0
Your Καλαθι
Να δούμε ποιος θα φαγωθεί
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Eάν ο κόσμος μας είναι τσακισμένος, τότε και το μυθιστόρημα που θα επιχειρήσει να τον περιγράψει αμφισβητώντας τον πρέπει να είναι εξίσου κομματιασμένο. O αφηγητής αυτού του βιβλίου, τα παιδιά που κλέβει για να φτιάξει μια καινούργια ανθρωπότητα δίχως γραφή, δίχως ιστορία και δίχως μέλλον, η αγαπημένη του Kατερίνα -η Kακιά Mάγισσα-, ο νεαρός Bασιλιάς, ο ψάλτης της Mητρόπολης, ο χωρομέτρης και οι άλλοι ήρωες συνθέτουν μια διαλυμένη μυθολογία, ένα σκισμένο και, φαινομενικά, πρόχειρα ξανακολλημένο κόμικς. Eπικυρίαρχος αυτής της διαρκώς μεταλλασσόμενης κοινότητας είναι ο Kαπετάνιος, ενσάρκωση του Oδυσσέα, ο οποίος κυβερνάει καράβια που ταξιδεύουν σε «νερά ξέχειλα με μαύρα θαύματα». H πραγματική αφήγηση ξεκινάει όταν όλοι οι ήρωες επιβιβάζονται σ' ένα πλεούμενο νησί, σ' ένα «αποδημητικό τέρας», που αρμενίζει σε πολλούς αληθινούς χρόνους και τόπους, μακριά από τη φανταστική Eυρώπη του 2005.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ποια αλήθεια και ποιος κόσμος ή «κόσμος»; Ο συγγραφέας ορίζει, σχεδόν εξαρχής, και από τα δύο τις αποστάσεις του, για να τις επανακαθορίσει σε διαδοχικά κεφάλαια-αφηγήματα, με μέσο την εικόνα -όχι όμως με μια εικόνα που υποκαθιστά τον λόγο, αλλά με τις εικόνες των λέξεων και της γραφής. Οι προγραμματικές αναφορές στα κόμικς και στον κατακερματισμένο κόσμο μπορεί να είναι ενδεικτικές, θα ήταν λάθος όμως να προκαταλάβουν την ανάγνωση αυτού του «οξύμωρου» μυθιστορήματος που μοιάζει να βρίσκεται σε διαρκή ταλάντευση ως λογοτεχνικό είδος. Αλλωστε στο «Να Δούμε Ποιος θα Φαγωθεί» σχεδόν τίποτα δεν θέλει να είναι όπως φαίνεται. «Αυτά τα μικρά αφηγήματα, που όλα μαζί συνθέτουν μια ιστορία, είναι φτιαγμένα με απλά υλικά: Χώμα, πέτρες, νερό, ήλιος, βουνά, ζώα, δέντρα. Και άνθρωποι φυσικά, άλλοι πλασμένοι από σάρκα κι άλλοι από αναβαθμούς μιας ζωντανής τετρακτύος, η οποία στην ολότητά της είναι η ίδια η φύση» -γράφει ο Σπύρος Καρυδάκης ξεκινώντας την αφήγηση αλλά και το πρώτο κεφάλαιο με τον ενδεικτικό τίτλο «Οδηγίες Χρήσεως του Βιβλίου». Απλά υλικά; 'Η ο συγγραφικός «δούρειος ίππος» που εγκιβωτίζει στην αρχή της ιστορίας τα «εκρηκτικά» υλικά μιας αναγνωστικής άλωσης;
Συνεχείς παλινδρομήσεις
Μετά τις «Οδηγίες Χρήσεως», η ιστορία ξετυλίγεται -αλλά και αναδιπλώνεται- μέσα από τα διαδοχικά αφηγήματα, που θα μπορούσαν να διαβασθούν και αυτόνομα ή και με διαφορετική σειρά. Στην ιδιότυπη αυτή πλοκή, με τις συνεχείς παλινδρομήσεις, και τα κλειστά αμετάβατα σχήματα, υπάρχουν και οι «άνθρωποι» φυσικά: η αγαπημένη (του) Κατερίνα, ο Καπετάνιος, η Κακιά Μάγισσα, ο ψάλτης της Μητρόπολης, ο νεαρός Βασιλιάς, το παιδί με τα Φίδια, ο Λευκός και ο Μαύρος Καβαλάρης -και ο αφηγητής. Εναλλασσόμενοι ρόλοι, που παρακολουθούν τις απροσδόκητες εκτροπές της αφήγησης και τις παλινδρομήσεις από το πρώτο στο τρίτο πρόσωπο, από το φως στο σκοτάδι, από την καλοσύνη στη μοχθηρία! Ευρηματικοί και ποιητικότροποι τίτλοι, που ορισμένες φορές λειτουργούν στη διαδοχή τους συμπληρωματικά, «Τα Γράμματα των Φαντάρων» και αμέσως μετά «Δεν Χρειάζονται Γραμματόσημα» ή «Από Ποια Πόρτα Μπήκα στην Κόλαση», και έπειτα «Αλλά και ο Παράδεισος δεν Είναι για τα Παιδιά» ή «Θαρρείς πως αφηγούνται από μόνοι τους μια ιστορία σε πέντε λέξεις» και «Η Ομορφιά είναι μια Χρονικότητα αλλά ο Χρόνος όχι». Τίτλοι - «σημαδούρες», που ποντίζονται στο μυθολογικό ή μυθικό υπόστρωμα που συνέχει σαν αόρατος ιστός το μυθιστόρημα. Υπάρχουν επίσης περιστατικά, επανερχόμενα θέματα, «κομμάτια μιας συντριμμένης μυθολογίας ...θραύσματα της πραγματικότητας...», που εμφανίζονται για να χαθούν και να τα συναντήσουμε μερικά αφηγήματα παρακάτω, «χτίζοντας» τον ιστό του μυθιστορήματος, δίχως όμως να υπακούουν σε οποιαδήποτε λογική ή χρονική ακολουθία ή εξέλιξη της πλοκής. Ισως γιατί στο μύθο δεν υπάρχει παρά ο αμετάβατος χώρος και χρόνος, όπως και στο «αταξίδευτο» πλεούμενο νησί, το «αποδημητικό τέρας», όπου συναντιούνται και συνωθούνται τα πρόσωπα του μυθιστορήματος του Καρυδάκη.
Αλλωστε ο συγραφέας στις σχεδόν προγραμματικές «Οδηγίες Χρήσεως» του βιβλίου είναι, αν όχι σαφής, πάντως ενδεικτικός: «Η ζωή των συγκαιρινών μας, η τέχνη τους και, βέβαια, οι επιστήμες τους για ό,τι νομίζουν πως είναι η φύση και ο κόσμος, όλα τους μάχονται το μύθο. Αλλά η ζωή έτσι κι αλλιώς είναι μισή πραγματικότητα μισή μυθική. Αυτό το ήξεραν καλά μόνο οι αρχαίοι Ελληνες: η Λογική ήταν μία από τις ευφυέστερες εφευρέσεις τους, μηχανή ενοποιητική των κομματιών ενός κόσμου τσακισμένου -κι όμως, ακόμα και οι πιο ορθολογιστές απ' αυτούς ποτέ δεν παραιτήθηκαν από το μύθο όχι ως ερμηνευτική γλώσσα συμβόλων, όπως νομίζουμε εμείς, αλλά ως μη χρήζουσα ερμηνείας ποιητική περιγραφή ενός στοιχειακού μέρους της φύσης και των πραγμάτων της».
Πλούσιο αφηγηματικό υλικό
Απ' ό,τι φαίνεται, ο Καρυδάκης γνωρίζει καλά το αφηγηματικό υλικό του: την αρχαία ελληνική γραμματεία, τη χριστιανική θεολογία, τη λογοτεχνική μυθολογία. Αλλά δεν υποκλίνεται μπροστά του! Αντιθέτως, μοιάζει σαν να κρατά ένα «βλάσφημο» ψαλίδι - μολύβι, με το οποίο αποσπά και επαναγράφει τη δική του ιστορία, με συνεχείς αναφορές, άλλοτε εμφανείς και ευανάγνωστες κι άλλοτε επιμελώς κρυπτογραφημένες, σ' ένα ευρύ φάσμα αναγνώσεων, που ίσως καταχρηστικά θα μπορούσε να ορισθεί από τα ομηρικά έπη μέχρι τα σύγχρονα κόμικς. Σε μορφή που μπορεί να θυμίζει από τους μύθους του Αισώπου, μέχρι τις Ιστορίες του Κυρίου Κόινερ, τις ομηρικές παρομοιώσεις, τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ ή τις γοτθικές ιστορίες! Μέσο, μια γλώσσα δυναμική, παλλόμενη ακόμη, που δεν κρύβει τις αμηχανίες της, και αν κατά τόπους - φράσεις ίσως χάνει για λίγο το ρυθμό και το στόχο (;), επανακτά το σφυγμό της με τις ευτυχέστερες αναγνωστικές στιγμές σε οικεία -και από τα προηγούμενα μυθιστορήματα- πεδία του Καρυδάκη: τις παρεξηγημένες στις μέρες μας αφηγηματικές μονάδες που λέγονται εικόνες, και τον ερωτικό λόγο. Τα αφηγήματα που συνθέτουν το «Να Δούμε Ποιος θα Φαγωθεί», μπορούν να διαβασθούν με τη σειρά που είναι τυπωμένα, αλλά και από τη μέση προς την αρχή ή το τέλος, ως τμήματα μιας ιστορίας, αλλά και ως αυτόνομες εξιστορήσεις. Αν τα λόγια των συγγραφέων είναι για να παίρνονται τοις μετρητοίς, ο Καρυδάκης μικρή σχέση έχει με την Ιστορία. Μάλλον προτιμά τις ποιητικές της μεταλλαγές και μεταμορφώσεις της. Αφιερώνει το «βιβλιάκι» στη μητέρα του Μαρία, «επειδή οι γυναίκες δεν λένε πια παραμύθια», ιστορίες όπου το κακό, το πρωτόγονο, το κανιβαλικό, το ψέμα και η ανωριμότητα ήταν επιτρεπτά -λησμονημένες ιστορίες μιας ανιστορικής μυθολογίας, από την οποία όσο αποστρέφουμε το βλέμμα τόσο θα τη βρίσκουμε μπροστά μας!
ΕΡΙΦΥΛΗ ΜΑΡΩΝΙΤΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/04/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις