Σάμουελ Μπέκετ η κατάρα της δόξας

132221
Συγγραφέας: Knowlson, James
Εκδόσεις: Scripta
Σελίδες:1006
Μεταφραστής:ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2001
ISBN:9789607909336
Θέμα:Θέατρο


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Αναπλάθοντας τη ζωή του Μπέκετ, ο Τζέιμς Νόουλσον ξεκινάει από την Ιρλανδία, φτάνει στην εισαγωγή του στο Trinity College του Δουβλίνου το 1923 και συνεχίζει με το πέρασμά του στην ηπειρωτική Ευρώπη, όπου ο Μπέκετ καταδύεται στην πολυπολιτισμική λογοτεχνική κοινωνία των Παρισίων στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Ο βιογράφος εμπλουτίζει με νέα δεδομένα τη θυελλώδη σχέση του Μπέκετ με τη μητέρα του, την ψυχοθεραπερία στην οποία υπεβλήθη μετά το θάνατο του πατέρα του και την καθοριστική σχέση του με τον Τζέιμς Τζόυς. Όλα αυτά συμπληρώνονται με νέες συναρπαστικές πληροφορίες για την περίοδο διαμονής του Μπέκετ στην Γερμανία, την εποχή που οι ναζί έσφιγγανν τον κλοιό.

Αδύνατο να φανταστεί κανείς πληρέστερο πορτρέτο του ανθρώπου που μας έδωσε τους μύθους με τους οποίους ζούμε»

Evening Standard









ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο Σάμουελ Μπέκετ ανήκει στους μεγάλους συγγραφείς του 20ού αιώνα που ευτύχησαν, μεταφραστικά, στη χώρα μας. Η μυθιστορηματική τριλογία του: Μολλόυ, Ο Μαλλόν πεθαίνει και Ο Ακατονόμαστος, λ.χ., μεταφράστηκε θαυμάσια από την Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου, όπως άλλωστε και πολλά μικρά πεζογραφήματά του από τον Νάσο Δετζώρτζη. Οι παραστάσεις των κορυφαίων θεατρικών έργων του Περιμένοντας τον Γκοντό (από το Θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία του Καρόλου Κουν και από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε σκηνοθεσία Μίνου Βολωνάκη), Το τέλος του παιχνιδιού (πάλι από το Θέατρο Τέχνης) και Ω! οι ευτυχισμένες μέρες (από τη Ρούλα Πατεράκη) άφησαν εποχή. Είναι αξιοσημείωτο, επιπλέον, ότι το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέρος του έργου του έχει μεταφραστεί και κυκλοφορεί στα ελληνικά.

Σήμερα, δεκατρία χρόνια μετά το θάνατό του, κυκλοφορεί και η μνημειώδης βιογραφία του γραμμένη από τον Τζέιμς Νόουλσον, ιδρυτή του Αρχείου Μπέκετ και σήμερα σύμβουλο του Ιδρύματος Μπέκετ, που μέσα σε χίλιες περίπου σελίδες καλύπτει όλα τα περιστατικά της ζωής και την περιπέτεια της δημιουργίας του μπεκετικού έργου.

Ο Μπέκετ, όμως, όπως και πολλοί άλλοι συγγραφείς του μοντερνισμού και τις πρωτοπορίας, αντιπαθούσε τις βιογραφίες. Ιδιοσυγκρασία μοναχική, απεχθανόταν την πολυκοσμία και τη δημοσιότητα. Όλη του η προσπάθεια επικεντρωνόταν στο έργο, ενώ το πάθος του για την ακρίβεια υπήρξε μνημειώδες. Τελειοθήρας, μανιακός της φόρμας και των αποδόσεων, γνώρισε την παγκόσμια φήμη σε μεγάλη ηλικία, όταν πια το έργο του είχε σχεδόν ολοκληρωθεί και ο ίδιος συμπλήρωνε τα πενήντα. Για χρόνια τα βιβλία του έμεναν απούλητα στα ράφια, τα χειρόγραφά του περιφέρονταν από έκδότη σε εκδότη και ο ένας μετά τον άλλον τα απέρριπτε. Ο Μπέκετ έζησε περιόδους μεγάλης φτώχειας, για κάποιο διάστημα μάλιστα αναγκάστηκε να κάνει τον μεταφραστή.

Πέρασε από την αγγλική στη γαλλική γλώσσα στις αρχές της δεκαετίας του '40 γιατί, όπως ισχυριζόταν, «το να γράφεις σε μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική σου σε βοηθά να γράφεις χωρίς ύφος» και αργότερα ο ίδιος μετέφρασε τα γαλλικά του έργα στα αγγλικά.

Ο θαυμασμός του Νόουλσον για τον Μπέκετ είναι ανυπόκριτος. Γι' αυτό ίσως το βιβλίο του βρίθει απίθανων λεπτομερειών: πώς και τι έτρωγε ο Μπέκετ, τι ρούχα φορούσε, τι ποτά έπινε, ποιες ήταν οι σχέσεις του με τους γιατρούς του κ.ά. Συχνά έχεις την εντύπωση πως τη βιογραφία δεν τη γράφει κάποιος άλλος αλλά η ίδια η σκιά του βιογραφούμενου. Είναι παράδοξο το γεγονός ότι γνωστοποιούνται στο αναγνωστικό κοινό τέτοιες λεπτομέρειες για έναν συγγραφέα που δεν πήγε να παραλάβει από τη Στοκχόλμη το βραβείο Νομπέλ και που την ημέρα της απονομής εξαφανίσθηκε για να αποφύγει τους δημοσιογράφους (κάτι που έκανε αργότερα και ένας άλλος μοναχικός, ο Ελίας Κανέτι).

Η βιογραφία του Νόουλσον, όμως, που φιλοδοξεί να δώσει ένα πλήρες πορτρέτο του Μπέκετ, είναι σημαντικό βοήθημα από πολλές πλευρές. Χωρίς να αφίσταται της αρχής που επιβάλλει το είδος, ότι όσα περισσότερα γνωρίζουμε για τη ζωή ενός συγγραφέα τόσο καλύτερα καταλαβαίνουμε το έργο του, λειτουργεί στα όρια της «μυθοπλασίας» και της κριτικής.

Πρόκειται για αφήγηση-ποταμό της εξωτερικής και της εσωτερικής περιπέτειας του Μπέκετ, των περιστατικών που υπήρξαν σταθμοί στην πορεία του, των σχέσεων που σημάδεψαν τη ζωή του. Οι τόνοι είναι χαμηλοί αλλά η θέρμη της γραφής εμφανής, περισσότερο «αισθηματική» από όσο θα περίμενε κάποιος για έναν τέτοιο συγγραφέα, που βίωσε και μας παρουσίασε τον θάνατο σαν κωμωδία και τη ζωή και το δράμα της σαν σπαρακτικό αστείο.

Εκείνο όμως που εμφανέστατα προβάλλει σε όλο αυτό το ογκώδες βιβλίο είναι η εικόνα ενός ανθρώπου απολύτως αφοσιωμένου στην τέχνη του και για τον οποίο η γραφή, ή η πράξη της δημιουργίας καλύτερα, αποτελεί προϋπόθεση του βίου. Φαντάζει μάλιστα πολύ πιο εντυπωσιακό, αν σκεφτεί κανείς ότι το μπεκετικό έργο είναι μια συνεχής ανάπτυξη του θέματος της αδυναμίας και της εξάντλησης, μια πικρή κωμωδία πάνω στο ζήτημα της διάψευσης και της εξορίας, μια εναλλαγή μεσαίων τόνων στο παιχνίδι του ανθρώπου με τη σκιά του και με τους γύρω του. Αυτό το παιχνίδι, που τόσες φορές ο Μπέκετ προανήγγειλε το τέλος του - και που για τον ίδιο δεν τελείωσε ποτέ, αφού μέχρι την τελική του κατάρρευση και λίγες μέρες πριν από το θάνατό του συνέχισε να εργάζεται - θα μπορούσε να συνοψισθεί στην παραλλαγή μιας φράσης που λέει ο Εστραγκόν στο Περιμένοντας τον Γκοντό: «Συνεχίζω, γιατί δεν μπορώ να συνεχίσω».

Η βασική αρετή της βιογραφίας του Νόουλσον είναι ότι μας δίνει τη ζωή του Μπέκετ ως παρακολούθημα του έργου, ως έκφραση της δημιουργίας και της αναστολής της και ως κυριαρχία της ίδιας αυτής αναστολής μέσα στο έργο. Τούτο το τελευταίο είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα της συγγραφικής του ιδιοφυΐας.

Στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν πολύ περισσότερες μελέτες για τον Μπέκετ από όσες θα μπορούσε κανείς να διανοηθεί. Ήδη από το 1957 εμφανίζεται η πρώτη, η διδακτορική διατριβή του Nikolaus Gessner. Τα αμέσως επόμενα χρόνια είχαμε μια καταιγίδα άρθρων και μελετών, σε σημείο που, όπως προέβλεπε ο Ρίτσαρντ Σίβερ, παλαιός φίλος και μελετητής του, για τον Μπέκετ να έχουν γραφεί ώς το τέλος του 20ού αιώνα οι περισσότερες μελέτες από κάθε άλλο συγγραφέα της αγγλικής γλώσσας (εξαιρουμένου του Σαίξπηρ).

Για τον έλληνα αναγνώστη ο οποίος επιθυμεί να εισχωρήσει βαθύτερα στα μυστικά ενός έργου, που μολονότι ορισμένοι το θεωρούν μονοσήμαντο παρουσιάζει απειρία αποχρώσεων (δεν υπάρχει κατά πάσα πιθανότητα άλλος συγγραφέας του εικοστού αιώνα με τέτοια ποικιλία φωτοσκιάσεων και νύξεων), το βιβλίο του Νόουλσον είναι ένα πολύτιμο βοήθημα και ταυτοχρόνως ένα ωραίο ανάγνωσμα. Συνοψίζει τον κύριο όγκο των απόψεων και σε μεγάλο βαθμό ξεκαθαρίζει την ήρα από το σιτάρι. Βοηθούν, εδώ, τα πραγματικά περιστατικά και η μαρτυρία, έστω και έμμεση, του συγγραφέα. Γιατί όποτε η μαρτυρία παρουσιάζεται άμεση, ο Μπέκετ, που μισούσε τις «εξηγήσεις», είναι συντριπτικός: Γράφει, για παράδειγμα, στον αμερικανό σκηνοθέτη του Αλαν Σνάιντερ:

«Το έργο μου είναι ζήτημα θεμελιωδών ήχων (στ' αλήθεια, δεν αστειεύομαι) όσο το δυνατόν πληρέστερων και δεν δέχομαι την ευθύνη για οτιδήποτε άλλο. Αν οι άνθρωποι έχουν πονοκέφαλο στα ημιτόνια, ας έχουν. Δώσ' τους την ασπιρίνη τους».

Εν τούτοις, στη βιογραφία αυτή παρουσιάζονται αναλυτικά στοιχεία της προσωπικότητας του Μπέκετ που βοηθούν να εκτιμήσει κανείς σε βάθος την προσωπικότητα και το ακέραιο του χαρακτήρα του. Το πάθος του για την ελευθερία, το μίσος του για την τυραννία, τον δογματισμό και την ανοησία. Λίγοι γνωρίζουν πόσους συγγραφείς και καλλιτέχνες βοήθησε οικονομικά. Σχεδόν όλα τα χρήματα του Νομπέλ τα ξόδεψε έτσι. Όσο απαιτητικός ήταν με τον εαυτό του και το έργο του άλλο τόσο και αφιλοκερδής, ακέραιος και πιστός στους φίλους του.

Ο έλληνας αναγνώστης σχηματίζει τώρα μια πληρέστερη εικόνα της σχέσης του Μπέκετ μ' έναν άλλον Ιρλανδό, τον Τζόυς. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Μπέκετ μαθήτευσε στον Τζόυς, όπως επίσης ότι και η επίδραση του Μπέκετ στον Τζόυς δεν ήταν ευκαταφρόνητη. Πιο σημαντική ωστόσο υπήρξε η μαθητεία του στον Ντάντε. Το έργο τού Μπέκετ είναι στην πραγματικότητα ένα σύγχρονο Καθαρτήριο. Μας προειδοποιεί γι' αυτό πολύ νωρίς, το 1929, σε ένα δοκίμιό του για τον Τζόυς, με τίτλο: Ντάντε... Μπρούνο Βίκο... Τζόυς και σε κάποιο, επίσης νεανικό, διήγημά του με τίτλο: Ο Δάντης και ο αστακός.

Η έκδοση της βιογραφίας του Νόουλσον σηματοδοτεί δύο σημαντικές εξελίξεις στο τοπίο των ελληνικών εκδόσεων: πρώτον, ότι οι εκδότες αρχίζουν να στρέφονται και προς τη βιογραφία, ένα είδος που, μολονότι δημοφιλές σε άλλες χώρες και εξαιρετικά δημοφιλές στον αγγλόφωνο κόσμο, απουσίαζε από τον τόπο μας και, δεύτερον, ότι το ενδιαφέρον για βιβλία από τη διεθνή παραγωγή που να μην είναι μόνο μυθιστορήματα δείχνει ότι υπάρχει ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του αναγνωστικού κοινού που αναζητεί κείμενα όπου διαβάζει κανείς κάτι περισσότερο από ιστορίες της γιαγιάς του.

Αναστάσης Βιστωνίτης (συγγραφέας), ΤΟ ΒΗΜΑ , 20-01-2002

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!