Ζαν Μποντριγιάρ
40%
Περιγραφή
Στη μελέτη αυτή ο αμερικανός φιλόσοφος εξετάζει εμπεριστατωμένα και κριτικά την πνευματική κατάθεση ενός από τους μείζονες και πλέον αμφισβητούμενους φιλοσόφους της εποχής μας: του Γάλλου Ζαν Μποντριγιάρ. Ο Κέλνερ εισάγει με ιδιαίτερη επιτυχία τον αναγνώστη στον άκρως πολύπλοκο μετανεωτερικό κόσμο που αναλύει ο Μποντριγιάρ στα βιβλία του: στη μετανεωτερική κοινωνία της κατανάλωσης, των μέσων μαζικής επικοινωνίας και της υψηλής τεχνολογίας, η οποία διέπεται από την κυριαρχία του αντικειμένου και του "σημείου", από την ολοκληρωτική πραγματοποίηση, σε βάρος του υποκειμένου και της αυτονομίας του.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Κριτική:
Οι μοιραίες στρατηγικές του αντικειμένου
Η φυλάκιση του μετανεωτερικού ανθρώπου στον κόσμο των ομοιωμάτων
Ο Ζαν Μποντριγιάρ θεωρήθηκε ως ο «μείζων γκουρού» της γαλλικής μετανεωτερικής θεωρίας και για κάποιο διάστημα αποτέλεσε την πιο «καλτ» μορφή της. Στο έργο του (μια σύνθεση κοινωνιολογίας, φιλοσοφίας και σημειολογίας) σχολιάζει με οξύ κριτικό πνεύμα μερικά από τα σημαντικότερα πολιτιστικά και κοινωνικά φαινόμενα της εποχής μας, υιοθετώντας τη στρατηγική της πρόκλησης. (Πρόκειται για έναν προβοκάτορα που θέτει υπό αίρεσιν την «επιστημονικότητα» και τα παραδοσιακά δόγματα, με το να ανεβάζει τα πράγματα στη νιοστή δύναμή τους παρά να τα διαλεκτικοποιεί.)
Η σκέψη του, στην εξελικτική της κίνηση, αναπτύσσεται σε τρία στάδια: στην περίοδο της κοινωνικής θεωρίας, στο πέρασμα στη θεωρία της μετανεωτερικότητας και σε μια τρίτη περίοδο όπου συγκροτεί έναν πολύ προσωπικό τρόπο φιλοσοφικής και πολιτισμικής ανάλυσης. Το χάρισμα του: η πρωτοτυπία.
Οι πρώιμες πνευματικές επιρροές του Μποντριγιάρ οφείλονται στη στενή σχέση που είχε με τον Ανρί Λεφέρβ και στις σημειολογικές αναλύσεις του Ρολάν Μπαρτ (ο Μπαρτ έμελλε ν' ασκήσει επάνω του μια δημουργική επίδραση, η οποία είναι εμφανής σε όλα τα κείμενά του). Στα πρώτα του βιβλία, συνδυάζοντας κοινωνιολογία, σημειολογία και μαρξιστική οικονομία, περιγράφει την κατάσταση της αλλοτρίωσης μιας εμπορευματοποιημένης κοινωνίας, εντός της οποίας το κάθε τι δύναται ν' αγοραστεί και να πουληθεί. Σύμφωνα με την ανάλυσή του, τα εμπορεύματα δεν χαρακτηρίζονται πλέον από τη χρηστική και την ανταλλακτική αξία (όπως στη σχετική θεωρία του Μαρξ) αλλά και από τη σημειακή αξία (μέσω της οποίας τα άτομα αποκτούν ταυτότητα και κύρος).
Ο Γάλλος στοχαστής επιχειρεί να αναλύσει τον τρόπο με τον οποίο κωδικοποιούνται τα αντικείμενα σ' αυτό το σύστημα σημείων και νοημάτων που αποτελεί τις κοινωνίες της κατανάλωσης και των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Πολύ σύντομα, θα διαχωρίσει τη θέση του από τις κλασικές μαρξιστικές θεωρίες της επανάστασης, υιοθετώντας μια νεομαρξιστική οπτική, διά της οποίας ασκεί κριτική στον καπιταλισμό, την ομοιογενοποίηση, τον έλεγχο της δημιουργικότητας, την κατακρεούργηση του χρόνου, τη στέρηση της ελευθερίας, χωρίς ωστόσο να προτείνει μια εναλλακτική δράση.
Παρά την τάση της γαλλικής διανόησης, λίγο μετά το 1960, να αναπτύσσει θεωρίες ταξικής ή ομαδικής εξέγερσης ή θεωρίες πολιτικής οργάνωσης, ο Μποντριγιάρ δεν θ' ακολουθήσει αυτό το ρεύμα. Το έργο του συμπλέει με τη Σχολή της Φραγκφούρτης, και πιο ειδικά με τον Μαρκούζε, ο οποίος ήταν από τους πρώτους που διατύπωσαν μαρξιστικές κριτικές για την καταναλωτική κοινωνία. Σύμφωνα με τη Σχολή της Φραγκφούρτης και τον Λούκατς, η αλλοτρίωση, η ομογενοποίηση και η εκμετάλλευση -μάστιγες των σύγχρονων κοινωνιών της Δύσης- ευθύνονται για το πρόβλημα της «πραγματοποίησης»: τα ανθρώπινα όντα (τα «υποκείμενα) σταδιακά χάνουν την ελευθερία και τον αυτοκαθαρισμό τους, καταλήγοντας να κυριαρχούνται από τα πράγματα (τις τεχνολογίες, τα εμπορεύματα, τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, τα «αντικείμενα»).
Ο Μποντριγιάρ προχωρώντας λίγο πιο πέρα αυτή την κριτική (μέσω της σημειολογίας) περιγράφει τους τρόπους με τους οποίους τα αντικείμενα έχουν αναλάβει την πλήρη εξουσία, δημιουργώντας ένα σύμπαν αυταπάτης και φαντασιώσεων, για να καταλήξει ότι η θεαματική του «τέλους του ατόμου» που υποστήριξε η Σχολή της Φραγκφούρτης, σημαίνει πλέον την ολοκληρωτική ήττα της ανθρώπινης υποκειμενικότητας.
Στην ιστορία της νεωτερικής φιλοσοφίας το φιλοσοφικό υποκείμενο ασχολείται με τη μελέτη του πραγματικού, όχι μόνο για να στερεώσει το γνωστικό του πεδίο, αλλά και για να μπορεί να ελέγχει το αντι-κείμενο (τον κόσμο, τη φύση, τις ιδέες, τον άλλο άνθρωπο). Αυτή η διαλεκτική υποκειμένου - αντικειμένου (όπου το υποκείμενο ασκεί ρόλο ελεγκτή και εποπτεύοντος) φαίνεται πως έχει φτάσει στο τέλος της. Ο Μποντριγιάρ εισάγει τη βασιλεία του αντικειμένου και μαζί της, τη μετανεωτερική εποχή.
Αλλά τι σημαίνει η νέα εποχή που αναγγέλλει ο Γάλλος στοχαστής; Το τέλος της εργασίας, το τέλος της παραγωγής, το τέλος της πολιτικής οικονομίας, το τέλος της διαλεκτικής σημαίνοντος / σημαινόμενου, το τέλος της γραμμικής διάστασης του λόγου. Η νέα κοινωνική κατάσταση είναι η «υπερπραγματικότητα» των προσομοιώσεων που επιβάλλουν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, όπου εικόνες και θέαμα αντικαθιστούν πλέον τον κόσμο του νοήματος, τις έννοιες της ταξικής σύγκρουσης και της παραγωγής.
Ετσι, ο μετανεωτερικός άνθρωπος, φυλακισμένος στο σύμπαν των θεαμάτων και των ομοιωμάτων, χάνει σε τέτοιο βαθμό την αίσθηση της εξωτερικής πραγματικότητας, ώστε η έννοια «πραγματικό» μοιάζει να μη σημαίνει πλέον τίποτε. Η ναρκωμένη και υπνωτισμένη συνείδηση, «σαγηνευμένη» από την εικόνα, βυθίζεται σ' αυτόν τον ωκεανό του εικονικού, μεταφέροντας τη ζωή στις οθόνες της τελεόρασης και των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ο Μποντριγιάρ θα διαπιστώσει ότι το σοβαρότερο πρόβλημα της Δύσης δεν είναι, εντέλει, η εμπορευματοποίηση του κόσμου αλλά η αισθητικοποίησή του, η κοσμοπολίτικη εκκοσμίκευσή του, ο μετασχηματισμός του σε εικόνες και η σημειολογική του οργάνωση.
Η «δολοφονία της πραγματικότητας» αποτελεί για τον Γάλλο στοχαστή «το τέλειο έγκλημα», «το σπουδαιότερο γεγονός της σύγχρονης ιστορίας». Ετσι, καθώς οι μάζες καταρρέουν «μέσα σε μια σιωπηλή πλειονότητα» που σημαίνει «το τέλος του κοινωνικού», η κοινωνική θεωρία χάνει το ίδιο της το αντικείμενο (αφού τα νοήματα, οι κοινωνικές τάξεις, η διαφορά καταρρέουν επίσης) αλλά και η ριζοσπαστική πολιτική χάνει το υποκείμενο και την παρεμβατική δράση της. Απο το βιβλίο του «Μοιραίες στρατηγικές» και σε επόμενα γραπτά, ο Μποντριγιάρ πηγαίνει τη θεωρία στη σφαίρα της μεταφυσικής, εμπευσμένος από την παταφυσική του Αλφρέ Ζαρί. Οπως η παταφυσική του Ζαρί, το σύμπαν του Μποντριγιάρ διέπεται από την έκπληξη, την αντιστροφή, την ψευδαίσθηση, την βλασφημία, το άσεμνο, την επιθυμία να σοκάρει. Το «κακό πνεύμα» του Γάλλου στοχαστή είναι το ίδιο το «αντικείμενο» (όπως το malin genie -το κακό πνεύμα- του Ντεκάρτ ήταν ο δόλος του υποκειμένου). Το αντικείμενο όμως εδώ θριαμβεύει, είναι πιο λαμπερό, πιο κυνικό, πιο πονηρό από το υποκείμενο. Το αντικείμενο είναι το μοιραίο του υποκειμένου.
Η διχοτομία αντικειμένου - υποκειμένου, ταυτισμένη με τον δυϊσμό του «κακού» και του «καλού» (αντιστοιχίες της μετανεωτερικότητας και της νεωτερικότητας) γίνεται πλέον η εμμονή του Μποντριγιάρ, ο οποίος συντάσσεται με το αντικείμενο εναντίον του υποκειμένου, τη φαινομενικότητα εναντίον της πραγματικότητας, την αυταπάτη εναντίον της αλήθειας. «Η αυταπάτη είναι ο θεμελιώδης κανόνας» θα γράψει, υποστηρίζοντας την απελευθερωτική δράση που μεταφέρει η παραδοχή της απουσίας νοήματος αυτή την εποχή.
Εμφανής η μανιχαϊστική και γνωστικιστική διάσταση της σκέψης του, αλλά και ο μηδενισμός της, παρατηρούν οι αναλυτές του Μποντριγιάρ. Ωστόσο ο ίδιος θεωρεί ότι το να είναι κανείς μηδενιστής -και άρα μεταφορέας του ριζοσπαστικού χαρακτηριστικού της χλεύης και της βίας απέναντι στο σύστημα- είναι κάτι αδύνατο τη συγκεκριμένη εποχή, αφού σε κάθε ενεργό μηδενισμό της ριζοσπαστικότητας το σύστημα αντιπαραθέτει τον δικό του μηδενισμό της εξουδετέρωσης. Οι σημερινές δομές (κοινωνικές και πολιτικές) έχουν τη δύναμη να οδηγήσουν τα πάντα
-ακόμη και τον αρνητή τους- στην αδιαφορία.
(Αναφερόμενος στις τρέχουσες κοινωνικές παθολογίες, επισημαίνει ότι το υποκείμενο δεν προσβάλλεται πλέον από την υστερία και την παράνοια -ασθένειες κατεξοχήν νεωτερικές- αλλά από τη σχιζοφρένεια που προκαλεί η διαπότιση των ποικίλων συγχυτικών εικόνων της πολιτισμικής επιβολής.)
Ο Ζαν Μποντριγιάρ έχει γράψει πάνω από τριάντα βιβλία, σχολιάζοντας σοβαρά σύγχρονα θέματα, όπως η εξάλειψη των διακρίσεων του φύλου, οι μεταβαλλόμενοι ρόλοι της τέχνης και της αισθητικής, οι θεμελιώδεις αλλαγές στην πολιτική, την κουλτούρα, τα ανθρώπινα όντα. Επιπλέον προσεγγίζει με πολύ πρωτοτυπία τη ζωή των σημείων και τις επιπτώσεις της τεχνολογίας πάνω στις κοινωνίες, υποβάλλοντας σε συστηματική κριτική μείζονες τρόπους της νεωτερικής σκέψης.
Πολλοί από τους σύγχρονους μελετητές του αναρωτιούνται μήπως το έργο του διαβάζεται καλύτερα σαν επιστημονική φαντασία και παταφυσική παρά σαν φιλοσοφία και κοινωνική θεωρία. Πράγματι, διαγκώνοντας τη ρήξη νεωτερικού και μετανεωτερικού και αντιμετωπίζοντας κάποιες μελλοντικές δυνατότητες σαν υπαρκτές πραγματικότητες, ο Μποντριγιάρ δίνει στο παρόν μια φουτουριστική προοπτική, η οποία προσομοιάζει μ' εκείνη που συναντάμε στο έργο του Αλντους Χάξλεϊ ή στο κυβερνοπάνκ.
Ο Αμερικανός φιλόσοφος Ντάγκλας Κέλνερ -συγγραφέας της παρούσης μονογραφίας- ενδιαφέρεται να καταθέσει μια συνοπτική παρουσίαση της σκέψης του Γάλλου στοχαστή, πλην, το πράττει αυτό με πολύ μεγάλη προχειρότητα. Οι διαρκείς επαναλήψεις από σελίδα σε σελίδα (αναμάσημα των ίδιων, ακόμη και μέσα στην ίδια παράγραφο!) δείχνουν ότι δεν έχει καλή εποπτεία του υλικού του. Κατά τα λοιπά, ο αναγνώστης -αν κατορθώσει να παρακάμψει την κακογραφία-, μπορεί να έλθει σε επαφή με τη σύνθετη και προκλητική σκέψη του Μποντριγιάρ (τη βοηθεία του απλού και, ομολογουμένως, εύληπτου λόγου του Ντάγκλας) για να εισχωρήσει στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο ο Γάλλος διανοούμενος συν-πράττει στη διακίνηση του ευρωπαϊκού πνεύματος.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΛΥΜΠΕΡΗ, Βιβλιοθήκη, 15/6/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις