0
Your Καλαθι
Δομές και Ροές
Το φαινόμενο της κοινωνικής και επαγγελματικής κινητικότητας
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Τα θέματα που εξετάζονται στα επτά κεφάλαια του βιβλίου αρθρώνονται στους άξονες: ταξική ανάλυση και κοινωνική στρωμάτωση από τη μια μεριά και κινητικότητα σε θεωρητικό και εφαρμοσμένο επίπεδο από την άλλη. Ειδικές, ωστόσο, αναφορές γίνονται: για την εργασία και το επάγγελμα -βασικές παράμετροι για την κοινωνική ένταξη του ατόμου και τον υπολογισμό της κοινωνικής κινητικότητας-, για τις διαδικασίες των επαγγελματικών επιλογών και την έκφρασή τους σε όρους κοινωνικού γοήτρου και για τις ταξινομητικές μήτρες, τη μέτρηση της κινητικότητα και τα μεθοδολογικά προβλήματα που τη συνοδεύουν. Η προσέγγιση των θεματικών αυτών είναι πλουραλιστική, με την έννοια ότι εκτίθενται τόσο οι καθιερωμένες απόψεις όσο και τα σύγχρονα ρεύματα, στη στατική αλλά συχνά και στην ιστορική τους διάσταση, στα πλαίσια των κοινωνικών συστημάτων του καπιτσλισμού και του σοσιαλισμού.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Από τη σκοπιά της κοινωνιολογίας, η κοινωνική κινητικότητα σημαίνει κατά βάση τη μετακίνηση των ατόμων από μια θέση σε μια άλλη θέση, είτε κάθετα μέσα στις κοινωνικές ιεραρχίες (κυρίως των επαγγελμάτων και των εισοδημάτων, όπως και της εξουσίας) είτε οριζόντια στην περίπτωση που η αλλαγή θέσης δεν συνεπάγεται και αλλαγή κοινωνικού επιπέδου. Οταν η μετακίνηση γίνεται από μια κατώτερη θέση (κοινωνικό στρώμα ή κοινωνική τάξη) σε μια ανώτερη μιλούμε για ανοδική κοινωνική κινητικότητα, ενώ όταν γίνεται αντίστροφα από ένα ανώτερο κοινωνικό επίπεδο σε ένα κατώτερο μιλούμε για καθοδική κινητικότητα. Η κοινωνική κινητικότητα ενός ατόμου προσδιορίζεται διαχρονικά σε σχέση, πρώτον, με την αρχική κοινωνική του θέση και, δεύτερον, με την κοινωνική θέση του πατέρα του. Η θέση της μητέρας σπάνια ακόμη λαμβάνεται υπόψη και αυτό αποτελεί ένα γενικότερο μειονέκτημα των ερευνών κινητικότητας στην εποχή μας. Μια κοινωνία χαρακτηρίζεται ως ταξικά «ανοικτή» όταν εμφανίζει υψηλό βαθμό ενδογενεακής και ιδίως διαγενεακής ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας. Τούτο συμβαίνει όταν επικρατεί σε αυτήν επαρκής ισότητα εκπαιδευτικών, οικονομικών και επαγγελματικών ευκαιριών, με συνέπεια τα μέλη της κοινωνίας να αισθάνονται ότι έχουν - και πράγματι να έχουν - τη δυνατότητα να αλλάξουν τη ζωή τους προς το καλύτερο.
Είναι ενδιαφέρον ότι από μια παλαιότερη έρευνά μου (1983) για τις αντιλήψεις των φοιτητών και των φοιτητριών της Νομικής Αθηνών προέκυψε ότι στη μεγάλη πλειονότητά τους θεωρούσαν την ελληνική κοινωνία μια «ανοικτή» κοινωνία. Είναι φανερό ότι η κοινωνική κινητικότητα δεν μπορεί να θεωρηθεί αποκλειστικά και μόνο ως ένα κοινωνιολογικά κατασκευασμένο φαινόμενο. Πρόκειται και για φαινόμενο της καθημερινής εμπειρίας, καθώς απασχολεί γονείς και παιδιά κατά τη διαμόρφωση των στρατηγικών τους για την επίτευξη ενός ικανοποιητικότερου τρόπου ζωής και μέλλοντος, συνήθως - και ιδιαίτερα στην Ελλάδα - μέσω της απόκτησης ενός πανεπιστημιακού πτυχίου. Δεδομένου ότι η προσδοκία ανοδικής κινητικότητας συναρτάται με τα όνειρα εκατομμυρίων ανθρώπων - ιδίως των λιγότερο προνομιούχων - η πολιτική σημασία του φαινομένου της κοινωνικής κινητικότητας είναι μεγάλη. Για τους πολιτικούς αποτελεί οπωσδήποτε πρόκληση η διασφάλιση τέτοιων συνθηκών ώστε να ενισχύεται η δυναμική, ανοικτή κοινωνία. Παρά το πολλαπλό ενδιαφέρον που εμφανίζει το φαινόμενο αυτό και παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στο επίκεντρο μεγάλου αριθμού θεωρητικών και εμπειρικών ερευνών, κυρίως στις ΗΠΑ και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ήδη από την εποχή του πρωτοπόρου κοινωνιολόγου Piltrim Sorokin (1927), στην Ελλάδα η δυναμική της κινητικότητας δεν μελετήθηκε ως σήμερα συστηματικά σε εθνικό επίπεδο, όπως άλλωστε συνέβη και με την ταξική δομή του τόπου μας.
Η καθηγήτρια Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Κούλα Κασιμάτη, που είναι γνωστή στο ελληνικό κοινό κυρίως από τις έρευνές της για τη μορφολογία της απασχόλησης στην Ελλάδα, έρχεται συνεπώς με το νέο βιβλίο της για την κοινωνική και επαγγελματική κινητικότητα να καλύψει ένα σημαντικό κενό στην ελληνική κοινωνιολογική βιβλιογραφία και πανεπιστημιακή διδασκαλία. Φιλοδοξία της συγγραφέως δεν είναι, όπως γράφει η ίδια, να «καλύψει το κενό μιας εθνικής μελέτης για την κινητικότητα» (σ. 14). Με το νέο βιβλίο της στοχεύει κυρίως στη συνθετική και κριτική παρουσίαση των κυριότερων κοινωνιολογικών θεωρήσεων (κλασικών, μοντέρνων, μεταμοντέρνων) και ευρημάτων ορισμένων μεγάλων εθνικών και συγκριτικών ερευνών (ΗΠΑ, Αγγλία και Ρωσία), αλλά και των πορισμάτων των σχετικά λίγων και περιορισμένης κλίμακας ερευνών πάνω σε ελληνικά δεδομένα, όπως και της στατιστικής μεθοδολογίας της μέτρησης της κινητικότητας και των προβλημάτων που συναντά ο ερευνητής κατά την εφαρμογή της, ώστε να αναδειχθεί, μέσα από μια πλουραλιστική προσέγγιση, η πολύπλευρη προβληματική της κοινωνικής κινητικότητας στις νεωτερικές κοινωνίες.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει φυσικά το κεφάλαιο V με τίτλο «Κοινωνικές διαρθρώσεις και κινητικότητα στην Ελλάδα», το οποίο διαιρείται σε δύο τμήματα: στο πρώτο (σσ. 239-258) η συγγραφέας αναλύει και σχολιάζει ορισμένες έρευνες που αναφέρονται σε όψεις της ελληνικής κοινωνικής στρωμάτωσης και ταξικής δομής με έμφαση ιδίως σε ορισμένες κοινωνικοϊστορικές εξελίξεις του 19ου και του 20ού αιώνα (λ.χ. Κ. Μοσκώφ, Β. Φίλιας, Κ. Βεργόπουλος, Ν. Μουζέλης, Κ. Τσουκαλάς). Αναφέρονται επίσης συναφείς μελέτες που καλύπτουν ορισμένες μεταπολεμικές περιόδους (λ.χ. Μ. Πετμεζίδου-Τσουλουβή, Α. Γεωργούλας, Α. Μοσχονάς, κ.ά.).
Το δεύτερο τμήμα (σσ. 259-285) εστιάζει ειδικότερα στα πορίσματα ορισμένων ερευνών που φωτίζουν κάποιες όψεις της γεωγραφικής και κοινωνικής (επαγγελματικής και εκπαιδευτικής) κινητικότητας στην Ελλάδα (Κ. Μουστάκα, Ε. Sandis, Α. Alexander, Κ. Κασιμάτη, Ι. Λαμπίρη-Δημάκη κ.ά.).
Ας σημειωθεί, τέλος, ότι ο όρος «κοινωνική στρωμάτωση» που υιοθετεί η Κ. Κασιμάτη αποδίδει σαφώς ορθότερα το «social stratification» από ό,τι ο όρος «κοινωνική διαστρωμάτωση» που χρησιμοποιείται από τους περισσότερους έλληνες κοινωνικούς επιστήμονες. Εφόσον αναφερόμαστε στη διαίρεση της κοινωνίας σε στρώματα (στρωμάτωση) η προσθήκη τού «διά» περιττεύει.
Συμπερασματικά, το βιβλίο τής Κ. Κασιμάτη έχει πολλαπλή χρησιμότητα: μπορεί να αξιοποιηθεί όχι μόνο ως ένα πολύ κατατοπιστικό εξειδικευμένο πανεπιστημιακό εγχειρίδιο, αλλά και ως ένας πλούσια τεκμηριωμένος επιστημονικός οδηγός, χρήσιμος για τη διεξαγωγή μελλοντικών κοινωνιολογικών ερευνών. Ακόμη όμως και ο απλός αναγνώστης που επιθυμεί να εμβαθύνει στην «προβληματική της κινητικότητας» θα βρει στο βιβλίο αυτό πολλές κατανοητές έννοιες και μια συγκροτημένη επιχειρηματολογία που θα τον βοηθήσουν να στοχαστεί (ή να αναστοχαστεί) ένα φαινόμενο της καθημερινής του εμπειρίας που ανήκει τόσο στον κόσμο του κοινού νου όσο και της κοινωνιολογίας.
Ιωάννα Λαμπίρη-Δημάκη (καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 20-01-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις