Ο κρότος του χρόνου ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
50%
Περιγραφή
Δέκατο έκτο βιβλίο ενός δημιουργού που γνωρίζει γράμματα, κι αυτή τη γνώση του τη διαχέει παντού: προπαντός στη διεύθυνση του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης. Ομως, ποτέ δεν έπαψε να επιστρέφει στους δρόμους Ατθίδων, Εσπερίδων, Χαροκόπου, Ρήγα Φεραίου, Ιωάννου Μεταξά, στο υπέροχο, καθότι αυτοβιογραφικό, ειλικρινές ποίημα που αρχίζει με τον στίχο: «Και να, το σπίτι πάνω από το φούρνο». Ο «Κρότος του χρόνου» είναι ένας φόρος τιμής στην έννοια της νοσταλγίας, αλλά και η νοσταλγία ως λίκνισμα στη μνήμη της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Στα πενήντα πέντε του δεν θέλει να ξεπουλήσει τον παλαιό του εαυτό, γιατί πλέον ο χρόνος μετράει αντίστροφα και δεν υπάρχει η πολυτέλεια ότι το αύριο θα επιβραβεύσει ακόμη και το λάθος σου. Καθαρότητα ζητάει κι αν την επιθυμεί πολύ, θα την έχει. Οι επιθυμίες μας πραγματοποιούνται όταν δεν διαπραγματευόμαστε το πιο φωτεινό κομμάτι του εαυτού μας.
Κριτική:
Ενα κρίσιμο μεταίχμιο
Από το παιχνίδι με το λογοτεχνικό παρελθόν σε ένα σύγχρονο, αλλά θαμπό εκφραστικό τοπίo
Είκοσι χρόνια συνεχούς ποιητικής δραστηριότητας κλείνει οσονούπω ο Διονύσης Καψάλης, που έχει κατά καιρούς συνδυάσει γόνιμα στον λόγο του τα πιο διαφορετικά υλικά: στοιχεία από τους γεννήτορες του ελληνικού υπερρεαλισμού, δίχως κανένα ελληνοκεντρικό ή ελληνολατρικό πρόσημο, συνταιριασμένα με νήματα της σεξπιρικής παράδοσης, ρίμες που παραπέμπουν στην ιστορία της σονετογραφίας, μπολιασμένες με κάτι από το ξεχωριστό ρεαλιστικό άρωμα του Φλομπέρ, αλλά και λαμπερά ξέφτια από τις πολύτροπες διαδρομές τις οποίες έχει διανύσει τους τελευταίους αιώνες ο λυρισμός τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Κέντρο της ποιητικής του Καψάλη στάθηκε επί μεγάλο διάστημα η συνομιλία με τους λογοτεχνικούς προγόνους: ένα αδιάκοπο παιχνίδι με τις ξεχασμένες ή τις παραμερισμένες φωνές του παρελθόντος, που κατάφερε να δώσει στον τόνο τους μια καινούρια, ριζικά διαφορετική διάσταση και στην παλιωμένη μουσική τους ένα ανανεωμένο, πρωτόγνωρο για τη ρυθμική συνθήκη της εποχής τους τέμπο. Οσο για τη θεματογραφία του, κινήθηκε κι αυτή στα περισσότερα βιβλία του σε πολλαπλά επίπεδα, συναιρώντας ερεθιστικά την αντίληψη των υπερρεαλιστών για το ανείπωτο θαύμα της ζωής με το ρομαντικό μοτίβο της εξύμνησης του κενού και του θανάτου ή συγχωνεύοντας τις ουράνιες, θεοτικές περιπλανήσεις του Ουίλιαμ Μπλέικ (για να πω ένα ονομαστικό παράδειγμα) με τα ξηρά, σχεδόν απανθρακωμένα τοπία της arte povera και των μεταμοντερνιστών κληρονόμων της.
Παρόρμηση για μια διέξοδο
Ο «Κρότος του χρόνου», όπως τιτλοφορείται η νέα ποιητική συλλογή του Καψάλη, δεν απέχει πολύ, τόσο ως ποιητικό κλίμα όσο και ως ψυχική στάση, από τα κεκτημένα των προηγούμενων προσπαθειών του: το άδειασμα της ύπαρξης από όλα τα ζωτικά της συστατικά σε ένα ποικιλοτρόπως κατακερματισμένο και βαριά σκοτεινιασμένο πεδίο, όπου κυριαρχεί εντυπωσιακά το αίσθημα της διάψευσης και της απώλειας, αντισταθμίζεται συχνά από μιαν εξαιρετικά ισχυρή παρόρμηση για μια λυτρωτική έξοδο από την απομόνωση και την ασφυξία, με απώτερο σκοπό την έξαρση και την ανάταση, ακόμη κι αν η έξαρση και η ανάταση μοιάζουν στοιχήματα εξαρχής ή και εκ των προτέρων υπονομευμένα και χαμένα. Ο ποιητικός ήρωας (ταυτισμένος καθ' ολοκληρίαν με το εγώ του ποιητικού αφηγητή) μπορεί να σκοντάφτει κάθε τόσο στις πιο απρόσμενες παγίδες και οδύνες, μπορεί, επιπροσθέτως, να παίζει το κεφάλι του κορόνα-γράμματα ως προς την ένταση με την οποία φροντίζει να φορτίσει τις αποβλέψεις του, μπορεί, ακόμη, να μπερδεύεται ξανά και ξανά μπροστά στον τρόπο με τον οποίο θολώνει αδιάκοπα ο ορίζοντας των προσδοκιών του, αλλά, στο τέλος, πάντα κάτι μένει, πάντα κάτι αποκαλύπτεται πως είναι σε θέση να φυλαχτεί και να διασωθεί, ώστε (ευχής έργον) να διατηρηθεί ως κόρη οφθαλμού για την επόμενη (σίγουρα επίπονη) αναμέτρηση.
Αν, όμως, ο Καψάλης μένει λίγο - πολύ σταθερός στους θεματικούς προσανατολισμούς του, είναι φανερό πως δεν θέλει να κάνει το ίδιο και με τη στιχουργική τεχνική του. Εδώ γίνεται πολύ γρήγορα αντιληπτό ότι βρισκόμαστε παρασάγγας μακριά από συλλογές, όπως η «Αισθηματική αγωγή» του 1993 ή οι «Μέρες αργίας» του 1995 (για να αναφερθώ σε δύο πολύ χαρακτηριστικές περιπτώσεις), όπου το σονέτο του Πολυλά και του Καρυωτάκη ή του Εφταλιώτη και του Μαβίλη τροφοδοτεί με μια σπάνια ζωηράδα και αμεσότητα τον σύγχρονο ποιητικό λόγο, χωρίς και να τον μετατρέπει εξ αυτού σ' ένα κλειστό, ακαδημαϊκής τάξης εργαστήριο, στο οποίο έχουν μηδενιστεί το βάρος της ατομικής εμπειρίας και ο ούτως ή άλλος απαραίτητος (αν μπορούμε να ξέρουμε τι ακριβώς είναι απαραίτητο στην ποίηση) ρόλος του βιώματος.
Η απομάκρυνση από τη ρίμα
Δεν ξέρω αν φταίει η απομάκρυνση από την αυστηρή πειθαρχία την οποία εκ των πραγμάτων επιβάλλει η τήρηση του μέτρου και της ρίμας ή κάποια βαθύτερη διαταραχή στη γλώσσα και στην αρχιτεκτονική των ποιημάτων (στην ιστορία της ελληνικής ποίησης έχουμε δει πλήθος αποτυχίες κι άλλες τόσες επιτυχίες τόσο στη ρίμα όσο και στον ελεύθερο στίχο), αλλά η έκφραση του Καψάλη δυσκολεύεται πάρα πολύ να λειτουργήσει στον «Κρότο του χρόνου». Υπερβολικά χαλαρή και ασυντόνιστη, επιρρεπής συχνά (συχνότατα) στην κοινοτοπία και στο αυτονόητο, με άσκοπα υψηλούς τόνους, που επαναλαμβάνονται κατά ριπάς (με μια σχεδόν ακατανόητη συχνότητα), η ποιητική έκφραση της συλλογής καταλήγει σύντομα να γίνει το πιο ασήκωτο βαρίδι της: βαρίδι το οποίο αυξάνει θεαματικά τη βλαπτική του επίδραση όταν στον στίχο του παίρνουν το πάνω χέρι οι στοχαστικές ρήσεις και οι δοκιμιακές διατυπώσεις, που διαλύουν την όποια ατμόσφαιρα έχει προλάβει (αν έχει όντως προλάβει) να δημιουργηθεί. Κατάπληξη, επίσης, προκαλεί η κατά τόπους διάθεση του Καψάλη για τον σχηματισμό μιας λαϊκής ανθρωπογεωγραφίας, που με τον μελοδραματικό της τονισμό (ή μάλλον παρατονισμό) εντείνει το αδιέξοδο.
Θα μπορούσε, ίσως, κανείς να αντιτείνει σε τέτοιου τύπου ενστάσεις πως ο ποιητής έχει επιδιώξει να εξασφαλίσει στον «Κρότο του χρόνου» μια μεγαλύτερη μερίδα για την εξομολόγηση και το συναίσθημα, βάζοντας εσκεμμένα σε δεύτερη μοίρα τη φαντασία και το φιλέρευνο της τεχνοτροπίας του. Κακά, όμως, τα ψέματα: οι πάντες ξέρουμε (και ο Καψάλης, νομίζω, περισσότερο απ' όλους) πως η έκφραση κάνει (και φτιάχνει) το αίσθημα. Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος για τον οποίο το αίσθημα στο βιβλίο του είναι τόσο προφανές και τόσο αχαλιναγώγητο, τόσο μεγαλοπρεπές σε έκταση και τόσο συρρικνωμένο σε ουσία. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο «Κρότος του χρόνου» αντιπροσωπεύει ένα κρίσιμο μεταίχμιο στη μέχρι τώρα πορεία του ποιητή, σηματοδοτώντας μιαν ανησυχητική κάμψη και φέρνοντας στην επιφάνεια, περιττό να το αναφέρω, μιαν εξίσου ανησυχητική αμηχανία.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/09/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις