0
Your Καλαθι
Οι ξένες
Γυναίκες πρόσφυγες και μετανάστριες
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ σημαδεύτηκαν από μια διπλά ξεριζωμένη γυναίκα, την υπέροχη μάματσκά μου, που υπέφερε γιατί ήταν ξένη. Από εκεί και η εμμονή μου με τις «ξένες». Ξένες σαν τη μάνα μου, τη γιαγιά και τη θεία μου, αλλά και ξένες σε χειρότερη μοίρα απ? αυτές, γιατί η ξενιτιά τους ήταν αποτέλεσμα πολέμων και συνοδευόταν από φτώχεια, κόπο, πόνο και εξαθλίωση.
Ξένες που έβλεπα στις λαϊκές ανάμεσα σε πετσέτες και τραπεζομάντιλα, που οι πολλοί τις έλεγαν Ρωσοπόντιες και τις κοιτούσαν με μισό μάτι. Ξένες από την Αλβανία, που καθάριζαν σπίτια, σφουγγάριζαν σκάλες και φρόντιζαν γέρους. Ξένες από τη Βουλγαρία, που δεν τις προτιμούσαν στα σπίτια γιατί ήταν, λέει, μουτρωμένες και κακότροπες. Ξένες από τη Ρουμανία, που είχαν τη φήμη πως ξάφριζαν ασημικά και κοσμήματα. Ρωσίδες σαν τα κρύα νερά που έρχονταν για χορεύτριες και καταντούσαν πόρνες στη Φυλής. Γεωργιανές με άγριο μάτι, τίμιες αλλά σκληρές. Φιλιππινέζες, που ήταν αφοσιωμένες, θρήσκες αλλά ανέκφραστες.
Γράφω για ελάχιστες από αυτές. Οι ιστορίες τους ξεκίνησαν από κάποια αλήθεια, ύστερα τις πήρα και τους άλλαξα τα φώτα, τις έκανα άνω κάτω, έβαλα εμένα μέσα, έβαλα εσένα, που δεν ξέρω, έβαλα τη μία μέσα στην άλλη, ποτέ δεν κατάλαβα γιατί, ούτε πώς. Έπειτα ήρθαν και οι ξένες από τη θάλασσα, οι θαλασσοπνιγμένες, που τις ονόμαζαν και «ροές». Γι? αυτές δεν έχω ιστορίες. Λίγους στίχους μονάχα έγραψα. Λίγες πέτρες της θάλασσας μόνο ζωγράφισα.
Ξένες που έβλεπα στις λαϊκές ανάμεσα σε πετσέτες και τραπεζομάντιλα, που οι πολλοί τις έλεγαν Ρωσοπόντιες και τις κοιτούσαν με μισό μάτι. Ξένες από την Αλβανία, που καθάριζαν σπίτια, σφουγγάριζαν σκάλες και φρόντιζαν γέρους. Ξένες από τη Βουλγαρία, που δεν τις προτιμούσαν στα σπίτια γιατί ήταν, λέει, μουτρωμένες και κακότροπες. Ξένες από τη Ρουμανία, που είχαν τη φήμη πως ξάφριζαν ασημικά και κοσμήματα. Ρωσίδες σαν τα κρύα νερά που έρχονταν για χορεύτριες και καταντούσαν πόρνες στη Φυλής. Γεωργιανές με άγριο μάτι, τίμιες αλλά σκληρές. Φιλιππινέζες, που ήταν αφοσιωμένες, θρήσκες αλλά ανέκφραστες.
Γράφω για ελάχιστες από αυτές. Οι ιστορίες τους ξεκίνησαν από κάποια αλήθεια, ύστερα τις πήρα και τους άλλαξα τα φώτα, τις έκανα άνω κάτω, έβαλα εμένα μέσα, έβαλα εσένα, που δεν ξέρω, έβαλα τη μία μέσα στην άλλη, ποτέ δεν κατάλαβα γιατί, ούτε πώς. Έπειτα ήρθαν και οι ξένες από τη θάλασσα, οι θαλασσοπνιγμένες, που τις ονόμαζαν και «ροές». Γι? αυτές δεν έχω ιστορίες. Λίγους στίχους μονάχα έγραψα. Λίγες πέτρες της θάλασσας μόνο ζωγράφισα.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις