0
Your Καλαθι
Φάκελος Κ.
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
O Ίμρε Κέρτες, ο οποίος δεν είχε απολύτως καμία πρόθεση να γράψει την αυτοβιογραφία του, πλέκει αριστοτεχνικά το διπλό μίτο αυτού του βιβλίου: την αμφίδρομη σχέση μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας, μεταξύ βιωματικής εμπειρίας και καλλιτεχνικής δημιουργίας, καθώς και μεταξύ αισθητικής και αφηγηματικής δυνατότητας.
O "Φάκελος Κ." αποτελεί εισαγωγή αλλά και επιτομή του έργου του, καταδεικνύοντας τη σημασία της γραφής στην πολυκύμαντη ζωή του νομπελίστα συγγραφέα. Αυτοβιογραφία
Η επινόηση μιας νέας πραγματικότητας
Ενας μυθιστοριογράφος που ήταν συγγραφέας προτού αρχίσει να γράφει
Αν κάτι χαρακτηρίζει συνολικά το έργο του Ιμρε Κέρτες, αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπει την πραγματικότητα πριν αρχίσει την ιστόρησή της, το βλέμμα που ρίχνει σ' αυτό το προ-αισθητικό υλικό που συνιστούν ο κόσμος, τα πράγματα και τα γεγονότα πριν γίνουν αντικείμενο της αφήγησής του και, έτσι, μετατραπούν σε αισθητικό γεγονός, ο τρόπος με τον οποίο «μεταβολίζει την πραγματικότητα». Είναι η μοναδική περίπτωση συγγραφέα, εξ όσων γνωρίζουμε, που, ξεκινώντας, βρίσκεται ήδη ένα βήμα πιο μπροστά από τους υπόλοιπους συναδέλφους του: η ματιά του στον κόσμο, πριν αρχίσει την κυρίως ειπείν λογοτεχνική του δουλειά, περιέχει μια παραμόρφωση που οι υπόλοιποι συγγραφείς αποκτούν στο επόμενο στάδιο, εκείνο της λογοτεχνικής αφήγησης. Ο Κέρτες είναι συγγραφέας πριν ακόμη αρχίσει να γράφει.
Ο «Φάκελος Κ. - Μια έρευνα» είναι η αυτοβιογραφία του Ούγγρου νομπελίστα. Αλλά για τον τρόπο με τον οποίο γεννήθηκε αυτό το βιβλίο, δεν μπορεί κανείς να αποφύγει τον πειρασμό να δώσει τον λόγο στον ίδιο τον Κέρτες:
«Γύρω στις δέκα μαγνητοταινίες πρέπει να είχε γεμίσει η συζήτηση που ηχογράφησε ο φίλος και επιμελητής μου Ζόλταν Χάφνερ μεταξύ 2003-2004 για τη λεγόμενη "γενική συνέντευξη". Τον φάκελο με το απομαγνητοφωνημένο και διορθωμένο κείμενο τον έλαβα στο Γκστάαντ, σε κάποιο ξενοδοχείο αυτής της ελβετικής κωμόπολης. Οταν διάβασα τις πρώτες φράσεις, άφησα το κείμενο κατά μέρος και με μια ακούσια, θα λέγαμε, κίνηση άνοιξα τον υπολογιστή μου. Ετσι γεννήθηκε αυτό το βιβλίο, το μοναδικό από τα βιβλία μου το οποίο έγραψα μάλλον με κάποια εξωτερική αφορμή παρά από εσωτερική παρόρμηση: μια πραγματική αυτοβιογραφία. Αν ακολουθήσουμε ωστόσο την πρόταση του Νίτσε, σύμφωνα με την οποία το μυθιστόρημα κατάγεται από τους πλατωνικούς διαλόγους, τότε ο αναγνώστης κρατάει στα χέρια του ένα μυθιστόρημα».
Καθώς ο Κέρτες, σε όλα του τα βιβλία, επανεπινοεί την πραγματικότητα, δεν θα μπορούσε να μην κάνει το ίδιο και εδώ. Την αφετηρία τού την έδωσε ένα πραγματικό γεγονός, η συνομιλία του με τον Χάφνερ. Εκείνος όμως επινοεί μιαν άλλη συνέντευξη, στην οποία ο ίδιος είναι ερωτώμενος και απαντών, για να μας δώσει την αυτοβιογραφία του και, βέβαια, για να επανασημασιοδοτήσει την πραγματικότητα της δικής του ζωής -το ζωτικό ψεύδος της δικής του αλήθειας...
Κάθε αυτοβιογραφία ελαύνεται από μια νοσταλγία της πραγματικότητας ή, καλύτερα, από τη νοσταλγία μιας πραγματικότητας και συγκροτεί την αφήγηση των αφηγήσεων του συγγραφέα της. Είναι ένα είδος υπερ-αφήγησης, που περιέχει και εποπτεύει όλες τις επιμέρους αφηγήσεις του.
Επίσης ας μην ξεχνάμε πως, πέρα από την πολύχρωμη αφηγηματική της διάσταση, η αυτοβιογραφία είναι και μια αντικειμενοποίηση του εγώ, μια πλάτυνση -στις καλές περιπτώσεις και μια εμβάθυνση- του εαυτού, μια διάχυση του συγγραφέα σε περιοχές που δεν καλύπτει η, κατά κυριολεξία και αμιγές περιεχόμενο, λογοτεχνική δημιουργία. Αντιμέτωπος με τον εαυτό του και τον βίο του χωρίς καμία μεσολάβηση, ούτε καν εκείνη που παράγει (ή συνοδεύει) η εμπρόθετη λογοτεχνική γραφή, ο συγγραφέας γνωρίζει έναν νέο αναβαθμό της ύπαρξής του: ο μιλημένος, αφηγημένος βίος του δεν θα είναι ποτέ ξανά ο ίδιος.
Φυσικά από μια αυτοβιογραφία, όποια μορφή και αν έχει αυτή, δεν μπορούν να λείπουν οι βιογραφικού τύπου πληροφορίες. Ετσι μαθαίνουμε όλα τα στοιχεία που συνθέτουν τον βίο του συγγραφέα: την καθημερινότητά του, τις παρέες του, την πρώτη νεότητα, τις επαγγελματικές του περιπέτειες κλπ. Κυρίως όμως μαθαίνουμε για τις δύο σημαντικότερες πτυχές της ζωής του: την οικογένεια, αφ' ενός, και την παιδική του ηλικία, και αφ' ετέρου, για τον εγκλεισμό του στο Αουσβιτς πρώτα και στο Μπούχενβαλντ ύστερα. Παράλληλα πληροφορούμαστε για τον λογοτεχνικό βίο του Ούγγρου συγγραφέα: πως τα πρώτα του γραπτά, με αποκλειστικό στόχο τον βιοπορισμό, ήταν κάποια ασήμαντα κι ανάλαφρα θεατρικά έργα (κάτι που ακούγεται αστείο για έναν συγγραφέα με το βάθος και τη συμπαγή πυκνότητα που έχει ο Κέρτες)· για την απηνή δίωξη εκ μέρους της ουγγρικής κριτικής, η οποία δεν μπόρεσε -ή, ακόμη χειρότερα, δεν θέλησε- να καταλάβει το έργο του· για την (δικαιολογημένη) αποστροφή του προς αυτό που ονομάζεται «λογοτεχνία του Ολοκαυτώματος», η οποία δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να εκδραματίζει ένα ήδη δραματικό υλικό, εγκλωβισμένη ανάμεσα στις συμπληγάδες μιας συμβατικής σύλληψης του κόσμου, από τη μια, και μιας ακόμη πιο συμβατικής αφήγησης, από την άλλη, με αποτέλεσμα να καταντά δραματική ιστοριογραφία και όχι μυθιστόρημα.
Πάνω απ' όλα όμως μαθαίνουμε πώς ο Κέρτες αντιλαμβάνεται τη σχέση ανάμεσα στα «γεγονότα», όπως ονομάζει την πραγματική πραγματικότητα, και στη μυθοπλασία, την κειμενική πραγματικότητα. Και διαπιστώνει κανείς πως αυτός, ένας συγγραφέας που, όπως είπαμε, είναι προικισμένος να μεταβολίζει την πραγματικότητα πριν καν αρχίσει να την αφηγείται, έχει την ίδια ανάγκη να επινοεί μια νέα πραγματικότητα, γιατί γνωρίζει πως συστατικό στοιχείο και ιδρυτική συνθήκη της λογοτεχνικής αφήγησης είναι η, χωρίς ψυχοσυναισθηματικού τύπου παρεμβάσεις, επινόηση.
Η αυτοβιογραφία είναι μια ιδιότυπη, μεταιχμιακή περίπτωση στον κόσμο της λογοτεχνικής αφήγησης: μοναδική περίπτωση όπου το αντικείμενο ταυτίζεται με το υποκείμενο, το πραγματολογικό υλικό με το αφηγηματικό, ο αφηγούμενος με αυτό που αφηγείται· μοναδική περίπτωση ακόμη όπου τα δυο πρόσωπα, του συγγραφέα και του αφηγητή, συναιρούνται σε ένα. Κι όταν αυτό είναι ο Κέρτες, τότε το αποτέλεσμα, για μία φορά ακόμη, είναι πολύτιμο τόσο για τους απλούς αναγνώστες όσο και για τους υποψήφιους συγγραφείς.
Η μετάφραση, από τα γερμανικά, της Γιώτας Λαγουδάκου διεκπεραιώνει με επάρκεια το κείμενο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/06/2007
O "Φάκελος Κ." αποτελεί εισαγωγή αλλά και επιτομή του έργου του, καταδεικνύοντας τη σημασία της γραφής στην πολυκύμαντη ζωή του νομπελίστα συγγραφέα. Αυτοβιογραφία
Η επινόηση μιας νέας πραγματικότητας
Ενας μυθιστοριογράφος που ήταν συγγραφέας προτού αρχίσει να γράφει
Αν κάτι χαρακτηρίζει συνολικά το έργο του Ιμρε Κέρτες, αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίο βλέπει την πραγματικότητα πριν αρχίσει την ιστόρησή της, το βλέμμα που ρίχνει σ' αυτό το προ-αισθητικό υλικό που συνιστούν ο κόσμος, τα πράγματα και τα γεγονότα πριν γίνουν αντικείμενο της αφήγησής του και, έτσι, μετατραπούν σε αισθητικό γεγονός, ο τρόπος με τον οποίο «μεταβολίζει την πραγματικότητα». Είναι η μοναδική περίπτωση συγγραφέα, εξ όσων γνωρίζουμε, που, ξεκινώντας, βρίσκεται ήδη ένα βήμα πιο μπροστά από τους υπόλοιπους συναδέλφους του: η ματιά του στον κόσμο, πριν αρχίσει την κυρίως ειπείν λογοτεχνική του δουλειά, περιέχει μια παραμόρφωση που οι υπόλοιποι συγγραφείς αποκτούν στο επόμενο στάδιο, εκείνο της λογοτεχνικής αφήγησης. Ο Κέρτες είναι συγγραφέας πριν ακόμη αρχίσει να γράφει.
Ο «Φάκελος Κ. - Μια έρευνα» είναι η αυτοβιογραφία του Ούγγρου νομπελίστα. Αλλά για τον τρόπο με τον οποίο γεννήθηκε αυτό το βιβλίο, δεν μπορεί κανείς να αποφύγει τον πειρασμό να δώσει τον λόγο στον ίδιο τον Κέρτες:
«Γύρω στις δέκα μαγνητοταινίες πρέπει να είχε γεμίσει η συζήτηση που ηχογράφησε ο φίλος και επιμελητής μου Ζόλταν Χάφνερ μεταξύ 2003-2004 για τη λεγόμενη "γενική συνέντευξη". Τον φάκελο με το απομαγνητοφωνημένο και διορθωμένο κείμενο τον έλαβα στο Γκστάαντ, σε κάποιο ξενοδοχείο αυτής της ελβετικής κωμόπολης. Οταν διάβασα τις πρώτες φράσεις, άφησα το κείμενο κατά μέρος και με μια ακούσια, θα λέγαμε, κίνηση άνοιξα τον υπολογιστή μου. Ετσι γεννήθηκε αυτό το βιβλίο, το μοναδικό από τα βιβλία μου το οποίο έγραψα μάλλον με κάποια εξωτερική αφορμή παρά από εσωτερική παρόρμηση: μια πραγματική αυτοβιογραφία. Αν ακολουθήσουμε ωστόσο την πρόταση του Νίτσε, σύμφωνα με την οποία το μυθιστόρημα κατάγεται από τους πλατωνικούς διαλόγους, τότε ο αναγνώστης κρατάει στα χέρια του ένα μυθιστόρημα».
Καθώς ο Κέρτες, σε όλα του τα βιβλία, επανεπινοεί την πραγματικότητα, δεν θα μπορούσε να μην κάνει το ίδιο και εδώ. Την αφετηρία τού την έδωσε ένα πραγματικό γεγονός, η συνομιλία του με τον Χάφνερ. Εκείνος όμως επινοεί μιαν άλλη συνέντευξη, στην οποία ο ίδιος είναι ερωτώμενος και απαντών, για να μας δώσει την αυτοβιογραφία του και, βέβαια, για να επανασημασιοδοτήσει την πραγματικότητα της δικής του ζωής -το ζωτικό ψεύδος της δικής του αλήθειας...
Κάθε αυτοβιογραφία ελαύνεται από μια νοσταλγία της πραγματικότητας ή, καλύτερα, από τη νοσταλγία μιας πραγματικότητας και συγκροτεί την αφήγηση των αφηγήσεων του συγγραφέα της. Είναι ένα είδος υπερ-αφήγησης, που περιέχει και εποπτεύει όλες τις επιμέρους αφηγήσεις του.
Επίσης ας μην ξεχνάμε πως, πέρα από την πολύχρωμη αφηγηματική της διάσταση, η αυτοβιογραφία είναι και μια αντικειμενοποίηση του εγώ, μια πλάτυνση -στις καλές περιπτώσεις και μια εμβάθυνση- του εαυτού, μια διάχυση του συγγραφέα σε περιοχές που δεν καλύπτει η, κατά κυριολεξία και αμιγές περιεχόμενο, λογοτεχνική δημιουργία. Αντιμέτωπος με τον εαυτό του και τον βίο του χωρίς καμία μεσολάβηση, ούτε καν εκείνη που παράγει (ή συνοδεύει) η εμπρόθετη λογοτεχνική γραφή, ο συγγραφέας γνωρίζει έναν νέο αναβαθμό της ύπαρξής του: ο μιλημένος, αφηγημένος βίος του δεν θα είναι ποτέ ξανά ο ίδιος.
Φυσικά από μια αυτοβιογραφία, όποια μορφή και αν έχει αυτή, δεν μπορούν να λείπουν οι βιογραφικού τύπου πληροφορίες. Ετσι μαθαίνουμε όλα τα στοιχεία που συνθέτουν τον βίο του συγγραφέα: την καθημερινότητά του, τις παρέες του, την πρώτη νεότητα, τις επαγγελματικές του περιπέτειες κλπ. Κυρίως όμως μαθαίνουμε για τις δύο σημαντικότερες πτυχές της ζωής του: την οικογένεια, αφ' ενός, και την παιδική του ηλικία, και αφ' ετέρου, για τον εγκλεισμό του στο Αουσβιτς πρώτα και στο Μπούχενβαλντ ύστερα. Παράλληλα πληροφορούμαστε για τον λογοτεχνικό βίο του Ούγγρου συγγραφέα: πως τα πρώτα του γραπτά, με αποκλειστικό στόχο τον βιοπορισμό, ήταν κάποια ασήμαντα κι ανάλαφρα θεατρικά έργα (κάτι που ακούγεται αστείο για έναν συγγραφέα με το βάθος και τη συμπαγή πυκνότητα που έχει ο Κέρτες)· για την απηνή δίωξη εκ μέρους της ουγγρικής κριτικής, η οποία δεν μπόρεσε -ή, ακόμη χειρότερα, δεν θέλησε- να καταλάβει το έργο του· για την (δικαιολογημένη) αποστροφή του προς αυτό που ονομάζεται «λογοτεχνία του Ολοκαυτώματος», η οποία δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να εκδραματίζει ένα ήδη δραματικό υλικό, εγκλωβισμένη ανάμεσα στις συμπληγάδες μιας συμβατικής σύλληψης του κόσμου, από τη μια, και μιας ακόμη πιο συμβατικής αφήγησης, από την άλλη, με αποτέλεσμα να καταντά δραματική ιστοριογραφία και όχι μυθιστόρημα.
Πάνω απ' όλα όμως μαθαίνουμε πώς ο Κέρτες αντιλαμβάνεται τη σχέση ανάμεσα στα «γεγονότα», όπως ονομάζει την πραγματική πραγματικότητα, και στη μυθοπλασία, την κειμενική πραγματικότητα. Και διαπιστώνει κανείς πως αυτός, ένας συγγραφέας που, όπως είπαμε, είναι προικισμένος να μεταβολίζει την πραγματικότητα πριν καν αρχίσει να την αφηγείται, έχει την ίδια ανάγκη να επινοεί μια νέα πραγματικότητα, γιατί γνωρίζει πως συστατικό στοιχείο και ιδρυτική συνθήκη της λογοτεχνικής αφήγησης είναι η, χωρίς ψυχοσυναισθηματικού τύπου παρεμβάσεις, επινόηση.
Η αυτοβιογραφία είναι μια ιδιότυπη, μεταιχμιακή περίπτωση στον κόσμο της λογοτεχνικής αφήγησης: μοναδική περίπτωση όπου το αντικείμενο ταυτίζεται με το υποκείμενο, το πραγματολογικό υλικό με το αφηγηματικό, ο αφηγούμενος με αυτό που αφηγείται· μοναδική περίπτωση ακόμη όπου τα δυο πρόσωπα, του συγγραφέα και του αφηγητή, συναιρούνται σε ένα. Κι όταν αυτό είναι ο Κέρτες, τότε το αποτέλεσμα, για μία φορά ακόμη, είναι πολύτιμο τόσο για τους απλούς αναγνώστες όσο και για τους υποψήφιους συγγραφείς.
Η μετάφραση, από τα γερμανικά, της Γιώτας Λαγουδάκου διεκπεραιώνει με επάρκεια το κείμενο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/06/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις