0
Your Καλαθι
Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία 1940-1950
Περιγραφή
Πώς αντιδρά η λογοτεχνία την εποχή της βίας; Πώς συμπεριφέρεται ο καλλιτέχνης σε στιγμές απόγνωσης, πείνας, διαρκούς κιδνύνου;
Η λογοτεχνία των ταραγμένων χρόνων 1940-1950 επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις. Μετά την καλλιτεχνική πανστρατιά του '40, η κατάπαυση κάθε αγωνιστικού φρονήματος: η φυγή σε ιδεατά «νησιά», ο αισθητισμός, ο εξεζητημένος ερωτισμός ακόμα και εκδηλώσεις συμπάθειας προς τους αντιπάλους.
Από το '43 και έπειτα, η αντίσταση και η ηγεμονία της αριστεράς. Στον εμφύλιο, σφοδρές διαμάχες αλλά και λανθάνουσες συγκλίσεις. Οι «εθνικές αξίας» στη διελκυστίνδα. Τέλος, το εναγώνιο ερώτημα για τη νομιμοποίηση της τέχνης την εποχή της εμφύλιας βίας, των εκτοπίσεων, των βασανισμών.
Το βιβλίο της Αγγέλας Καστρινάκη, μια εξιστόρηση των πνευματικών φαινομένων αλλά και των ανθρώπων συμπεριφορών στα ταραγμένα χρόνια του πολέμου, της Κατοχής και του εμφυλίου, εστιάζει στις αναπάντεχες όψεις της εποχής και δοκιμάζει να κλονίσει ποικίλα μυθεύματα.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η λογοτεχνική δεκαετία του '40 αποτελεί τον τελευταίο καιρό μια καινούρια ερευνητική περιοχή για τη φιλολογία και την κριτική, που έχουν αρχίσει να φέρνουν στην επιφάνεια πλήθος από ανέγγιχτα μέχρι σήμερα τεκμήρια και ζητήματα. Το ενδιαφέρον είναι, βεβαίως, εύλογο. Γέφυρα για το πέρασμα από το Μεσοπόλεμο στη μεταπολεμική εποχή, η δεκαετία του '40 αλλάζει τα πάντα στην ελληνική λογοτεχνία: από την καλλιτεχνική πρωτοπορία της ποίησης ή από τον αισθητισμό και την ιδεολογική εσωστρέφεια της πεζογραφίας της γενιάς του '30 τα πράγματα μετακινούνται απροσδοκήτως (απροσδοκήτως;) στον απογυμνωμένο ρεαλισμό ή στην υψηλή πολιτική φόρτιση των ποιητών και των πεζογράφων της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, για να σχηματίσουν βαθμιαία ένα πολύ διαφορετικό και ασφαλώς εντελώς καινούριο τοπίο. Και σε περιόδους τόσο ισχυρών μεταβολών, η μελέτη των μεταβατικών (επιλογικών ή προκαταταρκτικών) σταδίων δεν μπορεί παρά να αποκαλύπτει τις αδιόρατες ραφές και τα κρυφά στριφώματα τόσο των παλαιών όσο και των νεοφερμένων ρούχων -δεν μπορεί, με άλλα λόγια, παρά να υποδεικνύει τις εσωτερικές διεργασίες που οδηγούν τη λογοτεχνία στην αλλαγή και τη μεταμόρφωση. Ως προς τη δεκαετία του '40, το θέμα άνοιξε πρώτος ο Αλέξ. Αργυρίου με τους δύο τόμους του «Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στους δύστηνους καιρούς 1941 - 1944» (2003) και «Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του ετεροκαθορισμένου εμφυλίου πολέμου 1945 - 1949» (2004).
Αναζητήσεις σε αναπεπταμένο πεδίο
Με τα βιβλία τού Αργυρίου ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να δει σε αναπεπταμένο πεδίο τις αναζητήσεις της ελληνικής λογοτεχνίας: μήνα το μήνα και χρόνο το χρόνο, από βιβλίο σε βιβλίο και από περιοδικό σε περιοδικό, ως μια ζωντανή και αδιάκοπη διαδικασία, στα πλοκάμια της οποίας εμπλέκεται αναπόφευκτα, με το δικό της δευτερογενή και σχολιαστικό λόγο, η κριτική. Με το έργο της Αγγέλας Καστρινάκη «Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία 1940 - 1950» το πεδίο παραμένει αναπεπταμένο, αλλά αποκτά ορισμένα ειδικότερα χαρακτηριστικά: φωτίζεται από μια πολύ συγκεκριμένη οπτική γωνία, που δεν είναι άλλη από εκείνη της αναρώτησης για το πώς και για το με ποιον ακριβώς τρόπο μπορεί να επηρεάζεται η λογοτεχνία από τα μείζονα πολιτικά και ιστορικά γεγονότα -από γεγονότα τα οποία είναι σε θέση να μετασχηματίσουν τόσο τις κοινωνίες όσο και τις ατομικές συνειδήσεις.
Το εγχείρημα παρουσιάζει σε μια πρώτη προσέγγιση κάποια παραξενιά. Ολοι ξέρουμε πως η λογοτεχνία δεν είναι χρονικό και πως ζητούμενο του συγγραφέα δεν είναι να τρέχει να μεταφέρει στο χαρτί ό,τι είδε και ό,τι άκουσε λίγο νωρίτερα από το παράθυρο του γραφείου του. Η λογοτεχνία, αντιθέτως, αποτελεί, όπως επίσης όλοι πολύ καλά ξέρουμε, προϊόν μιας αργής όσο και δραστικά διαμεσολαβημένης επεξεργασίας, που μιλάει για την ιστορική και την πολιτική πραγματικότητα αποκλειστικά με τους δικούς της όρους. Η έρευνα, παρ' όλα αυτά, της Καστρινάκη αποφεύγει εξαρχής να πέσει σε μια τέτοια παγίδα και το υλικό το οποίο φιλοξενείται στις σελίδες της δεν ερμηνεύεται ποτέ επί τη βάσει της οιασδήποτε μηχανικής ή αντανακλαστικής αντίληψης. Και τούτο για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή η ερευνήτρια προσάγει στην κρίση μας μόνο τα κείμενα για τα οποία διαθέτει επαρκείς και πειστικές (εσωτερικές και εξωτερικές) αποδείξεις, χωρίς να βιάζεται να εξυπηρετήσει το σχολιασμό τους με κανένα σωρευτικό ή αναγωγικό συμπέρασμα. Και δεύτερον, διότι στο παιχνίδι της μπαίνουν όχι μόνον η πεζογραφία και η ποίηση, που κατά κανόνα παρακολουθούν από μεγάλη απόσταση τα γεγονότα, αλλά και η κριτική ή η δοκιμιογραφία, που εκ φύσεως βρίσκονται πιο κοντά στην επικαιρότητα και καταφέρνουν να προλαβαίνουν νομιμότερα τις ανάγκες της.
Η γραμμή την οποία ακολουθεί η Καστρινάκη στη δουλειά της ξεκινάει από τον πόλεμο και την Κατοχή, προχωρεί στην Αντίσταση και στην Απελευθέρωση και καταλήγει στον Εμφύλιο. Πώς συμπεριφέρονται η λογοτεχνία και η κριτική σε αυτή την πορεία; Στον πόλεμο υπάρχουν επικός ενθουσιασμός και συλλογική ανάταση για την υπεράσπιση των εθνικών δικαίων. Επί Κατοχής η βελόνα πηγαίνει στην άλλη μεριά: η απουσία της ελευθερίας αντιμετωπίζεται με τη φυγή και το κυριολεκτικό ή το μεταφορικό ταξίδι. Με την Απελευθέρωση επιστρέφουμε στο πνεύμα του έπους, που γρήγορα θα παραχωρήσει τη θέση του στην αγριότητα των εμφυλιακών συγκρούσεων. Με όλα αυτά, όμως, η λογοτεχνική ατζέντα έχει κιόλας αλλάξει τα μάλα, ενώ οι κατευθύνσεις που επικρατούν προς το τέλος της δεκαετίας προδίδουν μίαν εν τάχει πλέον απομάκρυνση από το ποικιλοτρόπως ταραγμένο παρελθόν.
Το βάρος της καλλιτεχνικής μετάπλασης
Επανέρχομαι σε ό,τι έλεγα προεισαγωγικά. Η λογοτεχνία σε αυτή την κάθε άλλο μακρά διαδρομή δεν εμφανίζεται να αποτελεί, παρά το μένος και τη φούρια του καιρού της, έναν μοχλό αναπαραγωγής τής πραγματικότητας, αλλά, εξ αντιθέτου, προκύπτει ως μια διαρκής και ακατάπαυστα ανήσυχη ζύμωση, η οποία ενσωματώνει την πραγματικότητα στο λόγο της μόνο κατά το μέτρο που προφταίνει να τη μεταπλάσει καλλιτεχνικά, προσδίδοντάς της μιαν εμφανώς αναδιαταγμένη ενέργεια και λειτουργία. Η γωνία λήψης, λοιπόν, την οποία διαλέγει η Καστρινάκη για την ύλη της είναι πολύ καθαρή και εύγλωττη -και από αυτή την άποψη δεν μπορώ να πω πως συμμερίζομαι την υπερσυσσώρευση των αποδεικτικών στοιχείων με τα οποία συνοδεύει το βιβλίο της. Η επιστράτευση ενός ογκωδέστατου αριθμού σχολιασμένων παραδειγμάτων φορτώνει κατά τόπους την ανάλυσή της με μία ασκόπως παραθεματική λογική, επιβαρύνοντάς της και με μία αδίκως πλεοναστική διάθεση. Το έργο, παρ' όλα αυτά, ουδόλως χάνει εξ αυτού του λόγου το βάρος και τη σημασία του ως προς τη συμβολή του στη διερεύνηση μιας απολύτως κρίσιμης τομής στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: ιστορία την οποία η Κατρινάκη συμπληρώνει ωραία με το πρωτότυπο όσο και εξαντλητικά ψαγμένο παράρτημά της (ένα ξεχωριστό, θα έλεγα, βιβλίο), που καταπιάνεται με την είσοδο των γυναικών στη λογοτεχνική σκηνή μιας πολύ δύσκολης όσο και δύστροπης εποχής. Δεν υπάρχει, πιστεύω, αμφιβολία πως η πολύμοχθη και πολυετής έρευνα της Καστρινάκη επιβραβεύεται στο ανά χείρας βιβλίο με ένα σε κάθε περίπτωση δυναμικό και γόνιμο αποτέλεσμα.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 24/02/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις