0
Your Καλαθι
Όταν ο λύκος είναι εδώ
Μια κωμωδία γεμάτη κινδύνους
Περιγραφή
Ένας άντρας, μια γυναίκα. Ένα παράξενο δίδυμο που επινοεί διαρκώς το παρελθόν, εναλλάσσει ταυτότητες, παίζει με τα στερεότυπα του σύγχρονου ζευγαριού.
Ένας άγνωστος εισβάλλει στο χώρο τους: θα προσπαθήσει να ανασκαλέψει τις φοβίες τους για το μέλλον, να τους πουλήσει "ασφάλεια".
Όμως το παιχνίδι στο οποίο τον παρασύρουν οδηγεί πολύ πέρα από το φόβο...
Το "Όταν ο λύκος είναι εδώ" είναι μια λοξή παρωδία των ανθρωπίνων σχέσεων αλλά και ένα σχόλιο για την εμμονή των σύγχρονων κοινωνιών με την ασφάλεια.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το τέλος της αθωότητας ήρθε για την Κοκκινοσκουφίτσα με το συναπάντημά της με τον κακό λύκο. Ο Κώστας Κατσουλάρης (γενν. 1968) στο τελευταίο του βιβλίο τον υποβιβάζει σε κατοικίδιο. Παρασιτικό, σαρκοβόρο, μοχθηρό, αλλά αναγνωρισμένο μέλος της συζυγικής συνθήκης. Παρά τον παιγνιώδη τίτλο, ο συγγραφέας δεν έχει μείνει στην ηλικία κατά την οποία κανείς αντλεί παρηγοριά ή διδαχές από τα παραμύθια. Απεναντίας, σαν να έχει μεγαλώσει απότομα από τις «Ιστορίες από τον αφρό», την έξοχη νουβέλα με την οποία το 1997 συστήθηκε στην πεζογραφία. Ο Κατσουλάρης έχει αναμφίβολα αφήσει πολύ πίσω του τον προβληματικό «Παραθεριστή» (2001) και έχει ωριμάσει από το γοητευτικό «Σύνδρομο της Μαργαρίτας» (1998). Η συγγραφική του ωρίμανση βάρυνε ωστόσο την ανάλαφρη, δροσερή, ευσυγκίνητη ματιά που ευεργετούσε τα δύο πρώτα βιβλία του. Ο Κατσουλάρης του παρόντος θεατρικού έργου μοιάζει να έχει διανύσει μια αδιόρατη δημιουργική πορεία πολύ μεγαλύτερη των τεσσάρων, μέχρι τώρα, βιβλίων του. Ο αρχικός του αυθορμητισμός έχει μετριαστεί, είναι τολμηρός, αλλά με σύνεση, χωρίς να υπερεκτιμά τις δυνάμεις του, η έκφρασή του, εύχυμη όπως πάντα, φαίνεται πιο ελεγχόμενη, η αχνή θλίψη σαρώνεται από ψεύτικα γέλια, η πραγματικότητα δεν προβάλλει πια απωθητική αλλά απειλητική. Οι ήρωές του φοβούνται. Απόδειξη ότι μεγάλωσαν. Ο νεανικός, παρεμποδισμένος έρωτα του «Συνδρόμου της Μαργαρίτας» εξελίσσεται εδώ σε δυσβάσταχτο γάμο. Οπως η Κοκκινοσκουφίτσα έτσι και οι πρωταγωνιστές θα χρειαστεί να μπουν στο στόμα του λύκου για να συμφιλιωθούν με τη γνώση.
Φοβίες και ανασφάλειες
Στο ολιγοσέλιδο αυτό θεατρικό (το έργο ανεβαίνει από το «Θέατρο Σημείο») ο Κατσουλάρης παρωδεί την παράνοια και τις φοβίες του έγγαμου (και όχι μόνο) βίου. Η ιστορία δίνει την εντύπωση θραύσματος. Η ζωή του πρωταγωνιστικού αντρόγυνου δεν οροθετείται από συγκεκριμένα δεδομένα. Ανώνυμοι οι ήρωες, δηλώνονται με το φύλο τους και κινούνται σε μια ρευστή, ευμετάβλητη περιοχή, χωρίς να στηρίζονται πουθενά. Το σκηνικό περιλαμβάνει μόνο ένα στρωμένο τραπέζι, με άνοστο φαγητό. Ο άξενος, επιθετικός χώρος συντονίζεται με το μετεωρισμό του ζευγαριού σ' ένα απροσδιόριστο πλαίσιο. Μέσα από το διάλογό τους προβάλλει η ανάγκη αναζήτησης στέρεων επιφανειών για να ακουμπήσουν τα άγχη τους. Η συνομιλία τους είναι ασαφής και σε μεγάλο βαθμό κενή νοήματος και στόχου. Με λέξεις προσεκτικά επιλεγμένες προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα στοιχειώδες απόθεμα βιωμάτων. Οι επιθυμίες τους και κυρίως οι εικασίες τους επιβάλλονται στην πραγματικότητα, με συνέπεια να αμφιβάλλουμε διαρκώς για την ευστάθεια των πληροφοριών που μας παρέχονται. Πρόδηλα, πρόχειρα ψεύδη σκιάζουν τόσο την ταυτότητα των πρωταγωνιστών όσο και τη μεταξύ τους σχέση. Μια ακόμη ιδιοτυπία του ζευγαριού είναι η βεβιασμένη εξομοίωσή του με το συμβατικό πρότυπο περί ιδανικής οικογένειας. Τόσο ο άντρας όσο και η γυναίκα διατείνονται για την ύπαρξη δύο χαρισματικών, σωματικά και πνευματικά, παιδιών, για το μέλλον των οποίων έχουν συνδυάσει τις ακούραστες προσπάθειές τους. Με θεατρινίστικους τρόπους παριστάνουν τους ευσυνείδητους γονείς, ενώ την ίδια στιγμή αναρωτιούνται για το σύντροφό τους και για τον εαυτό τους. Ο ένας επινοεί τον άλλον και οι δύο μαζί φαντασιώνουν τον ιδεατό γάμο. Κάθε ερώτηση και κάθε απόκριση θολώνει περισσότερο τα πρόσωπά τους και ο αναγνώστης απομακρύνεται ολοένα από τους συνομιλητές. Η απόσταση που επιδέξια θέτει ο Κατσουλάρης ανάμεσα στον παρατηρητή της ιστορίας του και τη σκηνική δράση αποσκοπεί στη γενίκευση του μοντέλου που αναπαριστά και υποβοηθά τους σκοπούς της σάτιρας. Μπορεί οι πρωταγωνιστές να παρουσιάζονται παράλογα και αφύσικα αποξενωμένοι μεταξύ τους αλλά και με την πραγματικότητα, αναγνωρίζονται ωστόσο σαν γνώριμο κομμάτι της καθημερινότητας. Ο συγγραφέας φροντίζει πάντοτε να τοποθετεί τις ιστορίες του σ' ένα χαλαρό ιστορικό-κοινωνικό περίγραμμα, δευτερεύουσας σημασίας για την έκβαση της αφήγησης. Εδώ λοξοκοιτάζει το σύγχρονο τρόπο ζωής, σχολιάζοντας το συλλογικό ψυχαναγκασμό με την αγχώδη καταδίωξη του χρόνου.
Η απώτερη επιδίωξη των ηρώων αποκαλύπτεται απελπιστικά κοινότοπη. Δεν είναι παρά δύο άνθρωποι που τρέχουν να προλάβουν τον εναπομείναντα χρόνο τους. Στο δεύτερο μέρος του έργου η από μηχανής εμφάνιση ενός ασφαλιστή φωτίζει τη σοβαρότερη φοβία τους, το ανασφάλιστο, αδάμαστο μέλλον τους. Αν στο πρώτο μέρος αντάλλασσαν αλληλοαναιρούμενες πληροφορίες για το παρελθόν και το παρόν τους, τώρα αναγκάζονται ενώπιον του απροσδόκητου επισκέπτη να περιχαράξουν το μέλλον τους. Το ζευγάρι εκφράζει τις αβεβαιότητες και τις ανησυχίες που καλλιεργεί κάθε συναισθηματική σχέση. Η επίμονη αμφισβήτηση κάθε στοιχείου σχετικού με το γάμο τους και η επιτήδεια στρέβλωσή του έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στα συνήθη μέτρα, συνιστούν αδιάψευστες ενδείξεις ανασφάλειας. Ευρηματική είναι η εισβολή ενός ασφαλιστή σ' έναν χώρο με συνεχείς εντάσεις και σφοδρές συγκρούσεις, όπως η συζυγική εστία. Προφανώς, έχει πολλή δουλειά να κάνει. Το πρωταγωνιστικό δίδυμο, ξεπερνώντας την αρχική καχυποψία του, θα αγκιστρωθεί στις υποσχέσεις του εισβολέα, για να απογοητευθεί τάχιστα. Ο ασφαλιστής, προσκολλημένος στα επαγγελματικά του καθήκοντα και σε ποσοστά επικινδυνότητας, θα νικηθεί, παρά τις αντιστάσεις του, από την παράδοξη ρευστότητα αυτής της συμβίωσης. Η προφανής ανεπάρκειά του αποδεικνύεται επαρκής λόγος για να κατασπαραχθεί από το ζευγάρι. Τελικά, και οι δύο συνεργούν στον αφανισμό της ασφάλειας. Αλλωστε όπως τους είχε ήδη διαβεβαιώσει ο ασφαλιστής: «Τα στοιχεία οδηγούν με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι ο γάμος, μαζί με την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, είναι στατιστικά η πιο ριψοκίνδυνη επιλογή σήμερα».
Σάτιρα στερεοτύπων
Ο πιο ασφαλής τρόπος για να αποφύγεις την κοινοτοπία είναι να την υιοθετήσεις ή ακόμα και να τη μιμηθείς. Αυτή τη μέθοδο φαίνεται να ακολουθεί ο Κατσουλάρης, και πολύ εύστοχα. Στήριξε τη θεματική του σε σωρεία στερεοτύπων, όχι ασφαλώς για να τα αναπαραγάγει, αλλά για να τα ακυρώσει. Σε αναλογία, οι ήρωές του παπαγαλίζουν μοντέρνους φόβους, χωρίς στην ουσία να τους συμμερίζονται. Οι τετριμμένες αγωνίες τους, αν και απολύτως ρεαλιστικές, χάνουν το βάρος τους από τη συσσώρευσή τους και την αφέλεια με την οποία ονοματίζονται. Σαν να μην αντιλαμβάνονται ή απλώς να μην παίρνουν κατάκαρδα τις συμφορές που τους πλήττουν. Φαντάζουν με φιγούρες κουκλοθέατρου που τα ξύλινα πρόσωπά τους σφραγίζει μία και μοναδική έκφραση. Οι έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις τους μοιάζουν τεχνητές, σαν μηχανική εκτέλεση των υποδείξεων ενός αόρατου σκηνοθέτη. Με απλά λόγια, είναι ξένοι με ό,τι βιώνουν. Ο άτσαλος μιμητισμός τους επιτρέπει στον Κατσουλάρη να αξιοποιήσει στο έπακρο τη δραστικότατη ειρωνεία του και να υπονομεύσει δεξιοτεχνικά τη σοβαροφάνεια σημερινών προτύπων ευημερίας.
Αξίζει να σταθούμε στην αρχή και το τέλος του έργου καθώς μαζί με τα αλληγορικά τεχνάσματα παρουσιάζουν ενδιαφέρον στο μέτρο που αποκαλύπτουν τις συγγραφικές προθέσεις. Το πρώτο και το τελευταίο μέρος ανοίγουν δύο μονόλογοι του άντρα, αρκετά συναφείς μεταξύ τους. Στον εναρκτήριο μονόλογο ο πρωταγωνιστής απευθυνόμενος στη σύντροφό του της εκμυστηρεύεται τις αλλοιώσεις που επιφέρει η παρουσία της στο μικρόκοσμό του. Η ύπαρξή της συνεπάγεται γι' αυτόν σημαντικές απώλειες. Ο προσωπικός του χώρος περιορίζεται, ο ίδιος χάνει εν μέρει την αυτονομία του, η ζωή του παραμορφώνεται, συμμορφώνεται με τη δική της. Με κοφτές φράσεις, αμήχανα συνταιριασμένες, ομολογεί την καταπιεστική επιρροή τής, αναγκαίας ωστόσο, παρουσίας της. Οταν ύστερα από περίπου σαράντα σελίδες ξαναπιάνει το νήμα αυτής της εκμυστήρευσης, μιλάει το «εμείς» αντί για το «εγώ», ενώ οι λέξεις έχουν λιγοστέψει στις μόλις απαραίτητες, τις πιο ουσιαστικές. Τα δύο αυτά σημεία του κειμένου ξεχωρίζουν για την πυκνότητα και σαφήνεια της γραφής τους αλλά και για το καθρέφτισμα της ψυχικής αναστάτωσης των ηρώων στο λόγο τους. Γενικότερα πάντως, ο Κατσουλάρης κατάφερε να αποδώσει μια σουρεαλιστική ατμόσφαιρα με πολύ λιτά μέσα, σε ιδιαίτερα μικρή έκταση, με εντυπωσιακή αφηγηματική οικονομία και προσφυή δομή. Αν προσδοκούμε ότι η ανάγνωση της τελευταίας σελίδας θα διαλύσει την περιρρέουσα σύγχυση, πλανιόμαστε. Απλώς τότε συνειδητοποιούμε αυτό που είχαμε εξαρχής υποπτευθεί, ότι, δηλαδή, τίποτα από όσα εκτυλίχτηκαν δεν συνέβη ή, σωστότερα, δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί. Η μόνη βεβαιότητα, ξεκάθαρη σε κάθε σελίδα, είναι ένας άντρας και μία γυναίκα που δυσκολεύονται να συγχωνευτούν σε μονάδα. Από τη δυσκολία αυτή προκύπτουν τόσο η κωμωδία όσο και οι κίνδυνοι.
ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 03/06/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις