Η Μαρία των Μογγόλων ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
71%
Περιγραφή
Εξοικειώθηκα με το ιστορικό γίγνεσθαι, καλλιέργησα τους τρόπους για να το διηγούμαι, έγινα παραμυθάς, αλλά δεν ξέρω να κατασκευάζω παραμύθια. Τα λέω όπως τα έζησα, επειδή έμαθα να ακούω τους άλλους. Κι έμαθα να σέβομαι τις πολλαπλές ερμηνείες, τις διαφορετικές προσεγγίσεις, τις αντιφατικές εξιστορήσεις· να εξετάζω όλες τις όψεις, καθώς αποκαλύπτονται ακολουθώντας δικούς τους ρυθμούς -με πλήρη συνείδηση ότι οι βεβαιότητες είναι ανατρέψιμες ανά πάσα στιγμή κι ότι τα ενδεχόμενα καιροφυλακτούν στη στροφή του δρόμου.[...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Η ιστορία ως ζωντανή εμπειρία
Διαβάζοντας το συναρπαστικό βιβλίο της Μαριάννας Κορομηλά, έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου: να πώς πρέπει να γράφεται η Ιστορία. Σαν μια αναστοχασμένη αναπαράσταση, όπου το αναπαριστών υποκείμενο εμπλέκεται επί ίσοις όροις με τα ιστορικά πρόσωπα στην πολυπλόκαμη σκηνογραφία· σαν μια αφήγηση, μια κατασκευή, που φέρει, εμφανή, τα σημάδια της αρμολόγησής της και επιδεικνύει, γυμνά και αφτιασίδωτα, τα υλικά της. (Μη μας τρομάξει η λέξη: η κατασκευή δεν είναι κάτι που γίνεται εκ του μηδενός ή, ακόμη χειρότερα, κάτι που παραποιεί την πραγματικότητα, πλαστογραφεί τα γεγονότα και αλλοιώνει, με την αυθαιρεσία των συνδέσεων και των συνειρμών, τα στοιχεία που τη συνθέτουν· κατασκευή σημαίνει ύφανση των ιχνών των γεγονότων και των ψηφίδων του πραγματικού σε ένα στέρεο πανί.) Το πανί της Μαριάννας Κορομηλά θυμίζει εκείνα των παραμυθιών, όχι ξομπλιασμένο με τη γη και τα λουλούδια, τη θάλασσα και τα ψάρια, τον ουρανό με τ' άστρα, αλλά κεντημένο με την κλωστή ενός συνεχούς, των τόπων και των ανθρώπων. «Εξερευνώντας τους τόπους, έβρισκα τους ανθρώπους», γράφει η Κορομηλά, «έβρισκα τους ανθρώπους στα ντουβάρια και μαζί τους αποκαθιστούσα τη συνέχεια· όχι βέβαια εκείνη την κατασκευασμένη συνέχεια της εθνικής μας ιδεοληψίας». Πάει να πει, ας συμπληρώσουμε εμείς τη συνέχεια της ανθρώπινης περιπέτειας, που παραμένει ίδια μέσα στον χρόνο, κι ας αλλάζει στα συστατικά και τα σουσούμια της. Κι ακόμη, τη συνέχεια όχι μέσα στον χρόνο, αλλά και μέσα στον χώρο· τις συνεχείς διασταυρώσεις, όπως της κλωστής στη σταυροβελονιά, των λαών με άλλους λαούς, άλλους πολιτισμούς, άλλα έθνη.
Η «Μαρία των Μογγόλων» της Μαριάννας Κορομηλά είναι πολλά πράγματα μαζί: πρώτα μια ιδιότυπη αυτοβιογραφία, μια αναδρομή στα γιατί και τα πώς των εμμονών της, της αγάπης της για την ιστορία, τη γεωγραφία και την περιπλάνηση· ύστερα, ένας στοχασμός πάνω στο έργο του ιστορικού· τέλος, ένα όμορφο ιστορικό παραμύθι, η ιστορία της Μαρίας Κομνηνής Παλαιολογίνας Διπλοβατάτζινας, κόρης του στρατηγού και μετέπειτα αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, που στα δώδεκά της χρόνια, στάλθηκε στη μακρινή χώρα των Μουγουλίων, νυφούλα για τον ένδοξο ηγεμόνα Χουλαγκού, εγγονό του Τζένγκις Χαν και νεότερο αδελφό του Μεγάλου Χαν Κουμπλάι. Πνευματικό παιδί μεγάλων δασκάλων, η Κορομηλά λειτουργεί μέσα στη «διαλεκτική της διάρκειας», όπως την προσδιόρισε ο Φερνάν Μπροντέλ, και αναζητεί την καθολικότητα. Μια τέτοια λέξη ίσως και να τρομάζει - γι' αυτό ας εξηγήσω τι εννοώ: από κάθε σελίδα του βιβλίου αναδύεται η συνείδηση ότι δεν υπάρχει απομονωμένο ιστορικό γεγονός, αλλά ότι η ιστορία είναι ένα σπονδυλωτό σύνολο που μέσα σ' αυτό νοηματοδοτούνται τα επιμέρους γεγονότα· ένας μηχανισμός που κανένα κομμάτι του δεν είναι αυθύπαρκτο. Κι ακόμη: μέσα στις τακτικότητες της ιστορίας, η Κορομηλά αναζητεί τις «ειδικότητες» που της ξεφεύγουν: μία βιογραφική λεπτομέρεια, ένα περίεργο τοπωνύμιο, ένα παράξενο ένδυμα. Γι' αυτήν, η ιστορική γνώση φέρνει στην επιφάνεια την εξαίρεση, παράγει το αρνητικό που ενέχει τη σημασία. Η παράξενη ιστορία της Μαρίας Κομνηνής είναι αυτή η εξαίρεση: μια βυζαντινή αρχοντοπούλα στην αυλή των Μογγόλων, ξένη εδώ, ξένη εκεί, παντού ξένη, σε μια συνεχή προσπάθεια να οικειωθεί την ετερότητα και να συναρθρώσει τα χαρακτηριστικά διαφορετικών πολιτισμών σε μια νέα, προσωπική, γόνιμη σύνθεση.
Πρώτα απ' όλα αυτό θέλω να κρατήσω από το σπουδαίο βιβλίο της Μαριάννας Κορομηλά, από τη γλαφυρή, οικεία, θερμή και θαυμαστή της αφήγηση: την οικουμενική της γενναιοδωρία, τη βαθιά συνείδηση της ανοιχτοσύνης του παλαιού ελληνικού ορίζοντα, την απέχθεια για τη στενότητα και τη στενομυαλιά του ελλαδικού πνεύματος, την αποστροφή προς τα στερεότυπα, την ευρύχωρη και απροκατάληπτη ανάγνωση της Ιστορίας, την πλατιά χειρονομία, τέλος, με την οποία αγκαλιάζει και ενσωματώνει στο παραμύθι της τους αφανείς, «τους ανώνυμους, αθέατους, εξόριστους της Ιστορίας», και άντρες, ναι, αλλά κυρίως γυναίκες. «Μαρίες που έσπειραν πεδιάδες, ανάθρεψαν ήρωες, έθρεψαν αναρίθμητα στόματα και γιατροπόρεψαν μυριάδες άρρωστα κορμιά, θρήνησαν βρέφη και παιδιά, μάζεψαν ελιές το καταχείμωνο και τρύγησαν αμπέλια στις ψηλοκρεμαστές πεζούλες, έχτισαν ξερολιθιές, έζεψαν υποζύγια, ζεύτηκαν και οι ίδιες, για να πηγαίνουν ζαλωμενες με το μωρό ή τα πολεμοφόδια ή την ταγή στην πλάτη, έπλυναν πληγές οπλιτών (σ.σ. τι ωραία, η ποιητική παρήχηση της Κορομηλά!), έκοψαν ξύλα, κουβάλησαν νερό από το ποτάμι, κυνήγησαν λύκους, έκρυψαν αντάρτες, όρθωσαν το ανάστημά τους στον κατακτητή, ξενοδούλεψαν όταν έλειπε ο στυλοβάτης ή όταν ο προκομμένος τεμπέλιαζε στα καπηλειά, διαχειρίστηκαν το βιος της φαμίλιας, έθαψαν όνειρα, καημούς, προσδοκίες, αγωνίες, βάσανα κι απαγορευμένες αγάπες, κατάπιαν οικογενειακές αγριότητες, τραγούδησαν την ξενιτιά, υπόμειναν την προσφυγιά, θάφτηκαν στα τάρταρα για να στεριώσουν γεφύρια και να τιμήσουν το όνομα του πατέρα, του συζύγου, του αδελφού».
«Δεν θέλω να γράψω την τελευταία αράδα» - έτσι ολοκληρώνει την αφήγησή της η Μαριάννα Κορομηλά. Ούτε κι εγώ. Αυτό το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί πολλές φορές, με πολλούς διαφορετικούς τρόπους και να παρουσιαστεί με άλλους τόσους. Αποτόλμησα μερικές μονάχα παρατηρήσεις. Μια συγγραφέας που εκμυστηρεύεται «συνήθισα να πετιέμαι από τον έναν χώρο στον άλλο, να κάνω συνδυασμούς και συσχετισμούς, να παρασύρομαι από συνειρμούς, να κινούμαι από τον παρελθόντα χρόνο στον παρόντα», γεννάει στον αναγνώστη της τη διάθεση να κάνει κάτι ανάλογο. Δηλαδή να συνδέσει το βιβλίο με τις δικές του ιστορίες και τις δικές του αγωνίες σε μια πορεία αμφισήμαντη - αφού η θέση που παραχωρεί στο παρελθόν είναι επίσης και ένας τρόπος να κάνει τόπο σε ένα μέλλον.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΝΑ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 18/4/2008
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις