Η Ελλάδα του 19ου αιώνα με τον φακό του Πέτρου Μωραΐτη

132303
Συγγραφέας: Ξανθάκης, Άλκης Ξ.
Εκδόσεις: Ποταμός
Σελίδες:237
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2001
ISBN:9789607563729


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Περιεχόμενα:
Τα πρώτα χρόνια
Οι φορεσιές της Ελλάδας
Πολιτικοί, αστοί, διασημότητες και εστεμμένοι
Τοπία και αρχαιότητες
Η ύστερη περίοδος
Οι πίσω όψεις




Ο Π. Μωραΐτης είναι ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες πρωτοπόρους φωτογράφους που ξεκίνησε να φωτογραφίζει το 1859, αποτυπώνοντας κατ' ουσίαν την αλλαγή της ελληνικής φυσιογνωμίας καθώς η χώρα τότε μετέβαινε από την τουρκική κυριαρχία στην ευρωπαϊκή αντίληψη.

Εργάστηκε πάνω από τριάντα χρόνια και φωτογράφισε συστηματικά τις πόλεις και τους ανθρώπους τους. Είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται σε ένα φωτογραφικό λεύκωμα μια ολοκληρωμένη οπτική παρουσίαση της Ελλάδας εκείνης της περιόδου. Αγωνιστές της επανάστασης, βασιλείς, αστοί, ληστές, πολιτικοί, καλλιτέχνες αλλά και ανώνυμοι παρευλαύνουν από τον φακό του διάσημου φωτογράφου. Επώνυμες κυρίες της καλής κοινωνίας βρίσκονται δίπλα σε σοβαροφανείς κυρίους σε περίτεχνα ντεκόρ ή μεταμφιέζονται με εξεζητημένες στολές για τις αποκριάτικες εκδηλώσεις της εποχής.

Επίσημος φωτογράφος της Αυλής ο Πέτρος Μωραϊτης φωτογραφίζει τον βασιλιά Γεώργιο Α' από την ημέρα που φθάνει στην Ελλάδα και παρακολουθεί την οικογενειακή του εξέλιξη.

Φωτογραφίζει τοπία και αρχαιότητες, δρόμους της Αθήνας του 1860-70 που σήμερα είναι αγνώριστοι και ιδιαίτερα την πέριξ της Ακροπόλεως περιοχή που ιδιαιτέρως προκαλούν το ενδιαφέρον του. Αλλη ενότητα αποτελούν οι εικόνες από διάφορα γεγονότα όπως η ανέγερση της Ακαδημίας Αθηνών και η ανακομιδή της σωρού του Εθνομάρτυρα Γρηγορίου Β' στην Αθήνα. Αναφορά πρέπει να γίνει και στις τοπικές φορεσιές που φωτογράφισε ο Πέτρος Μωραϊτης στο στούντιό του. Πολλές απ' αυτές βρίσκονταν στην κατοχή του για να τις φορούν οι πελάτες, διάσημοι και μη, όταν φωτογραφίζονταν.

Η βιογραφία του φωτογράφου, η οποία προήλθε μετά από πολυετή έρευνα του συγγραφέα, ιστορικού της φωτογραφίας Αλκη Ξ. Ξανθάκη, συνοδεύεται από πολλές ανέκδοτες φωτογραφίες του οικογενειακού του περιβάλλοντος και συμβάλλει στην διαμόρφωση μιας κατά το δυνατόν ολοκληρωμένης εικόνας του φωτογράφου που έζησε και αποτύπωσε τη στροφή της ελληνικής ζωής προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα.





Για τον συγγραφέα



Ο Αλκης Ξανθάκης είναι ιστορικός φωτογραφίας, φωτογράφος, εκπαιδευτικός από το 1968 στην AKTO, πρώτη σχολή φωτογραφίας που ιδρύθηκε στην Ελλάδα, και συλλέκτης παλαιών φωτογραφικών μηχανών που σήμερα ξεπερνούν τις 1000. Θεωρείται ειδήμων στην ιστορία της ελληνικής φωτογραφίας και το βιβλίο του Ιστορία της ελληνικής φωτογραφίας: 1839-1960, (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών) παραμένει το μοναδικό εργαλείο αναφοράς για όλους τους μελετητές.






ΚΡΙΤΙΚΗ



Το λεύκωμα-μονογραφία του Αλκη Ξανθάκη Η Ελλάδα του 19ου αιώνα με τον φακό του Πέτρου Μωραΐτη αναδεικνύει ένα φωτογράφο του 19ου αιώνα ενώ ταυτόχρονα αποτελεί ανθρωπολογική πραγματεία για τον τρόπο ζωής, την κοινωνική διαστρωμάτωση ακόμη και την αντιμετώπιση του τοπίου σε μια κρίσιμη εποχή της νεότερης ελληνικής ιστορίας.

Ο Πέτρος Μωραΐτης γεννήθηκε στο χωριό Μέση της Τήνου το 1832. Σπούδασε ζωγραφική στην Αθήνα, στο Σχολείο των Τεχνών (πρόδρομος του σημερινού Πολυτεχνείου). Ένας από τους δασκάλους του ήταν ο Φίλιππος Μαργαρίτης, ο πρώτος έλληνας επαγγελματίας φωτογράφος ο οποίος τον μύησε στα μυστικά του σκοτεινού θαλάμου και της χημείας.
Στα πρώτα επαγγελματικά του βήματα χρησιμοποίησε τον τίτλο του «υδρογράφου», αλλά η συνεργασία του το 1859 με τον φωτογράφο Αθανάσιο Κάλφα συνέβαλε στη χάραξη της νέας τροχιάς που έμελλε να ακολουθήσει ως τον θάνατό του, το 1888.

Τα ενδιαφέροντά του δεν διέφεραν θεματικά από εκείνα των άλλων φωτογράφων της εποχής, τα οποία κυρίως περιορίζονταν στις φωτογραφίες πορτρέτων σε στούντιο και στα τοπία. Εκείνη την εποχή στην Ευρώπη και στην Αμερική η μέθοδος του κολλοδίου προσέφερε τη δυνατότητα μιας μαζικής αναπαραγωγής εκτυπώσεων και οδηγούσε σε ένα νέο μοντέρνο τρόπο χρησιμοποίησης των φωτογραφικών πορτρέτων, τις αποκαλούμενες καρτ-ντε-βιζίτ, οι οποίες έγιναν ευρέως αποδεκτές από την αστική τάξη και την αριστοκρατία. Η καρτ-ντε-βιζίτ εφευρέθηκε το 1854 από τον γάλλο πορτρετίστα φωτογράφο Adolphe Disderi, του οποίου η φωτογραφική μηχανή είχε τέσσερις φακούς και μπορούσε να εκθέτει στην ίδια πλάκα φιλμ τέσσερις διαφορετικές πόζες. Ακόμη είχε τη δυνατότητα γυρίζοντας την πλάκα ανάποδα να προσθέτει άλλες τέσσερις στο σύνολο (συνολικά οκτώ πόζες).

Το 1860 αυτή η ιδέα διαδόθηκε ταχύτατα από το Παρίσι στο Λονδίνο και μετά στη Νέα Υόρκη αντικαθιστώντας πλήρως την τεχνική της δαγκεροτυπίας. Οι καρτ-ντε-βιζίτ έγιναν μια μανία και οι εφημερίδες αποκαλούσαν αυτό το φαινόμενο «cardomania». Οι λόγοι αυτής της τρομακτικής αποδοχής οφείλονταν κυρίως στο ότι ήταν πολύ φθηνές, ελαφρές, και μπορούσε κανείς να τις συλλέξει εύκολα. Κάρτες διασημοτήτων πουλιόνταν σε μαγαζιά και έτσι όλοι μπορούσαν να έχουν τη δική τους συλλογή εικόνων από δημόσια πρόσωπα, όπως είχαν από τους φίλους και τους συγγενείς του.

Οι καρτ-ντε-βιζίτ έφεραν συχνά επεξεργασμένα τυπογραφικά στοιχεία ή γραφίστικα σχέδια εποχής, υπονοώντας τη σχέση μεταξύ φωτογραφίας και ζωγραφικής.

Οι πρώτες φωτογραφίες του Πέτρου Μωραΐτη χρονολογούνται από το 1859 και είναι πορτρέτα στο μέγεθος της καρτ-ντε-βιζίτ και κάμπινετ, που είναι ένα μέγεθος λίγο μεγαλύτερο και παρουσιάζεται κυρίως στα οικογενειακά πορτρέτα.

Οι πελάτες του είναι ξένοι περιηγητές οι οποίοι επισκέπτονται την Ελλάδα, αριστοκράτες, αστοί, άνθρωποι απλοί, πολιτικές και στρατιωτικές προσωπικότητες, μέλη της βασιλικής οικογένειας αλλά και περιβόητοι ληστές. Ενήλικες που εκθέτουν τα χαρακτηριστικά του επαγγέλματός τους, τα εμβλήματα της τάξης τους, παιδιά φωτογραφημένα με τα παιχνίδια τους, πορτρέτα φημισμένων κυριών ντυμένων με την τελευταία λέξη της μόδας.

Σκηνοθετημένες φωτογραφίες με μοντέλα που υπακούουν πειθήνια στον φωτογράφο, συνήθως φουστανελοφόροι, γυναίκες ντυμένες με τη στολή της Αμαλίας, κρητικοί βρακοφόροι ή κάποιο ζευγάρι χωρικών της Αττικής. Ο φακός φαίνεται ότι είναι κάτι ξένο γι' αυτούς και τον αντιμετωπίζουν με τρομερή αμηχανία και αβεβαιότητα.

Ο στρατηγός Ράλλης και ο στρατηγός Αρτέμιος νιώθουν ιδιαίτερα άβολα προσπαθώντας να σκεφτούν κάτι ευχάριστο την ώρα της φωτογράφισης.

Ο αξιωματούχος του ναυτικού ποζάρει με το χέρι μέσα στο σακάκι του, το παλτό ριγμένο στον έναν ώμο, καθώς περιμένει το κέλευσμα για τη νικηφόρα μάχη. Πολύ συνηθισμένη για εκείνη την εποχή πόζα που παραπέμπει στον Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Μας φέρνει έντονα στον νου τη φωτογραφία του Ντελακρουά, που τράβηξε ο φωτογράφος Nadar το 1855.

Εξαιρέσεις αποτελούν το πορτρέτο του νεαρού δανδή ο οποίος φωτογραφίζεται έχοντας το βλέμμα μιας αρχαίας θεάς στραμμένο πάνω του, τονίζοντας έτσι την αυταρέσκειά του, καθώς και το πορτρέτο της βασίλισσας Όλγας με ρούχο εμπνευσμένο από φορεσιά της Αττικής, που αναδεικνύει την ομορφιά και τη φινέτσα της, ή η Κα Jersey η οποία φωτογραφίζεται ως Γιαπωνέζα με φόντο παραδοσιακά διακοσμητικά στοιχεία της Απω Ανατολής.

Το φόντο που χρησιμοποιεί ο Π. Μωραΐτης ποικίλλει ανάλογα με το πορτρέτο και το τι κυρίως θέλει να τονίσει στους φωτογραφιζόμενους.

Κιγκλιδώματα, ταπετσαρίες, έπιπλα, κίονες, αρχαία αγάλματα, βαριές κουρτίνες και χαλιά είναι από τα πιο συνηθισμένα εξαρτήματα του στούντιο τα οποία επιλέγονται ανάλογα με την προσωπικότητα ή το επάγγελμα του φωτογραφιζόμενου και συμπληρώνουν τη σύνθεση.

Ένα επίσης συνηθισμένο εξάρτημα του στούντιο είναι το υποστήριγμα του κεφαλιού, το οποίο χρησιμοποιείται όχι για να δώσει τη θέση, αλλά για να κρατάει ακίνητο το κεφάλι, καθώς οι φυσικοί παλμοί του σώματος προκαλούν αρνητικές κινήσεις, για τις πολύ αργές ταχύτητες της φωτογραφικής πλάκας, με αμφίβολα πολλές φορές αποτελέσματα.

Μια χαρακτηριστική φωτογραφία είναι αυτή του λήσταρχου Κυριάκου όπου είναι εμφανής η χρήση του υποστηρίγματος.

Οι φωτογραφιζόμενες κυρίες φαίνεται να εναρμονίζουν το χρώμα του φουστανιού τους με το χρώμα των μαλλιών και του προσώπου τους. Έτσι η ξανθιά βασίλισσα Όλγα φοράει κυρίως ανοιχτόχρωμα φορέματα ή η πριγκίπισσα Καλλιμάχη βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με το ρούχο της.

Αντιθέτως η επιλογή του μαύρου φορέματος από την ξανθομάλλα βαρόνη Heymmale μπορεί να χαρακτηριστεί ανεπιφύλακτα αποτυχημένη.

Ακόμη οι στάσεις των κυριών που προσεύχονται με ύφος θλιμμένης παρθένας φαντάζουν πολύ ψεύτικες και δεν αποτελούν ιδιαίτερα επιτυχημένες επιλογές του φωτογράφου.

Η ενότητα των τοπίων περιλαμβάνει το μικρότερο ποσοτικά μέρος του έργου του Πέτρου Μωραΐτη. Τα τοπία ήταν από τα πλέον προσοδοφόρα θέματα εκείνης της εποχής λόγω της μεγάλης ζήτησης από τους περιηγητές που συνήθως αγόραζαν εικόνες που συνδέονταν με το ένδοξο ιστορικό παρελθόν της Ελλάδας και τις αρχαιότητές της.

Η εποχή ζητούσε ακριβή και απλή απεικόνιση χώρων και μνημείων, και οι καλλιτεχνικές παρεμβάσεις ή οι δραματοποιημένες λήψεις ήταν ανάγκες που παρουσιάστηκαν αργότερα. Η ζήτηση εκ μέρους του κοινού καθόριζε την παραγωγή ξεκάθαρων και άμεσα αναγνωρίσιμων εικόνων.

Ο Π. Μωραΐτης προσεγγίζει τις πανοραμικές θέες της Αθήνας, αλλά και τους αρχαιολογικούς χώρους, με μια αρμονική ευχάριστη διάθεση. Χρησιμοποιεί τον άνθρωπο, όπου υπάρχει, σαν υπόμνηση των αναλογιών των μνημείων και υπογραμμίζει το μικρό, ελάχιστο μέγεθός του μπροστά στην απεραντοσύνη της πέτρας.

Αυτό το είδος της φωτογραφίας είναι ένα αξιόλογο υλικό μελέτης, αλλά παρουσιάζει μέτριο φωτογραφικό καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Έτσι ακόμη και αν ο θεατής υποπέσει σε μια λανθάνουσα πλήξη, αυτό δεν θα πρέπει να καταλογιστεί εις βάρος του επιμελητή του, γιατί από τη φύση τους αυτές οι φωτογραφίες προορίζονται «όχι για να τις ρουφάμε και να χανόμαστε στις κρυμμένες γεύσεις και μυρωδιές τους αλλά για να τις καταπίνουμε κομπιάζοντας».

ΝΙΝΑ ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ , 10-02-2002

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!