0
Your Καλαθι
Η φύση των Ελληνικών μύθων
Έκπτωση
25%
25%
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η επιστήμη της μυθολογίας είναι ένας γοητευτικός κλάδος του επιστητού, ο οποίος έχει υπηρετηθεί κατά καιρούς από ανθρωπολόγους, φιλόσοφους και θρησκειολόγους. Το υπό παρουσίαση βιβλίο προέρχεται από τη γραφίδα του γνωστού ομηριστή G. S. Kirk (1921-2003), σκοπός του οποίου είναι να πραγματευθεί τους αρχαιοελληνικούς μύθους και τον χαρακτήρα τους, χωρίς να διολισθήσει σε απλή αφηγηματική περιγραφή του περιεχομένου τους ή σε εγκυκλοπαιδική λημματογράφησή τους. Η μετάφραση, που είναι αφιερωμένη στον αξέχαστο Νίκο Γιανναδάκη, τον δραστήριο έφορο της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης, παρουσιάζεται στη γλώσσα μας ύστερα από ένα τρίτο του αιώνα, αλλά η κυκλοφόρησή της πρέπει να χαιρετιστεί ευφρόσυνα, καθώς η ενασχόληση με τη μυθολογία στη χώρα μας είναι υποτονική.
Ανέφικτοι ορισμοί
Η έννοια του μύθου είναι τόσο ρευστή ώστε θεωρείται ανέφικτη η παράθεση ενός περιεκτικού ορισμού, που αφενός να περιγράφει την ουσία του μύθου και αφετέρου να τον διαφοροποιεί από άλλες μορφές, όπως το παραμύθι και ο θρύλος. Σύμφωνα με έναν πειραματικό ορισμό, πρόκειται για μια παραδοσιακή ιστορία στο πλαίσιο μιας μη εγγράμματης προφορικής κοινωνίας. Αλλά και αυτός ο ορισμός κρίνεται ελλιπής, καθώς το παραμύθι είναι επίσης παραδοσιακό, ενώ ο ιστορικού τύπου θρύλος συγγενεύει με την ομηρική μυθολογία. Στις ομοιότητες αυτές έρχονται να προστεθούν και ορισμένα κοινόχρηστα μοτίβα στο παραμύθι και στον μύθο, που δυσχεραίνουν περαιτέρω τον ορισμό του τελευταίου. Αποτέλεσμα της διαπίστωσης αυτής είναι ότι ένα παραμύθι ενδέχεται σε μια άλλη χρονική βαθμίδα να μετατοπιστεί στην περιοχή του μύθου. Εντυπωσιακό παράδειγμα προσφέρει, κατά τη γνώμη μου, το ευρέως διαδεδομένο παραμύθι της υποκατάστασης ενός μελλοθάνατου από κάποιον άλλον πρόθυμο να παραιτηθεί εκούσια από τη δική του ζωή. Το θέμα μαρτυρείται από τη θεσσαλική ιστορία του Αδμήτου και της Αλκηστης. Ωστόσο, θα συμπληρώναμε, ειδικά στην περίπτωση των αρχαιοελληνικών μύθων παρατηρείται μια διαφοροποίηση από το παραμύθι, αν δεχθούμε ότι ο μύθος αναφέρεται σε επώνυμα πρόσωπα με συγκεκριμένη προέλευση και ενίοτε γνωστό γενεαλογικό δένδρο, ενώ το παραμύθι εκτυλίσσεται σε κάποιον ανώνυμο χώρο με εξίσου ανώνυμα πρόσωπα, που προσδιορίζονται αποκλειστικά από το αξίωμα ή το επάγγελμά τους και δεν διαθέτουν γενεαλογικό βάθος. Επιπλέον ο ελληνικός μύθος τροφοδότησε την αρχαία λογοτεχνία και γνώρισε δημιουργικές ποιητικές μεταπλάσεις και ιδεολογικοπολιτικές χρήσεις.
Παράλληλα με την αδυναμία μας να παραθέσουμε έναν ικανοποιητικό ορισμό του μύθου, δυσκολίες παρουσιάζει και η εξεύρεση μιας θεωρίας περί μύθου με καθολική ισχύ. Η θεωρία που αναγνώριζε στον μύθο την αποτύπωση καιρικών φαινομένων και τη δράση ουρανίων σωμάτων (πρβ. τη λεγόμενη ηλιακή μυθολογία του 19ου αιώνα) αποδείχθηκε ανεπαρκής, γιατί δεν καλύπτει όλο το μυθολογικό φάσμα. Ούτε όμως η προσπάθεια να αποδοθούν οι μύθοι στην ανάγκη για αιτιολογική εξήγηση ορισμένων θεσμών και εθίμων είναι ικανοποιητική. Η νοσταλγική αναζήτηση μιας αλλοτινής παραδείσιας εποχής και η νοερή μέθεξη του ανθρώπου σε αυτήν μέσω του μύθου είναι εξίσου απορριπτέα. Μακροβιότερη, μολονότι και αυτή προβληματική, αποδείχθηκε η θεωρία σύμφωνα με την οποία οι μύθοι προέκυψαν από την ανάγκη να αιτιολογηθεί κάποια τελετουργία. Και το αντίστροφο όμως, θα υποστηρίζαμε, είναι δυνατόν: η τελετουργία να αποτελεί μια ανώδυνη συμβολική επανάληψη ή δραματοποίηση ενός σκληρού μύθου, κάτι που αποδεικνύει πόσο επισφαλής είναι και η θεωρία αυτή.
Σταθμό στην προσπάθεια ερμηνείας των μύθων αποτέλεσε ο Freud, ο οποίος συνέδεσε τον μύθο με τα όνειρα, εισηγήθηκε το οιδιπόδειο σύμπλεγμα (έχθρα του γιου προς τον πατέρα, προσκόλληση στη μητέρα) και αντιμετώπισε τον μύθο ως καταλύτη του άγχους και των φοβιών του ανθρώπου. Ο Freud γονιμοποίησε νεότερες έρευνες, που, μέσω του Jung (θεωρία των αρχετύπων, ένας μεθοδολογικός απόγονος της οποίας είναι, θα προσθέταμε, ο Kerenyi) και του Cassirer (φιλοσοφία των συμβολικών μορφών), φτάνουν έως τη δομική θεωρία του Levi-Strauss, ο οποίος υποστήριξε ότι οι μύθοι αντικατοπτρίζουν την πανομοιότυπη δομή του ανθρώπινου μυαλού και οργανώνονται γύρω από αντιθετικά ζεύγη (άτομο - κοινωνία, επιθυμία - πραγματικότητα, φύση - πολιτισμός). Βέβαιο, πάντως, παραμένει ότι με τη δομική προσέγγιση καταρρίφθηκε η θεωρία περί πρωτόγονης νοημοσύνης, που προφανώς είχε προέλθει από αδικαιολόγητη υπερεκτίμηση του δυτικού πολιτισμού.
Εξι κατηγορίες
Ο μελετητής στη συνέχεια διακρίνει έξι κατηγορίες, προκειμένου να πραγματευθεί το θέμα του: θεογονικοί και κοσμογονικοί μύθοι, πρώιμη ιστορία του ανθρώπου, μύθοι των παλαιότερων και των νεότερων ηρώων, πλαστές αφηγήσεις της ιστορικής περιόδου. Στον Ηρακλή και στην ανάπτυξη των ηρωικών μύθων είναι αφιερωμένα δύο ιδιαίτερα κεφάλαια. Είναι αυτονόητο ότι ο περιορισμένος χώρος δεν επιτρέπει την, έστω και σχηματική, παρουσίαση του πλούτου των πληροφοριών. Με το δέκατο κεφάλαιο ο συγγραφέας επανέρχεται στο ακανθώδες πρόβλημα της σχέσης μύθου και τελετουργίας και στη θεωρία ότι ο πρώτος κατάγεται από τη δεύτερη.
Το επόμενο κεφάλαιο πραγματεύεται την ενδεχόμενη καταγωγή των αρχαιοελληνικών μύθων από την Ανατολή, πιο συγκεκριμένα από τη Μεσοποταμία και δευτερευόντως από την Αίγυπτο. Η βίαιη διαδοχή των θεών στην εξουσία του σύμπαντος (Ουρανός, Κρόνος, Δίας), ο κατακλυσμός και ο μύθος της παραδείσιας ή χρυσής εποχής είναι μερικά από τα θέματα που, κατά πάσα πιθανότητα, προέρχονται εξ Ανατολών. Βέβαιο, πάντως, παραμένει ότι η αφομοιωτική δύναμη των Ελλήνων, οι οποίοι δανείζονταν από τους ξένους πολιτισμούς στοιχεία, ήταν σε θέση να τα μεταπλάσει δημιουργικά και να τα προσαρμόσει στοχαστικά στις δικές τους ανάγκες. Το τελευταίο κεφάλαιο αφορά τη θεωρία της εξέλιξης της ελληνικής σκέψης από τον μύθο στον λόγο (όπως αυτή εκπροσωπείται παραδειγματικά από το βιβλίο του Nestle, που κυκλοφορεί μεταφρασμένο στη γλώσσα μας). Ο συγγραφέας ορθά αμφισβητεί μια τέτοια μετάβαση.
Δανιήλ Ι. Ιακώβ (καθηγητής Φιλολογίας)
Το ΒΗΜΑ, 15/04/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις