Λατομείο

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 9.68
6.78
Τιμή Πρωτοπορίας
+
138911
Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες:106
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2002
ISBN:9789600420920
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή

Πρώτο ποιητικό βιβλίο, ύστερα από ευάριθμες δημοσιεύσεις σε περιοδικά. Το λατομείο, τόπος πελεκημένος, όπου το νερό διαρκώς επανέρχεται εν φαντασία και λόγω. Μια συνείδηση που προσπαθεί να συμμαζέψει τα κομμάτια της, ένα εγώ που αγωνιά, συλλογικά το πένθος έρχεται και η γλώσσα είναι το σώμα που δέχεται τα ίχνη ή τα τραύματα της Ιστορίας και όπως τα δέχεται όνομα τούς δίνει. Εκτός κι αν η σιωπή είναι η κατάληξη του λόγου που σιώπησε, γιατί η ομιλία μπροστά στην καταστροφή εμβρόντητη παραμένει. Το νόημα του κόσμου αλώνεται άλλοτε καταλογάδην, σε ελεύθερο στίχο ή σε έμμετρο, υπό τη σκέπη της προσωδίας. Πολλές οι αφιερώσεις ποιημάτων σε φίλους και ομοτέχνους.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Μνήμες από την παιδική ηλικία, αναφορές στην πατρώα Μεσσηνία, βιωματικές αλήθειες από τη διαδικασία της προσαρμογής στο κλεινόν άστυ, ερωτικές εμπειρίες, με αίσια συνήθως έκβαση, στοχαστικές περιδιαβάσεις στο ζήτημα του θανάτου και στη φαινομενολογία των παθών, αλλά και προβολή της μεταφυσικής πλευράς της καθημερινότητας συναποτελούν τα κυριότερα θεματολογικά στοιχεία του πρώτου αυτού ποιητικού βιβλίου του Δημήτρη Κοσμόπουλου. Εύκολα διαπιστώνει κανείς τη μαθητεία του στο δημοτικό τραγούδι, στον Σολωμό, στους επιφανείς σονετογράφους μας, αλλά και στα ομηρικά έπη, στον ιδιωματικό λόγο αφανών Ελλήνων, στα ομιλήματα διακεκριμένων αγωνιστών του 1821 και στους νεωτερικούς βέβαια ποιητικούς τρόπους, όπως φερ' ειπείν καλλιεργήθηκαν και από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της γενιάς του '70.

Η ποιητική γλώσσα σέβεται εδώ τα υποκείμενα και τα αντικείμενά της, η κυριολεξία χαρακτηρίζει το σύνολο των εκφορών, η εικονοποιία δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα, ενώ η όλη ανάπτυξη της ποιητικής ιδέας, ακόμα και στις πεζόμορφες εκδοχές της, δεν απογοητεύει τον καλοπροαίρετο αναγνώστη. Τη στιγμή μάλιστα που ο στίχος θα λύγιζε ενδεχομένως από το βάρος των εννοιολογικών δεδομένων, ο λόγος εντέχνως υποστηρίζει την τελική αποσυμφόρηση: η απογείωση που πραγματώνεται στα επιλογικά συνήθως μέρη, είναι προϊόν προσεκτικών χειρισμών, που αν μη τι άλλο προδίδουν τη σοβαρή μέθοδο ενασχόλησης του Δ. Κοσμόπουλου με τους τεχνίτες του είδους. Διακρίνω: «Είδα τη Μάνα να πλένει πέτρες στο ποτάμι./ Από τα χέρια της φτερούγιζε ένα σύννεφο./ "Την ημέρα χιονίζει ο ήλιος και τις ψύχει, θέλουνε/ πλύσιμο και χάδια για να ξεψυχήσουν", είπε./ "Επειτα θα τους δώσω το γάλα μου και θα τις ρίξω/ στο βυθό του ποταμού να τις βλέπεις"./ Αδύνατο να αντιγράψω τις πέτρες/ του χθεσινού ονείρου». (Βλ. «Λατομείο», σελ. 96).

Ο Δ. Κοσμόπουλος μας πείθει ότι ξέρει να γράφει ποίηση, σ' ένα πρώτο, αρκούντως ικανοποιητικό, επίπεδο και για έναν άλλο, επίσης, λόγο: αξιοποιώντας τον παράγοντα μεταφορά, δεν καταχράται την αντοχή μας, δεν παραβιάζει ανοιχτές (υφολογικά) πόρτες, δεν φωνασκεί. Ετσι τηρείται η υπόσχεση του ποιητή να μην προκαλέσει τη διατάραξη των αναγκαίων ισορροπιών: από το έλασσον των αποτυπώσεων ώς το μείζον των προσωποποιήσεων και των αλληγοριών, ο δρόμος που διανύεται πρέπει να είναι κατ' ανάγκην σύντομος για να μην πλήξουμε. Ενα ακόμη δείγμα: «Το δέρμα σου. Τετράδιο του νερού. Μέσα του/ καταποντίζονται όλες οι λέξεις./ Πυρπολείς τη σάρκα της νύχτας κι όταν/ καούν τα χέρια μου με καταλαγιάζεις σε πέτρα./ Στις φλέβες της κυλούν πανάρχαια άστρα./ Εσύ σβήνεις πανσέληνος» (βλ. την «Ελένη της Σκιάθου, 1995», σελ. 41).

Οσο για τις εμφανείς υπερβολές του τύπου: «Μοτοσυκλέττα γίνομαι, καίω ορυκτό» (σελ. 93), «Λινή σελήνη,/ χαρτοσακούλα/ με μαργαρίνη» (σελ. 88), «έλα να δεις που βγαίνουν από τα μαλλιά μου/ γυάλινα πουλιά» (σελ. 82), «κι έσπασε η ανάσα μου σε χίλιες πέτρες βήματα/ πέρα από το μετά, σε χίλιες στάλες» (σελ. 81), «η τηλεόραση χιονίζει παραμύθια» (σελ. 74), «Οι πέτρες του σφαδάζουν κι ονειρεύονται/ την άνοιξη, τα καθαρά νερά» (σελ. 63), «Κρύβεις την πιο άγρια θάλασσα στα μάτια» (σελ. 58) και «κάνω το σταυρό μου και μπαίνοντας στις φωτογραφίες ανάβω τσιγάρο» (σελ. 31), έχω να πω ότι ως υπερρεαλιστικά δάνεια είναι συγγνωστά στο βαθμό που δεν παρενοχλούν την υπόλοιπη σκηνική τάξη. Η πρόσληψη των σημαινομένων είναι εντέλει εφικτή στην προκειμένη περίπτωση: ο Δ. Κοσμόπουλος επιδεικνύει, μ' άλλα λόγια, αξιοπρόσεκτη σύνεση, που προοιωνίζεται ακόμα πιο σταθερά βήματα στο χώρο της δημιουργικής γραφής.



ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 06/12/2002

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!