Η Σκεπή

Διηγήματα
Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 11.09
6.65
Τιμή Πρωτοπορίας
+
216904
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:153
Ημερομηνία Έκδοσης:01/02/2004
ISBN:9799600511214
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή

«Είχε εργοστάσια εκεί που 'σουν, δουλειές για τον κόσμο;»
«Ναί, πολλά. Έβρισκες δουλειά».
«Έκανε κρύο, έ;»
«Ναι, έκανε...»
Και τ' αεροπλάνο που σ' έφερε ήταν μεγάλο;»
«Όχι, μικρό. Ήταν τσάρτερ φλάιτ».
«Άι καλά. Δώσ' μου τώρα πλάκες...»

Ο μαστρο-Στέλιος καθόταν πάνω στα ταβανοσάνιδα λες και καθόταν στην πολυθρόνα του σαλονιού του. Μονάχα έβγαζε που και που το παλιό στρατιωτικό τζόκεϊ και με την ανάποδη του χεριού του σκούπιζε τον ιδρώτα απ' το μέτωπο. Προχώρησα με τα χέρια ανοιχτά, σαν ακροβάτης. Απ' τα περάσματα στα ταβανοσάνιδα, έβλεπα τα κέδρινα δοκάρια, χοντρά και καπνισμένα. Πιο κάτω, στο βάθος, το πάτωμα. Έσκυψα για τις πλάκες. Η ματιά μου ξανάπεσε στο πάτωμα. Ζαλίστηκα. Μόλις που έβλεπα την ξυλόσομπα -σκεπασμένη με χοντρό νάιλον- κι ένα μέρος από το μπουρί. Δίπλα, γυρισμένο ανάποδα και με το κεφάλι ακουμπισμένο στον τοίχο, το κρεβάτι της γιαγιάς· τα πόδια του στέκονταν στον αέρα. Το δωμάτιο αυτό ήταν αταβάνωτο και όπως λέει η μάνα, σ' αυτό το δωμάτιο γεννηθήκαμε, εγώ και τ' αδέρφια μου. Έκανα να κουνηθώ. Ένα κομμάτι πλάκας ξέφυγε απ' τα περάσματα κι έσκασε στο πάτωμα, κοντά στ' άλλα. Άρχισα να κουβαλώ πλάκες και να τις ντανιάζω δίπλα στον μάστορα.


Πρόσωπα που έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους, σε μικρές ή μεγάλες καμπές της ζωής τους. Η προσπάθειά τους να βρουν ξανά ένα δρόμο δένει τις οχτώ ιστορίες του βιβλίου.


ΚΡΙΤΙΚΗ

Η έξη στη νοσταλγία που καθηλώνει το βλέμμα σε λείψανα του παρελθόντος και ναρκοθετεί το παρόν, η επώδυνη διαδικασία συμφιλίωσης με αιχμηρά βιώματα και αθεράπευτες απώλειες, το τολμηρό διάβημα ενός νέου ξεκινήματος, η πάντα ατελής αποκοπή από το γενέθλιο τόπο, η προσδοκία αναστύλωσης νεκρωμένων ερωτικών δεσμών, η σχέση εξάρτησης που αναπτύσσουμε με αντικείμενα σημαντικής συναισθηματικής αξίας, συνθέτουν τις αγωνίες που διατρέχουν την πρώτη δουλειά στη λογοτεχνία του Πέτρου Κουτσιαμπασάκου (γενν. 1965). Στα οκτώ διηγήματα της συλλογής κυριαρχεί η βαριά, υποτονική διάθεση. Η μελαγχολία των προσώπων πηγάζει από την αδυναμία τους να απαγκιστρωθούν από γεγονότα που τους ακινητοποίησαν σε μια τελματώδη κατάσταση. Ανεξαρτήτως της ηλικίας τους, νιώθουν ότι ο περασμένος χρόνος διαβρώνει τα ψυχικά τους ερείσματα και ότι υπονομεύει κάθε απόπειρα φυγής προς τα εμπρός. Την περιέργεια κεντρίζει η προφανώς εσκεμμένη ομοιότητα των περισσότερων πρωταγωνιστών μεταξύ τους, όσον αφορά τις επαγγελματικές τους ιδιότητες, τις αρέσκειές τους, τις συναναστροφές τους, το γεωγραφικό στίγμα του νόστου τους. Ως προς το τελευταίο συνδετικό σημείο, παρατηρούμε ότι ο συγγραφέας επιστρέφει επίμονα σε χωριά παραπλεύρως του Ασπροπόταμου, αναβιώνοντας τον τόπο καταγωγής του κι εκτονώνοντας την ανάγκη που μοιράζονται αρκετοί ήρωες να βηματίσουν στον ανεπίστρεπτα απολεσθέντα κόσμο της παιδικής ηλικίας. Η δραματική συνθήκη των ιστοριών εδράζεται σε δύο κεντρικές θεματικές, αφ' ενός σ' έναν δύσκολο έρωτα κι αφ' ετέρου, σε μία επιτακτική επανεκκίνηση του χαλασμένου μηχανισμού της ζωής.

Δύσκολοι έρωτες

Από τα πιο ερεθιστικά κείμενα του τόμου είναι αυτό με τίτλο «Απέναντι». Το διήγημα διαποτίζει μια έντονα ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που δημιουργεί η συνεχής αναβολή μιας προσέγγισης. Ο αφηγητής αναζητεί ποικιλοτρόπως αλλά ματαίως διαύλους επικοινωνίας με τη νεαρή συνάδελφό του. Το γλωσσοδέτη τους θεραπεύει μια ιδιότυπη ευγλωττία, αρθρωμένη από σιωπές και παύσεις που βαραίνουν από τις ματαιωμένες εκμυστηρεύσεις τους. Ενδιαφέρουσα η σκιαγράφηση της απροσπέλαστης κοπέλας. Φιγούρα που εμπνέει την εύθρυπτη αυτάρκεια του μονήρους, αποστομωμένη από αξόδευτη θλίψη, ευάλωτη, αλλά περιβεβλημένη από τείχος. Η αιματηρή προσπάθεια του αφηγητή να επιφέρει ρωγμές σ' αυτό το ανυποχώρητο τείχος τελικά ευοδώνεται, καθώς υπερισχύει η αμοιβαία επιθυμία να ξεφύγουν από τον εαυτό τους για να μετοικήσουν στον κόσμο του άλλου. Ο επαγγελματικός χώρος στεγάζει ένα ερωτικό ζευγάρι και στο «Λάθος». Τα χειρόγραφα άρθρα της εφήμερης ερωμένης του που καλείται να διορθώσει ο αφηγητής, πυροδοτούν αναπολήσεις ερωτικής ευδίας. Οπως και σε άλλα διηγήματα, και σ' αυτό αντικείμενα που απροσδόκητα τυχαίνουν ιδιαίτερης προσοχής παραπέμπουν είτε σε μορφές αγαπημένων είτε σε σημαδιακές εμπειρίες. Επί του προκειμένου, το οπάλινο φωτιστικό του πρωταγωνιστή θυμίζει πάντα την πρόσληψή του στην εφημερίδα, ενώ τα προς διόρθωση άρθρα φέρουν τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα με τα σημειώματα στο ψυγείο της κοινής ζωής του με την αρθρογράφο. Πρωτότυπη, πλάγια οπτική και σωστά προετοιμασμένες ανατροπές για να αποδοθούν οι κρίσιμες λεπτομέρειες που στεριώνουν μια ζεστή ανθρώπινη επαφή.

Στο μόνο απροκάλυπτα ερωτικό διήγημα της συλλογής την αφήγηση εκφέρουν γυναικεία χείλη. Η παράφορη εξομολόγηση της ηρωίδας προς το χαμένο πια εραστή της κινείται στις ακρώρειες του έρωτα, την ηδονή και την οδύνη. Το ξυλόγλυπτο κρεμαστό και οι δίσκοι που ο κουρασμένος σύντροφός της της δωρίζει ως απτές αποδείξεις αλλοτινού πάθους συνιστούν για την αφηγήτρια τα ξεχωριστά ενθύμια που ανακόπτουν την παραμυθητική επήρεια της λήθης. Η ιστορία της συγγενεύει με αυτή του εναρκτήριου διηγήματος, στο μέτρο που και εδώ ο αφηγητής επιθυμεί να συνθηκολογήσει με την ανεπούλωτη απουσία προσφιλούς προσώπου. Οι πρωταγωνιστές, δύο θλιμμένοι πλάνητες, στον τόπο του ο ένας, στην εξορία της η άλλη, ανέπτυξαν μια σχέση που ισχυροποιήθηκε τόσο από την εγγύτητα και την ολοένα αυξανόμενη οικειότητα όσο και από την έλξη που μεγεθύνει η απόσταση. Η συνάφεια της απόγνωσής τους όμως δεν τους έφερε ποτέ τόσο κοντά ώστε να ξεκολλήσουν την ερωτική τους προσδοκία από το στάδιο της υπόνοιας. Ο Κουτσιαμπασάκος εκθέτει τη δυναμική του έρωτα, από την εκστατική ευφορία στην άγρια καταβύθιση, με ευαισθησία, ευπρόσδεκτη ειρωνεία και υπολογισμένη υπαινικτικότητα, αν και ενίοτε δεν αποφεύγει κάποια χαμηλόφωνα κλαψουρίσματα. Οταν όμως ο ίμερος υποχωρεί για να εγκαταλειφθούν τα πρόσωπα σε άκαρπες ενατενίσεις νοερών τόπων και να καταληφθούν από ηττοπάθεια που τους κόβει τα πόδια, ο συγγραφέας δεν καταφέρνει πάντα να δαμάσει την αμηχανία του.



Το επόμενο βήμα
Χαρακτηριστικό δείγμα του έτερου πόλου της θεματικής που απασχολεί τον Κουτσιαμπασάκο, της αλλαγής πλεύσης δηλαδή μετά την πρόσκρουση σ' ένα προσωπικό σημείο μηδέν, αποτελεί το διήγημα με τίτλο «Πίσω από τον Αγιο Πολύκαρπο». Ο συγγραφέας παρακολουθεί την απέλπιδα προσπάθεια του ήρωα να εμφυτεύσει στην αδειασμένη από τη συνταξιοδότηση καθημερινότητά του ζωοδότες χυμούς. Υπερλογικά στοιχεία, με πρωτεύον τη λυτρωτική επίδραση της αυτοθυσίας, επιστρατεύονται για να καταδείξουν το διαφυγόν νόημα μιας ύπαρξης αφοπλισμένης από την ανία και τη μιζέρια. Η μοναδική περίπτωση όπου το απαρέγκλιτα ρεαλιστικό περίγραμμα των ιστοριών αποσταθεροποιείται. Ατυχής επιλογή καθώς το αποτέλεσμα μοιάζει εκβιαστικό και οπωσδήποτε μη λειτουργικό. Στα αδύναμα κείμενα της συλλογής συγκαταλέγεται και το διήγημα «Σπαστό διαφορικό». Και εδώ ο συγγραφέας αποτυπώνει την πεισματική καθήλωση στο παρελθόν, υπεύθυνη για σοβαρές ψυχικές αναπηρίες, ενώ παράλληλα επανέρχεται στο μοτίβο φετιχιστικών εμμονών. Οι συγγραφικοί στόχοι, αν και πρόδηλοι, παραμένουν στο επίπεδο των προθέσεων.

Το ομότιτλο της συλλογής κείμενο ωστόσο συναιρεί εύστοχα όλο το φάσμα του προαναφερθέντος προβληματισμού. Με θεματικό πρόσχημα την επισκευή της σκεπής του πατρικού σπιτιού του αφηγητή, ο συγγραφέας θίγει ξανά το επίμοχθο εγχείρημα υποστύλωσης του ατομικού κόσμου με απώτερη βλέψη την οροθέτηση μιας νέας αρχής. Το ταξίδι στα γενέθλια χώματα έπειτα από την οριστική εγκατάλειψη της χώρας μετανάστευσης, ξύνει τις πληγές από την αποτυχία του ριζώματος στο ξένο έδαφος, από έναν ραγισμένο έρωτα, από το βίαιο θάνατο του πατέρα. Ο μαρασμός της οικοδομής αντανακλά και το συναισθηματικό τσαλάκωμα. Παιδικά παιχνίδια που ανακαλύπτονται τυχαία στα ανοιγμένα σπλάχνα του σπιτιού σηματοδοτούν την αφετηρία μελαγχολικών μνημονικών περιπλανήσεων. Με την «ανάρρωση» της σκεπής επουλώνονται και οι εσωτερικές κακώσεις.

Ο Κουτσιαμπασάκος αιφνιδιάζει ευχάριστα τον αναγνώστη επιφυλάσσοντάς του ένα αρκετά παιγνιώδες κλείσιμο. Πρωταγωνιστής του τελευταίου διηγήματος δεν είναι άλλος από το συγγραφέα, ο οποίος συναντάει τους ήρωές του, λίγο πριν επανέλθει στην «αδειανή καρέκλα» για να αναμετρηθεί με τους χαρακτήρες των υπό κυοφορία βιβλίων του. Η ασυνήθης συνεύρεση αποκαλύπτει το συγχρωτισμό των αφηγητών μεταξύ τους, δικαιολογώντας τη δυσερμήνευτη αρχικά ομοιογένειά τους. Το διήγημα βέβαια ξεσκεπάζει πρωτίστως τον τρόμο του συγγραφέα για ενδεχόμενη στόμωση της έμπνευσής του και συνεκδοχικά την αγωνία του για το επόμενο βήμα του στη λογοτεχνία.

Καλοδιατυπωμένες ιστορίες, απλή, καθαρή, ευθύβολη γλώσσα, ενδιαφέρουσες ιδέες, επιδέξια, βραδυφλεγής εκδίπλωση φορτισμένων συγκινησιακά καταστάσεων, διακρίνουν την καθ' όλα αξιόλογη πρώτη εμφάνιση ενός συγγραφέα σε γόνιμη σχέση με το υλικό της μυθοπλασίας του.



ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/04/2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!