0
Your Καλαθι
Γιατί να διαβάζουμε τους κλασικούς
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Από τον Όμηρο στον Οβίδιο, από τον Ορλάνδο του Αριόστο μέχρι τον Ροβινσώνα Κρούσο του Ντιφόου, από την έννοια της πόλης στον Μπαλζάκ ως την έννοια της επανάστασης στον Πάστερνακ, και από τα λεκτικά παιχνίδια του Φλωμπέρ στις φορμαλιστικές ακροβασίες του Κενώ, μια μεγάλη, πολυποίκιλη πινακοθήκη της παγκόσμιας λογοτεχνίας περνάει μπροστά από το κριτικό αλλά και συναισθηματικό μάτι του Ίταλο Καλβίνο. Στα κείμενα αυτά που εκδόθηκαν μετά το θάνατό του, ο Ιταλός συγγραφέας ξαναδιαβάζει μερικούς από τους αγαπημένους του συγγραφείς και τους αναλύει όπως μόνο αυτός ξέρει: ως συγγραφέας, αλλά και ως κριτικός και ως φιλόσοφος και ως προσεκτικός αναγνώστης που επιμένει να διαβάζει τα κλασικά λογοτεχνικά έργα με τη δική του, πρωτότυπη και συχνά αιρετική, ματιά. Προκύπτει ένα βιβλίο απολαυστικό όσο και χρήσιμο -σπάνια θα βρει ο αναγνώστης τόσα επιχειρήματα για την ανάγκη να επιστρέφουμε κάθε τόσο στους κλασικούς, τους κλασικούς κάθε εποχής και κάθε λογοτεχνικού είδους.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πρόκειται για έναν τόμο στον οποίο η χήρα του Καλβίνο συγκέντρωσε μεγάλο μέρος από τα δοκίμια και τα άρθρα του για τους «δικούς του» κλασικούς, δηλαδή για τους συγγραφείς, τους ποιητές και τους επιστήμονες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο σε διάφορες περιόδους της ζωής του. Από τον 20ό αιώνα επέλεξε μόνο τα κείμενα που αναφέρονταν σε λογοτέχνες για τους οποίους ο Καλβίνο έτρεφε ιδιαίτερο θαυμασμό. Από τα τριάντα έξι κείμενα της ιταλικής έκδοσης, εκείνο στο οποίο αναλύεται η μετρική των οκτάστιχων του Μαινόμενου Ορλάνδου του Αριόστο, δεν μεταφράζεται για προφανείς λόγους. Η μετάφραση (από τα ιταλικά) του Ανταίου Χρυσοστομίδη έχει ακρίβεια αλλά και άνεση, αποτελώντας το ιδανικό ανάλογο του κριτικού λόγου ενός συγγραφέα που με τρόπο φυσικό μιλά για τη λογοτεχνία εκ περιουσίας.
Στο πρώτο κείμενο, που δίνει τον τίτλο του στον τόμο, ο Καλβίνο προσπαθεί να ορίσει το κλασικό. Δίνει συνολικά δεκατέσσερις ορισμούς που έχουν μεταξύ τους μια διαλεκτική σχέση, καθώς ο ένας αποτελεί συνέπεια ή επέκταση του άλλου. Το συνολικό σχήμα του σύνθετου πειραματικού ορισμού χαρακτηρίζεται από αντιδογματικότητα και από την αναγνώριση του κλασικού όχι στη βάση της διάκρισης των σπουδαίων συγγραφέων που θα συγκροτήσουν τον κανόνα αλλά από την παρουσία, σε κάποια έργα, σταθερών ιδιοτήτων που τους δίνουν εκείνη τη γενική σημασία που αποδίδουμε με το επίθετο «κλασικός». Οι ιδιότητες που αναφέρονται στη διάρκεια και τη διαχρονικότητα είναι σχετικά γνωστές: Κλασικά είναι τα βιβλία για τα οποία ακούμε συνήθως να λένε «Τα ξαναδιαβάζω» και όχι «Τα διαβάζω». Εκείνα που έχουν μια ιδιαίτερη δύναμη, την οποία πιθανώς δεν θυμόμαστε, αλλά που αφήνει το σπόρο της. Εκείνα που δεν παύουν να παράγουν νόημα, το οποίο εξελίσσεται με το πέρασμα του έργου μέσα από διαφορετικές κουλτούρες.
Εκεί που ο Καλβίνο πρωτοτυπεί είναι στις ιδιότητες που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της ιδιάζουσας σχέσης ανάμεσα στο κλασικό έργο και στην κριτική. Σύμφωνα μ' αυτή τη σχέση, το έργο προκαλεί αδιάκοπα έναν κονιορτό κριτικών αναλύσεων, τον οποίο όμως συνεχώς τινάζει από πάνω του, ενώ όσο περισσότερο πιστεύουμε πως το γνωρίζουμε τόσο περισσότερο αποκαλύπτει νέες, απροσδόκητες πλευρές του. Αυτή η ιδιάζουσα σχέση με την κριτική πρόσληψη θα μπορούσε ν' αποτελεί την ειδοποιό διαφορά του κλασικού έργου μόνο στην αντίληψη ενός ανθρώπου της λογοτεχνίας που δεν την προσεγγίζει από έξω αλλά από μέσα: είναι η αντίληψη του λογοτέχνη κριτικού και όχι του ακαδημαϊκού κριτικού. Και παρότι αρκετές πλευρές του σύνθετου ορισμού του κλασικού, ο οποίος επιχειρείται στο πρώτο κείμενο, δεν εφαρμόζονται στα κείμενα που ακολουθούν (και θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως προσπάθεια εφαρμογής σε συγκεκριμένα έργα), οι ιδιότητες του κλασικού που αφορούν τη σχέση του έργου με την κριτική επαναλαμβάνονται σταθερά.
Αυτό προφανώς συμβαίνει επειδή η προσέγγιση του Καλβίνο δεν είναι πολεμική. Δεν χρησιμοποιεί τη θεωρία ως όπλο, όπως κάνουν οι θεωρητικοί και οι κριτικοί που διεκδικούν μια θέση στον ακαδημαϊκό χώρο της θεωρίας, και που τηρούν μια επιθετική (που στην πραγματικότητα είναι αμυντική) στάση απέναντι στους άλλους κριτικούς αλλά ακόμη και απέναντι στο αντικείμενό τους: η θεωρία της λογοτεχνίας ή ο συγκριτισμός στα κείμενα του τόμου δεν αποτελούν την αφετηρία αλλά τη λογική έως και φυσική κατάληξη. Παρότι τα τριάντα πέντε κείμενα έχουν γραφτεί στη διάρκεια τριών δεκαετιών και για διαφορετικούς σκοπούς -ως εισαγωγές σε μεταφράσεις, ως διαλέξεις, ως δοκίμια- τα πιο σταθερά κοινά χαρακτηριστικά τους σχετίζονται με το σεβασμό και τη συμπάθεια με την οποία ο Καλβίνο προσεγγίζει τους συγγραφείς ως πρόσωπα. Οι συγγραφείς δεν αποτελούν γι' αυτόν πρόβλημα που πρέπει ν' αντιμετωπιστεί μέσω της ανάλυσης, αλλά ευκαιρία να τιμήσει κάποιες εκδοχές της ατομικότητας και να διερευνήσει τον τρόπο σκέψης τους από μέσα. Αυτή η «φιλική» εξέταση συχνά γίνεται εξαιρετικά ευαίσθητη, φτάνοντας σε επισημάνσεις με μεγάλη ερμηνευτική αποτελεσματικότητα, σχετικά με τη διαδικασία της λογοτεχνικής δημιουργίας και ειδικότερα με την αφηγηματική μέθοδο και την ανάδειξη του στοιχείου του παράδοξου στη σύνθεση της αφήγησης.
Η πολυμάθεια, επομένως, και η γραμματολογική γνώση του Καλβίνο δεν υπηρετούν την εξασφάλιση της υπεροχής του κριτικού λόγου απέναντι στο λογοτεχνικό, αλλά αξιοποιούνται πάντα για την ανάδειξη μιας προοπτικής που δεν είχε έως εκείνη τη στιγμή ανακαλυφθεί. Μόνο ένας μεγάλος συγγραφέας, που παράλληλα είναι μεγάλος κριτικός και δοκιμιογράφος, θα μπορούσε να διακρίνει στον Καντίντ του Βολτέρου όχι το φιλοσοφικό αφήγημα που μαγεύει ή τη σάτιρα που δίνει μορφή σ' έναν τύπο ηθικής και οπτικής του κόσμου, αλλά το ρυθμό μιας αφήγησης που κινεί τα αδύνατα σαν κλωστές πρόσωπα σε μια ελικοειδή κίνηση, και τα επιμηκύνει και τα συστρέφει σε μια σαραμπάντα. Να δει τον Ντιντερό ως πατέρα της σύγχρονης λογοτεχνίας, και να διαβάσει το Ζακ ο μοιρολάτρης σαν αντιμυθιστόρημα, μεταμυθιστόρημα και υπερκειμενικό μυθιστόρημα, μέσα στο οποίο μετασχηματίζεται η σχέση αναγνώστη-βιβλίου από παθητική αποδοχή σε συνεχή διάλογο. Να δει τον Φεραγκούς του Μπαλζάκ σαν προσπάθεια μετατροπής μιας πόλης σε μυθιστόρημα, σαν προσπάθεια αναπαράστασης των συνοικιών και των δρόμων ως προσώπων που έχουν διαφορετικό χαρακτήρα. Να δει στη δομή των Μεταμορφώσεων του Οβιδίου να εμπεριέχεται το μοντέλο ή τουλάχιστον το πρόγραμμα του πιο απόλυτου και του πιο ψυχρού Ρομπ-Γκριγιέ. Να θεωρήσει τη Λάρα και όχι τον Ζιβάγκο ως επίκεντρο του μυθιστορήματος του Πάστερνακ Δόκτορ Ζιβάγκο, να διαβάσει μέσα στην Οδύσσεια πολλές οδύσσειες και να αναγνωρίσει στον Σιρανό ντε Μπερζεράκ τον πρόδρομο των σύγχρονων συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας, Με τις κριτικές του επίνοιες, ο Καλβίνο αναδεικνύεται σ' έναν συγγραφέα του οποίου η κριτική είναι τόσο δυνατή και μοναδική όσο και το λογοτεχνικό έργο του, αποτελώντας μια περίπτωση ανάλογη μ' εκείνη του Λόρενς, του Ναμπόκοφ και του Μπόρχες.
Μόνο ένας διφυής συγγραφέας αυτού του μεγέθους θα μπορούσε να αναγνωρίσει ως μία από τις ιδιότητες του κλασικού εκείνη που το καθιστά ένα προσωπικό σημείο αναφοράς, που σε σχέση ή σε αντιπαράθεση μ' αυτό κατορθώνεις να ορίσεις τον εαυτό σου. Αυτός είναι ένας «αυτοβιογραφικός» κλασικός που, πέρα από την πολυτιμότητά του στη διαμόρφωση ενός συγγραφέα, είναι χρήσιμος και στους μελετητές του, επειδή μέσα από τη βιβλιοθήκη του είναι δυνατό να σχηματιστεί η εικόνα των επιρροών που έχει δεχτεί, οι οποίες δεν μας ενδιαφέρουν αυτές καθεαυτές (εκτός αν πάσχουμε από το σύνδρομο του παρωχημένου συγκριτολόγου), αλλά ως η περιοχή μέσα από την οποία ο συγγραφέας έκανε τις επιλογές που καθόρισαν την ποιητική του.
Ο κατάλογος των ιδιοτήτων που κάνουν ένα έργο κλασικό ολοκληρώνεται μ' εκείνες που προσδιορίζουν τη σχέση του έργου όχι πλέον με την κριτική αλλά με την πραγματικότητα: κλασικό είναι εκείνο που έχει την τάση να εκτοπίζει την πραγματικότητα στη θέση ενός μακρινού θορύβου, ενώ ταυτόχρονα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτόν το μακρινό θόρυβο. Ο Καλβίνο έχει επίγνωση του γεγονότος πως η ανάγνωση των κλασικών δείχνει να αντιφάσκει με τους σημερινούς ρυθμούς της ζωής, που δεν προσφέρει την ανάσα του ουμανιστικού otium, αλλά και με τον εκλεκτικισμό της κουλτούρας μας, που δεν θα ήταν σε θέση να συντάξει έναν κατάλογο των κλασικών που θα ταίριαζε στην περίπτωσή μας. Ετσι, καθώς οι παλιοί τίτλοι αποδεκατίζονται ενώ οι καινούργιοι πολλαπλασιάζονται, δεν απομένει παρά να εφεύρουμε ο καθένας μας την ιδεατή βιβλιοθήκη των κλασικών του. Αυτή η βιβλιοθήκη, προτείνει ο Καλβίνο, θα πρέπει να περιλαμβάνει κατά το ήμισυ βιβλία που έχουμε διαβάσει και είχαν σημασία για μας, και κατά το ήμισυ βιβλία που θέλουμε να διαβάσουμε επειδή πιστεύουμε πως θα έχουν σημασία για μας. Ολοκληρωμένη, ωστόσο, θα ήταν αυτή η ιδεατή βιβλιοθήκη, αν διέθετε ένα ελεύθερο μικρό μέρος, στο οποίο θα φιλοξενηθούν οι εκπλήξεις και οι περιστασιακές ανακαλύψεις.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/11/2003
Κριτικές
04/08/2023, 20:01