Η δίαιτα της ύαινας

Μυθιστόρημα
110951
Συγγραφέας: Κάππα, Βασιλική
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Σελίδες:297
Ημερομηνία Έκδοσης:01/09/2000
ISBN:9789600328608


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Κριτική
Ένας ξεκαρδιστικός σεφ και μια εκκεντρική συντροφιά παχύσαρκων επιδίδονται σε γαστριμαργικά όργια μέχρι που η υγεία τους κλονίζεται. Αρχίζουν τότε μιά αγωνιώδη έρευνα προκειμένου να βρουν το μυστικό που αδυνατίζει και φάλαινα χωρίς την παραμικρή προσπάθεια... Μέσα από ένα αχαλίνωτο ταξίδι στην αίσθηση της γεύσης, οι ήρωες υφαίνουν τον ιστό της ιστορίας και ξορκίζουν το ακραίο πάθος τους για το φαγητό. Η ξαφνική απειλή του θανάτου τους σπρώχνει σ' έναν ίλιγγο απανωτών κορυφώσεων με απροσδόκητη πλοκή. Η ενδοσκόπησή τους, γεμάτη ανατρεπτικό χιούμορ και σασπένς, είναι ταυτόχρονα μύηση στο μυστηριακό κόσμο της αλληγορίας. Μετά από μιά αισθησιακή περιήγηση στις γαστριμαργικές συνήθειες των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων και μιά καλειδοσκοπική εξέταση του δυτικού πολιτισμού, καταλήγουν σε μιά απολαυστική ερμηνεία της παχυσαρκίας τους. «Πώς συνδέονται το στομάχι και η τέχνη, πότε το πάχος είναι δείγμα λεπτότητας, τι είναι το νοητικό στομάχι και γιατί το φαγητό είναι ανώτερο απ' τον έρωτα;» Η φλογερή επιθυμία για ζωή και ο επαναστατικός τους στοχασμός θα τους οδηγήσουν σύντομα στην αποκάλυψη μιας Αλήθειας τόσο καυστικής, που θα αλλάξει για πάντα τη θέση τους στη «διατροφική αλυσίδα» και θα απογειώσει τη φαντασία τους.



Μετά το πρόσφατο πάθημά μας να γεννηθεί στα καθ' ημάς ένα μαθηματικό μυθιστόρημα, είδος εκλεκτό που σπανίζει στην ευρωπαϊκή αγορά, και να μην το αντιληφθούμε αφήνοντας τη δόξα σε Αγγλους και λοιπούς Ευρωπαίους, οι οποίοι έδειξαν για ακόμη μία φορά ότι είναι περισσότερο ευαίσθητοι στις επιθυμίες του καταναλωτικού κοινού και δεινότεροι στην προώθηση των κατάλληλων προϊόντων, θα πρέπει να επιδεικνύουμε μεγαλύτερη σύνεση με όσα μυθιστορήματα εντάσσονται σε μια από τις ποικίλες εξαγώγιμες θεματικές λογοτεχνίες: παιδική, επιστημονικής φαντασίας, αστυνομική, πορνογραφική ή και πανεπιστημιακή. (Όσο για την καταχρηστική χρήση του όρου λογοτεχνία δεν θα πρέπει πλέον να ξενίζει, καθ' όσον προ πολλού γενικεύθηκε σε ψυχαγωγικά και μη αναγνώσματα.)


Δεν αποκλείεται μάλιστα να μπορούσαμε να διεκδικήσουμε μια από τις θεματικές λογοτεχνίες ως κατ' εξοχήν ελληνική και έτσι επιτέλους να απαλλαγούμε από τον αναχρονιστικό όρο της εντοπιότητας στον οποίον ορισμένοι παραμένουν πεισματικά προσκολλημένοι. Και για να τονίσουμε τη γηγενή προέλευση του εν λόγω ξέχωρου είδους θα ήταν ευκταίο να μην το αποκαλέσουμε λογοτεχνία της γεύσης ούτε της τροφής, όροι έτσι κι αλλιώς γενικοί και μάλλον ασαφείς, αλλά λογοτεχνία του δείπνου ή και της γαστρονομίας. Από τη «Νέα Κωμωδία» και τους δειπνογράφους των αλεξανδρινών χρόνων ώς «Το συναξάριον του στομάχου» του Μπάμπη Αννινου και τους νεότερους μυθιστοριογράφους, ο χώρος φαίνεται εκτεταμένος και προνομιακός, έτοιμος προς χαρτογράφηση. Πράγματι είναι απορίας άξιον πώς οι γηγενείς μελετητές τον αφήνουν βορά στους ξένους που ασχολούνται μετά μανίας περί την ιστορία της διατροφής και της γαστρονομίας στην Ελλάδα, όπως δείχνει και το θαυμάσιο σύγγραμμα του Α. Ντάλμπυ «Σειρήνεια δείπνα», που πρόσφατα μεταφράστηκε και στα ελληνικά (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης). Ακόμη όμως προλαβαίνουμε, καθώς οι ξένοι περιορίζονται προσώρας στην κλασική Ελλάδα και στη Ρώμη.


Πρόσφατο απόκτημα της ντόπιας γαστρονομικής λογοτεχνίας το μυθιστόρημα της πρωτοεμφανιζόμενης Β. Κάππα, που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2000 και ακόμη βρίσκεται στην πρώτη έκδοση, σε αντίθεση με το προηγούμενο γαστρονομικό μυθιστόρημα, πριν από πέντε χρόνια, το «Γιάντες», της επίσης πρωτοεμφανιζόμενης τότε στον χώρο του μυθιστορήματος Α. Μιχαλοπούλου, το οποίο από μιας αρχής έδειξε ότι διαθέτει τη στόφα του μπεστ σέλερ. Μήπως το μυθιστόρημα της Β. Κάππα αδικήθηκε από την ολοένα διογκούμενη μυθιστορηματική παραγωγή; Ας το διαβάσουμε, αν και μία ή περισσότερες κριτικές από τους αυτόχθονες δεν έβγαλαν μέχρι σήμερα κανένα αριστούργημα από την αφάνεια.


Παρατηρούμε ότι διαχρονικά το είδος της γαστρονομικής λογοτεχνίας αποκλίνει μάλλον προς τη σάτιρα, αν και διαθέτει ένα δεύτερο ισχυρό πόλο στην περιοχή των ιδεών, καθόσον φιλοσοφικοί ως και φιλοσοφίζοντες διάλογοι αφθονούν κατά τα συμπόσια. Η Β. Κάππα, παρ' όλο που οι βουλιμικοί ήρωές της περιγράφονται ως γίγαντες α λα Ραμπελέ, φθάνοντας το σωματικό βάρος των 450 κιλών, δεν δείχνει σατιρικές τάσεις αλλά μάλλον στοχαστική διάθεση με διόλου ευκαταφρόνητο αποτέλεσμα.


Στο μυθιστόρημα, η συντροφιά των πλούσιων παχύσαρκων δεν είναι λαίμαργη, αλλά φαίνεται να πάσχει από την εμμονή της νοητικής πείνας, που σκιαγραφείται ως η απώτερη έκφραση του αρχέγονου ενστίκτου του ανθρώπου να υπερβεί τα όρια. Ο κεντρικός ήρωας, προικισμένος με ιδιαίτερες δημιουργικές ικανότητες, θα μπορούσε να γίνει ζωγράφος ή ποιητής, η συγκυρία όμως το έφερε να καταλήξει ένας ταλαντούχος δημιουργός γεύσεων προς ίδιαν απόλαυση. Τριτοπρόσωπη η αφήγηση, παραμένει, ως επί το πλείστον, πιστή στην οπτική αυτού του χαρισματικού τύπου καθώς αναμετριέται με το πάθος του αρνούμενος να βρει νόημα ύπαρξης σε μια ασκητική ζωή. Κυριολεκτικά παλεύει με τον χάροντα, σε μια προσπάθεια να τιθασεύσει την «ύαινα» της γαστριμαργίας.


Ενώ επικρέμαται η απειλή της καρδιακής προσβολής, ζητεί σωτηρία στις κοσμοθεωρίες της Δύσης. Αυτός ο οιστρηλατούμενος από την ηδυπάθεια της γεύσης θίασος, που ακολουθεί τον κεντρικό ήρωα στην κραιπάλη, δοκιμάζει τις ποικίλες τεχνικές απεξάρτησης ή και παραπλανητικά επινοήματα: την έμμεση των Ρωμαίων, τη φροϋδική υποκατάσταση μιας εξάρτησης από άλλη, λιγότερο νοσηρή, μέχρι τη χημική παρέμβαση στον μεταβολισμό.


Εις μάτην· η λύση δεν βρίσκεται στον ευρωπαϊκό ορθολογισμό αλλά στις πρωτόγονες δοξασίες, κατά τις οποίες εντός του ατόμου υπνώττουν τεράστιες ψυχοπνευματικές ικανότητες. Ένας ιδιοφυής ο ήρωας, θα υπερβεί την αδυναμία του πάθους μετατρέποντας τη διαστροφική ενέργεια σε πηγή καλλιτεχνίας.


Μεταξύ πραγματικότητας ­όλα συμβαίνουν κάποτε στην πόλη των Αθηνών, αν και το τέλος γράφεται στην επίφοβη και παραδείσια Νιγηρία­ και παραισθητικών οραμάτων, η Β. Κάππα κατορθώνει, με την ευρηματική συρραφή δάνειων μύθων και οικείων αλληγοριών, να φτιάξει ένα μυθιστόρημα με σασπένς, τουλάχιστον από μια ορισμένη σελίδα και ύστερα. Για την ατονία των πρώτων σελίδων μάλλον φταίει η έμπνευση της συγγραφέως να ακολουθήσει τη δομή των ιπποτικών μυθιστορημάτων, προπαντός του «Γαργαντούα», και να ξεκινήσει από την προϊστορία του ήρωα και τα νεανικά του χρόνια.


Κεντρικό τμήμα του μυθιστορήματος καταλαμβάνει ένα ρωμαϊκό δείπνο, που ετοιμάζεται με πρότυπο το κατά Πετρώνιο δείπνο του Τριμαλχίωνα. Όταν όμως η συγγραφέας αναμειγνύει τη γαστριμαργία με σεξουαλικές καταχρήσεις, εμφανίζεται μάλλον συγκρατημένη στα ενίοτε στενά όρια της κοσμιότητας. Εν τούτοις, εκμεταλλεύεται δημιουργικά τη βαθύτερη ομοιότητα του κλειτοριδικού οργασμού με την απόλαυση της στοματικής κοιλότητας· για τον γευσιλάτρη και το θήλυ, ο στόμαχος και ο κόλπος, αντιστοίχως, είναι πρόξενοι μόνο δεινών.


Αυτή η ψυχολογική εμβάθυνση του γαστρίμαργου γίνεται με φροντισμένο λεκτικό, που καταλήγει περίτεχνο, όταν η συγγραφέας αναπαριστά την τελετουργία της προετοιμασίας ενός δείπνου και της επακόλουθης συνεύρεσης. Γόνιμη στις περιγραφές φαγητών, που έχουν την επιπλέον αρετή ­αν το μυθιστόρημα προωθηθεί στην ευρωπαϊκή αγορά όπως του αξίζει­ να διαφημίζουν και ντόπιες λιχουδιές.

ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 14-04-2001

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!