0
Your Καλαθι
Η διάρκεια του υπερρεαλισμού
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Η προσέγγιση του υπερρεαλισμού από τον Πάνο Καραβία, έναν από τους πιο ενδιαφέροντες δοκιμιογράφους της γενιάς του '30, αντικατοπτρίζει το έγκαιρο ενδιαφέρον που είχε η ελληνική διανόηση, για το λογοτεχνικό και εικαστικό αυτό κίνημα. Στα τέσσερα δοκίμιά του, αφιερωμένα σε κρίσιμα σημεία της υπερρεαλιστικής ποιητικής, ο Καραβίας αναλύει το ιδεολογικό υπόβαθρο, την πολιτική δυναμική, όπως και τη στενή σχέση του κινήματος με την ψυχαναλυτική θεωρία του Φρόυντ.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Παρατηρητής εκ του σύνεγγυς και βαθύς γνώστης των μοντερνιστικών κινημάτων του Μεσοπολέμου ο Πάνος Καραβίας (1907-1985), έχοντας προσωπική γνωριμία με τον Αντρέ Μπρετόν, τον Φιλίπ Σουπό, τον Μαν Ρέη και άλλους πρωτεργάτες του υπερρεαλισμού, επιχειρεί μια νηφάλια, ιστορική, και σε βάθος προσέγγιση και εκτίμησή του, για να καταλήξει στην αποτίμηση της προσφοράς του στην ποίηση και στη ζωγραφική. Στο καθένα από τα τέσσερα κείμενά του, που συνθέτουν το ανά χείρας βιβλίο, καταπιάνεται με επιμέρους σημαντικά ζητήματα σχετικά με το υπερρεαλιστικό κίνημα αναζητώντας και περιγράφοντας τις κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες που συνέβαλαν στην εκδήλωση, στην ανάπτυξη και στην περαιτέρω πνευματική και καλλιτεχνική δραστηριότητα των εκφραστών του σε διάφορους τομείς της έκφρασης. Αναλύει το ιδεολογικό του υπόβαθρο, εξετάζει τους λόγους για τους οποίους συνέχισε και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο να διαδραματίζει, αμέσως ή εμμέσως, σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση αισθητικών αιτημάτων, αποτελώντας το συστατικό στοιχείο· τον προφανή ή συγκαλυμμένο κινητήριο μοχλό όλων σχεδόν των εκφάνσεων της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας.
Στα τρία πρώτα (δημοσιευμένα στην εφημερίδα Ασύρματος το 1940, λίγο πριν από την κήρυξη του πολέμου), ξεκινώντας από τη διαπίστωση της «τραγικής επικαιρότητας του σουρρεαλιστικού κινήματος που μας σταματά σήμερα» και με δεδομένο ότι «η νεότατη ελληνική ποίηση [...] επηρεάζεται περισσότερο ή λιγότερο στις πιο αξιοπρόσεχτες εκδηλώσεις της από το κίνημα το υπερρεαλιστικό. Ο Εμπειρίκος, ο Ράντος, ο Ελύτης, ώς ένα ορισμένο σημείο και ο Δρίβας» πραγματοποιεί μια άκρως κατατοπιστική, παρά τη συντομία της, ιστορική αναδρομή. Με δεδομένο ότι ο υπερρεαλισμός προήλθε από τα σπλάχνα του ντανταϊσμού (1916 και 1917), -απόδειξη ότι «τα ίδια πρόσωπα που είχαν πρωταγωνιστήσει στο ντανταϊστικό κίνημα πέρασαν από την άρνησή του στη λογοτεχνική και καλλιτεχνική θέση του υπερρεαλισμού» (Μπρετόν, Αραγκόν, Ελιάρ, Μαξ Ερνστ, Μαν Ρέι κ.ά.)-, ξεκινά απαριθμώντας τους βασικούς λόγους που ώθησαν τους αυτοαποκαλούμενους ντανταϊστές, σε μιαν Ευρώπη συγκλονισμένη εκ θεμελίων, να εκφράσουν τον αποτροπιασμό, τον πόνο και την απελπισία τους· πάνω απ' όλα, να αντιτάξουν στη ζωή και στην πραγματικότητα ένα κατεδαφιστικό των πάντων «όχι», δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση του υπερρεαλισμού- αυτά στο πρώτο κείμενο.
Στα επόμενα δύο κείμενα (δεύτερο και τρίτο), ο Πάνος Καραβίας παρουσιάζει με συντομία και ενάργεια τις βασικές αρχές του υπερρεαλισμού, όπως διακηρύσσονται από τον Μπρετόν στο πρώτο μανιφέστο (1924). Παρακολουθεί τους εκφραστές του στην αγωνιώδη αναζήτηση τρόπων φυγής από την αφόρητη αντικειμενική πραγματικότητα -«στην ουσιαστική ύπαρξη της οποίας άλλωστε δεν πιστεύουν»-, προκειμένου να ζητήσουν καταφύγιο στον κόσμο της ψυχής και των ονείρων, που πιστεύουν ότι βρίσκεται «έξω και υπέρ την πραγματικότητα». Το υποσυνείδητο αποτελεί γι' αυτούς το ακένωτο οπλοστάσιο, απ' όπου θα προμηθευτούν τα μέσα απόδρασης από τη μίζερη πραγματικότητα. Το οπλοστάσιο και ο παράδεισός τους· που για να τον γνωρίσουν οφείλουν να ανακαλύψουν διά της εμπειρίας τρόπους πρωτόγνωρους, ικανούς να τους απαλλάξουν από την τυραννία της συνείδησης, αφού σύμφωνα με τον Μπρετόν, ο υπερρεαλισμός είναι «καθαρός ψυχικός αυτοματισμός, που μ' αυτόν αποβλέπουμε να εκφράσουμε, είτε προφορικά είτε γραπτά είτε με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, την πραγματική λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης, σε απουσία κάθε ελέγχου που ασκεί το λογικό, μακριά από κάθε αισθητική ή ηθική προκατάληψη».
Ενισχυτικές των απόψεών του σχετικά με τη γένεση και την εξέλιξη του υπερρεαλιστικού κινήματος είναι και οι συχνές παραθέσεις καίριων αποσπασμάτων από βασικά θεωρητικά κείμενα, τα οποία συνθέτει με τέτοιο τρόπο, ώστε όχι απλώς να καταστήσει το επίκεντρο θέμα του προσιτό και στον ανεπαρκώς ή και καθόλου ενημερωμένο αναγνώστη, αλλά, όπως παρατηρεί ο Ζάχος Σιαφλέκης, να του δημιουργήσει και θετικά ερεθίσματα για μια περαιτέρω, ουσιαστικότερη, προσέγγιση. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνει στην άρση των αντιθέσεων και στην ταύτιση των αντιθέτων (όνειρο -πραγματικότητα, συνειδητό-ασυνείδητο κ.λπ.) που συντελέστηκε στους κόλπους του υπερρεαλισμού, με τη θεωρητική κάλυψη-τεκμηρίωση των προσωκρατικών φιλοσόφων -ιδίως του Ηράκλειτου. Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, το παρουσιάζει το τέταρτο κεφάλαιο-κείμενο του βιβλίου (γραμμένο και δημοσιευμένο στην εφημερίδα Ελευθερία το 1960), όπου, με εμβρίθεια και τόλμη, αναφέρεται στις σχέσεις του Φρόιντ με τα καλλιτεχνικά νεωτεριστικά κινήματα· επισημαίνοντας, όχι χωρίς κάποια απορία, την αρνητική του στάση απέναντι στον εξπρεσιονισμό και τον υπερρεαλισμό, τη στιγμή που οι υπερρεαλιστές «όριζαν τη διαδικασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας στα χνάρια της ψυχαναλυτικής θεωρίας».
Αναζητώντας τα βαθύτερα αίτια αυτής της στάσης, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Φρόιντ, πνευματικό τέκνο του επιστημονικού υλισμού του 19ου αιώνα, ήταν φυσικό να δυσανασχετεί «μπροστά στο φαινόμενο της αυτόματης καταγραφής και απεικόνισης του υπόγειου κόσμου του ασύνειδου χωρίς την παρέμβαση του οργανωτικού πνεύματος», αφού διακατεχόταν από προσχηματισμένες αντιλήψεις και ό,τι, πρωτίστως, επιζητούσε στο έργο τέχνης ήταν το «πνευματικό περιεχόμενο». Τον δικαιολογεί, ωστόσο, αναγνωρίζοντάς του το δικαίωμα να ενδιαφέρεται περισσότερο για τη λειτουργία και τους σκοτεινούς μηχανισμούς της ψυχής και λιγότερο για τα καλλιτεχνικά αποτελέσματα αυτής της «πρωτογενούς» λειτουργίας. Στην προσπάθειά του, μάλιστα,να διαγνώσει, να συγκεκριμενοποιήσει και να ερμηνεύσει τις όποιες επιφυλάξεις του «μεγάλου Βιεννέζου», επικαλούμενος κείμενα και συγγραφείς, γεγονότα και καταστάσεις, δείχνει την άνεση και την οικειότητα του ανθρώπου που γνωρίζει σε βάθος το αντικείμενό του και φανερώνει την πρόθεσή του να καταστήσει προσιτά, κατανοητά, σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, σοβαρά ζητήματα τέχνης και θεωρίας, επισημαίνοντας τη στενότατη σχέση ποίησης και ζωγραφικής στο πεδίο του μοντερνισμού και, ιδιαίτερα, του υπερρεαλισμού.
ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 17/08/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις