0
Your Καλαθι
Φιλοσοφικές έρευνες και μεταφυσικές εικασίες
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Αναζήτηση μιας ηθικής του παρόντος και του μέλλοντος, προβληματική των θεμάτων της νεώτερης και πιο πρόσφατης εποχής, φιλοσοφική βιολογία και ανθρωπολογία, κριτική της επιστήμης, τεχνική και ηθική: οι φιλοσοφικές έρευνες του μεγάλου Γερμανοεβραίου φιλοσόφου συγκεντρωμένες σε έναν τόμο, συνοδευόμενες από τις μεταφυσικές του εικασίες: «προσπάθεια ψηλάφησης» μεν, όπως ισχυρίζεται, ζωτική ωστόσο, καθώς «... για τη βάση του αληθινού ανρθώπου και του δέοντος του ανθρώπου μας διδάσκει κυρίως η μεταφυσική με όλη την εντελώς διαφορετική, μη φαινομενολογική, αλλά οντολογική γνώση για την ουσία του ανθρώπου.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ακολουθώντας τις δραματικές εξελίξεις της σύγχρονης επιστήμης και της τεχνικής, οι αντιλήψεις μας σχετικά με τις έννοιες της «φύσης», της «ζωής», της «συνείδησης», του «οργανισμού», κ.ο.κ. μετασχηματίζονται διαρκώς, και ραγδαία, εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα. Οι άμεσες διακινδυνεύσεις που συνεπάγονται για τα ανθρώπινα και τα φυσικά βιοσυστήματα οι συγκεκριμένες κοινωνικές χρήσεις της επιστήμης, και πολύ περισσότερο της τεχνικής, εντείνουν αυτόν το θεωρητικό προβληματισμό και, από μία άποψη, ο αναπροσδιορισμός τέτοιων κρίσιμων εννοιών μοιάζει σήμερα να επιβάλλεται υπό την απειλή μιας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης. Ο Hans Jonas, Γερμανός ιουδαϊκής καταγωγής φιλόσοφος που προέρχεται από τη φαινομενολογική-χαϊντεγκεριανή παράδοση, γνωστός παλαιότερα από τις θρησκειοϊστορικές μελέτες του πάνω στο Γνωστικισμό αλλά και από το θεμελιώδες έργο του Η αρχή της ευθύνης, είναι από εκείνους που συνέβαλαν αποφασιστικά στην ανάδειξη ενός πεδίου συζήτησεων το οποίο σήμερα είναι ευρύτατα γνωστό ως «περιβαλλοντική ηθική».
Ο τόμος αυτός, που είναι και η πρώτη μετάφραση του φιλοσόφου στα ελληνικά, περιέχει τρία εκτενή δοκίμια της τελευταίας περιόδου της ζωής του, όπου συνοψίζονται με παραδειγματικό τρόπο όλα σχεδόν τα ζητήματα που κατά καιρούς απασχόλησαν τη σκέψη του. Το πρώτο -και ιδιαίτερα βαρύνον- είναι αυτό με τίτλο «Θεωρία του οργανισμού και ιδιαιτερότητα του ανθρώπου»: μια τολμηρή απόπειρα να αναπροσδιοριστεί φιλοσοφικά η σχέση του ανθρώπου με την προ-ανθρώπινη φύση. Αν υπάρχει κάτι που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε δυτικό κοσμοείδωλο, ως το κοινό έδαφος που μοιράζονται και επί του οποίου συνομιλούν η ιουδαιοχριστιανική θεολογία και η πλατωνική μεταφυσική, η καρτεσιανή οντολογία, ο γερμανικός ιδεαλισμός και η γνωσιοθεωρία της νεότερης επιστήμης, θα ήταν ακριβώς η ιδέα ότι η σχέση ανθρώπου και φύσης είναι ομόλογη με τη σχέση ελευθερίας και ετεροκαθορισμού. Δεν πρόκειται απλώς για μια τερατώδη πλάνη -που οπωσδήποτε σε ένα επίπεδο είναι- αλλά για κάτι πολύ περισσότερο: μια ιδεολογική παράσταση που σκοπό έχει, ακριβώς, να αποκρύψει τις πραγματικές στρατηγικές εργαλειοτεχνικής καθυπόταξης και εντατικής εκμετάλλευσης που θα ανέπτυσσε αυτός ο πολιτισμός εναντίον της φύσης. Η αξία του εγχειρήματος του Jonas έγκειται στο ότι, χωρίς να βλέπει την πολιτική διάσταση του ζητήματος που διατύπωσα μόλις παραπάνω, καθαιρεί το μείζον αυτό δυτικό ιδεολόγημα στο επίπεδο μιας αυστηρά οντολογικής επιχειρηματολογίας.
Με λίγα λόγια, όλες οι ιδιότητες της ελευθερίας και του αυτοκαθορισμού που η παραδοσιακή οντολογία επιφύλαξε για τον άνθρωπο ή το «πνεύμα», ο Jonas θα δείξει ότι είναι ήδη παρούσες στο κεντρικό γνώρισμα της ζωής, το μεταβολισμό. Ο μεταβολισμός είναι ήδη μια εκ-στατική έξοδος της ύλης από τον εαυτό της, μια διαρκής αυτο-δημιουργία και μια νοηματοφόρα συνάντηση με ένα ζωτικό άλλο· ταυτόχρονα, βεβαίως, αυτό το οντολογικό «άνοιγμα» της ζωικής ουσίας θέτει εν αμφιβόλω τον εαυτό της και αναλαμβάνει τους κινδύνους μιας διαρκούς αβεβαιότητας και την επικρεμάμενη δυνατότητα του θανάτου. Η αισθανόμενη ουσία, σε όλες τις βαθμίδες ανάπτυξής της, είναι λοιπόν μια σπερματική μορφή συνείδησης· εκείνο που χαρακτηρίζει ειδικώς τον άνθρωπο είναι η ανάπτυξη μιας συμβολικά μεσολαβημένης αυτοσυνειδησίας, και αυτή αποκρυσταλλώνεται στην τριπλή διαμεσολάβηση του τάφου, του εργαλείου και της εικόνας (η «εικόνα», όπως καταλαβαίνει κανείς, εκπροσωπεί εδώ τη ριζική δυνατότητα της γλώσσας). Το δοκίμιο θα καταλήξει με έναν στοχασμό πάνω στην πράξη της κατανόησης (μια κρίσιμη όψη της οποίας είναι και η διαπολιτισμική κατανόηση) ως ενεργοποίηση βιωματικών δυνατοτήτων που είναι κοινές ανάμεσα σε αισθανόμενα όντα, και με λίγες ηθικού χαρακτήρα σκέψεις γύρω από την ανάγκη να αποδεχθεί κάθε ατομικό ον τη θνητότητά του χάριν της ίδιας της συνέχειας και της ανανέωσης της ζωής.
Το δεύτερο δοκίμιο, που επιγράφεται «Οντολογία και ηθική», είναι μια ενδιαφέρουσα απόπειρα να θεμελιωθεί ο ηθικός αναλογισμός όχι σε ένα αφηρημένο ή αυθαίρετο δέον, αλλά στο ίδιο το είναι της ζωντανής ουσίας (και, ίσως, στο είναι εν γένει). Για τον Jonas υπάρχει ένα πρώτο και εγγενές «ρίζωμα» της αξίας, που είναι ακριβώς η αυτοβεβαίωση του υπάρχοντος και η αδιαπραγμάτευτη ανάγκη της διατήρησής του. Με αυτή την έννοια λοιπόν η ζωή είναι αυταξία, και σε αυτή την περίπτωση εννοούμε βεβαίως όλη τη ζωή. Η ελευθερία όμως που ανιχνεύσαμε στην καρδιά του ζώντος έχει ένα ανησυχητικό συμπλήρωμα: την ενδεχόμενη εξουσία του πάνω στις υπόλοιπες μορφές ζωής, εξουσία η οποία τις θέτει ενδεχομένως υπό διακινδύνευση. Εδώ ακριβώς εγείρεται για το φιλόσοφο το καίριο ζήτημα της ευθύνης, έννοια την οποία θα ορίσει ως ευθέως ανάλογη, και συμπληρωματική, της εξουσίας που ένα ον αναπτύσσει έναντι του συνόλου της ζωής. Το δοκίμιο τελειώνει επίσης με κάποιους ηθικούς αναστοχασμούς που αφορούν τον αυτοπεριορισμό των καταναλωτικών αναγκών και τους κινδύνους των γενετικών επεμβάσεων, σε τόνο που υποβάλλει σταθερά την κοινοτιστική καχυποψία έναντι του απεριορίστου των ατομικών ελευθεριών.
Το τελευταίο δοκίμιο είναι το περισσότερο εικοτολογικό απ' όλα κι έχει τον εύγλωττο τίτλο «Οι σκέψεις για τον Θεό δεν μπορούν να απαγορευθούν». Γελοιοποιώντας εύστοχα την επιστημονική έννοια της επαληθευσιμότητας εκεί που αυτή αξιώνει να προβληθεί ως υποκατάστατο της αλήθειας, θα δοκιμάσει να κατασκευάσει μια υποθετική θεολογία, του τύπου «με τι θα έμοιαζε ο Θεός εάν υπήρχε», ως αναγκαία γλωσσική μεταφορά προκειμένου να αναμετρηθεί κάποιος με τα έσχατα ερωτήματα της ύπαρξης. Εδώ ο φιλόσοφος υπεισάγει μια αναγνωρίσιμα ιουδαϊκή προβληματική του ερωτήματος γύρω από το κακό, στην ειδική μορφή τού ποια θεολογία είναι ακόμα δυνατή μετά το Αουσβιτς. Ο υποθετικός Θεός που φαντάζεται ο Jonas πρέπει κατ' ανάγκη να παραιτηθεί από το κατηγόρημα της παντοδυναμίας, πρέπει να κατανοείται ως Θεός πάσχων και ατελής, που σημαίνει, επίσης, γινόμενος: ένας Θεός ο οποίος στην πράξη της δημιουργίας εκχώρησε πραγματικά τη δύναμή του στο δημιούργημά του και παραμένει εξαρτημένος κι εσαεί διακυβευόμενος από τις πράξεις του τελευταίου. Ξανασυναντάει λοιπόν μια παλαιά καβαλιστική διδασκαλία, οπωσδήποτε ανορθόδοξη, τη διδασκαλία του τσιμσούμ, που σημαίνει τον αυτοπεριορισμό και την αυτοπεριστολή του πρωταρχικού Ενός μέσα στην εναρκτήρια πράξη της κοσμογονίας. Εύκολα καταλαβαίνει κανείς τις ηθικές συνεπαγωγές μιας τέτοιας υπόθεσης· το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι ο Jonas παίρνει μαζί με την υπόθεσή του και όλο τον υπόρρητο μονισμό του ανορθόδοξου μυστικισμού, τον οποίο -σε σύγχρονη πλέον γλώσσα- θα μεταφράσει σε επιχείρημα υπέρ της αποκλειστικά υλικής γένεσης του κόσμου. «Πνεύμα», στο σημερινό επιστημονικό ιδίωμα, σημαίνει κατεξοχήν «πληροφορία», και κάθε κωδικοποίηση πληροφορίας προϋποθέτει οργάνωση των υλικών μορφών σε ένα επίπεδο που εξ ορισμού δεν μπορεί να προϋποτεθεί στις κοσμολογικές απαρχές. Αρα, όλα όσα ορίζει ο όρος «πνεύμα» στην πολιτισμική μας κληρονομιά πρέπει να εγγραφούν εξαρχής ως μία ριζική δυνητικότητα της ύλης -δυνητικότητα που η τελευταία ενδέχεται να πραγματώσει ή να μην πραγματώσει υπό κάποιες συνθήκες, οι οποίες με κανένα μέσο δεν είναι δύνατο να προεξοφληθούν.
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 21/02/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις