Σμιλεύοντας το φως

Μυθιστόρημα
Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 18.09
12.66
Τιμή Πρωτοπορίας
+
130993
Συγγραφέας: Ξενάριος, Γιώργος
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Σελίδες:366
Ημερομηνία Έκδοσης:01/10/2001
ISBN:9789600331479
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Ποιά ήταν η πρώτη εικόνα που αντίκρυσε ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος; Τί είδε στην Κρήτη εκείνο το πρωινό Ιουλίου; Πώς βίωσε τη μεγάλη πανούκλα του Χάνδακα; Πώς μπορεί να είναι μια ζωή που τη ζει κανείς μέσα σ' έναν καταιγισμό από εικόνες, σε μια οχλοβοή της όρασης; Ερωτήσεις που επιδέχονται πολλαπλές απαντήσεις, ερωτήσεις που απαντήθηκαν ή όχι, απαντήσεις μετέωρες που δεν δόθηκαν ποτέ. Μακριά από κάθε απόπειρα «ανασύστασης» του ιστορικού βίου του ζωγράφου, μακριά από οποιαδήποτε προσπάθεια σφετερισμού του ιστορικού προσώπου, ο συγγραφέας προτείνει τη δική του εκδοχή για τον βίο και την πολιτεία του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, του επιλεγόμενου Ελ Γκρέκο, προσπαθώντας να ανιχνεύσει τις αιτίες και τους δρόμους που οδηγούν τον καλλιτέχνη από το έναυσμα στο αποτύπωμα και από εκεί στο τελειωμένο έργο. Μια αιρετική ψυχογραφία στη θέση της ακλόνητης βεβαιότητας.






ΚΡΙΤΙΚΗ



Ένα βιβλίο για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο ή ένα μυθιστόρημα που αφορμάται από τον Γκρέκο. Μπορεί και το οδοιπορικό ενός ανθρώπου μόνου, «περίσσια περήφανου, σαν τον Εωσφόρο», όπως φαντασίωνε τον Γκρέκο ο συντοπίτης του Νίκος Καζαντζάκης, που πίστευε πως διέκρινε καθαρά το χνάρι του στη γενέθλια γη. «Μια κόκκινη γραμμή απάνω στις πέτρες», που τη συνέχισε και ο ίδιος με την Αναφορά του στον Γκρέκο «σα στρατιώτης μπροστά στο στρατηγό», λίγο προτού σημάνει γι' αυτόν το τελικό προσκλητήριο.

Μια κόκκινη γραμμή στη νεοελληνική λογοτεχνία συνεχίζει και ο νεότερος πεζογράφος Γ. Ξενάριος, μάλλον δυσδιάκριτη στην εποχή του. Αυτή που χάραξαν όσοι θέλγονταν από την ποιητική έκφραση και νοιάζονταν για τη γλωσσική υπόσταση ενός πεζού. Μυθιστόρημα χαρακτηρίζει το τρίτο βιβλίο του ο συγγραφέας, σε αντίθεση με τα δύο προηγούμενα, για τα οποία προτιμά τον λιγότερο περιοριστικό προσδιορισμό του πεζογραφήματος. Οπότε και η συνέχιση της κόκκινης γραμμής μιας «καθαρής πεζογραφίας», όπως ο ίδιος αποκαλεί τη γραφή του, σε αντιστοιχία με την «καθαρή ποίηση» δείχνει να δυσκολεύει.

Εστίαση στο φως δηλώνει ο τίτλος του μυθιστορήματος. Το υπερβατικό πόθησε να ζωγραφίσει ο Γκρέκο και ο Καζαντζάκης στον επίλογό του αντιτείνει: «Δεν μπορείς τη φωτιά να την κάμεις φως». Και όταν, χρόνια πριν, ταξίδευε στο Τολέδο, το φως τον εντυπωσίασε στα έργα του Κρητικού. Κατά το μυθιστόρημα, ένα μεσημέρι στο εργαστήριο με τα κλειστά παραθυρόφυλλα του νονού του είδε ο επτάχρονος Δομήνικος μια δέσμη φωτός να σημαδεύει εκτυφλωτικά έναν μισοτελειωμένο, στο καβαλέτο, Παντοκράτορα. Τότε για πρώτη φορά διαισθάνθηκε τα θαύματα που μπορεί να κάνει το φως και έζησε άλλα 66 χρόνια «σμιλεύοντας το φως».

Στις 8 Απριλίου 1614 πέθανε ο Γκρέκο. «Τρελός θεωρήθηκε επί δυόμισι αιώνες», γράφει ο Καζαντζάκης. Ισως και να υπερβάλλει, σίγουρα πάντως παρέμεινε σε αφάνεια ως τα μέσα του 19ου αιώνα, οπότε και άρχισε η αναδίφηση που έφερε τις διαδοχικές, λιγότερο ή περισσότερο, μυθικές προσεγγίσεις του. Τρεις χώρες ερίζουν διεκδικώντας τον. Αρχικά ήταν ένας Καστιλλιάνος, με κρητική καταγωγή και μόνο, που διαπλάστηκε στην Ιταλία. Μόλις τη δεκαετία του 1960 προβάλλει μέσα από τα Κρατικά Αρχεία της Βενετίας, αναντίρρητα πλέον, «ο μαΐστρος Μένεγος Θεοτοκόπουλος σγουράφος», που εγκατέλειψε τον Χάνδακα 27 χρόνων. Τότε μαθαίνουμε ότι ένας πίνακάς του είχε αποτιμηθεί όσο και τα έργα των επιφανέστερων ιταλών ζωγράφων της εποχής. Σύμφωνα με έναν άλλο Κρητικό - αυτή τη φορά ερευνητή και όχι μυθιστοριογράφο -, τον Νικόλαο Παναγιωτάκη, σε μια στερνή μελέτη του, Τα νεανικά χρόνια του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, ο Γκρέκο ήταν πιθανότατα ο ακριβότερος και πιο φημισμένος ζωγράφος του Χάνδακα. Αντί λοιπόν της πρώτης εκδοχής ενός νεαρού που προστρέχει στην Ευρώπη για μαθητεία, εμφανίζεται ένας ήδη έτοιμος ζωγράφος που πηγαίνει στη Γαληνοτάτη προς αναζήτηση ευρύτερων οριζόντων. Αυτόν που υιοθετεί και το μυθιστόρημα.

Και σήμερα όμως ο βίος του Θεοτοκόπουλου, λιγότερο το έργο του, παρουσιάζει χάσματα βασανίζοντας τους ιστορικούς, ιδίως τους ιστορικούς της τέχνης, γύρω από το γνήσιο των έργων του. Μια ζωή, εισέτι στην αχλή του μύθου, που επιτρέπει, μάλλον προκαλεί, τη μυθοπλασία. Ωστόσο ο Γ. Ξενάριος δεν αποπειράται ούτε την ιστορική ούτε καν τη μυθιστορηματική ανασύσταση του βίου του. Το 1990 στο πρώτο βιβλίο του, Η πτώση του Κωνσταντίνου, πρωταγωνιστεί ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Επτά αναδρομές στη ζωή του Κωνσταντίνου Δραγάτση, όταν τελείται στην Αγια-Σοφιά η τελευταία λειτουργία πριν από την πτώση της Πόλης. Το θέμα όμως του βιβλίου δεν είναι ο αυτοκράτορας και ο μαρτυρικός θάνατός του. Ο μύθος χρησιμεύει στον Γ. Ξενάριο ως προκάλυμμα για να δώσει κοσμογονικές διαστάσεις στη γέννηση και στον έρωτα, στην ανδρική φιλία και στον θάνατο.

Τις ίδιες εμμονές εξορκίζει ο συγγραφέας και στο τρίτο βιβλίο του. Η προσωπική όσο τελικά και αυθαίρετη εκδοχή για τον βίο και την πολιτεία του Γκρέκο δεν είναι παρά η ραχοκοκαλιά. Και έτσι όμως ο μυθιστοριογράφος αναμετρείται με ένα ψηλό ανάστημα. Μόνο συμβολικά, ως κρυπτική παραπομπή στις μεταμορφώσεις της τέχνης και του λόγου, εμπλέκει ο Γιάννης Πάνου τον Δομήνικο στην Ιστορία των Μεταμορφώσεων - και αυτό ένα κύκνειο άσμα. Όπως και να έχει, ο υποψιασμένος αναγνώστης θα μπει συχνά στον πειρασμό να ανατρέξει στις πηγές για να διαχωρίσει το γεγονός από το μύθευμα. Λ.χ., πουθενά δεν μαρτυρείται ότι νονός του Γκρέκο ήταν ο Ιωάννης Στραβοσχιάδης, τότε «δάσκαλος σγουράφος» στον Χάνδακα, ούτε ο Μάρκος Μπαθάς αναφέρεται ως δάσκαλός του, αν και πιστεύεται πως μαθήτεψε σε εργαστήρι του περιβάλλοντος του Θεοφάνη Στρελίτζα-Μπαθά, συγγενή του Μάρκου. Συνομήλικός του ο Γεώργιος Κλόντζας, αλλά δεν διαθέτουμε τεκμήρια για μια αδελφική φιλία αναμεταξύ τους. Ωστόσο ο συγγραφέας μάς προλαβαίνει· μέρος της αφηγηματικής στρατηγικής τα χάσματα και η μαθητεία του Γκρέκο ένα από αυτά. Ειδάλλως θα επρόκειτο για ιστόρημα, όπως το «Τρεις ημέρες ενός μαθητευόμενου ζωγράφου στον Χάνδακα» της Ευ. Δρακοπούλου (στο Έργα και Ημέρες στην Κρήτη).

Διαφορετικό το πνεύμα της αφήγησης του Γ. Ξενάριου, προδίδει μια διαδικασία ανάλυσης και σύνθεσης. Με τη γνώση των πινάκων του Γκρέκο, που παρεμβάλλονται στο κείμενο, όπως και τον πολλαπλό σχολιασμό τους, ο συγγραφέας επιλέγει συμβάντα της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας, κυρίως επινοεί, ώστε στη συνέχεια να συνθέσει κατ' αντίστροφη φορά την ψυχογραφία ενός ζωγράφου που φιλοδόξησε να εισαγάγει στην τέχνη της εποχής του «το Νέο Βλέμμα». Εκείνο που γοητεύει τον Γ. Ξενάριο είναι ο μυστικιστής Γκρέκο, διαποτισμένος από έναν αποκαλυπτικό ουμανισμό με βυζαντινές καταβολές, γι' αυτό και πολλαπλασιάζει τις εκστατικές και οραματικές εμπειρίες του.

Πώς όμως θα αποδώσει κάποιος το κλίμα μιας τόσο μακρινής και μισαλλόδοξης εποχής; Τις τόσο διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις που χωρίζουν τον Χάνδακα από τη Βενετία ή τη Ρώμη από τη Μαδρίτη και το Τολέδο; Και σε αυτό το βιβλίο στήριγμα του συγγραφέα τα ιστορικά κείμενα, προπαντός τα χρονικά. Ο Γ. Ξενάριος έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο αφήγησης, τελετουργικό και ταυτόχρονα συμβολικό, που στηρίζεται σε λεπτομερείς και εντυπωσιακές περιγραφές. Καταιγισμός σκηνών που ζωντανεύουν απόκληρους και δαιμονισμένους, αιρετικά πνεύματα και ιεροεξεταστές. Στο πρόσφατο βιβλίο, σε αυτή την παραμυθική διήγηση, προστίθενται μεταμυθοπλαστικά τερτίπια, με στόχο να φανερωθεί το μυστήριο της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ένας ιστορητής παρεμβαίνει, πότε συνομιλώντας με τον ζωγράφο και πότε απευθυνόμενος στον αναγνώστη. Ωστόσο οι στοχαστικές αποφάνσεις του, κάποτε στομφώδεις, μάλλον αποδυναμώνουν το μυθιστόρημα. Ίσως, αν η αφήγηση δεν είχε να λογοδοτήσει σε έναν Γκρέκο, να κέρδιζε. Και πριν από τέσσερα χρόνια ένας ποιητής, ο Μ. Πρατικάκης, σε μια αντίστοιχη αναμέτρηση με τον Γκρέκο, διεκδίκησε αλλά εν τέλει έχασε την ευρωπαϊκή διάκριση.

ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ , 13-01-2002






ΚΡΙΤΙΚΗ



Τι είναι εκείνο που ωθεί έναν συγγραφέα ν' αναμετρηθεί μ' ένα ιστορικό πρόσωπο προσπαθώντας να εκπορθήσει την ψυχοσύνθεσή του, με οδηγούς φαντασία και πνευματική δύναμη; Ή, για να θέσουμε διαφορετικά το ερώτημα, ποιες εσωτερικές δυνάμεις ωθούν έναν συγγραφέα να διεκδικήσει το δικό του μερίδιο από τη ζωή και την ψυχοσύνθεση ενός ιστορικού προσώπου; Μήπως το επιλεγμένο ιστορικό πρόσωπο προκαλεί και προσκαλεί το συγγραφέα σε εσωτερικές διεργασίες που τον οδηγούν στην ανακάλυψη ενός κόσμου, ικανού να του φωτίσει κεφαλαιώδους σημασίας ζητήματα που άπτονται της ζωής και της δημιουργίας γενικότερα; Αν η ίδια η διαδικασία της γραφής δεν είναι παρά ο δρόμος για νέες ανακαλύψεις, μήπως αυτή η «αναμέτρηση» τον ενεργοποιεί ακόμη περισσσότερο, του χαρίζει μεγαλύτερες δονήσεις; Ας μην ξεχνάμε πως ένα ιστορικό πρόσωπο μεγάλης εμβέλειας αντιπροσωπεύει ταυτόχρονα κι έναν ολόκληρο κόσμο, έναν πολιτισμό, μια σειρά αξιών, ίσως και κάποια αρχέτυπα, και με όλα τούτα έρχεται να φωτίσει όχι τόσο το δικό του παρόν όσο εκείνο του σύγχρονου συγγραφέα μέσα στο οποίο, ως μυθιστορηματικός ήρωας, μεταφέρεται.



Ανάπλαση και όχι αναπαράσταση



Οι σκέψεις αυτές είναι οι πρώτες που μας δημιουργήθηκαν διαβάζοντας το πρόσφατο μυθιστόρημα του Γιώργου, Ξενάριου «Σμιλεύοντας το φως», το οποίο μυθιστορηματοποιεί μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες που έχει αναδείξει ο δυτικός πολιτισμός από την Αναγένηση έως σήμερα. Τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Πρόσωπο με πολλαπλές φορτίσεις ο μέγας Κρητικός, αλλά και με ισάριθμες «φωτοσκιάσεις», δεδομένου πως η ζωή του δεν είναι ακόμη από τις πλέον ευανάγνωστες, δεν ακούγεται καθόλου παράξενο το να προκαλέσει έναν συγγραφέα του 21ου αιώνα, το αντίθετο μάλιστα. Η περίπτωσή του προσφέρει πολλά ερεθίσματα και ανοίγει ισάριθμους δρόμους συνομιλίας, που επικεντρώνονται στην τέχνη την οποία σχεδόν με θεϊκή μεγαλοσύνη υπηρέτησε ο Κρητικός, και τα οποία προσπαθεί να ανακαλύψει ο σύγχρονός μας συγγραφέας με τον ευγενικά ιδιοτελή σκοπό να μεταλάβει των Αχράντων Μυστηρίων της ή, ακόμη πιο πέρα, να δώσει απαντήσεις σε δικά του ερωτήματα, καθώς αναπλάθει τον Θεοτοκόπουλο ως δικό του ήρωα, δηλαδή της φαντασίας του, και όχι απλώς αναπαριστώντας τον, σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπάρχουν γι' αυτόν και τη ζωή του. Αυτό σημαίνει ότι ο σύγχρονός μας συγγραφέας και στην προκειμένη περίπτωση ο Γιώργος Ξενάριος δεν υιοθετεί ούτε τη λύση του ιστορικού μυθιστορήματος ούτε εκείνη της μυθιστορηματικής βιογραφίας. Άλλωστε, σημειώνει πως «το "Σμιλεύοντας το φως" προφανώς δεν είναι ιστορικό μυθιστόρημα» και πως στέκεται μακριά «από κάθε απόπειρα "ανασύστασης" του ιστορικού βίου τού ζωγράφου». Συναφείς προσεγγίσεις ιστορικών προσώπων που δεν εμπίπτουν ούτε στο ένα ούτε στο άλλο είδος , αλλά δημιουργούν δυνάμει ένα άλλο τρίτο, μικτό είδος προσέγγισης, έχουμε κι άλλες στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, όπως λόγου χάριν οι «Σκηνές από το βίο του Μάξιμου του Γραικού» του Μήτσου Αλενξανδρόπουλου ή «Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά» της Ρέας Γαλανάκη. 'Η το «Το ελάχιστον της ζωής του» του Διαμαντή Αξιώτη. Εξάλλου, νεότερες απόψεις τόσο ξένων όσο και Ελλήνων θεωρητικών της ιστορίας της λογοτεχνίας έρχονται ν' αμφισβητήσουν την αντικειμενικότητα της ιστορικής αναπαράστασης «αφού ο τρόπος επιλογής και προβολής των γεγονότων συνιστά μίαν αφήγηση που είναι υποκειμενική..» [B.H.White «The Historical Text as Literary Artifact»].

Η λύση, λοιπόν, που υιοθετεί ο Γιώργος Ξενάριος είναι μικτή. Δηλαδή τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα λειτουργούν απλώς σαν χρονικά δεσίματα των επεισοδίων που ο ίδιος κατασκευάζει, όχι για να διηγηθέι το βίο του Θεοτοκόπουλου, αλλά για να αναδείξει τα θαύματα, εσωτερικά και εξωτερικά, που -κατά την άποψη του συγγραφέα- σημάδεψαν τις εσώτατες ψυχικές διεργασίες του ζωγράφου, οι οποίες, με τη σειρά τους, προκάλεσαν την έκρηξη της θαυμαστής τέχνης που κληροδότησε στην ανθρωπότητα. Ακόμη και ο τίτλος του μυθιστορήματος, εμμέσως πλην σαφώς, αυτήν τη διαδρομή υπαινίσσεται. Ας μην αναζητήσουμε, λοιπόν, αληθοφάνεια και ακρίβεια ιστορική στα «γεγονότα» που ιστορεί. Άλλωστε, η ύπαρξη του ιστορητή, όπως ονομάζει τη δική του φωνή μέσα στο μυθιστόρημα, επιβεβαιώνει και υπενθυμίζει την υποκειμενικότητα της κατασκευής.

Χωροχρονικά το μυθιστόρημα ακολουθεί την πραγματική Ιστορία, που θέλει, τουλάχιστον σύμφωνα με όσα η ιστορική έρευνα έχει φέρει στο φως μέχρι σήμερα, τη ζωή και την τέχνη του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου να ακολουθεί τρεις διαδρομές στο χώρο και στο χρόνο. Την πρώτη και καθοριστική της ανακάλυψης του θαύματος της τέχνης μέσα από το φως , στη γενέτειρά του, τον Χάνδακα, όπου θα μυηθεί στα πρώτα μυστήρια της ζωγραφικής αλλά και της ζωής , στη δεύτερη, της ενηλικίωσης και της συνομιλίας του με τα θαυμαστά που ήδη έχουν δημιουργήσει οι μεγάλοι ζωγράφοι της Αναγέννησης στην πόλη των τεχνών και των γραμμάτων, τη Βενετία και στην τρίτη, της βαθιάς ωρίμανσης, του εξαγνισμού και της αποκάλυψης της αλήθειας μέσα από τη δύναμη της μνήμης, στο Τολέδο. Και στις τρεις διαδρομές ο ιστορητής συγγραφέας παλεύει να δει τα τρίσβαθα του Θεοτοκόπουλου καλλιτέχνη μέσα από το «Νέο Βλέμμα», το οποίο εκείνος θέλησε να προτείνει στην τέχνη της εποχής του. Γι' αυτό και κάθε τόσο παρεμβάλλει πίνακες του Κρητικού ζωγράφου με τους οποίους συνομιλεί ή καλεί τον αναγνώστη να συνομιλήσει. Επιτυγχάνεται έτσι μια τριπλή συνομιλία. Του συγγραφέα με τον πίνακα, του αναγνώστη με τον πίνακα και του συγγραφέα με τον αναγνώστη μέσω του πίνακα. Στο τέλος, με τον τελευταίο πίνακα, αυτόν που θεωρείται προσωπογραφία του Γκρέκο , επιχειρείται μια αποκαθήλωση του ζωγράφου και ταυτόχρονα ένα πέταγμα της «μάσκας» από την πλευρά του ιστορητή συγγραφέα, που αποκαλύπτει τους σκοπούς του στον αναγνώστη.



Φως γεμάτο σκιές



Τελικά, ποιο είναι το μέγα ερώτημα το οποίο πασχίζει να φωτίσει ο Γιώργος Ξενάριος μέσα από το, γεμάτο σκιές, φως που μας κληροδότησε ο Ελ Γκρέκο; Εκείνο βέβαια του άλυτου και άρρητου μυστηρίου της μεγάλης τέχνης, αυτού του ανεξήγητου θαύματος, που γεννά τους μεγάλους καλλιτέχνες-οδηγητές. Αυτό ακριβώς το ερώτημα ωθεί -πιστεύουμε- το συγγραφέα να φανταστεί και αφηγηθεί, με τελετουργικό και συμβολικό τρόπο, αυτά τα έξοχα, στην αναπαραστατική τους δύναμη και ισχυρά, στην ψυχική τους εγρήγορση, επεισόδια, όπως εκείνο με την «αιρετική» Ευγενία Ντιπρέ στο Τολέδο και τα βασανιστήριά της από την Ιερά Εξέταση έως την καύση της στην πυρά ή το άλλο στο παράξενο εκείνο μοναστήρι με τις μυστικιστικές και παγανιστικές τελετουργίες ή την οραματική αφήγηση του γέρου στον Χάνδακα ή Ζη... Αλλά και τα πρόσωπα του μυθιστόρηματος πόρρω απέχουν από το μέσο, κοινό άνθρωπο. Όλα τους είναι πρόσωπα παρεκλίνοντα από τον κανόνα, πρόσωπα καταραμένα, αιρετικά, στιγματισμένα από τη φύση, μ' έναν λόγο, πρόσωπα-υλικό για την τέχνη.

Δεκαετίες μετά τον Νίκο Καζαντζάκη, ένας συγγραφέας, εκπρόσωπος της νεότερης ελληνικής πεζογραφίας, τολμά να «κοιτάξει» τον Δομήνικο Θεοτόκοπουλο. Το προκλητικό και συνάμα εντυπωσιακά αριστοτεχνικό του κοίταγμα μήπως μας δίνει το δικαίωμα να ονομάσουμε το μυθιστόρημά του ευρωπαϊκό, έστω και με την πιθανότητα της λανθασμένης πρόβλεψης;

ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 15/02/2002

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!