0
Your Καλαθι
Κράτος και επιχειρήσεις στην Ελλάδα
Η ιστορία του αλουμινίου της Ελλάδος
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Στόχος μου στο βιβλίο αυτό είναι να παρακολουθήσω την ιστορία μιας μεταποιητικής επιχείρησης μέσα από τους μετασχηματισμούς που γνωρίζει η ελληνική βιομηχανία στη διάρκεια του 20ού και των αρχών του 21ου αιώνα. Και αντιστρόφως, να μελετήσω την ελληνική βιομηχανία μέσα από την ιστορία μιας επιχείρησης και ενός προϊόντος που συμβολίζει, όσο ίσως κανένα άλλο, τον εκσυγχρονισμό. Ας μην λησμονούμε ότι το αλουμίνιο υπήρξε, χωρίς καμία αμφιβολία, το μέταλλο του 20ού αιώνα και η εγκαθίδρυση μιας βιομηχανίας παραγωγής αλουμινίου αποτέλεσε το όραμα Ελλήνων μηχανικών, οικονομολόγων και πολιτικών κάθε πολιτικής απόχρωσης. Άρα δύσκολα θα μπορούσε κανείς να βρει άλλη ελληνική επιχείρηση της οποίας η ίδρυση και λειτουργία να συγκεντρώνουν τόσα στοιχεία που να την καθιστούν αντιπροσωπευτική οικονομικών και πολιτικών αντιλήψεων, κρατικών πολιτικών και επιχειρηματικών επιλογών.
Η σημερινή εμπειρία μάς δείχνει ότι ένααπό τα μεγάλα προβλήματα της μεταπολεμικής βιομηχανίας, που οδήγησε σεσυρρίκνωση της ελληνικής μεταποίησης, ήταν τελικά η απουσία μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής μετά τη μεταπολίτευση. Από το 1961 μέχρι το 1974 ήταν σαφείς οι πολιτικές προτεραιότητες για την ενίσχυση της βιομηχανίας και για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Αντιθέτως, μετά το 1974 το ελληνικό κράτος παρέμεινε προσκολλημένο στην ήδη ξεπερασμένη την εποχή εκείνη αντίληψη για την αξιοποίηση του "φυσικού πλούτου" της χώρας, αδιαφορώντας για την υποστήριξη επιχειρηματικών σχημάτων στον χώρο της μεταποίησης που θα παρήγαν υψηλότερη προστιθέμενη αξίακαι τεχνολογικά θα ήσαν διεθνώς ανταγωνιστικά. Στη λογική αυτή, η πολιτική στήριξης της βιομηχανίας, ασφαλώς κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί κατ' ανάγκην ανορθολογική ή σπάταλη. Αντ’ αυτού, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, εγκαταλείπεται κάθε «παραγωγική» αντίληψη για την ελληνική οικονομία και όλο το βάρος πέφτει πλέον στον τριτογενή τομέα και στην προσαρμογή των ονομαστικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας στις απαιτήσεις της συνθήκης του Μάαστριχτ.
Το "όραμα της εκβιομηχάνισης" ξεθώριασε στην Ελλάδα μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και μάλλον άδοξα, αν λάβει κανείς υπόψη του τη βαρύτητα που είχε για το ελληνικό κράτος από το 1930 μέχρι το 1990 περίπου. Έδωσε τη θέση του στο ιδανικό της κατανάλωσης, το οποίο δεν οδήγησε πολύ μακριά τη χώρα. Στις σημερινές συνθήκες δεν είναι δυνατόν να επιστρέψει κανείς στο μεταποιητικό πρότυπο της μεταπολεμικής Ελλάδας. Το ζητούμενο μάλλον είναι πώς θα δημιουργηθούν τα εφαλτήρια για ένα καινούργιο πρότυπο ανάπτυξης. Και από το πρότυπο αυτό η ελληνική βιομηχανία δεν μπορεί να απουσιάζει, ακόμη και εάν ο ρόλος της θα είναι περιορισμένος σε σχέση με εκείνον που οραματίζονταν όσοι έφτιαξαν τη μεταπολεμική Ελλάδα.
Η σημερινή εμπειρία μάς δείχνει ότι ένααπό τα μεγάλα προβλήματα της μεταπολεμικής βιομηχανίας, που οδήγησε σεσυρρίκνωση της ελληνικής μεταποίησης, ήταν τελικά η απουσία μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής μετά τη μεταπολίτευση. Από το 1961 μέχρι το 1974 ήταν σαφείς οι πολιτικές προτεραιότητες για την ενίσχυση της βιομηχανίας και για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Αντιθέτως, μετά το 1974 το ελληνικό κράτος παρέμεινε προσκολλημένο στην ήδη ξεπερασμένη την εποχή εκείνη αντίληψη για την αξιοποίηση του "φυσικού πλούτου" της χώρας, αδιαφορώντας για την υποστήριξη επιχειρηματικών σχημάτων στον χώρο της μεταποίησης που θα παρήγαν υψηλότερη προστιθέμενη αξίακαι τεχνολογικά θα ήσαν διεθνώς ανταγωνιστικά. Στη λογική αυτή, η πολιτική στήριξης της βιομηχανίας, ασφαλώς κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί κατ' ανάγκην ανορθολογική ή σπάταλη. Αντ’ αυτού, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, εγκαταλείπεται κάθε «παραγωγική» αντίληψη για την ελληνική οικονομία και όλο το βάρος πέφτει πλέον στον τριτογενή τομέα και στην προσαρμογή των ονομαστικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας στις απαιτήσεις της συνθήκης του Μάαστριχτ.
Το "όραμα της εκβιομηχάνισης" ξεθώριασε στην Ελλάδα μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και μάλλον άδοξα, αν λάβει κανείς υπόψη του τη βαρύτητα που είχε για το ελληνικό κράτος από το 1930 μέχρι το 1990 περίπου. Έδωσε τη θέση του στο ιδανικό της κατανάλωσης, το οποίο δεν οδήγησε πολύ μακριά τη χώρα. Στις σημερινές συνθήκες δεν είναι δυνατόν να επιστρέψει κανείς στο μεταποιητικό πρότυπο της μεταπολεμικής Ελλάδας. Το ζητούμενο μάλλον είναι πώς θα δημιουργηθούν τα εφαλτήρια για ένα καινούργιο πρότυπο ανάπτυξης. Και από το πρότυπο αυτό η ελληνική βιομηχανία δεν μπορεί να απουσιάζει, ακόμη και εάν ο ρόλος της θα είναι περιορισμένος σε σχέση με εκείνον που οραματίζονταν όσοι έφτιαξαν τη μεταπολεμική Ελλάδα.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις