0
Your Καλαθι
Μικρό ημερολόγιο συνόρων
Περιγραφή
Το σύνδρομο των συνόρων είναι ένα είδος "αρρώστιας", που δεν υπάρχει καν στον κατάλογο των αναγνωρισμένων ψυχικών διαταραχών. Το στοχαστικό αυτό μυθιστόρημα μιλά ακριβώς για την αρρώστια αυτή. Με δυο διαφορετικές αφηγηματικές φωνές, μιλά για τα σύνορα του ολοκληρωτισμού, της φυγής, της ενοχής, του έρωτα, της προδοσίας, της συνύπαρξης, της άδειας παραμονής. Γεφυρώνει το ατομικό με το συλλογικό, δίνοντας φωνή σ' όλους τους μετανάστες που θωρακίστηκαν στη σιωπή τους.
Στο "Μικρό ημερολόγιο συνόρων" δε συμβαίνει τίποτα το ιδιαίτερο -και ταυτόχρονα συμβαίνουν τα πάντα. Ο πρωταγωνιστής αφηγείται τις εφτά πρώτες μέρες μιας παρέας Αλβανών μεταναστών στην Ελλάδα στις αρχές του '90. Είναι μια αφήγηση όπου το δράμα και η τραγωδία συνυπάρχουν με το μαύρο χιούμορ και τη λυτρωτική αυτοειρωνεία. Ένα μυθιστόρημα που μας θυμίζει επιπλέον πως σε αυτό τον κόσμο είμαστε όλοι μετανάστες, με μια προσωρινή άδεια παραμονής πάνω σε αυτή τη γη, αθεράπευτα περαστικοί.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Γκαζμέντ Καπλάνι γεννήθηκε το 1967 στη Λούσνια της Αλβανίας και τον Ιανουάριο του 1991, εδώ και δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, πέρασε τα σύνορα με την Ελλάδα, όπου και καταπιάστηκε με όλες εκείνες τις δουλειές με τις οποίες οφείλει να καταπιαστεί ένας μετανάστης αν θέλει να επιβιώσει. Ταυτόχρονα, όμως, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πήρε διδακτορικό από το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Περνώντας τα σύνορα για να μπει στη χώρα μας, ο Καπλάνι ένιωσε πως η ύπαρξή του σημαδεύτηκε μια για πάντα και με έναν απολύτως καθοριστικό τρόπο από αυτή τη μετακίνηση.
Αν για τον Κλαούντιο Μάγκρις (όπως τον ξέρουμε από τον «Δούναβη» και τους «Μικρόκοσμους») τα σύνορα είναι μια λεπτή και ευμετάβλητη γραμμή, η οποία δύσκολα μπορεί να διαχωρίσει τις κουλτούρες και τις ταυτότητες που την υπερκαθορίζουν, για τον Καπλάνι η έννοια των συνόρων συλλαμβάνεται και σχηματίζεται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Τα σύνορα στη δική του συνείδηση αποτελούν έναν πανύψηλο και απολύτως συμπαγή τοίχο, ο οποίος είτε οριοθετεί μιαν εφιαλτικών διαστάσεων φυλακή (αν τον κοιτάζει κανείς από μέσα) είτε αποκαλύπτει έναν αχανή χώρο ελευθερίας (μόνο για όσους καταφέρουν να αποκτήσουν το προνόμιο να τον παρατηρούν απ' έξω). Οπως πολύ χαρακτηριστικά γράφει ο Καπλάνι στις πρώτες κιόλας αράδες του βιβλίου του: «Το να αγγίζεις τα σύνορα μιας χώρας υπό ολοκληρωτικό καθεστώς, όπως ήταν η Αλβανία μέχρι το 1991, και προπαντός να τα περνούσες, ισοδυναμούσε είτε με θαύμα είτε με θανάσιμη αμαρτία. Εκείνοι που έπαιρναν την άδεια να τα περάσουν ήταν λιγοστοί. Ηταν οι τυχεροί. Από μας τους υπολοίπους, την πλειονότητα δηλαδή, θεωρούνταν άνθρωποι που κουβαλούσαν μέσα τους κάτι το εξαιρετικό -κάτι από το μυστήριο των εξωγήινων. Εμείς οι άλλοι ήμασταν απλώς καταδικασμένοι να κάνουμε εικασίες γι' αυτό που υπήρχε πέρα από τα σύνορα... 'Η και να σκοτώνουμε στο μυαλό μας την απλή ιδέα ότι πέρα από δω ο κόσμος συνεχίζεται...»
Από το σκοτάδι και τη φτώχεια στον πλούτο και στα φώτα
Ο κόσμος, βέβαια, συνεχίστηκε τόσο για τον Καπλάνι όσο και για όλους όσοι βρέθηκαν μαζί του στην Ελλάδα τότε, αλλά και τα επόμενα χρόνια, μέχρι και σήμερα. Πώς, ακριβώς, όμως, συνεχίστηκε αυτός ο κόσμος; Σίγουρα, όχι με τους καλύτερους όρους. Το «Μικρό ημερολόγιο συνόρων» αποτελεί μια πυκνή και κάθε άλλο παρά συναισθηματικά παραφουσκωμένη, όπως κάλλιστα θα μπορούσε να συμβεί σε μια τέτοια περίσταση, εξιστόρηση της συνέχειας που γνώρισαν οι Αλβανοί μετανάστες όταν άφησαν την καταπιεστική και πάμφτωχη πατρίδα τους για να έρθουν στο γεμάτο πλούτο και φώτα καπιταλιστικό κέντρο των Βαλκανίων. Η αφήγηση στο βιβλίο του Καπλάνι κινείται σε δύο επίπεδα: στο πρώτο επίπεδο, τυπωμένο με πλαγιογράμματους χαρακτήρες, ο χρόνος της αναφοράς είναι ιστορικός και ανακαλεί τις πρώτες ημέρες της παραμονής του αφηγητή στην Ελλάδα. Στο δεύτερο επίπεδο, τυπωμένο με κανονικούς χαρακτήρες, ο λόγος αποβάλλει το πρώτο ενικό της μνήμης και της εξομολόγησης και τείνει προς ένα αφαιρετικότερο, δοκιμιακό (αν μπορώ να το πω έτσι) ύφος, μέσω του οποίου ο αφηγητής επιδιώκει να μετατρέψει τη ζωική του εμπειρία (την τόσο πικρά και σκληρά κερδισμένη) σε στοχασμό για την τύχη τού μετανάστη και τη συχνά εντελώς παράλογη και αδιέξοδη τροχιά της.
Ποια είναι η μοίρα που επιφυλάσσεται στο μετανάστη στη Ελλάδα (ο Καπλάνι δεν ξεχνά πως οι Ελληνες βρέθηκαν στη θέση του πριν από μια πεντηκονταετία, αναζητώντας πόρους στην Ευρώπη, στη Βόρεια Αμερική ή στην Αυστραλία) ή σε οποιαδήποτε χώρα ικανή να απορροφήσει τη μετανάστευση; Ο μετανάστης θα πρέπει κατ' αρχάς να χρεωθεί όλα τα ποινικά παραπτώματα κάποιων συμπατριωτών του, που θα τον μετατρέψουν αυτομάτως σε αποδιοπομπαίο τράγο για τον οποιονδήποτε. Θα πρέπει, επίσης, ακολούθως, να υποστεί κάθε επαγγελματική ταπείνωση προκειμένου να εξασφαλίσει ακόμη και τα χρειώδη ενώ ακόμη κι αν μάθει στην εντέλεια τη γλώσσα του τόπου στον οποίο έχει αναζητήσει καταφύγιο, δεν θα πάψει ποτέ να νιώθει ξένος, απόβλητος και μόνος. Και θα φτάσει κάποτε στο σημείο να αποξενωθεί και από τα παιδιά του, που ενσωματωμένα για τα καλά στο σύστημα της χώρας υποδοχής δεν θα έχουν (ούτε θα κατορθώσουν εν ουδεμιά περιπτώσει να εννοήσουν και να καταλάβουν) τις δικές του φοβίες και ανασφάλειες.
Γνήσιος αυτοσαρκασμός
Το «Μικρό ημερολόγιο συνόρων» διαθέτει απέριττες διατυπώσεις, γνήσιο και σε ισχυρές δόσεις αυτοσαρκασμό, γοργή και λειτουργική εναλλαγή των δύο αφηγηματικών του επιπέδων και, πάνω απ' όλα, μεγάλη συγκινησιακή δύναμη και πειθώ. Στη λογοτεχνία της μετανάστευσης, όπως την έχουμε γνωρίσει μέχρι τώρα μέσα από τα βιβλία του Σωτήρη Δημητρίου, του Τηλέμαχου Κώτσια ή του Χρήστου Χαρτοματσίδη (για να μείνω σε τρία πολύ αντιπροσωπευτικά παραδείγματα), έρχεται τώρα να προστεθεί ένα έργο το οποίο έχει γραφεί στα ελληνικά από Αλβανό συγγραφέα.
Ξέρω πως η λογοτεχνία στην Αλβανία μόλις τώρα ξεκινάει την ανθηρή της πορεία, αλλά ο Καπλάνι δεν συνάπτει, ούτως ή άλλως, τον παραμικρό δεσμό με αυτήν. Ο Καπλάνι ζει στην Ελλάδα και, όπως κι αν έχουν τα πράγματα, μοιραζόμαστε μαζί του τις ίδιες παραστάσεις, τις ίδιες καταστάσεις και, πρωτίστως, την ίδια γλωσσική συνθήκη. Η παρουσία του, λοιπόν, στην πεζογραφία συνιστά ένα ζήτημα το οποίο μάς αφορά άμεσα και μένει να δούμε πώς θα εξελιχθεί στο μέλλον, καθώς κι αν θα παρακολουθήσουμε παρόμοιες εκδηλώσεις από τρίτους. Δεν υπάρχει, πάντως, αμφιβολία πως η αρχή γίνεται με τους πλέον ενθαρρυντικούς οιωνούς.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/07/2006
Κριτικές
10/05/2013, 15:55