Αναθεώρηση του συντάγματος και οικονομία
30%
Περιγραφή
Το παρόν κείμενο επαναφέρει την οικονομική οπτική στη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Εξετάζει το ερώτημα πώς μπορούν συνταγματικοί κανόνες να «δέσουν τα χέρια» της πολιτικής (κυβέρνησης, μεμονωμένων μελών, της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και της μειοψηφίας ως εν δυνάμει πλειοψηφίας) προκειμένου να αποτρέπονται στο μέτρο του δυνατού κοντόθωρες, προσοδοθηρικού χαρακτήρα και καιροσκοπικές αποφάσεις χωρίς να αναιρούνται ουσιώδη χαρακτηριστικά της Δημοκρατίας. Σε απλούστερη διατύπωση: πώς πειθαρχεί κανείς το πελατειακό σύστημα και μειώνει το οικονομικό κόστος του μέσω συνταγματικών κανόνων;
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Στα χρόνια που πέρασαν από το 1975 οι δημοκρατικοί και οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί μας στερεώθηκαν, αλλά προσπαθούμε ακόμα -με πολλές υστερήσεις είναι αλήθεια- να οικοδομήσουμε το «κοινωνικό κράτος δικαίου».
Το κράτος δικαίου είναι ένα σύνολο αρχών και αξιών που συναρτάται με τα δικαιώματα των ατόμων και των ομάδων, με την υπεροχή του νόμου και προεχόντως του Συντάγματος, με την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και την ελεύθερη πρόσβαση σ' αυτή, με τον δικαστικό έλεγχο της αντισυνταγματικότητας των νόμων και σύμπασας της διοικητικής δράσης, με την αξίωση για ασφάλεια δικαίου κ.λπ.
Η αρχή του κράτους δικαίου συμβιώνει με την αρχή του κοινωνικού κράτους που επιβάλλει την κρατική προστασία από αντιξοότητες και την αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος κυρίως προς όφελος των οικονομικά ασθενέστερων. Οπως κάθε συμβίωση, έτσι και η συμβίωση κράτους δικαίου και κοινωνικού κράτους χαρακτηρίζεται και από αντιθέσεις και από συμπλεύσεις. Το κράτος δικαίου εγγυάται την ελευθερία, κατά βάση την οικονομική ελευθερία και την ιδιοκτησία, το κοινωνικό κράτος τις περιορίζει, αφού επιβάλλει την κοινωνική αλληλεγγύη. Η βασική αντίθεση κράτους δικαίου και κοινωνικού κράτους πρέπει να συναιρείται στα δημοκρατικά πολιτεύματα για την επίτευξη της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης.
Την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου η συνταγματική αναθεώρηση του 2001 την εξήγγειλε ρητώς. Την κατοχύρωσε όμως στην πράξη;
Η απάντηση του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνου Καζάκου στο νέο βιβλίο του είναι αρνητική και για το κοινωνικό κράτος και για το κράτος δικαίου. Οι παρούσες γενεές μεταφέρουν στις μελλοντικές βάρη, που εύκολα αναλαμβάνουν σήμερα οι κυβερνήσεις και που αύριο γίνονται δυσβάστακτα. Επιβάρυνση του ασφαλιστικού συστήματος και κρατικός δανεισμός είναι δύο μόνο παραδείγματα. Δυστυχώς οι κυβερνώντες συμπεριφέρονται συχνά όπως οι ιδιώτες, που επιζητούν να μεγιστοποιήσουν το προσωπικό τους όφελος. Αντί να συμπεριφέρονται ως hominess politici συμπεριφέρονται ως hominess economici στην πολιτική αγορά.
Ούτε το κράτος δικαίου προωθείται, κατά τον Καζάκο, όταν η διοίκηση, δηλαδή τελικά η πολιτική εξουσία, αφήνει ανεκτέλεστες δικαστικές αποφάσεις ή δεν συμμορφώνεται σ' αυτές. «Τα δεδικασμένα άκυρα ποιείν, δεινόν, ανόσιον, και δήμου κατάλυσις» έγραφε ο Δημοσθένης στον κατά Τιμοκράτους λόγο του. Το πρόβλημα είναι λοιπόν πανάρχαιο. Σήμερα εμφανίζεται κυρίως σ' έναν τομέα που, ενώ φαινομενικά οι κρατούντες οφείλουν και θέλουν να προωθήσουν, εν τούτοις τον παραμελούν - δεν ξέρω αν το κάνουν συνειδητά ή ασυνείδητα: τον τομέα της ανάπτυξης. Επί χρόνια πασχίζει το ΣτΕ να πείσει ότι η σύνταξη εθνικών και περιφερειακών σχεδίων είναι αδήριτη ανάγκη και προϋπόθεση της ανάπτυξης. Πώς μπορεί, διερωτάται ο κ. Καζάκος, να υπάρξει ανάπτυξη στον τομέα της ενέργειας, του τουρισμού, της βιομηχανίας κ.λπ. χωρίς χωροταξικά σχέδια; Και πώς μπορεί να προωθηθεί το κοινωνικό κράτος δικαίου χωρίς ανάπτυξη;
Η «ρυθμιστική αδράνεια του κράτους» σε σχέση με τα χωροταξικά σχέδια, τονίζει ο συγγραφέας, πρέπει να παύσει. Και επίσης πρέπει επιτέλους να σεβασθεί το κράτος την ιδιοκτησία και την οικονομική ελευθερία του πολίτη. Δεν επιτρέπεται να γίνεται ρυμοτομική δέσμευση αστικών ακινήτων επί σειρά ετών χωρίς αποζημίωση, επειδή στις ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις δεν ισχύουν οι ίδιοι κανόνες όπως στις κοινές αναγκαστικές απαλλοτριώσεις.
Ο κ. Καζάκος διαπιστώνει υστερήσεις και ελλείμματα στην πραγματική κατοχύρωση του κοινωνικού κράτους δικαίου. Προβληματίζεται και προτείνει: Προτείνει κατεύθυνση με μία ρύθμιση που αναφέρεται σε ισόρροπη και βιώσιμη ανάπτυξη και σε μια κοινωνική οικονομία της αγοράς που είναι ικανή να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις του διεθνούς και ευρωπαϊκού ανταγωνισμού. Ας μπει επιτέλους η λέξη αυτή (ανταγωνισμός) και στο ελληνικό Σύνταγμα, όπως πρώτος πρότεινε ο Στέφανος Μάνος. Ο κ. Καζάκος διεισδύει στη συνέχεια στη συνταγματική διάταξη για τις κρατικοποιήσεις. Τη χαρακτηρίζει παρωχημένη (και ορθώς), αφού η πολιτική κινείται προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Παρωχημένη είναι και για έναν άλλο λόγο: Οταν η διάταξη εισήχθη το 1975, η προστασία της ιδιοκτησίας ήταν μόνο προστασία της κυριότητας και των λοιπών εμπράγματων δικαιωμάτων. Το Σύνταγμα θέλησε να παράσχει ρητώς δικαίωμα αποζημίωσης και για την κρατικοποιούμενη επιχείρηση. Σήμερα, μετά τη νομολογιακή αναγνώριση της προστασίας όλων των περιουσιακών δικαιωμάτων, όπως επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο 1ο ΠΠ, η διάταξη για τις κρατικοποιήσεις των επιχειρήσεων είναι όλως περιττή. Αναγκαία είναι όμως μια διάταξη που θα προστατεύει τους Ελληνες και ξένους επενδυτές μεγάλων επενδύσεων από αυθαιρεσίες της διοίκησης.
Αναγκαίες είναι επίσης οι δημοσιονομικές ρυθμίσεις για ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, ώστε οι τακτικές δαπάνες να καλύπτονται μόνο από τα τακτικά και όχι από έκτατα έσοδα, ενδεχομένως μια οροφή στη φορολογία και ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, η εγγύηση minimum μισθού. Ο κ. Καζάκος παρουσιάζει τις προτάσεις του, αφού αναλύει την ελληνική πραγματικότητα (νομική και οικονομική) και αφού παρουσιάζει συνταγματικά και δημοσιονομικά δεδομένα ευρωπαϊκών κρατών.
Το βιβλίο του κ. Καζάκου ασχολείται, από τη σκοπιά μιας ήπιας, όπως διαβεβαιώνει, εκδοχής της δημόσιας επιλογής, με το άρθρο 16 (αρκεί νομίζω η αριθμητική αναφορά του - όλοι το ξέρουμε), με το εκλογικό σύστημα, με τις ανεξάρτητες αρχές, με το σύστημα των δύο Βουλών, με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, με την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και με το Συνταγματικό Δικαστήριο. Τα ζητήματα αυτά είναι όλα ζητήματα αιχμής. Στέκομαι μόνο σε δύο ζητήματα επιγραμματικά για να πω τη δική μου άποψη: Πιστεύω στο άνοιγμα των πανεπιστημίων στον ανταγωνισμό και απεύχομαι την ίδρυση συνταγματικού δικαστηρίου.
Ο συγγραφέας έχει τη σπάνια αρετή να απευθύνεται συγχρόνως στον οικονομολόγο, τον συνταγματολόγο και τον ενδιαφερόμενο πολίτη. Χαρακτηρίζεται από πληρότητα της ενημέρωσης του συγγραφέα στη συνταγματολογική γραμματεία. Ο κ. Καζάκος προβληματίζεται, πληροφορεί, κρίνει, αναλύει και προτείνει. Δεν διακατέχεται από το σύνδρομο του πανσυνταγματισμού. Γνωρίζει καλά και το αναλύει ευθαρσώς ότι το Σύνταγμα σκοπό έχει να δέσει τα χέρια των κρατούντων σε βασικά ζητήματα και όχι να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες. Πολλές λοιπόν προτάσεις του απευθύνονται στον κοινό νομοθέτη και στους πολιτικούς για καλή εφαρμογή του Συντάγματος.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, Καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών,
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 27/04/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις