Θερμοκρασία δωματίου ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
20%
Περιγραφή
Η Δήμητρα Κολλιάκου γεννήθηκε το 1968 στην Αθήνα. Σπούδασε κλασική φιλολογία και θεωρητική γλωσσολογία στην Αθήνα και στο Eδιμβούργο, και είναι επίκουρος καθηγήτρια γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Newcastle.
Το πρώτο της μυθιστόρημα (Το Mαγείο, Eστία 1999) τιμήθηκε με το Bραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα Jim Wilson, που απένειμε για μοναδική φορά το 2000 το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Από την Αθήνα στο Λονδίνο και από το Λονδίνο στην Ιερουσαλήμ, σε μια γραμμή περιπλάνησης η οποία μοιάζει πιθανόν να συνεχιστεί στο διηνεκές: αυτή είναι η πορεία την οποία διαγράφει η κεντρική ηρωίδα της Δήμητρας Κολλιάκου στο δεύτερο κατά σειρά μυθιστόρημά της, το οποίο έχει τίτλο «Θερμοκρασία δωματίου» και αφηγείται μιαν ιστορία παρατεταμένης ματαίωσης. Παρακολουθώντας ανήμπορη τον σταδιακό, αλλά πολύ γρήγορο και βασανιστικό θάνατο της μητέρας της, υπό τη σκιά ενός πατέρα ο οποίος δεν θέλει να κάνει περίσσια βήματα στην επικοινωνία του μαζί της, καθώς και στο πλάι ενός εξαδέλφου ο οποίος αποφεύγει συστηματικά να ανταποκριθεί στον έρωτά της, η ηρωίδα εγκαταλείπει την Αθήνα και εγκαθίσταται για σπουδές στο Λονδίνο, με μοναδικό σκοπό να αποδράσει από τη συγκεχυμένη και πολλαπλά αδιέξοδη πραγματικότητά της. Η άφιξη, ωστόσο, στη βρετανική πρωτεύουσα δεν θα αλλάξει κατά το παραμικρό τη στάση και την ψυχολογία της.
Τα σημάδια της τρυφερής ηλικίας
Τα σημάδια που αφήνουν στην ψυχή τα προβλήματα της εφηβικής και της νεανικής ηλικίας είναι ανεξίτηλα και δεν γνωρίζουν σύνορα. Ετσι, η ηρωίδα θα συναντήσει στο Λονδίνο όλα τα κομμάτια του παλαιού εαυτού της και όταν θα κληθεί να δώσει το πρώτο της δείγμα σε ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής, θα σπεύσει απλώς να αφηγηθεί τις οδυνηρές περιπέτειες της πρώτης της νιότης στην Ελλάδα. Η κατάθλιψη από τον θάνατο της μάνας, η αδιαφορία και συνάμα η σκληρότητα και η ανευθυνότητα του εξαδέλφου, σε συνδυασμό με την αδυναμία της να προσανατολιστεί σε μιαν έστω και στοιχειωδώς σταθερή και ατόφια προοπτική ζωής, θα καταβάλουν γι' άλλη μια φορά την ηρωίδα, που θα αναζητήσει τώρα διέξοδο στο πλάι ενός Ισραηλινού πανεπιστημιακού, ο οποίος θα την οδηγήσει στην Ιερουσαλήμ και στην αυταρχική μορφή της μητέρας του. Ο κύκλος θα διαγραφεί εκ νέου και το φίδι θα χώσει πάλι την ουρά στο στόμα του στη γη του Ισραήλ: ένας γιος ποικιλοτρόπως εξαρτημένος από τη μάνα του, μια μάνα που διατηρεί παράνομη ερωτική σχέση με τον καλύτερο οικογενειακό της φίλο και μια ψυχαναλύτρια που δείχνει πλήρως υποταγμένη στις θελήσεις της μάνας. Και όλα αυτά, προβεβλημένα σε ένα υποχονδριακό, σχεδόν άρρωστο φόντο, όπου τα πάντα μεταφράζονται σε μια σειρά εφιαλτικών (όσο και απολύτως μάταιων) ιατρικών εξετάσεων.
Το τέλος εξισώνεται με την αρχή στη «Θερμοκρασία δωματίου» και η κίνηση του κύκλου επαναλαβάνεται λίγο πριν από την έξοδο. Το ζευγάρι της Ιερουσαλήμ επιστρέφει κατάκοπο και με κομμένα τα φτερά του στο Λονδίνο και το άπαν πρέπει να σχεδιαστεί εξαρχής. Πόσες, άραγε, φορές ακόμη και με πόσες πιθανότητες επιτυχίας; Η Κολλιάκου επιχειρεί στο μυθιστόρημά της δύο πράγματα: να τοποθετήσει τους πρωταγωνιστές της σε ένα πολυεπίπεδο διεθνές σκηνικό και να βάλει στο μικροσκόπιο της αφήγησής της τις απίστευτα βίαιες (κάτω από τον πέπλο μιας πολύ τυποποιημένης και εξευγενισμένης συμπεριφοράς) σχέσεις τους. Και οι δύο στόχοι έχουν συχνά αποτελέσει προσφιλές πεδίο επιδόσεων για τους νεότερους Ελληνες πεζογράφους. Πόσοι, όμως, τάχα, από αυτούς τα έχουν καταφέρει με τον τρόπο με τον οποίο τα καταφέρνει η Κολλιάκου στη «Θερμοκρασία δωματίου»;
Ας μείνουμε στην Κολλιάκου κι ας πιάσουμε την άκρη από τον κοσμοπολιτισμό της. Τίποτε από την παρουσία της πρωταγωνίστριας στο Λονδίνο ή στην Ιερουσαλήμ δεν έχει κάτι από το βεβιασμένο λούστρο και το αφηρημένο ή απλώς χαζευτικό βλέμμα ενός περιηγητή που περιφέρεται αμέριμνος ή επιδεικτικά υποψιασμένος σε ξένο τόπο. Οι άνθρωποι εδώ είναι απολύτως γειωμένοι στον περίγυρό τους και τελούν σε αδιάκοπη (υπόγεια ή φανερή) σύγκρουση με τα σύμβολα, τα οποία έχουν καταστήσει πιασάρικο το όνομά του ανά τον κόσμο: το Λονδίνο αποτελεί μια βιομηχανία παραγωγής πτυχίων για αλλοδαπούς και η Ιερουσαλήμ παίρνει στα μάτια των ηρώων την όψη ενός τόπου ο οποίος τους υποβάλλει μονίμως στην αίσθηση της στέγνας και της στέρησης. Οσο για τους λόγους οι οποίοι κρατούν τους ίδιους μακριά από την πατρίδα, είναι πέρα για πέρα συνυφασμένοι με το ατομικό τους παρελθόν και τα ιδιαίτερα, εντελώς ξεχωριστά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους.
Το κουβάρι των ανθρώπινων σχέσεων
Θέλω, όμως, να πάω και στον τρόπο με τον οποίο η συγγραφέας εικονογραφεί και αποκαλύπτει το κουβάρι των ανθρώπινων σχέσεων: αντί για την ισοπεδωμένη και στενά προγραμματική παράθεση ενός σωρού στερεοτύπων, τα οποία το μόνο που μπορούν να κατορθώσουν είναι να καλύψουν τις συναισθηματικές ανασφάλειες ή αποβλέψεις του αναγνώστη, εκείνο το οποίο κυριαρχεί εν προκειμένω είναι ο γεμάτος αντιφάσεις και εσωτερικές αντινομίες κόσμος των πρωταγωνιστών, οι αλληλοαντικρουόμενες εμπειρίες και οι πολυδιασπασμένες τους ταυτότητες. Και το σύμπαν, ωστόσο, το οποίο προκύπτει από αυτή τη μακρά περιδιάβαση στους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες αποτελεί, παρά την ολοσχερή ερήμωση και τη μυρωδιά της τέφρας η οποία εξαπλώνεται σε ολόκληρη την επικράτειά του, μιαν ολοζώντανη και χειροπιαστή πραγματικότητα, μια φωτιά που καίει με δύναμη μέσα στον πάγο.
Κλείνοντας, δεν θέλω να παραλείψω τη γεωμετρική ανάπτυξη την οποία επιφυλάσσει για τη σύνθεσή της η Κολλιάκου. Τα άγρια αγκάθια και οι φονικές παγίδες που κρύβονται κάτω από τη φαινομενικά ψυχρή επιφάνεια της ιστορίας της βγαίνουν στο φως κομμάτι κομμάτι και πάντα σε δεσμό αιτιακής αλληλουλουχίας με όσα έχουν προηγηθεί ή όσα πρόκειται να ακολουθήσουν. Το πριν εξηγεί εις βάθος το μετά και το μετά έχει μιαν ικανότητα να προλέγει το μέλλον: τη μοίρα την οποία είναι υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουν οι πρωταγωνιστές στο τέλος της διαδρομής τους όχι ως ένα υπερκείμενο και μεταφυσικής τάξης αναπόφευκτο, αλλά ως μια καθαρώς λογική συνεπαγωγή των επιλογών τους. Σίγουρα, ένα αξιοσύστατο και, το κυριότερο, πολλά υποσχόμενο βιβλίο.
Δεν πειράζει να επαναλαμβανόμαστε πότε πότε. Είναι άλλωστε τόσο ευάλωτα τα λογοτεχνικά βραβεία αυτής της χώρας, συμπεριλαμβανομένων και των κρατικών, που μια δόση υπερβολής είναι εντελώς δικαιολογημένη όταν κάτι χαρμόσυνο έρχεται από εκεί. Η βράβευση της « Θερμοκρασίας δωματίου » από τον νεόκοπο λογοτεχνικό διαγωνισμό του περιοδικού (δε)κατα έδωσε αέρα στους βιβλιόφιλους που έχοντας κιόλας ξεχωρίσει το μυθιστόρημα είδαν την προτίμησή τους να δικαιώνεται χωρίς να χρειαστεί λογοτεχνικό μάρκετινγκ και η ευλογία του εγχώριου ιερατείου το οποίο, κακά τα ψέματα, σπανίως μπαίνει στον κόπο να δει πέρα από τη μύτη του.
Αυτά έχει η ζωή, υπάρχουν όμως και χειρότερα και επάνω σ΄ αυτό κάτι φαίνεται να ξέρει η εξαιρετική κυρία Κολλιάκου, εξ ου και μας παραδίδει μια από τις πιο σημαντικές λογοτεχνικές ηρωίδες της τελευταίας δεκαετίας. Μια «ενζενί από την ανάποδη» επιτρέψτε μου να πω, ένα τραυματισμένο από τη γέννα του θηλυκό που βγαίνει στη ζωή έχοντας σημαία τον στραπατσαρισμένο ναρκισσισμό του και την ολική συναισθηματική του τύφλωση. Με αυτά τα προσόντα συν κάτι ψευτοσπουδές στα βρετανικά πανεπιστημιακά σούπερ μάρκετ, η δικιά μας είναι φανερό ότι δεν θα πάει μακριά κι ας την οδήγησε το spleen της ίσα με την πολύπαθη σημερινή Ιερουσαλήμ.
Η παράνοια
Εγκαθίσταται στην παλιά παλαιστινιακή πολυκατοικία και αρχίζει τα καψώνια στον νεαρό Εβραίο σύντροφό της ο οποίος καίτοι μη θρησκευόμενος, για την περίπτωση ανταποκρίνεται με αρετές Ιώβ και βάλε. Το αυτό και ο φιλικός του περίγυρος, όλοι τους Εβραίοι διανοούμενοι, οι οποίοι αντιμετωπίζουν την Ελληνίδα «νύφη» με made in USΑ ανοιχτωσιά. Η ευγένεια των άλλων, αντί να κατευνάσει, φουντώνει τη μανία καταδίωξης της ηρωίδας μας, η οποία επιμένει να βλέπει παντού συνωμοσίες και απειλές, αντιπαραθέτοντας ασυνειδήτως τη δική της αμελητέα(;) ευθραυστότητα στην εύθραυστη καθημερινότητα της σύγχρονης Ιερουσαλήμ. Το κορίτσι από την Αθήνα βολτάρει στη διαιρεμένη πόλη ψάχνοντας για τοπικές γκουρμεδιές, μπαίνει στα λεωφορεία λογαριάζοντας ότι ο καμικάζι θα κωλώσει μπροστά στο ελληνικό της διαβατήριο και ψάχνει τρόπους να οριοθετηθεί απέναντι σε μια επεκτατική πεθερά λες και διεκδικούν και οι δυο τον ίδιο άντρα. Αστεία πράγματα. Η ηρωίδα μας αδιαφορεί πλήρως για τον Εβραίο σύντροφό της κολλημένη καθώς είναι στην κλασική αιμομικτική της φαντασίωση, τον κλασικό Έλληνα ξάδερφο των κλασικών παιδικών καλοκαιριών. Αυτόν θέλει, αλλά άλλον παιδεύει και κατά βάθος παιδεύεται.
Ο πόνος
Κάτι τα ψυχοσωματικά, κάτι το διαρκώς ογκούμενο ανικανοποίητο την οδηγούν στο καμαράκι της Εβραίας ψυχαναλύτριας, «κονέ» της κουλτουριάρας πεθεράς κι έτσι αρχίζει το πάρτι της «μεταβίβασης». Ας με συγχωρέσουν οι ειδικοί της ψυχανάλυσης που χρησιμοποιώ τους όρους τους αλλά, τόσο που παραγνωριστήκαμε, δεν υπάρχουν πια μυστικά. Η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος θα κατασκευάσει τον διώκτη της, ένα θηλυκό τέρας με δυο κεφάλια, αυτό της πεθεράς και αυτό της ψυχαναλύτριας, και φυσικά θα πέσει απάνω τους ζωσμένη «εκρηκτικά». Την ίδια απελπισμένη γραμμή άμυνας θα κατασκευάσει και εις βάρος του γενετιστή που στήνει κι αυτός πάρτι πάνω στα υποχονδριακά της συμπτώματα αμελώντας εντελώς το ενδεχόμενο οι δυο οικογενειακοί γυναικολογικοί καρκίνοι (μητέρα και θεία) να μην κρύβουν κατ΄ ανάγκη τις προθέσεις τους στα γονίδια της πρωταγωνίστριας.
Κακά τα ψέματα: ο πόνος του νάρκισσου δεν προκαλεί σχεδόν ποτέ τη συμπάθεια των άλλων. Έτσι η ηρωίδα μας θα συνεχίσει να νιώθει ξένη κι απόξενη από τους γύρω της, οι οποίοι εξαντλώντας όσα αποθέματα καλών τρόπων τους έχουν απομείνει, στο τέλος θα κοιτάξουν την πάρτη τους. Και τότε θα ακουστεί το μεγάλο κρακ. Ο καθρέφτης θα σπάσει κι ο νάρκισσος θα δει ότι πίσω από τα κομμάτια του κρύβεται μια άλλη αλήθεια, εντελώς διάφορη από τη δική του. Τώρα; Δεν θα μπω στον πειρασμό να αποκαλύψω το φινάλε. Έτσι κι αλλιώς, με απασχολεί ακόμη.
Η Δήμητρα Κολλιάκου είναι λέκτορας Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ. Η ηρωίδα της είναι ένα κορίτσι με στραπατσαρισμένο ναρκισσισμό και ολική συναισθηματική τύφλωση Τι υπέροχο, τι θαυμάσιο υλικό και πόσο ωραία το αναπτύσσει η συγγραφέας σχεδόν μέχρι την τελευταία σελίδα! Δυστυχώς στο παραπέντε θυμάται ότι εδώ δεν κάνουμε το κέφι μας πάρα κάνουμε λογοτεχνία και με μια άτσαλη κίνηση που μυρίζει λογοτεχνι- κό εργαστήριο σπεύδει να κλείσει τα ανοίγματά της σχεδόν αποφαινόμενη. Κρίμα, δυο φορές κρίμα, γιατί η κυρία Κολλιάκου είναι μια χαρισματική συγγραφέας.
Το βιαστικό φινάλε κακοποιεί, κατά τη γνώμη μου, την όλη ανάπτυξη του βιβλίου και αφήνει ερωτήματα για την πιθανή ύπαρξη ενός βάρβαρου editing. Στην άποψη αυτή μάς οδηγεί (με το ζόρι) και το οπισθόφυλλο το οποίο σουμάρει την ουσία του βιβλίου ως εξής: «Σε μια εποχή που η αγάπη δεν είναι πια πανάκεια, οι εξομολογήσεις στο ντιβάνι έπαψαν προ πόλου να επαρκούν, κι η επιστήμη δεν έχει ηθικές αναστολές, ποιος θα της δείξει πώς να ζει;»
Έλεος παιδιά, φτάνει πια. Ευτυχώς δεν είναι όλοι οι συγγραφείς Πάουλο Κοέλιο και «Πατερούληδες». Η Δήμητρα Κολλιάκου πάντως, όχι.
Ρούλα Γεωργακοπούλου Τα Νέα, 29/6/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις