανταγωνισμό του Durkheim η θρησκεία είναι το κατ' εξοχήν κοινωνικό φαινόμενο, η (συγκεκαλυμμένη) λατρεία της κοινότητας και αυτού καθ' αυτού του κοινωνικού δεσμού, για τον ψυχολογικό αναγωγισμό του James η θρησκεία είναι το απέραντο πάρκο των ψυχολογικών ιδιαιτεροτήτων που αποκαλύπτουν τα πολλαπλά επίπεδα εμπειρίας (εν πολλοίς ασυνείδητης) που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος.
Στους δύο τόμους του έργου (που είναι μια σειρά είκοσι διαλέξεων τις οποίες ο φιλόσοφος έδωσε το 1901-2 στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου) ο William James συζητάει, με τη σειρά, τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις του στο θέμα, μεταξύ των οποίων εκείνη -για την οποία νιώθει περισσότερο την ανάγκη να απολογηθεί- που συνδέει τις θρησκευτικές εμπειρίες με ποικίλες μορφές ψυχοπαθολογίας· την πραγματικότητα του αοράτου, δηλαδή μια χειροπιαστή αίσθηση που έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι ότι υπάρχει ένας αόρατος κόσμος που τους περιβάλλει ο οποίος δίνει νόημα και αξία στις συγκεκριμένες πράξεις τους την αισιόδοξη θρησκευτική αντίληψη που αντιλαμβάνεται τον κόσμο ως κατά βάσιν αγαθό, την οποία ονομάζει «θρησκεία του υγιούς πνεύματος»· την απαισιόδοξη θρησκευτική αντίληψη, τη βασισμένη στο αίσθημα της διαρκούς αμαρτίας και μεταμέλειας, την οποία ονομάζει «η άρρωστη ψυχή»· το «διχασμένο εγώ» και τις μορφές ενοποίησής του που συχνά έρχονται από το δρόμο της θρησκείας· το παράδοξο ψυχικό φαινόμενο της «μεταστροφής», τόσο στις σταδιακές και σχετικά ήπιες μορφές του όσο και στις αιφνίδιες και δραματικές· το φαινόμενο της αγιότητας ή αλλιώς της «κατάστασης χάριτος»· το μυστικισμό· τις δογματικές και φιλοσοφικές προσεγγίσεις στη θρησκεία· ορισμένα δευτερεύοντα, κατά την εκτίμησή του, χαρακτηριστικά όπως η θυσία, η εξομολόγηση και η προσευχή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κεφάλαιο σχετικά με τη μεταστροφή, διότι εδώ ο φιλόσοφος βρίσκει την ευκαιρία να εκθέσει εκτενώς την αντίληψή του για τη σύσταση του ψυχικού οργάνου ως μιας πολλαπλής και πολυκεντρικής «διαδοχής πεδίων συνειδήσεως». Αυτή η διορατική ιδέα προαναγγέλλει θα έλεγε κανείς τον Φρόιντ (ο James χρησιμοποιεί ακόμη και τον όρο «ασύνειδο» ή «υποκατωφλιακό»), αλλά από ορισμένες απόψεις βρίσκεται ίσως σε πιο ανοιχτά νερά από εκείνα της φροϊδικής μεταψυχολογίας: η ιδέα ενός ευρύτερου εγώ μέσω του οποίου έρχονται οι λυτρωτικές εμπειρίες στη διάρκεια μιας οιονεί θρησκευτικής διεργασίας συγγενεύει περισσότερο με ορισμένες ενοράσεις του Jung, στην ουσία όμως με κάποιες φαινομενολογικές διερευνήσεις «βαθιών» πεδίων της συνείδησης που έγιναν δυνατές αργότερα στον αιώνα μας, εν πολλοίς με τη βοήθεια της χρήσης ψυχοτρόπων όπως η μεσκαλίνη και το LSD-25. Στο κεφάλαιο που ασχολείται με το μυστικισμό, άλλωστε, ο William James έχει τη διορατικότητα να επισημάνει τη συγγένεια της τυπικής εκστατικής εμπειρίας των μυστικών με «τη συνειδητότητα που παράγουν οι τοξικές ουσίες και τα αναισθητικά, ιδίως το οινοπνευματώδες ποτό» (165) - και ήταν ο πρώτος που επρόκειτο να κάνει έναν συσχετισμό ο οποίος, για ορισμένους τουλάχιστον, θα γινόταν κοινότοπος μισόν αιώνα αργότερα. Τέλος, στο κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στη θρησκευτική φιλοσοφία ο William James προβαίνει σε μια υποδειγματική συνόψιση των αρχών του πραγματισμού δείχνοντας ότι κάθε δογματική βεβαιότητα περί του Θεού και των ιδιοτήτων του είναι απολύτως αθεμελίωτη και απολύτως άχρηστη στο θρησκευόμενο πνεύμα: το μόνο που μετράει, ακόμα μία φορά, είναι η άμεση, απτή, μη αναγώγιμη σε ορθολογικές εξηγήσεις ποιότητα του βιώματος.
Από την αρχή ώς το τέλος του βιβλίου ο συγγραφέας διανθίζει τις πραγματεύσεις του με εκτεταμένες παραθέσεις κειμένων τα οποία τεκμηριώνουν, φαινομενολογικά θα έλεγε κανείς, την πραγματικότητα για την οποία μιλάει. Τα κείμενα αυτά ανήκουν σε επώνυμα πρόσωπα -συγγραφείς μυστικούς, ιδρυτές θρησκευτικών αιρέσεων και κινημάτων- αλλά και σε ανωνύμους, κείμενα που σε άλλα συμφραζόμενα θα συνιστούσαν απλώς κοινό κλινικό υλικό. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς τη μεταφραστική δυσκολία που παρουσιάζει ένα τέτοιο έργο αν σκεφτούμε την περίπλοκη και κάπως αρχαΐζουσα αγγλική που χρησιμοποιεί ο James, το οποίο εν προκειμένω επιδεινώνεται από την τεράστια ποικιλομορφία και ετερογένεια των παραθεμάτων του. Δυστυχώς η συγκεκριμένη μετάφραση («αναθεωρημένη» από τον επιμελητή, όπως γράφει, πράγμα που μεταθέτει αυτομάτως σε αυτόν το κύριο βάρος της ευθύνης) δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει το δύσκολο καθήκον της: χωρίς να είναι νοηματικά εσφαλμένη, σε αδρές τουλάχιστον γραμμές, παρουσιάζει τη μορφή ενός πρόχειρου πρώτου σχεδιάσματος, με επανειλημμένα αδέξιες, προβληματικές ή αδόκιμες διατυπώσεις στα ελληνικά, που μοιάζει να απαιτεί συστηματική δουλειά επιμέλειας πριν βγει στη δημοσιότητα. Δεν έχουμε το χώρο εδώ να συζητήσουμε ειδικά παραδείγματα (κάτι που, παρεμπιπτόντως, θα ήταν εξαιρετικά διδακτικό), όμως μια απλή ανάγνωση αρκεί για να δείξει αυτό που εννοούμε. Θα είμαστε περίεργοι, πάντως, να δούμε αυτή τη μετάφραση πριν από την «αναθεώρησή» της.
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/03/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις