0
Your Καλαθι
Εννέα Στάλες
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
«Ζωγραφική με λέξεις», «ηθελημένη καταφυγή στον κώδικα της γλώσσας,
αυτοεξορία και φυλακή, ισόβια»: έτσι θα μπορούσα να χαρακτηρίσω την
ποίηση του εικαστικού και ακραίου, μεθοριακού πνευματικού ανθρώπου
Μιχάλη Κόκκινου, που μετήλθε πολλών επαγγελμάτων, διήλθε πολλών
επινοημάτων κι ανέπτυξε μία τεχνική επιβίωσης που και διαβίωση θα την
έλεγες, αν ήταν ορθοπλωρισμένη κι ευθύγραμμη. Κάτι που δεν ισχύει για τον
γνήσιο καλλιτέχνη, όταν ΚΑΙ λογοτέχνης είναι. Σπάνιος συνδυασμός στην
πληρότητά του, δίδυμο ταλέντο κι ομοζυγωτικό.
Το «παίγνιον» για τον Μιχάλη Κόκκινο είναι φιλοσοφικός κύβος και
λυδία λίθος. Είναι η αφορμή για να υπάρχει κι η δικαιολογία προκειμένου να
ανασαίνει ελεύθερα αποτινάσσοντας επιταγές και δεσμεύσεις από το σκοτεινό
υπέρ-εγώ, το μακρινό, το απροσλάλητο.
Ερωτικός, ναι. Μονοφυσίτης, όχι. Η βακχική πανδαισία της ένωσης του
Πάνα με το Ά-παν και του Βάκχου με τον Διόνυσο εις σάρκαν μίαν.
Στο ποίημα «Θα ’ναι ο άνεμος» ο Μιχάλης Κόκκινος προσεγγίζει το
απροσδιόριστο κι αφηρημένο εκείνο “on me pense” του Αρθούρου Ρεμπώ και
κατακτά την τρυφηλότητας μιας τέχνης μαγικής, πέρα από τον συνηθισμένο
σαδομαζοχισμό της καθημερινότητας, παρασάγγας πέραν των συνήθως
μικροαστικών απολαύσεων, εκκολάψεων ψευδαισθήσεων. Τα πάντα έχουν
γίνει, τα πάντα έχουν ειπωθεί. Κι άλλοι, αμέτρητοι, τρανή σειρά απείρων
όντων, όλοι αυτοί έχουν ερωτευτεί πριν από εμάς. Αυτός όμως δεν είναι λόγος
να μην προσπαθήσουμε. Ακόμα κι όταν συνειδητοποιούμε τη ματαιότητα τού
πράγματος.
Για τον Μιχάλη Κόκκινο το όλον ποιητικόν εγχείρημα είναι θνησιγενές,
αυτοπαθές κι ως εκ τούτου αυτό-επιβεβαιούμενον.
Ο ναρκισσισμός είναι «υγιές» στοιχείο όταν είναι σκόπιμος κι
εμπρόθετος.
Ατέλειωτη χλαπαταγή δυσμοιρίων αλλοδιαστασιακών όντων
στοιχειώνει αυτή την ποίηση που είναι «ερμητικά ανοικτή» (ας μου επιτραπεί
το οξύμωρον), σαν πύλη παραβιασμένη προ πολλού, που διατηρεί όμως την
αλλοτινή ομορφιά κι αρχοντιά της. Πέρα από τον βρυχηθμό χιλιάδων θηρίων,
είναι η ανθρώπινη οιμωγή εκείνη που παγώνει το αίμα στη ραχοκοκαλιά της
γης και τα αιλουροειδή να τρέμουν από φόβο.
Ποίηση γνωμική, στατιστική, αλλά χωρίς διδακτικές επιφάσεις.
Στοχασμός, φιλοσοφική διάθεση, σαν διαλογισμός με λέξεις και χρώματα, με
αισθήσεις και συναισθητικές μεταφορές. Ο Μιχάλης Κόκκινος κατέχει την
τέχνη του λόγου καλύτερα από πολλούς άλλους, έτσι που μπορεί και να την
απεμπολεί δυσδιακρίτως, ανάλογα με την κοσμική του διάθεση.
Το ποίημα που δίνει και τον τίτλο στη συλλογή είναι κρυπτικό όπως τα
παιδικά παραμύθια, ελευθέριο σαν τους φυλακισμένους επαναστάτες,
ανεκτικό σαν τους αμετανόητους φανατικούς θρησκειών που δεν έχουν
επιστρατευθεί ακόμα.
Αγαπώ την Ποίηση. Γι’ αυτό αρέσκομαι να ταξιδεύω στην μυροβλυσία
των νοητικών κυττάρων ενός αιώνιου έφηβου: του Μιχάλη Κόκκινου. Που δεν
έχει ακόμα αποδεχτεί την διαφορά μεταξύ εφικτού και μη. Σαν τον
«Καλιγούλα» του Αλμπέρ Καμύ. Θα ήταν τραγικός αν δεν ήταν ενίοτε ροκοκό.
Κι άλλοτε μπαρόκ. Κάποτε ιμπρεσιονιστής, αλλά ποτέ ναΐφ. Βυθίζομαι σε
αυτή την αγκαλιά των λέξεων όπως σε μήτρα ευωδιαστή, συμπαντική σπηλιά
στο έλεος των κυμάτων. Εκεί που καταφεύγουν οι αυθεντικοί ποιητές: στα
αρίφνητα «βένθεα αλός» που και Συλλογικό Ασυνείδητο ονοματίζεται.
Από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα
αυτοεξορία και φυλακή, ισόβια»: έτσι θα μπορούσα να χαρακτηρίσω την
ποίηση του εικαστικού και ακραίου, μεθοριακού πνευματικού ανθρώπου
Μιχάλη Κόκκινου, που μετήλθε πολλών επαγγελμάτων, διήλθε πολλών
επινοημάτων κι ανέπτυξε μία τεχνική επιβίωσης που και διαβίωση θα την
έλεγες, αν ήταν ορθοπλωρισμένη κι ευθύγραμμη. Κάτι που δεν ισχύει για τον
γνήσιο καλλιτέχνη, όταν ΚΑΙ λογοτέχνης είναι. Σπάνιος συνδυασμός στην
πληρότητά του, δίδυμο ταλέντο κι ομοζυγωτικό.
Το «παίγνιον» για τον Μιχάλη Κόκκινο είναι φιλοσοφικός κύβος και
λυδία λίθος. Είναι η αφορμή για να υπάρχει κι η δικαιολογία προκειμένου να
ανασαίνει ελεύθερα αποτινάσσοντας επιταγές και δεσμεύσεις από το σκοτεινό
υπέρ-εγώ, το μακρινό, το απροσλάλητο.
Ερωτικός, ναι. Μονοφυσίτης, όχι. Η βακχική πανδαισία της ένωσης του
Πάνα με το Ά-παν και του Βάκχου με τον Διόνυσο εις σάρκαν μίαν.
Στο ποίημα «Θα ’ναι ο άνεμος» ο Μιχάλης Κόκκινος προσεγγίζει το
απροσδιόριστο κι αφηρημένο εκείνο “on me pense” του Αρθούρου Ρεμπώ και
κατακτά την τρυφηλότητας μιας τέχνης μαγικής, πέρα από τον συνηθισμένο
σαδομαζοχισμό της καθημερινότητας, παρασάγγας πέραν των συνήθως
μικροαστικών απολαύσεων, εκκολάψεων ψευδαισθήσεων. Τα πάντα έχουν
γίνει, τα πάντα έχουν ειπωθεί. Κι άλλοι, αμέτρητοι, τρανή σειρά απείρων
όντων, όλοι αυτοί έχουν ερωτευτεί πριν από εμάς. Αυτός όμως δεν είναι λόγος
να μην προσπαθήσουμε. Ακόμα κι όταν συνειδητοποιούμε τη ματαιότητα τού
πράγματος.
Για τον Μιχάλη Κόκκινο το όλον ποιητικόν εγχείρημα είναι θνησιγενές,
αυτοπαθές κι ως εκ τούτου αυτό-επιβεβαιούμενον.
Ο ναρκισσισμός είναι «υγιές» στοιχείο όταν είναι σκόπιμος κι
εμπρόθετος.
Ατέλειωτη χλαπαταγή δυσμοιρίων αλλοδιαστασιακών όντων
στοιχειώνει αυτή την ποίηση που είναι «ερμητικά ανοικτή» (ας μου επιτραπεί
το οξύμωρον), σαν πύλη παραβιασμένη προ πολλού, που διατηρεί όμως την
αλλοτινή ομορφιά κι αρχοντιά της. Πέρα από τον βρυχηθμό χιλιάδων θηρίων,
είναι η ανθρώπινη οιμωγή εκείνη που παγώνει το αίμα στη ραχοκοκαλιά της
γης και τα αιλουροειδή να τρέμουν από φόβο.
Ποίηση γνωμική, στατιστική, αλλά χωρίς διδακτικές επιφάσεις.
Στοχασμός, φιλοσοφική διάθεση, σαν διαλογισμός με λέξεις και χρώματα, με
αισθήσεις και συναισθητικές μεταφορές. Ο Μιχάλης Κόκκινος κατέχει την
τέχνη του λόγου καλύτερα από πολλούς άλλους, έτσι που μπορεί και να την
απεμπολεί δυσδιακρίτως, ανάλογα με την κοσμική του διάθεση.
Το ποίημα που δίνει και τον τίτλο στη συλλογή είναι κρυπτικό όπως τα
παιδικά παραμύθια, ελευθέριο σαν τους φυλακισμένους επαναστάτες,
ανεκτικό σαν τους αμετανόητους φανατικούς θρησκειών που δεν έχουν
επιστρατευθεί ακόμα.
Αγαπώ την Ποίηση. Γι’ αυτό αρέσκομαι να ταξιδεύω στην μυροβλυσία
των νοητικών κυττάρων ενός αιώνιου έφηβου: του Μιχάλη Κόκκινου. Που δεν
έχει ακόμα αποδεχτεί την διαφορά μεταξύ εφικτού και μη. Σαν τον
«Καλιγούλα» του Αλμπέρ Καμύ. Θα ήταν τραγικός αν δεν ήταν ενίοτε ροκοκό.
Κι άλλοτε μπαρόκ. Κάποτε ιμπρεσιονιστής, αλλά ποτέ ναΐφ. Βυθίζομαι σε
αυτή την αγκαλιά των λέξεων όπως σε μήτρα ευωδιαστή, συμπαντική σπηλιά
στο έλεος των κυμάτων. Εκεί που καταφεύγουν οι αυθεντικοί ποιητές: στα
αρίφνητα «βένθεα αλός» που και Συλλογικό Ασυνείδητο ονοματίζεται.
Από τον ποιητή, θεατρολόγο και κριτικό Κωνσταντίνο Μπούρα
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις