Οι σαλτιμπάγκοι

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 23.43
16.40
Τιμή Πρωτοπορίας
+
219987
Συγγραφέας: Κοτανίδης, Γιώργος
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Σελίδες:460
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2004
ISBN:9789600336818
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


1836. Η Αθήνα, ένα χωριό οχτώ χιλιάδων κατοίκων, έχει γίνει πρωτεύουσα της Ελλάδας. Έρχονται από το Ναύπλιο ο βασιλιάς Όθων, η κυβέρνηση, εκατοντάδες υπάλληλοι και Βαυαροί στρατιώτες. Συνωστίζονται Έλληνες από κάθε γωνιά της Ελλάδας και της διασποράς, Ιταλοί επαγγελματίες, Άγγλοι, Γάλλοι και Ρώσοι διπλωμάτες, Βαυαροί κυβερνήτες και κάθε λογής σαλτιμπάγκοι. Ανάμεσα στους νεοφερμένους, ο Θάνος Σκοντζόπουλος, Έλληνας της διασποράς και Φιλικός.
Με τη συμπαράσταση του μεγάλου του έρωτα, της δούκισσας ντε Μπρολί, δημιουργεί το πρώτο θέατρο της σύγχρονης Αθήνας, παίζοντας πατριωτικά έργα. Η υποδοχή των Αθηναίων είναι εκρηκτική: συγκινούνται, εκστασιάζονται, οργίζονται και φτάνουν να πυροβολούν τους αντιπαθείς ήρωες. Η δράση αυτού του θεάτρου όμως δεν αρέσει στην εξουσία...
Ο ρυθμός της αφήγησης είναι γρήγορος, με πολλά απρόοπτα και ξαφνικές αλλαγές της δράσης και των χώρων: Απ' το σαλόνι του ξενοδοχείου "Ευρώπη" βρισκόμαστε στη φυλακή, από τη σκηνή του θεάτρου στις απότομες πλαγιές και στα βυζαντινά μοναστήρια του Παρνασσού, απ' το επιβλητικό κάστρο του Ναυπλίου στο ανάκτορο του Όθωνα, απ' τα λασπωμένα δρομάκια της Αθήνας στα παλάτια του Μονάχου και του Όλντεμπουργκ.
Όλα αυτά συνθέτουν μια ατμόσφαιρα που πολλές φορές θυμίζει γουέστερν, στην εγγύς Ανατολή βέβαια.

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)







ΚΡΙΤΙΚΗ



Αλεξιπτωτιστής στον χώρο της πεζογραφίας ο Γ. Κοτανίδης, όπως και πλείστοι άλλοι τα τελευταία χρόνια, επέλεξε ένα πρωτότυπο θέμα από τη δική του οικεία περιοχή, το θέατρο, υποθέτουμε άκρως ενδιαφέρον για τους μετά μανίας θεατριζόμενους Αθηναίους των αρχών του 21ου αιώνα: τα έργα και τις ημέρες του πρώτου θεάτρου που έστησε ο Αθανάσιος Σκοντζόπουλος την άνοιξη του 1836 στη νεόκοπη πρωτεύουσα του Ελληνικού Βασιλείου. Κατά τα άλλα, η πρωτεύουσα ήταν ένας μικρός δήμος, με περίπου 800 ψηφίσαντες στις πρώτες δημοτικές εκλογές του προηγούμενου Μαρτίου, συγκεντρωμένος γύρω από την Ακρόπολη, όπου ήδη από τριετίας κυμάτιζε η γαλανόλευκη. Και όταν ο Σκοντζόπουλος έφθασε στην Αθήνα, τον Φεβρουάριο του 1836, έμεινε στο μοναδικό ξενοδοχείο της πόλης με τον πομπώδη τίτλο «Hotel d' Europe» του ιταλού φιλέλληνα Καζάλι και της βιεννέζας συζύγου του, τους οποίους μνημονεύει στις «Αναμνήσεις» του και ο αρχαιολόγος Λουδοβίκος Ρος. Θέατρο ακόμη δεν υπήρχε και το φιλοθέαμον κοινό συνέρρεε στο παράπηγμα των «σαλτιμπάγκων» της πλατείας Λουδοβίκου, όπου οι γελωτοποιοί εναλλάσσονταν με παραστάσεις Καραγκιόζη. Σε αυτό το οικόπεδο των «σαλτιμπάγκων», εκεί όπου η οδός Αιόλου συναντούσε το τείχος του βοεβόδα Χασεκή, έστησε το πρώτο υπαίθριο θέατρο ο Σκοντζόπουλος. Κεφαλλονίτης την καταγωγή, γεννημένος στην Οδησσό στο γύρισμα του αιώνα, ο Σκοντζόπουλος αγάπησε το θέατρο παίζοντας σε παραστάσεις που έδιναν οι Φιλικοί για να εμψυχώσουν την εκεί ελληνική παροικία. Φοιτητής Ιατρικής στο Παρίσι, τα χρόνια της Επανάστασης, γνώρισε τους μεγάλους γάλλους ηθοποιούς και έπαιξε δίπλα τους, προσκολλημένος στον κύκλο του Κοραή ως τον θάνατό του. Ερχόμενος στην Αθήνα περίμενε να βρει μια αστραφτερή πρωτεύουσα, ωστόσο ο ενθουσιασμός του δεν κάμφθηκε. Εστησε δύο θέατρα, ένα υπαίθριο και ένα χειμερινό. Και τα δύο εγχειρήματα με άδοξο τέλος, μόλις που κράτησαν έναν χρόνο, όπως άλλωστε και ο ιδρυτής τους.



H ωραία Ελλάς



Μυθιστορηματικός ήρωας ή μήπως πραγματικό πρόσωπο ο Σκοντζόπουλος του Κοτανίδη; H απορία μένει, καθώς τα πρόσωπα που τον περιβάλλουν ανασύρονται όλα ή σχεδόν όλα από την ιστορία του θεάτρου (έστω και αν κάποτε ένα μικρό όνομα παραλλάσσει, όπως λ.χ. ο Νικόλαος Δώτης που γίνεται Ναπολέων), όπως άλλωστε και τα έργα που ανέβασε εκείνο το πρώτο θέατρο: «Τα Ολύμπια» του ιταλού ποιητή Πιέτρο Μεταστάσιο σε μετάφραση Ρήγα Βελεστινλή ή τα δράματα του Ιωάννη Ζαμπέλιου, όπως «H Αλωσις της Κωνσταντινουπόλεως», που ξεσήκωσε τους θεατές με το θλιβερό τέλος του. Ευτυχώς που υπήρχε και ο Καραγκιόζης, όπου παιζόταν η ανάσταση της Βασιλεύουσας κατά τις προφητείες του Αγαθάγγελου.

Ενας θίασος στην Αθήνα την εποχή των γάμων του Οθωνα, της πτώσης του φοβερού αρχικαγκελαρίου Αρμανσπεργκ και της διαδοχής του από τον ευρυμαθή Ιγνάτιο φον Ρούντχαρτ. Στους δρόμους και στις πλατείες, στα κτίρια και στα καφενεία. «H Ωραία Ελλάς», το καφενείο των Αγωνιστών, το καφενείο του I. Χάφτα, κατά τις ιστορικές πηγές K. Χάφτα. Παλαιός αγωνιστής ο εν λόγω Χάφτας, επί Οθωνος διώχθηκε από το στράτευμα και έστησε την παράγκα του στην έξοδο του στρατώνα, στα σημερινά Χαυτεία. Ακριβώς όπως και ο Τζελέπης, που είχε καφενείο στην ως σήμερα αποκαλούμενη Ακτή Τζελέπη στον Πειραιά.

Ολα τόσο πιστά (έστω και αν το καφενείο «H Ωραία Ελλάς» άνοιξε τρία χρόνια αργότερα ή η εφημερίδα των αδελφών Σούτσων «H Αναγεννηθείσα Ελλάς», αν δεν σφάλλουμε, πρωτοκυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1836) ώστε γεννιέται η ελπίδα πως η αναδίφηση σε αρχεία και εφημερίδες που χρειάστηκε για να αναστηθεί εκείνη η Αθήνα οδήγησε και στα ίχνη του Σκοντζόπουλου, ο οποίος στη θεατρική ιστοριογραφία αναφέρεται ως έλληνας επιχειρηματίας άνευ λοιπών στοιχείων. Θα ήταν ενδιαφέρον αν ο πρώτος έλληνας θεατρώνης ήταν πράγματι ένας ρομαντικός πατριώτης, Ελληνας της Διασποράς και Φιλικός. Πάντως οι πηγές που αναφέρουν τον Σκοντζόπουλο μόνο ως επιχειρηματία θέλουν τον πρώτο θίασο να τον συγκροτεί ο 19χρονος τότε Θεόδωρος Ορφανίδης. Στο μυθιστόρημα ο Ορφανίδης είναι ένας γοητευτικός νέος, το δεξί χέρι στον θίασο του Σκοντζόπουλου. Γραφέας στο υπουργείο, ποιητής σατιρικός και παράφορα ερωτευμένος με τη φερόμενη ως καλλονή Ρόζα Μπότσαρη. Αλλωστε και ο Σκοντζόπουλος, μόλις έφθασε στην Αθήνα, ερωτοχτυπήθηκε με τη δούκισσα ντε Μπρολί, ανιψιά του γνωστού Αχιλλέα ντε Μπρολί, υπουργού Εξωτερικών της Γαλλίας και διά βίου φιλέλληνα. Δεν εξακριβώνεται η ύπαρξη γοητευτικής ανιψιάς του ντε Μπρολί, εκείνα τα χρόνια στην Αθήνα, ως γνωστόν όμως, οι παράνομοι έρωτες και οι γυναίκες σπανίως αφήνουν τα ίχνη τους στην Ιστορία.



Το πολιτικό σκηνικό



Δύο έρωτες και το πρώτο αθηναϊκό θέατρο αρκούν και περισσεύουν για ένα μυθιστόρημα, ωστόσο ο Κοτανίδης δεν φαίνεται να τα πηγαίνει και τόσο καλά με τις ερωτικές σκηνές: με το που αγκαλιάζονται οι ερωτευμένοι κλείνει την αυλαία. Σε αντίθεση, τον εμπνέει το πολιτικό σκηνικό της εποχής. Γι' αυτό και καταφεύγει στο εύρημα ενός μεγαλύτερου αδελφού του Σκοντζόπουλου, πολεμιστή του Καραϊσκάκη, ο οποίος επί Οθωνος βρέθηκε κυνηγημένος στα βουνά με τα παλικάρια του και την καλή του. Ετσι το μυθιστόρημα αποκτά και περιπετειώδη χαρακτήρα, με συμπλοκές στον Παρνασσό και φυγαδεύσεις στις υπόγειες στοές της πόλης των Αθηνών.

Να σημειώσουμε ότι ο Κοτανίδης συνιστά μάλλον εξαίρεση στην τάση των τελευταίων χρόνων να ξαναγραφεί και μέσω της μυθιστοριογραφίας η ελληνική ιστορία, σύμφωνα με μια παγκοσμιοποιημένη οπτική. Κατά μία ανάγνωση, το μυθιστόρημά του θα χαρακτηριζόταν παραδοσιακό, αφού θέλει τον συνταγματάρχη Μακρυγιάννη να διαθέτει «μια σπάνια αίσθηση δικαίου», τους έλληνες οπλαρχηγούς προδομένους και τις Προστάτιδες Δυνάμεις εσαεί δολοπλοκούσες. Αν και σε ορισμένα σημεία ολισθαίνει στη γραφικότητα, όπως λ.χ. όταν κάνει λόγο για «τα μικρά βυζαντινά εκκλησάκια στο κέντρο της πόλης που ξεχείλιζαν τα βράδια από βυζαντινούς ψαλμούς και τροπάρια». Στην Αθήνα του 1836 οι εκκλησίες ήταν ερειπωμένες, κατά τον Κώστα Μπίρη, το 1838 μόλις 12 είχαν αποκατασταθεί και λειτουργούσαν. Γι' αυτό άλλωστε ο Μακρυγιάννης φώναζε, μέχρι παρεξηγήσεως σήμερα, για περισσότερες εκκλησίες.

Χωρίς μορφικές καινοτομίες η δομή του μυθιστορήματος. Τριτοπρόσωπη αφήγηση σε ευθύγραμμη χρονική ανέλιξη, χωρισμένη σε σύντομα άτιτλα κεφάλαια, όπου εναλλάσσονται οι τρεις τελικά πόλοι του βιβλίου: το θέατρο, το βουνό και το παλάτι. Ενας επιρρεπής αναγνώστης θα βρει στην αναπαράσταση αυτής της παρελθοντικής εποχής νησίδα παραμυθίας και επιμόρφωσης, θεατρικής και αθηναϊκής. Το μόνο που λείπει είναι το γλωσσικό ένδυμα, μια και ο συγγραφέας προτιμά την τρέχουσα καθομιλουμένη, προσγειώνοντας τον ρομαντισμό των ηρώων και των σκηνικών στην τραχύτητα των ημερών μας.

Οπως και να έχει, το μυθιστόρημα ζωντανεύει κάποια χαρακτηριστικά ιστορικά πρόσωπα. Συγκρατούμε δύο Κωνσταντινουπολίτες, συνομηλίκους του Σκοντζόπουλου. Τον Δημήτριο Χατζηασλάνη, κρατικό υπάλληλο, που απολύθηκε επί Οθωνος και βιοποριζόταν ως αγιογράφος. Ο Χατζηασλάνης έφτιαξε τα σκηνικά του θιάσου του Σκοντζόπουλου και έφερε για ανέβασμα τη φρεσκοτυπωμένη Βαβυλωνία του, που υπέγραφε ως Βυζάντιος, τιμώντας την καταγωγή του. Το έργο στάθηκε το κύκνειο άσμα του Σκοντζόπουλου. Το δεύτερο πρόσωπο είναι ο Χουρμούζης, ο οποίος τότε υπηρετούσε στη Λαμία. Λοχαγός της Οροφυλακής στις διαταγές του Βάσου Μαυροβουνιώτη, αρραβωνιασμένος με τη Ρουσσώ Χατζή, που όλοι τους εμπλέκονται στο μυθιστόρημα. Ο Μιχαήλ Χουρμούζης ή Μιλτιάδης, όπως τεκμηριώνει ο Τάσος Λιγνάδης, είναι ο συγγραφέας και του Λεπρέντη, ενός ακόμη έργου στο ρεπερτόριο του Σκοντζόπουλου, που πρωτοτυπώθηκε το 1835 και επανεκδόθηκε το 1981 από τον εκδοτικό οίκο Ιθάκη, που είχε εκείνα τα χρόνια ο Κοτανίδης.



MAPH ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ

ΤΟ ΒΗΜΑ, 23-05-2004






ΚΡΙΤΙΚΗ



Οποιος γνωρίζει την πορεία του Γιώργου Κοτανίδη δεν θα ξαφνιαστεί ούτε για το θέμα με το οποίο έχει επιλέξει να ασχοληθεί στο πρόσφατο μυθιστόρημά του, ούτε για την οπτική με την οποία βλέπει τα τεκταινόμενα σ' αυτό. Ο Κοτανίδης συγγραφέας, αφού μας έδειξε κατά πού πάει ως Κοτανίδης ηθοποιός, και στη συνέχεια, έστω για λίγο, ως Κοτανίδης εκδότης, την τελευταία δεκαετία, περίπου, αντί να μας τα λέει από σκηνής, τα γράφει. Και απ' ό,τι διαβάζουμε, τα γράφει καλά και χωρίς να παρεκκλίνει πόντο από όσα έμαθε στην πρώτη, σούπερ ανήσυχη, νεότητά του.

«Οι σαλτιμπάγκοι» λοιπόν είναι το δεύτερο μυθιστόρημά του και τρίτο βιβλίο του. Εχουν προηγηθεί η νουβέλα «Περί Μαιάνδρου», το 1995, και το μυθιστόρημα «Απρόσμενα αισθήματα», το 1999, και τα δύο από τις εκδόσεις «Γαβριηλίδης». Και στα δύο ο Κοτανίδης-συγγραφέας έδειξε πως και τα μυστικά της αφηγηματικής σύνθεσης γνωρίζει και από το θέατρο έχει αφομοιώσει τις τεχνικές του διαλόγου. Στους «Σαλτιμπάγκους» του συνυπάρχουν αρκετά από τα στοιχεία των προηγούμενων βιβλίων του, ενώ έχουν προστεθεί και μια σειρά καινούρια. Κατ' αρχάς, το μυθιστόρημα είναι ιστορικό, όχι γιατί αναφέρεται σε παλαιότερη εποχή, -όπως συλλήβδην και αβασάνιστα χαρακτηρίζονται πλέον όλα τα σχετικά μυθιστορήματα- αλλά επειδή είναι γραμμένο με τον τρόπο του κλασικού ιστορικού μυθιστορήματος, αυτόν που μας δίδαξε ο αξιομνημόνευτος εκείνος συγγραφέας της Αυτοκρατορίας, σερ Ουόλτερ Σκοτ, το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Θεμελιώδης προϋπόθεση αυτού του τρόπου, η πιστή αναπαράσταση της εποχής, δηλαδή των χώρων, των συνηθειών, των νοοτροπιών, ό,τι συναπαρτίζει μια καθημερινότητα και βεβαίως των ιστορικών γεγονότων της συγκεκριμένης περιόδου. Κάτι σαν μια ταινία με ιστορικό περιεχόμενο, χωρίς τις χολιγουντιανές παραποιήσεις ή υπερβολές. Μ' ένα επιπρόσθετο στοιχείο, να μην εμπλέκεται ούτε στο ελάχιστο ο ίδιος ο συγγραφέας στα τεκταινόμενα, γιατί τότε τα πράγματα αλλάζουν, αφού το σήμερα υπονομεύει για τα καλά το χθες. Ο Κοτανίδης πάντως παραμένει στους «Σαλτιμπάγκους» του πιστός στον Πατέρα του ιστορικού μυθιστορήματος και ουδόλως διανοείται διατάραξη των υικών σχέσεων. Η ...διατάραξη που επιτελεί με το μυθιστόρημά του έγκειται στο θέμα και την εποχή που διαλέγει να το τοποθετήσει.



Λες και ήταν χθες...



Ετος 1836. Χώροι, ολίγον Μεσολόγγι, μια σταλιά ύπαιθρος, αρκετό Μόναχο και πολύ Αθήνα. Ο ήρωας, Θάνος Σκοντζόπουλος, φύσει και θέσει ρομαντικός, γνήσιο τέκνο του Διαφωτισμού, μαθητής του Κοραή και μέλος της Φιλικής Εταιρείας, γεννημένος στην Οδησσό, σπουδαγμένος στο Παρίσι γιατρός, αλλά κατακτημένος από το θέατρο και τελικά ηθοποιός, βρίσκεται καθ' οδόν για την Αθήνα, με σκοπό να φτιάξει σ' αυτήν το πρώτο ελληνικό θέατρο και να συναντήσει το μεγαλύτερο αδελφό του, αξιωματικό του νεοσύστατου ελληνικού στρατού και αγωνιστή της Επανάστασης. Μια αναγκαστική στάση όμως της ατμοκίνητης κορβέτας στο Μεσολόγγι δεν δημιουργεί στο ρομαντικό μας ήρωα μόνο ρίγη πατριωτικής συγκίνησης, δέκα χρόνια μετά τη θρυλική έξοδο, αλλά τον φέρνει κι αντιμέτωπο με το θλιβερό περιστατικό του αποκεφαλισμού αγωνιστών της Επανάστασης που κρίθηκαν ένοχοι για ανταρσία εναντίον του νεαρού ελληνικού κράτους. Οταν φτάνει στην Αθήνα, νέα, μεγαλύτερη, ταραχή τον περιμένει. Τον συλλαμβάνουν μόλις ακούν το επίθετό του και τον ρίχνουν σ' ένα σκοτεινό κελί! Εκεί γνωρίζεται μ' έναν καραγκιοζοπαίχτη, που τον έχουν κλείσει μέσα γιατί ο Καραγκιόζης του έχει ενοχλήσει τους κρατούντες. Απ' αυτόν μαθαίνει πολλά από τα όσα συμβαίνουν στο νεοσύστατο -από τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις- Ελληνικό Βασίλειο, τις μηχανορραφίες του πρωθυπουργού Αρμανσμπεργκ, ο οποίος κάνει ό,τι θέλει, υποσκελίζοντας τον Οθωνα, που δεν είναι παρά ένα δεκαενιάχρονο νιάνιαρο, εξαρτημένο από τον μπαμπάκα του, τον Λουδοβίκο της Βαυαρίας, για την αλαζονεία των Βαυαρών, που ήρθαν στο πρώην αλβανοχώρι και νυν πρωτεύουσα της Ελλάδας, την Αθήνα, και έχουν πιάσει όλα τα κυβερνητικά και στρατιωτικά πόστα, για την περιφρόνηση και την απαξίωση που δείχνουν απέναντι στους Ελληνες αγωνιστές, που έχουν φτάσει στο σημείο της έσχατης κατάντιας, και τον ξεσηκωμό τους στην Ακαρνανία.

Είτε ως δηλωμένοι στασιαστές είτε ως ληστές, πολλοί πρώην αγωνιστές έχουν πάρει ξανά τα όπλα. Ανάμεσά τους, από τους πρώτους και καλύτερους, ο αδελφός του ρομαντικού Θάνου Σκοντζόπουλου, Γιάννης, γνωστός ως Τρελλόγιαννος. Ιδού λοιπόν, λύεται το μυστήριο της σύλληψης του εξ Εσπερίας αδελφού τού επαναστάτη ληστή. Ο οποίος βέβαια, όταν σύντομα αφήνεται ελεύθερος, βάζει πλώρη τα σχέδιά του να στήσει το πρώτο θέατρο της νέας Αθήνας. Και με χίλιες δυσκολίες τα καταφέρνει. Το θέατρο στήνεται, θίασος φτιάχνεται, έργα πατριωτικά -εμμέσως αντιβαυαρικά- ανεβαίνουν, ο κόσμος ενθουσιάζεται, οι σπιούνοι του Αρμανσμπεργκ προσπαθούν να το σταματήσουν, στο μεταξύ ο Οθωνας ξυπνάει και ζητάει από τον μπαμπά του να απομακρύνει τον κακό πρωθυπουργό καθώς και να του βρει μια νύφη που να του αρέσει, με τον Τρελλόγιαννο γίνεται της τρελής, ο Θάνος Σκοντζόπουλος ζει κι έναν μεγάλο έρωτα με μια αριστοκράτισσα Γαλλίδα, ο καιρός περνάει, ο σπόρος του θεάτρου φυτεύεται για τα καλά στη σκονισμένη Αθήνα, έως ότου, ύστερα από χίλιες δυο δυσκολίες και περιπέτειες, ο ήρωάς μας πεθαίνει ξαφνικά, το ίδιο ρομαντικά όπως έζησε. Τον προδίδει η καρδιά του πάνω στη σκηνή.

Ωστόσο εκείνο που μετράει περισσότερο στο μυθιστόρημα του Γιώργου Κοτανίδη δεν είναι τόσο η υπόθεση όσο εκείνα που, με πρόσχημα αυτήν, φανερώνονται. Κι αυτά που φανερώνονται δίνουν στον Ελληνα αναγνώστη των αρχών του 21ου αιώνα τα κλειδιά για να εξηγήσει πολλές πλευρές της σύγχρονης ιστορίας του, μη εξαιρουμένου και του σήμερα ακόμη. Πώς και με ποια υλικά στήθηκε το νεοελληνικό κράτος, πώς το εγκλώβισε ο ξένος δημιουργός του, πώς φύτρωσαν ο χαφιεδισμός και η αλληλοφαγωμάρα, πώς καλλιεργήθηκε ο κοινωνικός διαχωρισμός, γιατί πήραν ξανά τα όρη και τα βουνά οι λαϊκοί αγωνιστές του '21 κι έγιναν ληστές -τρομοκράτες θα τους λέγαμε σήμερα-, γιατί άργησαν τόσο πολύ να λειτουργήσουν οι θεσμοί, και το κυριότερο, να πείσουν τον κοσμάκη που είχε μάθει στη νωχέλεια της οθωμανικής διοίκησης, κι από την άλλη πώς, σε πείσμα όλων αυτών, ρίχτηκαν οι σπόροι από μια μειοψηφία -όπως πάντα- ρομαντικών, ανιδιοτελών ανθρώπων για το θέατρο, τη λογοτεχνία, τη σκέψη γενικότερα. Ο Θάνος Σκοντζόπουλος, σε αντίθεση με τον Ερρίκο Σκράδο της «Στρατιωτικής ζωής εν Ελλάδι», δεν τα παρατάει για να ξαναγυρίσει από κει που ήρθε, συνεχίζει μέχρι τελικής πτώσεως, δίνοντας ένα άλλο μέτρο αξιών. Η γλώσσα του μυθιστορήματος θυμίζει χρονικό. Φράσεις μικρές, περιεκτικές, εκφράσεις καθαρές, ακριβείς, ρυθμός στακάτος, διάλογοι αληθοφανείς που σαφώς ανασυστήνουν τα ιδιόλεκτα και το επικοινωνιακό στιλ της εποχής -η εμπειρία του ηθοποιού Κοτανίδη, γόνιμος εξοπλισμός του συγγραφέα Κοτανίδη. Με έξυπνο τρόπο ο Γιώργος Κοτανίδης εναλλάσσει τις δύο όψεις του μυθιστορήματος, από τη μια τη βαυαροκρατία και τα παρεπόμενά της κι από την άλλη τον, εν Αθήνησι, βίο του ήρωά του και τις πεισματικές του προσπάθειες για το στήσιμο του θεάτρου του. Η τέχνη προσπαθεί να συνομιλήσει με την εξουσία μέσα από αλλεπάλληλες συγκρούσεις. Οπως συμβαίνει πάντα.



ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/08/2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!