Επαφές

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 14.26
9.98
Τιμή Πρωτοπορίας
+
294545
Συγγραφέας: Κωτίδου, Μαρία
Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες:234
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2007
ISBN:9789600434101
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Σαν κι αυτές που έχουμε όλοι με τους γύρω μας.
Ούτε πιο σημαντικές ούτε πιο ασήμαντες.
Επαφές με αγαπημένα πρόσωπα ή πράγματα.
Επαφές όχι πάντα ανώδυνες.
Που κάθε φορά όμως κάτι αφήνουν σ' αυτούς που τις βίωσαν.
Αν μη τι άλλο, τη λαχτάρα για μία ακόμη.





ΚΡΙΤΙΚΗ



«Αραγε αξίζει τον κόπο;» Στο ερώτημα του οπισθόφυλλου όλοι ανεξαιρέτως οι ήρωες της Μαρίας Κωτίδου (Θεσσαλονίκη, 1977) θα φώναζαν την κατάφασή τους. Ναι, οπωσδήποτε αξίζει να εμπιστεύεται κανείς την ανάγκη του για επαφή, να την εκδηλώνει παραμερίζοντας δειλίες και αναστολές, χωρίς να αναλογίζεται εκ των προτέρων τις ψυχικές ζημίες. Να προσεγγίζει τους άλλους γυμνός, ευάλωτος, έχοντας επίγνωση του πόνου που ενδεχομένως θα εισπράξει αλλά και θα προσφέρει. Χαμηλόφωνος, αλλά απολύτως εύστοχος ο τίτλος που επιλέγει η Κωτίδου για το πρώτο της πεζογραφικό βιβλίο. Σταθερό μοτίβο των δεκαεννέα ιστοριών η προσπάθεια διαφόρων προσώπων να πλησιάσουν άλλα σώματα, άλλοτε ερωτικά, άλλοτε φιλικά και άλλοτε για να κρατηθούν από αυτά προκειμένου να στηρίξουν τα δικά τους, παντελώς αβοήθητα κορμιά. Επαφές δύσκολες, διστακτικές, απελπισμένες, ευτράπελες, τυχαίες, εφήμερες, επώδυνες, θεραπευτικές, ανταγωνιστικές, επαφές πρωτίστως επιτακτικές μέσα από τις οποίες φανερώνεται εντέλει η ομορφιά της ζωής. Αν όλα αυτά ακούγονται κάπως ρομαντικά ή και υπερβολικά τετριμμένα, η νεαρή συγγραφέας δεν φαίνεται να ανησυχεί για τον κίνδυνο της συναισθηματολογίας που ενέχει η θεματική της. Και καλά κάνει. Η νεανική, ανάλαφρη ματιά της, ο ζωηρός, ρυθμικός, δροσερός λόγος της και το χιούμορ της είναι τόσο αφοπλιστικά που κάμπτουν εύκολα παρόμοιες ενστάσεις.



Ερωτικές προσδοκίες



Αν από το βιβλίο είχαν αφαιρεθεί ορισμένα κομμάτια όχι απλώς αδύναμα αλλά και κάπως ασύνδετα με τα υπόλοιπα, θα μπορούσε άνετα να διαβαστεί σαν σπονδυλωτό αφήγημα. Η κοπέλα που στις τέσσερις πρώτες ιστορίες περιπλανιέται μόνη στο βροχερό Βερολίνο αναζητώντας απάγκιο, περισσότερο ανθρώπινο, παρά υλικό, ταυτίζεται πρόδηλα με τις περισσότερες νεαρές αφηγήτριες του βιβλίου. Ενα ερωτικό κάλεσμα, αφημένο σε σκουπιδοτενεκέ, που εμπνέει αισθήματα ζήλιας για τον άγνωστο αποδέκτη του, μια λειτουργία σε καθεδρικό όπου την υποδέχονται εγκάρδια, ένα ασήμαντο και επιμελώς διογκωμένο καρδιολογικό επεισόδιο που γίνεται η αφορμή ενός πολύ ντροπαλού και γι' αυτό καταδικασμένου φλερτ με ειδικευόμενο γιατρό, συνθέτουν τις διαδρομές της ηρωίδας στη γερμανική πρωτεύουσα, όπου τελικά η προσμονή της επαφής μένει σε εκκρεμότητα. Ωστόσο, σε άλλη περιπλάνηση, ικανοποιεί άθελά της ανάλογη προσδοκία ενός συνταξιδιώτη της, χαρίζοντάς του με το κοιμισμένο κορμί της μια ανέλπιστη και οπωσδήποτε ευπρόσδεκτη αγκαλιά. Περισσότερο ή λιγότερο ατυχείς στις επαφές τους οι άλλες πρωταγωνίστριες των ιστοριών. Μια γυναίκα βλέπει τον ανομολόγητο έρωτά της να εκπνέει ακαριαία στη θέα μιας βέρας, άλλη νιώθει ότι οι διαφωνίες με τον άντρα της παραείναι σοβαρές για να σαρωθούν από την αμοιβαία τους αγάπη, άλλη, σαφώς ευτυχέστερη, διαπληκτίζεται ευφυώς με το αντικείμενο του πόθου της, αποσπώντας έναν αναλόγως επιθετικό ερωτισμό, ενώ μια δυστυχής κόρη που είχε εσφαλμένα διαγνώσει τον παροπλισμό της μητέρας της, την παρακολουθεί να της κλέβει με απαράμιλλη γοητεία δυνάμει συντρόφους.

Σ' ένα από τα εκτενέστερα πεζά της συλλογής ένα τρίγωνο δεν καταφέρνει να γίνει ερωτικό λόγω της ατολμίας και της ανασφάλειας της υποψήφιας μοιχαλίδας. Αρκετά καλογραμμένη, η ιστορία αποδίδει διαπεραστικά τον διάχυτο, συγκαλυμμένο αισθησιασμό, ο οποίος -κι εδώ έγκειται το ενδιαφέρον- δεν αντανακλάται τόσο στην έξαψη των άμεσα ενδιαφερομένων όσο στην αναστάτωση και στον εκνευρισμό του υποψιασμένου συζύγου.

Η Κωτίδου καταγράφει με πολύ κέφι τα ερωτικά παθήματα των ηρώων της, ειρωνεύεται τις φοβίες και τις αδεξιότητές τους, λυπάται για τους συμβιβασμούς τους και βγάζει στη φορά, με την κατεργάρικη χαρά ενός παιδιού, όσα αποσιωπούν από τα πρόσωπα που διεκδικούν ερωτικά. Ομως γίνεται φανερό πως οι περιπαθείς περιπέτειες δεν την απασχολούν ιδιαίτερα. Χωρίς να σκιάζει διόλου το αισιόδοξο βλέμμα της, εστιάζει την προσοχή της στα πλάσματα εκείνα για τα οποία η ανθρώπινη επαφή συνιστά τη μεγαλύτερη, τη μοναδική ανταμοιβή της ζωής τους. Πλάσματα που ζουν σε ιδρύματα, απομονωμένα σε έναν δικό τους κόσμο, παντελώς ανίκανα να εκφράσουν τη μέγιστη ανάγκη τους, αυτή της επικοινωνίας, την ανάγκη τους να γίνουν από κάποιον κατανοητά. Ο τρόπος που η συγγραφέας αποδίδει την ψυχική δοκιμασία των ανθρώπων που φροντίζουν άτομα με νοητικές και σωματικές αναπηρίες είναι τόσο υποδειγματικός που δημιουργεί την εικασία της βιωματικής ενασχόλησής της με το θέμα. Η Κωτίδου αποφεύγει να σταθεί στην τυραννική ύπαρξη των εγκλείστων στα ιδρύματα. Πολύ σωστά μετατοπίζει τη σκέψη της στο προσωπικό, τους επαγγελματίες και τους εθελοντές, υποδεικνύοντας τη σημαντική απόκλιση στη στάση τους απέναντι στους ασθενείς. Στην αδιαφορία και στην κούραση των πρώτων αντιτάσσει τον ενθουσιασμό και την υπομονή των εθελοντών, όχι όμως με καταγγελτική πρόθεση. Κάθε άλλο. Οπως επισημαίνεται σε ένα σχετικό πεζό, πολλές φορές η αδιαφορία είναι το καλύτερο που μπορεί να κάνει κανείς. Η συγγραφέας αποτυπώνει σε παραλλαγές την αποκαρδιωτική συνειδητοποίηση της αδυναμίας βελτίωσης της συνθήκης ζωής αυτών των ατόμων, την ιδιοτέλεια της προσφοράς, εθελοντικής και επαγγελματικής, την εκμετάλλευση της απόλυτης εξάρτησης των ασθενών για την απαντοχή της ψυχικής πλησμονής, το εγωιστικό συναισθηματικό δέσιμο με τον ασθενή, που αφήνεται ανήμπορος σε μια παροδική στοργικότητα. Αξίζει επίσης να τονισθεί πως η επιπόλαιη δραματοποίηση δεν αφορά καθόλου τη συγγραφέα. Σε μια συγκλονιστική σελίδα του βιβλίου δεν διστάζει να περιγράψει με αιφνιδιαστική ωμότητα -παραμερίζοντας προκλητικά την πρέπουσα κατασυγκινημένη συμπεριφορά- τον τεράστιο ψυχικό κόπο που απαιτείται για την υπερνίκηση της αμηχανίας, του αποτροπιασμού ακόμα, προκειμένου να αγκαλιάσει κανείς ουσιαστικά ένα άτομο το οποίο συνηθέστερα του επιστρέφει, αθέλητα προφανώς, την αίσθηση της ματαιοπονίας. Ο «Αλέκος», ο «Μανόλης», η «Ελένη η μεγάλη», η «Χαρούλα» είναι πρόσωπα που η Κωτίδου δεν φοβάται να αγγίξει με «Γυμνά χέρια», ενώ παράλληλα αντιστοιχούν στα πιο δυνατά κείμενα του βιβλίου.

Μαζί με τα παραπάνω πεζά ξεχωρίζει για τον λεπταίσθητο σαρκασμό η «Μακάρια ευτυχία», όπου το ανυποχώρητο χαμόγελο μιας δασκάλας εγείρει σοβαρές υποψίες για την πνευματική της κατάσταση, ιδίως όταν εξίσου τρισευτυχισμένη τη βρίσκουν μια μέρα νεκρή. Απολαυστικό το σχόλιο ενός ηλικιωμένου ζευγαριού γι' αυτή την ιδιάζουσα περίπτωση μακαριότητας: «Πάλι καλά, εμείς παίρνουμε τις προφυλάξεις μας». Την αυλαία του βιβλίου ρίχνει μια ακόμη δασκάλα, η παλιά δασκάλα της συγγραφέως, η οποία την παραινούσε: «Η ζωή μας, Μαρία, είναι πολύ όμορφη». Δεν ξέρω κατά πόσο η γλυκύτητα και η ζεστασιά ενός γραπτού μπορούν να προσμετρηθούν στις λογοτεχνικές του αρετές ή ακόμα κατά πόσο θα βοηθήσουν τη Μαρία Κωτίδου στα επόμενα πεζογραφικά της βήματα, όμως το ότι κατόρθωσε μέσα από απλές ιστορίες να δώσει σάρκα και οστά σε αυτή την τόσο φθαρμένη διαπίστωση περί ωραιότητας της ζωής είναι χωρίς αμφιβολία αξιέπαινο.



ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 07/12/2007

Κριτικές

Ένα πολύ ευαίσθητο βιβλίο, με έκανε να γελάσω με την καρδιά μου αλλά και να κλάψω από συγκίνηση. Ανάλαφρο αλλά και φιλοσοφικό.
Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!