0
Your Καλαθι
ΗΠΑ Αυτοκρατορία ή ηγετική δύναμη;
Για μια διπλωματία του 21ου αιώνα
Περιγραφή
«Στην αυγή της νέας χιλιετίας, η υπεροχή των Ηνωμένων Πολιτειών δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε ακόμα και μ' εκείνη των μεγαλύτερων αυτοκρατοριών του παρελθόντος. Από τα οπλικά συστήματα μέχρι την επιχειρηματικότητα, από την επιστήμη μέχρι την τεχνολογία, από την ανώτατη εκπαίδευση μέχρι τη λαϊκή κουλτούρα, η επιρροή που ασκεί η Αμερική σε όλο τον πλανήτη δεν έχει προηγούμενο. Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του 20ού αιώνα, η κυρίαρχη θέση της Αμερικής την έχει καταστήσει ένα αναγκαίο στοιχείο της διεθνούς σταθερότητας. Η διαμεσολάβησή της σε διενέξεις σε κομβικά σημεία του πλανήτη είναι τόσο μεγάλη, ώστε στη Μέση Ανατολή έχει μετατραπεί σε ακέραιο τμήμα της ειρηνευτικής διαδικασίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι τόσο πολύ δεσμευμένες σε αυτό το ρόλο, ώστε αυτοπροβάλλονται σχεδόν εθιμικά ως διαμεσολαβητής ακόμα και σε περιπτώσεις που δεν έχουν προσκληθεί από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη -όπως συνέβη, τον Ιούλιο του 1999, στη διένεξη για το Κασμίρ ανάμεσα στην Ινδία και στο Πακιστάν.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ηπάρχουν πολλοί λόγοι για να μελαγχολήσει κάποιος διαβάζοντας αυτό το βιβλίο -ιδίως αν είχε κάποια επαφή με τη σκέψη και τα γραπτά του Henry Kissinger. Οχι μόνο διότι, αναλογιζόμενος τις εξελίξεις, θα διαπιστώσει την υποχώρηση της διανόησης έναντι της «πρακτικής» διπλωματίας. Αλλά, κυρίως, θα δει έναν άλλο - εκείνον της προσωπικής παρακμής ως διανοητού και της αδυναμίας να δείξει το δρόμο για το μέλλον.
Και γιατί να τον δείξει αυτός; -θα ρωτήσει κάποιος. Διότι αυτό ήταν πάντοτε το κύριο χαρακτηριστικό της σκέψης αυτού του ανθρώπου, ως διανοητή, ακαδημαϊκού δασκάλου, αλλά και ως πολιτικού.
Στις ΗΠΑ παρατηρείται, κατά τα τελευταία χρόνια, ένα προϊόντως αυξανόμενο ενδιαφέρον ερευνητικής δραστηριότητος για την περίοδο του Nixon. Είναι φυσικό ότι, στο πλαίσιο αυτής της έρευνας, στο ρόλο του Kissinger εστιάζεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ομως, καμία έρευνα δεν θα συλλάβει πλήρως αυτό που ο Stanley Hoffmann είχε αποκαλέσει «ο κύκλος του Kissinger» στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, αν δεν φωτιστεί η φιλοσοφία από την οποία προκύπτουν η σκέψη και η δράση του Kissinger. Η προσωπική φιλοσοφία της ιστορίας του ανδρός αρχίζει να διαμορφώνεται από τότε που αυτός ήταν προπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Harvard. Μία φιλοσοφία η οποία ανακύπτει από κριτική μελέτη του Kant, του Spengler, του Toynbee και του φιλοσοφικού κινήματος του Γερμανικού Ιστορικισμού. Ως αποτέλεσμα, ο Kissinger διαμόρφωσε μία προσωπική φιλοσοφία (το δικό του ιστορικισμό), απότοκος της οποίας είναι η προσωπική του αντίληψη για τη δυναμική της διεθνούς πολιτικής. Οι εργασίες του για δημόσιους άνδρες, όπως ο Metternich και ο Castlereagh, και για γεγονότα, όπως το Συνέδριο της Βιέννης, καταδεικνύουν την ιστορικιστική του θεώρηση. Αυτή ακριβώς η θεώρηση αποτέλεσε το γνώμονα με βάση τον οποίο ο Kissinger άσκησε έντονη κριτική σε πρόσωπα και γεγονότα -σε Αμερικανούς ηγέτες, σε στρατιωτικά δόγματα, σε αντιλήψεις περί εξωτερικής πολιτικής. Εχει υποστηριχθεί (Gregory Cleva) ότι η ακαδημαϊκή συγγραφική εργασία του Kissinger δεν είναι τίποτε άλλο από μία διαρκής κριτική της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, με γνώμονα την ιστορικιστική του αντίληψη.
Στο βιβλίο αυτό ο Kissinger διατηρεί αναλλοίωτη, και προβάλλει, μία ιδέα που είχε ήδη από τα χρόνια που εκπονούσε τη διδακτορική του διατριβή για το Συνέδριο της Βιέννης: Η αμερικανική εξωτερική πολιτική πρέπει να αποκρούσει κάθε τάση απομονωτισμού και να ασκεί πολιτική που προσιδιάζει σε ηπειρωτικό, και όχι νησιωτικό, κράτος. Τούτο σημαίνει ότι ως ιστορικό πρότυπο οι ΗΠΑ πρέπει να έχουν παράδειγμα προς μίμηση την εξωτερική πολιτική των κρατών της ηπειρωτικής Ευρώπης και ως παράδειγμα προς αποφυγήν, εκείνο της Μ. Βρετανίας, όπως εμφανίζεται την εποχή που η χώρα αυτή είχε τάσεις απομόνωσης από το σύστημα διακρατικών σχέσεων της μετα-ναπολεόντειας εποχής. Η διάκριση αυτή (island nation αντιδιαστελλόμενο από το continental nation) κατά πολλούς αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση όχι μόνο της ακαδημαϊκής σκέψης, αλλά και της διπλωματίας του Kissinger. Και τούτο, διότι, κατ' αυτόν, αυτές οι δύο διαφορετικές θεωρήσεις του κόσμου των διεθνών σχέσεων οδηγούν σε διαφορετικές αντιλήψεις του εθνικού συμφέροντος, σε διαφορετικές δομές εσωτερικής οργάνωσης του κράτους και σε διαφορετικές εξωτερικές πολιτικές. Την άποψή του αυτή ο Kissinger ανέπτυξε σε δύο περιπτώσεις: Πρώτον, στην προαναφερθείσα κατάσταση πραγμάτων της μετα-ναπολεόντειας εποχής. Δεύτερον, στην κριτική θεώρηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής αμέσως μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο: Θεωρούσε ότι ο απομονωτισμός υπονόμευσε κάθε δυνατότητα των ΗΠΑ να ασκήσουν παγκόσμια ηγεμονία και παρότρυνε επίμονα για άνοιγμα της χώρας στο δύσκολο κόσμο των πολύπλοκων διεθνών σχέσεων.
Ομως ο Kissinger είναι πια σε μια ηλικία (σχεδόν 80 ετών) που δεν έχει την ορμή του νέου ερευνητή, ούτε ο σκοπός του είναι μόνον η ανακάλυψη της αλήθειας. Θα έλεγα, πολύ περισσότερο είναι σκοπός του η καθ-ιέρωση της προσωπικής «αλήθειας του» και η a posteriori δικαιολόγηση των επιλογών του. Ο άνθρωπος έχει χάσει το κουράγιο του και τα πράγματα στο μυαλό του αρχίζουν να μπερδεύονται. Κατ' αρχάς, η όλη εξέλιξη των πραγμάτων δεν ήταν αυτή που είχε οραματιστεί ο ίδιος. Είχαμε αναλύσει παλαιότερα [«Βιβλιοθήκη», 30-3-2002] ότι η μεγάλη στροφή στην πολιτική των ΗΠΑ με τους Nixon και Kissinger ήταν η αναγνώριση ότι ο κόσμος πρέπει να ξεπεράσει τη διπολική και μετωπική αναμέτρηση και να αναγνωρίσει ότι η παγκόσμια ειρήνη είναι προϊόν ισορροπίας και συμβιβασμού, σε έναν κόσμο πολυ-πολικό -για την ακρίβεια, πενταπολικό: ΗΠΑ, Σοβιετική Ενωση, Ευρώπη, Ιαπωνία, Κίνα. Πρόκειται για το περίφημο δόγμα Nixon, με το οποίο αναγνωριζόταν ο προϊών πλουραλισμός στο διεθνές σύστημα. Το δόγμα αυτό ενός συντηρητικού προέδρου υπέστη σφοδρότατη επίθεση από τους συντηρητικούς κύκλους των ΗΠΑ, οι οποίοι έφτασαν να θεωρούν τον υπεύθυνο του δόγματος Kissinger ως εντελώς ακατάλληλο να κατέχει οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα στη χώρα αυτή. Σήμερα, γνωρίζουμε ότι δικαιώθηκαν οι επικριτές του -οι ΗΠΑ κατίσχυσαν κατά κράτος. Οι αρχές του Kissinger σήμερα αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση από την αμερικανική ηγεσία. Ο ίδιος εθαύμαζε τον Metternich και τον Bismarck ακριβώς διότι αυτοί είχαν αναπτύξει μία περίτεχνη διπλωματία σε μία Ευρώπη επίσης πενταπολική. Το δόγμα των Nixon/ Kissinger επιζητούσε τόσο την ισορροπία όσο και τη νομιμοποίηση των πόλων ισχύος του διεθνούς συστήματος.
Με το βιβλίο αυτό (που εγράφη το 2001) ο Kissinger προσπαθεί, αφ' ενός, να περισώσει κάτι από τις θεωρητικές/φιλοσοφικές αρχές του (αρχές μιάς ζωής) και, αφ'ετέρου, να δείξει το δρόμο στις σημερινές ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα είναι θλιβερό. Διότι, όλη η ανάλυσή του υπαινίσσεται με σαφήνεια τις ΗΠΑ αυτοκρατορία, ενώ στο τέλος απορρίπτει την ιδέα, προσπαθώντας να περισώσει ένα αντιφατικό και αυτοαναιρούμενο υπόλειμμα των παλαιών του ιδεών. Σε όλο το βιβλίο σκιαγραφεί μεγάλες δυνάμεις (Ευρώπη, Κίνα) του μέλλοντος, θέτοντας μονίμως μία προϋπόθεση: Να αποκτήσουν την «ταυτότητά» τους «σε συνεργασία και όχι σε αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ» [για την Ευρώπη, σ. 73, για την Κίνα σ. 234, για όλους στη σ. 449]. «Οσοι επιζητούν την απόκτηση μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας μέσω της αντιπαράθεσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν θα πρέπει να αυταπατώνται πιστεύοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μείνουν απαθείς, όταν αμφισβητούνται οι βασικές αρχές της πολιτικής τους». (σ.73). Ομιλεί άλλωστε με φόβο για την «πρόκληση που αντιπροσωπεύει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση για την Αμερική» (σ. 65). Το βιβλίο είναι γεμάτο από απειλές προς κάθε κράτος, μη τυχόν και τολμήσει να αναπτύξει συμφέροντα αντίθετα προς εκείνα των ΗΠΑ.
Αλλά είναι αυτό «συνεργασία» με τις ΗΠΑ ή ζητείται από όλα τα κράτη μία εξωτερική πολιτική «ανθυπάτου» έναντι της αυτοκρατορίας; Προκειμένου να μείνει συνεπής προς τον εαυτό του μιας ζωής, υποστηρίζει χλιαρά την άποψη περί «πολλών κέντρων ισχύος». Ομως, η πρακτική ανάλυση δείχνει ότι σε τέτοια «κέντρα» απαγορεύεται να έχουν τα δικά τους συμφέροντα -λες και είναι δυνατό να υπάρξει κόσμος πολλαπλών κέντρων ισχύος, όπου τα συμφέροντα όλων είναι υποτεταγμένα στα συμφέροντα του ενός.
Εδω έχουμε έναν Kissinger που ευρίσκεται σε έναν κόσμο τελείως διαφορετικό από εκείνο των ακαδημαϊκών του οραμάτων και κριτικών. Οι ανατροπές του 1990 τον άφησαν άναυδο -διά τούτο και χαρακτηρίζει τη δεκαετία 1990 δεκαετία «των αναπάντητων ερωτημάτων» (σ. 61). Κάθε πολιτική δική του που αναγνώριζε εμπράκτως (και όχι με λόγους στερούμενους εσωτερικής συνέπειας -όπως εδώ) έναν κόσμο πολυ-πολικό, σήμερα καταργείται με γοργούς ρυθμούς. Παράδειγμα, η πολιτική Bush/Rumsfeld για την κατάργηση της συνθήκης ΑΒΜ (Αντιβαλλιστικών Πυραύλων) του 1972, την οποία είχε υπογράψει ο Nixon με σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας τον Kissinger. Σήμερα, ο Kissinger υποστηρίζει ότι ...δεν έφταιγε αυτός, αλλά το Κογκρέσο, για την υπογραφή αυτής της Συνθήκης -και υποστηρίζει τον Bush που προχωρεί γοργά στο «ξήλωμα» των έμπρακτων αποτελεσμάτων της πολιτικής του 1972!
Συμπέρασμα: Το βιβλίο αυτό δεν έχει τίποτε από το δυναμισμό και την αποφασιστική διαύγεια που διέκρινε τα γραπτά (όπως άλλωστε και τις διπλωματικές ενέργειες) του Kissinger. Ο ίδιος μοιάζει χαμένος σε έναν κόσμο που δεν τον είχε φαντασθεί, έναν κόσμο που προέκυψε σε πλήρη αντίθεση με τις αντιλήψεις και τα προσωπικά του δόγματα. Είναι θεμιτή η προσπάθειά του να κατανοήσει ο ίδιος προσωπικά αυτόν τον «αναπάντεχο», για τη σκέψη του, κόσμο. Ομως είναι υπερβολική η αξίωση που προβάλλεται με τη συγγραφή ενός τέτοιου βιβλίου -η αξίωση του Kissinger, ενός ανθρώπου τού «χθες», να φωτίσει τον κόσμο τού σήμερα και του αύριο.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΖΑΜΑΛΙΚΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 11/04/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις