Χαμένες ψυχές

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €10.50
291104
Συγγραφέας: Κόλινς, Μάικλ
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες:392
Μεταφραστής:ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/05/2007
ISBN:9789604351459


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Μια νύχτα του Χάλοουιν, σε μια μικρή αμερικανική πόλη, ανακαλύπτεται το πτώμα ενός τρίχρονου κοριτσιού. Τα ίχνη δείχνουν πως πρόκειται για τροχαίο ατύχημα με εγκατάλειψη του θύματος. Οι υποψίες βαρύνουν τον τοπικό ήρωα, τον καλύτερο παίκτη της ποδοσφαιρικής ομάδας, αυτόν στον οποίο όλη η πόλη στηρίζει τις ελπίδες της για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, για την, εφήμερη έστω, δόξα που θα βγάλει τους κατοίκους από τη μιζέρια τους και θα διαλύσει το κλίμα απογοήτευσης και εγκατάλειψης που κυριαρχεί. Νά γιατί ο δήμαρχος και ο διοικητής του αστυνομικού τμήματος αφήνουν να εννοηθεί πως ο Λόρενς, ο αστυνομικός που αναλαμβάνει την υπόθεση, καλό θα ήταν να στρέψει αλλού την προσοχή του? Ο Λόρενς, αντιήρωας, μοναχικός, λούζερ, διαζευγμένος που σπάνια βλέπει το παιδί του, δεν έχει καμία διάθεση για ηρωισμούς. Ωστόσο, με αίσθηση επαγγελματικού καθήκοντος, αν και χωρίς ενθουσιασμό και με αργούς ρυθμούς, δεν εγκαταλείπει την υπόθεση. Θα κατορθώσει να φτάσει στην αποκάλυψη της αλήθειας; Αναμειγνύοντας επιδέξια τη χρήση του σασπένς με την οξεία κοινωνική κριτική, ο Κόλλινς γράφει ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα για τη μοναξιά, την πατρική αγάπη, αλλά και για την πιο σκοτεινή και παρακμιακή όψη μιας Αμερικής που είδε τα όνειρά της να διαψεύδονται. Μιας Αμερικής που μαραζώνει και συνθλίβεται ανάμεσα στον θρησκευτικό φανατισμό και την κοινωνία της κατανάλωσης, που της προσφέρει «την αμαρτία χωρίς την ενοχή».

Κριτική:


Σε αρκετά σημεία των «Χαμένων ψυχών», υποψιαζόμαστε πως διά στόματος του αφηγητή της ιστορίας -ενός αστυνομικού που περισσότερο στοχάζεται παρά δρα- ο συγγραφέας εκφράζει τις σκέψεις του και τα διλήμματά του που προκύπτουν κατά τη σύνθεση του εν λόγω έργου. Ιδιαίτερα όταν προς το τέλος του μυθιστορήματος δηλώνει πως «αν μπλέξεις με πολλές συμπτώσεις, αν περιπλέξεις κάμποσα από όσα κάνεις στη ζωή σου, θα αρχίσουν να αναδύονται κάποια μοτίβα», μας υπενθυμίζει υπαινικτικά το καθημερινό μέλημα του μυθιστοριογράφου: συνδυασμός των συμπτώσεων, «εκμετάλλευση» του καθημερινού υλικού, παρατήρηση των επαναλαμβανόμενων πληροφοριών, ενέδρα για τη «σύλληψη» του τυχαίου και της ανατροπής -όλων όσα αποτελούν προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός ικανοποιητικού αφηγηματικού μοτίβου, πάνω στο οποίο θα στηριχτεί και η πλοκή.


Τα μοτίβα που εμφανίζονται στις «Χαμένες ψυχές» είναι το θέμα της δυσβάσταχτης απώλειας ενός αγαπημένου παιδιού, οι ατομικές νευρώσεις που διασταυρώνονται και ενισχύονται από τη συλλογική παθολογία μιας ολόκληρης πόλης, αλλά και η επανάληψη συμπεριφορών που επιδεικνύουν ξεχωριστά μέλη της κοινότητας, ανεξαρτήτως ηλικίας ή θέσης, σαν να είναι όλοι παγιδευμένοι σε έναν κοινό ιστό και αναπόφευκτα βουλιάζουν στο ίδιο τέλμα. Διακρίνουμε, επίσης, την ύπαρξη ενός άλλου μοτίβου που αφορά τον ίδιο τον συγγραφέα και την επιλογή των θεμάτων του, το οποίο έχουμε ήδη συναντήσει σε προηγούμενο μυθιστόρημα του, «Οι Φρουροί της Αλήθειας»: την εμμονή του στην επιλογή του σκηνικού. Πρόκειται για την αμερικανική επαρχία - όλα συμβαίνουν σε μια πόλη που υποφέρει από μαρασμό, οικονομικό και ηθικών αξιών. Με μελανά χρώματα αποδίδει την παρακμή του αμερικάνικου ονείρου, τη σήψη, την αδράνεια και τη διάβρωση που επέρχεται στις συνειδήσεις από τη σαρωτική επέλαση των μίντια και το κυνήγι του εύκολου πλουτισμού. Ο Κόλινς, παρότι Ιρλανδός, τοποθετεί και αυτό το μυθιστόρημά του στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς φαίνεται πως το συγκεκριμένο σκηνικό εξυπηρετεί καλύτερα τα θέματα που θέλει να επεξεργαστεί, αλλά κυρίως γιατί το ζοφερό φόντο μιας διαλυμένης και διαβρωμένης ηθικά και οικονομικά κοινότητας δημιουργεί τον ιδανικό καμβά πάνω στον οποίο θα ξετυλίξει τα αδιέξοδα και την αίσθηση ματαιότητας που καταπονεί τους μεγαλύτερους και καταβροχθίζει τους νεότερους, αλλά και τον εγκλωβισμό που συρρικνώνει και αφανίζει όποιον ή όποιους τύχει να αντιδράσουν στη γενικευμένη αναλγησία.


Πλήγματα στην αθωότητα


Ο κεντρικός ήρωας και αφηγητής Λόρενς (το επίθετο δεν μας δίδεται) είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση αστυνομικού, ο οποίος υποφέρει από κατάθλιψη και περιφέρεται σε μια εξίσου καταθλιπτική και κλειστοφοβική, ξεχασμένη από τον Θεό αμερικανική πόλη. Στις ατελείωτες νυχτερινές βάρδιες του στοχάζεται το τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει η ζωή του λόγω των συνθηκών και των πράξεών του. Χωρισμένος εδώ και δύο χρόνια, ζει με μοναδική συντροφιά τον σκύλο του, τρώει σάντουιτς ή κονσερβαρισμένα φαγητά, ενώ η πρώην σύζυγός του κρατάει τον γιο του σε απόσταση ασφαλείας. Η απομάκρυνσή του από το παιδί φαίνεται να είναι και μία από τις αιτίες της βαθύτερης αίσθησης ματαιότητας που τον διακατέχει.


Το μυθιστόρημα αρχίζει τη νύχτα του Χάλοουιν, όταν ο Λόρενς δέχεται ένα τηλεφώνημα για την ύπαρξη του πτώματος ενός τρίχρονου κοριτσιού ανάμεσα σε έναν σωρό φύλλων, αρκετά μακριά από το σπίτι του, ενώ στον παρακείμενο δρόμο εντοπίζονται ίχνη από τις ρόδες κάποιου αυτοκινήτου, που δημιουργούν την υποψία πως πρόκειται για τροχαίο ατύχημα με εγκατάλειψη θύματος.


Ο αριθμός της πινακίδας του αυτοκινήτου, που κάποιοι σημείωσαν, κοντά στον τόπο όπου βρέθηκε το κοριτσάκι, ανήκε στην οικογένεια Τζόνσον και ο γιος τους, Κάιλ, ανερχόμενος ποδοσφαιρικός αστέρας, θεωρήθηκε ένας από τους πιθανούς υπόπτους. Οταν ο Λόρενς συναντήθηκε με τον δήμαρχο και τον αρχηγό της αστυνομίας οι διαταγές τους ήταν σαφείς: Ο Κάιλ έπρεπε πάση θυσία να απαλλαγεί από κάθε πιθανή υποψία, καθώς το πρόσωπό του είχε αρχίσει να συγκεντρώνει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας και το επόμενο Σαββατοκύριακο θα παίζονταν τα ημιτελικά του πολιτειακού πρωταθλήματος. Ηταν λοιπόν σκόπιμο να διενεργήσουν την έρευνα χωρίς να στρέψουν την προσοχή στο πρόσωπό του, καθώς ο νεαρός αποτελούσε τη μοναδική ελπίδα να βγει επιτέλους από την αφάνεια η μικρή τους πόλη.

Ο Κάιλ, στον οποίο ολόκληρη η κοινότητα είχε επενδύσει τα όνειρά της, ήταν η μοναδική διασημότητα ανάμεσα στους αφανείς μικροαστούς. Αναγνωρισμένος ως ένας από τους φοβερούς και τρομερούς μπακ της χώρας, είχε καταφέρει να οδηγήσει την πόλη στους τελικούς για πρώτη φορά εδώ και τριάντα χρόνια. Αυτός είναι και ο λόγος που οι αρχές θεωρούν πως είναι μεγάλης σημασίας η μη ανάμειξη του ονόματος του φερέλπιδος αθλητή στην υπόθεση, καθώς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του δημάρχου και ιδιοκτήτη μάντρας μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, για την πόλη τους, που έχει εδώ και καιρό πάψει να είναι ανταγωνιστική σε έναν βάναυσα ανταγωνιστικό τεχνολογικό κόσμο, ο νεαρός είναι η μοναδική ελπίδα να τους βάλει πάλι στον χάρτη. Να ακουστεί, δηλαδή, η πόλη τους και να γίνει σημείο έλξης τουριστών, γεγονός που συνεπάγεται και την αύξηση των εσόδων τους.


Ο Λόρενς, που κατά καιρούς, λόγω της αρμοδιότητάς του, έχει γίνει μάρτυρας της κατασκευής σταδιοδρομιών και περιουσιών με κρυφές μικροπολιτικές συμφωνίες, βιώνει τη ζωή του σαν φυλακή, και υπό την πίεση των ανωτέρων του αλλά και τη δική του απόσυρση δεν διστάζει να σημειώσει το «ουδέν ενοχοποιητικό στοιχείο» στην αναφορά του. Από εκεί και πέρα αρχίζει η σταδιακή εμφάνιση στοιχείων και πληροφοριών για παρασκηνιακές ενέργειες, στις οποίες εμπλέκονται, όχι μόνον ο Κάιλ και η θρησκόληπτη οικογένειά του, αλλά και πλήθος άλλων, ευυπόληπτων μελών της μικρής αυτής κοινότητας. Ολοι, ανεξαρτήτως ηλικίας, εμφανίζονται με κάποιον τρόπο εμπλεκόμενοι και διεφθαρμένοι.


Απόπειρες απόδρασης


Ο Λόρενς αισθάνεται εγκλωβισμένος, κάθε μέρα βυθίζεται όλο και περισσότερο στο τέλμα και στη στασιμότητα, και σε μια έσχατη χειρονομία ανάκτησης της χαμένης του ζωής αρχίζει να σχεδιάζει την απόδρασή του. Προκειμένου να κατακτήσει την οικονομική και συναισθηματική ελευθερία του, ακολουθεί τις οδηγίες που παρέχουν οι κασέτες με στρατηγικές επενδύσεων για την αγορά και πώληση ακίνητης περιουσίας. Η επόμενη κίνησή του είναι η συνάντησή του με τη σύζυγο του δημάρχου, προκειμένου να βάλει το σπίτι του προς πώληση για την απόκτηση κεφαλαίων, συνάντηση που ρίχνει νέο φώς στην ιδιαίτερα περιπλεγμένη υπόθεση του θανάτου της μικρής τη βραδιά του Χάλοουιν.


Τα πρόσωπα που εμφανίζονται στο μυθιστόρημα, ακόμα και οι δευτερεύοντες χαρακτήρες, δεν διαφέρουν και πολύ από τον πρωταγωνιστή, τον Λόρενς. Ολοι τους είναι χαμένοι, παραιτημένοι και εγκαταλειμμένοι, ενώ το μοτίβο της απώλειας κάποιου παιδιού, σύμβολο της αθωότητας και της ελπίδας που χάνεται πριν αρχίσει, επανέρχεται. Οπως, για παράδειγμα, η κοπέλα του Κάιλ, η οποία αναγκάζεται να διακόψει την εγκυμοσύνη της και μετά αυτοκτονεί, στερώντας από τον Κάιλ την ευκαιρία να γίνει πατέρας, αλλά και μια σειρά από δραματικά γεγονότα που ακολουθούν και αφορούν άλλους εμπλεκόμενους, τα οποία και φανερώνουν το μέγεθος της σήψης και της διάβρωσης.


Η ατμόσφαιρα, σε όλο σχεδόν το μυθιστόρημα, δεν μεταβάλλεται, αλλά παραμένει ελεγειακή και σκοτεινή, υπενθυμίζοντας σε κάθε ευκαιρία τη χρεοκοπία του αμερικάνικου ονείρου, τη διαφθορά των συνειδήσεων, την αδυναμία απομάκρυνσης από τη στασιμότητα, καθώς οι κάτοικοι τη φέρουν μέσα τους, ακόμα και ο ήρωας φαίνεται να τη βιώνει δραματικά και να την παρατηρεί από απόσταση. Το ίδιο θέμα στα χέρια ενός λιγότερου ικανού συγγραφέα θα κινδύνευε να βυθιστεί στο τέλμα που περιγράφει, όμως ο Κόλινς κατορθώνει, υποβάλλοντας τον ήρωά του σε συνεχή ενδοσκόπηση, να παρακινήσει και τον αναγνώστη σε ανάλογη διαδικασία, προκειμένου να τον συνοδεύσει αγόγγυστα σε αυτό το ανερμάτιστο ταξίδι εξερεύνησης. Στο τέλος, βρίσκεται να μην ενδιαφέρεται ιδιαίτερα ούτε για τους ενόχους, την πλοκή ή τα σκάνδαλα, αλλά για τον ίδιο τον αφηγητή και την ιστορία του, ο οποίος μέσα από τη σταδιακή εξοικείωση μαζί του γίνεται ιδιαίτερα συμπαθής - στοιχείο ενδεικτικό της υπερβολικής ταύτισης του συγγραφέα με τον ήρωά του και πιθανής επένδυσης προσωπικών αιτημάτων του σε αυτόν.



ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 13/04/2007


Κριτική:


ΧΙΚΣΒΙΛ, 1984. ΕΝΑ ΤΡΙΧΡΟΝΟ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ
ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΝΕΚΡΟ. Ο ΛΟΥΖΕΡ ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ ΚΑΛΕΙΤΑΙ
ΝΑ ΣΥΓΚΑΛΥΨΕΙ ΤΟΝ ΠΙΘΑΝΟ ΕΝΟΧΟ.
ΟΜΩΣ ΚΑΘΩΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΞΕΔΙΠΛΩΝΕΤΑΙ, ΜΥΣΤΙΚΑ
ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ.
Η ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΑΜΕΡΙΚΗ, Η ΑΜΕΡΙΚΗ ΠΟΥ ΣΥΝΘΛΙΒΕΤΑΙ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟ
ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ


«Ουδείς συνειδητοποιεί ότι κάποιοι άνθρωποι δαπανούν τρομερή ενέργεια, απλώς και μόνο για να είναι κανονικοί». Αυτή τη φράση του Αλμπέρ Καμί χρησιμοποιεί ως μότο της ιστορίας του ο Μάικλ Κόλινς. Ο περίφημος μέσος όρος, ο «κανονικός» άνθρωπος, υπάρχει στις στατιστικές και διευκολύνει πάσης φύσεως έρευνες, όμως δεν απαντά στην πραγματική πραγματικότητα. Ούτε στην τέχνη.
Ο Μάικλ Κόλινς είναι Ιρλανδός. Γεννήθηκε στο Λίμερικ το 1964, σπούδασε στην Ιρλανδία και τις ΗΠΑ. Εργάζεται ως στέλεχος εταιρείας Πληροφορικής, παράλληλα διδάσκει δημιουργική γραφή. Τεχνολογία και τέχνη, λοιπόν. Η κριτική έχει επισημάνει πως, όταν αναφέρεται στις ΗΠΑ, ο Κόλινς έχει το καθαρό μάτι του «ξένου». Παρατηρεί, εισδύει στα μύχια. Στο μυθιστόρημά του, με τίτλο Χαμένες ψυχές, ο Κόλινς αναπτύσσει μιαν αστυνομική ιστορία που αξιοποιεί τα παντοδύναμα κλισέ του είδους. Υπάρχει ο λούζερ μπάτσος, μοναχικός και αντιήρωας, διαζευγμένος, βυθισμένος στα χρέη, ο οποίος σπάνια βλέπει το παιδί του. Υπάρχει η ωραία στραπατσαρισμένη γυναίκα, που χάνει την κόρη της. Ο «αρχηγός» και ο δήμαρχος. Η συνεργάτιδα, που αγαπά και φροντίζει. Η νοσηρή κοινότητα, που καλύπτει μυστικά και ψέματα κάτω από μια επιφάνεια ιλουστρασιόν καθωσπρεπισμού.

Ο Κόλινς διαλέγει τη δεκαετία του ΄80 και γύρω από αυτήν οργανώνει την ιστορία του. Πρόκειται για τη δεκαετία που προετοίμασε τη Νέα Εποχή, στις ΗΠΑ και αλλού. Η δεκαετία της οικονομικής κρίσης, των δανείων και των πιστωτικών καρτών, η δεκαετία στην οποία ακούστηκε για πρώτη φορά τόσο πυκνά η λέξη κατάθλιψη. Ο Κόλινς δεν αφηγείται απλώς μιαν αστυνομική ιστορία. Μέσα από το θρίλερ της πλοκής και τα συμφραζόμενα της ζωής των ηρώων, γράφει ένα μυθιστόρημα για μια Αμερική που είδε τα όνειρά της να διαψεύδονται. Για την Αμερική της παρακμής και του μαρασμού, του καταναλωτισμού, του ποδοσφαίρου, των ακριβών αυτοκινήτων και του θρησκευτικού φανατισμού. Για τη σκοτεινή Αμερική των μεσοδυτικών πολιτειών και όχι για τη λαμπερή και διανοούμενη Νέα Υόρκη.

Η ιστορία έχει ως εξής: μια νύχτα του Χάλοουιν, ένα τρίχρονο κοριτσάκι βρίσκεται νεκρό στην άκρη ενός δρόμου. Κόρη ανύπαντρης και τσακισμένης μητέρας, ντυμένο αγγελάκι, παρατημένο στην τύχη του. Οι πρώτες ενδείξεις στρέφουν τις υπόνοιες στον νεαρό Κάιλ Τζόνσον, τελειόφοιτο του Λυκείου, τον καλύτερο παίκτη της τοπικής ποδοσφαιρικής ομάδας. Όλη η πόλη στηρίζει επάνω του τις ελπίδες της για διάκριση ύστερα από τριάντα τόσα χρόνια. Σε μια μυστική σύσκεψη, ο αρχηγός της Αστυνομίας και ο δήμαρχος καθιστούν σαφές στον τοπικό αστυνόμο ότι καλά θα έκανε να στρέψει την ανάκριση αλλού. Ο αστυνόμος Λόρενς, βυθισμένος στα χρέη, χαντακωμένος στη μοναξιά, δεν έχει διάθεση για ηρωισμούς. Συμμορφώνεται γρήγορα και εύκολα. Όμως, όσο η ιστορία προχωρεί, τα πράγματα αλλάζουν όψη και οι διαρκείς εξελίξεις αναμορφώνουν άρδην τις επικαιρικές εκτιμήσεις. Τρεις φόνοι, δύο αυτοκτονίες και ένα νεκρό παιδί είναι ο απολογισμός της τελικής αποκάλυψης.

Στην εξιστόρηση παίζουν βασικό ρόλο το τοπικό σχολείο, με τον λυκειάρχη και τους μαθητές, μια ανεξάρτητη φεμινίστρια μαθήτρια, φίλη του Κάιλ, η οποία κάνει έκτρωση και κατακεραυνώνεται από την τοπική κοινωνία, η Λόις, συνεργάτις του Λόρενς, πρώην σύζυγος αυτόχειρα, η οποία συζεί με έναν απαιτητικό παπαγάλο που τη φλερτάρει ανενδοίαστα, η πρώην σύζυγος του Λόρενς με τον νέο της σύζυγο, ο έφηβος γιος του, η φανατική χριστιανή μάνα του Κάιλ, ο οξύθυμος ματαιωμένος πατέρας του Κάιλ, η κοινότητα των Άμις (μιας θρησκευτικής αίρεσης), η Λάιζα Κένταλ, μητέρα του νεκρού κοριτσιού, ο ανίκανος αρχηγός της Αστυνομίας, ο φαφλατάς δήμαρχος και, τελικά, όλη η τοπική κοινότητα, η οποία εμπλέκεται σε μια συνωμοσία συγκάλυψης και σιωπής, αλλά και στον φαύλο κύκλο του αίματος.

Σοφία Νικολαΐδου, Τα Νέα, 28/4/2007

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!