0
Your Καλαθι
Καντίς για ένα αγέννητο παιδί
Μυθιστόρημα
Περιγραφή
Ξέρω πόσο δύσκολο σας είναι να αποδεχθείτε το ότι μας κυβερνάνε κοινοί εγκληματίες· είναι δύσκολο ακόμα και αν σε άλλες περιπτώσεις τους αποκαλείται κοινούς εγκληματίες και τους αντιμετωπίζετε ως τέτοιους. Ωστόσο, όταν ένας παράφρων εγκληματίας καταλήγει, αντί στο φρενοκομείο ή στη φυλακή, στην Καγκελαρία ή σε κάποια άλλη διοικητική θέση, εσείς αρχίζετε ευθύς να αναζητάτε το νόημα, το πρωτότυπο, το εξαιρετικό -δεν τολμάτε να το πείτε μεγαλόφωνα, το λέτε όμως κρυφά: αναζητάτε σ' αυτόν το μεγαλείο, για να μην αναγκαστείτε να δείτε τους εαυτούς σας ως νάνους και την παγκόσμια ιστορία ως τεράστιο παραλογισμό.
Στο συγκλονιστικό αυτό μυθιστόρημα ο Ίμρε Κέρτες απευθύνει ένα καντίς -την επιμνημόσυνη προσευχή της εβραϊκής θρησκείας- για το παιδί που συγγραφέας αρνήθηκε να φέρει σε έναν κόσμο για πάντα τραυματισμένο από το Άουσβιτς. Είναι ένας πυκνός εσωτερικός μονόλογος -θυμίζει την "Πτώση" του Αλμπέρ Καμύ - που θέτει καίρια ιστορικά ερωτήματα αι επαναπροσδιορίζει τα όρια της ατομικής και της συλλογικής ευθύνης. Εναλλάσσοντας διαρκώς τον καυστικό (αυτό) σαρκασμό με τον βαθύ φιλοσοφικό στοχασμό, ο συγγραφέας αποδεσμεύει τον αναγνώστη από το φορτίο του συναισθηματισμού και τον κάνει κοινωνό της δικής του απαράμιλλης διαύγειας και ελευθερίας σκέψης.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μπαίνοντας κανείς στο κείμενο αυτό του Κέρτες, ήδη από την πρώτη σελίδα αντιλαμβάνεται πως εδώ τα πράγματα δεν είναι αστεία και πως η κάθοδος στην Κόλαση είναι ο μόνος τρόπος να διαβαστεί το «Καντίς» στις πραγματικές του διαστάσεις.
Το αφήγημα -και όχι μυθιστόρημα- αυτό του Ούγγρου νομπελίστα είναι ένας μακρύς εσωτερικός μονόλογος, υψηλής πυκνότητας και μεγάλου βάθους, που αγκαλιάζει όλες τις αγωνίες μιας αβόλευτης ψυχής: από τις ποικίλες υπαρξιακές αναζητήσεις ώς τη βαθύτερη ουσία της θρησκευτικότητας και από τη λογοτεχνική δημιουργία μέχρι τις ερωτικές σχέσεις, η σαρωτική εξομολόγηση του Κέρτες θα ανεβοκατέβει πολλές φορές την κλίμακα. Πρόκειται για έναν μονόλογο που δεν εκφέρεται από τα χείλη κάποιου ήρωα αλλά από τον ίδιο τον -πρωτοπρόσωπο βέβαια- αφηγητή και που η ακραία μετωπικότητά του ορίζει και την κατεύθυνση της ανάγνωσης: μία προς τα ένδον βαθιά αναδίφηση, που ξεπερνάει το θέμα και το λόγο για τον οποίο έχει γραφτεί και αγγίζει -για να θυμηθούμε τον Μπροχ- νέες περιοχές της λογοτεχνικής ανθρωπογνωσίας.
Ο Κέρτες ξεκινάει το μονόλογό του μιλώντας, υποτιθεμένως, στο φιλόσοφο -συμπεριπατητή και συνομιλητή του- δρα Ομπλατ. Με πλασματική αφετηρία αυτή τη συνομιλία ξετυλίγει το προσωπικό του δράμα ακολουθώντας δύο απαράβατους, καθ' όλο το μήκος της αφήγησης, κανόνες: α) συνδέοντας, μονίμως και εμμόνως, την περιπέτεια του ατομικού του βίου με τη συλλογική περιπέτεια της Ιστορίας και β) εμπλουτίζοντάς την μ' έναν υψηλής ποιότητας στοχασμό, ανεβάζοντας έτσι το αφήγημά του εκεί που του αξίζει: στον επίζηλο θώκο της καθολικότητας.
Ο Κέρτες, εβραϊκής καταγωγής, σε ηλικία μόλις 15 ετών έζησε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, πρώτα στο Αουσβιτς κι ύστερα στο Μπούχενβαλντ. Η εμπειρία αυτή, που τον σημάδεψε, αποτελεί τη βιωματική αφετηρία του «Καντίς». Ωστόσο, θα ήταν σφάλμα -αν όχι ασύγγνωστη παρανάγνωση- να περιοριστεί αυτός ο πυρετικός μονόλογος στην καταγγελτική του διάσταση. Ο Κέρτες φροντίζει να χωρέσει την καταγγελία του σ' ένα είδος υπαρξιακής κιβωτού, καθώς γνωρίζει ότι ο άνθρωπος είναι μια ύπαρξη που, πρωτίστως, υπάρχει για να αναρωτιέται πάνω στην ύπαρξη.
Το «Καντίς», αυτή η έκρηξη ενός φωτισμένου μυαλού μια «σκοτεινή, φεγγοβόλα νύχτα», μπορεί να κατάγεται από τον Νίτσε και τους Γερμανούς ρομαντικούς ποιητές, ωστόσο διασταυρώνεται με ένα άλλο, σύγχρονο, κείμενο της ευρωπαϊκής γραμματείας: το «Ζίγκφριντ ή ο γιος του κτήνους» του Ολλανδού Χάρι Μούλις. Πέρα από τις προφανείς συμπτώσεις (τόσο ο Ούγγρος όσο και ο Ολλανδός είναι Εβραίοι· έχουν και οι δύο γερμανική κουλτούρα· και τα δύο βιβλία έχουν άμεση σχέση με το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ακριβέστερα: με το ρήγμα που αυτός δημιούργησε στην κοινή ευρωπαϊκή συνείδηση), υπάρχει κάτι άλλο που συνδέει τα δύο αυτά πεζογραφήματα: ένας κοινός λογοτεχνικός-φιλοσοφικός στοχασμός για τα μείζονα υπαρξιακά ζητήματα, ιδίως δε για την αρχαία διάζευξη του Καλού με το Κακό.
Ενώ όμως στον Μούλις αυτά τα δύο εμφανίζονται ως κληρονομημένες ηθικές κατηγορίες, που προϋποθέτουν έναν κόσμο αδρανή, στον Κέρτες είναι περισσότερο αποτέλεσμα επιλογής και ατομικής ευθύνης, συνέπεια μιας (δέσμιας) ελευθερίας των ανθρώπων. Γι' αυτό παραξενεύει κάπως ότι, ενώ ο Μούλις, συνεπής με τις φιλοσοφικές του απόψεις, ερμηνεύει την έλευση του δαιμονικού ανδρός στον κόσμο συνδέοντάς την με μιαν αναπόφευκτη οντολογία του Κακού, ο Ούγγρος τείνει να την ερμηνεύσει με την αναγκαιότητα του τυχαίου.
Το «Καντίς» όμως, πέρα από τη βαθιά κατάβαση που επιχειρεί σε σκοτεινές ζώνες της ανθρώπινης συνείδησης, ταυτόχρονα κατακλύζεται από τις ιδέες, παραπέμπει διαρκώς σ' αυτές, αποθεώνοντας μια λογοτεχνία που δεν τις υπηρετεί αλλά τις πραγματώνει υλικά, σχεδόν σωματικά. Εμπλέκοντας, υπόγεια μα διαρκώς, ο Κέρτες το μηχανισμό της μνήμης στη γραφή του, ανασύρει ιδέες, αυτά τα ευγενή φαντάσματα που στοιχειώνουν την ατομική και τη συλλογική συνείδηση: ελευθερία, πνευματικότητα, θρησκευτικότητα, πολιτική, καλλιτεχνική δημιουργία, έρωτας, όπως κι ένα καθόλου κρυμμένο μεταφυσικό άγος, όλα περνούν από το φακό του σκοτεινού Ούγγρου, ο οποίος, υποψιαζόμαστε, θα ένιωθε το ίδιο άβολα με τη «χριστιανικότητα», τη «μουσουλμανικότητα» ή την αθεΐα, όσο νιώθει τώρα με την «εβραϊκότητα» ή την «ουγγρικότητά» του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει ο γλωσσικός τρόπος με τον οποίο διεκπεραιώνει ο Κέρτες την άβυσσό του: ενώ ο μονόλογός του είναι πρωτοπρόσωπος και άκρως μετωπικός, πολύ συχνά ολισθαίνει σ' έναν εξαρτημένο πλάγιο λόγο (σαν να θέλει να ξεγλιστρήσει από το πραγματικό), σε μια δυνητική έγκλιση (σαν τα πράγματα να είχαν συμβεί και αλλιώς απ' ό,τι ισχυρίζεται ότι συνέβησαν) και σε υποθετικούς λόγους, που ασφαλώς δεν συνάδουν με τη μετωπικότητα του κειμένου. Αυτές οι γραμματικές υποσημάνσεις ενός διαρκώς ολισθαίνοντος λόγου σαν να θέλουν να μας υπενθυμίσουν πως δεν είναι ακριβώς ο ίδιος ο (ομιλών) συγγραφέας που μας απευθύνει το λόγο, μα άλλα πρόσωπα -σε παρελθόντα χρόνο και σε άγνωστο τόπο. Αν μάλιστα προσθέσει κανείς μια διάχυτη ποιητική αίσθηση (όχι βέβαια σαν τελειωμένη λυρική έκφραση -αν και ούτε αυτό λείπει αραιά και πού- αλλά σαν έναν εσωτερικό κραδασμό της συγγραφικής συνείδησης, ο οποίος όχι μόνο διαθλά τη γύρω της πραγματικότητα αλλά και επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο την οικειώνεται ο συγγραφέας), τότε νιώθει με μεγαλύτερη ενάργεια σε ποιον ψυχικό τόπο χρειάστηκε να κατέβει ο συγγραφέας για να μας δώσει το «Καντίς» του.
Στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, αναπάντεχα, εμφανίζεται η, κατά τη γνώμη μας, γενεσιουργός αιτία αυτού του κειμένου: η κατεστραμμένη σχέση του συγγραφέα με τον πατέρα του κατά την παιδική του ηλικία. Εδώ -και όχι στο Αουσβιτς- εδράζεται η σθεναρή άρνηση του αφηγητή να γίνει ο ίδιος πατέρας, αποδεικνύοντας το θεωρητικά αναπόδεικτο αλλά εμπειρικά σχεδόν πάντα επιβεβαιούμενο: χωρίς μεγάλο σαράκι δεν υπάρχει μεγάλος συγγραφέας.
Και αν, κατά τρόπο αυθαίρετο και παλιομοδίτικο, θέλαμε, σώνει και καλά, να αντλήσουμε ένα μήνυμα και να ολοκληρώσουμε μια σύγκριση, θα λέγαμε πως, όπως ο Μούλις προσθέτει την κατανόηση ως στοιχείο του ονείρου, με τον ίδιο τρόπο ο Κέρτες προσθέτει την κατανόηση του κόσμου και της ανθρώπινης συνθήκης ως στοιχείο μιας νέας πνευματικότητας του ανθρώπου.
Συνταρακτικό κείμενο
Η μετάφραση της Μάγκι Κοέν είναι ένα επίτευγμα. Στέκεται στο ύψος ενός εξαιρετικά απαιτητικού κειμένου, που ο μακροπερίοδος λόγος του, ο ασθματικός ρυθμός του, η υψηλή θερμοκρασία του και η αγωνιώδης, πυρετική εκφορά του είναι κάποια μόνο από τα στοιχεία που δείχνουν τη δυσκολία του μεταφραστικού εγχειρήματος.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/11/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις