0
Your Καλαθι
Η ιστορία της μουσικής
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μόνον ως προϊόν παρεξήγησης μπορεί να εκληφθεί η επανέκδοση της «Ιστορίας της Μουσικής» του Πολ Λαντορμί στη μετάφραση της Σοφίας Κ. Σπανούδη και μάλιστα στη δημοτική (εκδ. «Νικίας»). Γραμμένη το 1910, αναθεωρημένη το 1911 και το 1923, μεταφρασμένη από την Σπανούδη το 1931 (ημερομηνίες που, παρεμπιπτόντως, δεν αναφέρονται πουθενά!) αποτυπώνει μία τελείως ξεπερασμένη πραγματικότητα.
Κατ’ αρχήν, όπως είναι φυσικό, παραλείπει το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα: Βέμπερν και Σοστακόβιτς δεν αναφέρονται καν, εννέα αράδες καλύπτουν το έργο του Μάλερ, τρεις αρκούν για τον Πουτσίνι. Αντιστοίχως, υποφωτισμένη είναι η εποχή του μπαρόκ, καθώς την εποχή που γράφηκε το βιβλίο ο κόσμος της παρέμενε ουσιαστικά άγνωστος. Eτσι, λ.χ., ο Βιβάλντι αναφέρεται μόνον σε σχέση με τον Μπαχ.
Ακόμα χειρότερα, το σύνολο των διατυπώσεων αποτελείται από αυθαίρετες κρίσεις αφού, προφανώς, αγνοεί τα συμπεράσματα της σύγχρονης μουσικολογικής έρευνας. Μαθαίνουμε λοιπόν ότι «η γερμανική κλασική μουσική είναι ειδικότερα αυστριακή, βιεννέζικη» (σ. 186), ότι «ο Σοπέν δεν είχε προδρόμους, αλλά δεν είχε και μαθητές» (σ. 270) κάτι που ισχύει και για τον Μπερλιόζ (σ. 286). Πληροφορούμαστε ότι «η θρησκευτική μουσική του [Χάιντν] είναι η περισσότερο κενή από κάθε άλλη και η πιο αξιοθρήνητα κοσμική» (σ. 191) και ότι Ρούμπινσταϊν και Τσαϊκόφσκι είναι «δύο φλύαροι μουσικοί, των οποίων η μουσική είναι πολύ αηδής» (σ. 377)! Στον Μπρούκνερ αφιερώνεται μισή σελίδα με τη δικαιολογία ότι «είναι σχεδόν άγνωστος στην Γαλλία» (σ. 319), ενώ, αντιθέτως, για τον Γκουνό προβλέπονται περίπου τέσσερις σελίδες (σ. 327 - 330), καθώς βεβαίως είναι γνωστός στην πατρίδα του συγγραφέα.
Ξεπερασμένη προσέγγιση
Η Ιστορία της Μουσικής του Λαντορμί είναι περισσότερο μία αυθαίρετη συναισθηματική αφήγηση παρά επιστημονικό εγχειρίδιο. Ασχολείται πιο πολύ με τη ζωή, τις συνήθειες και τον χαρακτήρα των συνθετών παρά με το ίδιο τους το έργο. Μεταφέρει σχόλια, ανέκδοτα, παραλειπόμενα, δεν μπαίνει στην ουσία της μουσικής και των έργων, δεν μας πληροφορεί τι κομίζουν, γιατί είναι σημαντικά. Εκφέρει κρίσεις δίχως να τεκμηριώνει οιαδήποτε άποψη. Oλα αυτά ίσως ήσαν γοητευτικά εάν επρόκειτο για μυθιστόρημα. Είναι όμως ελάχιστα πειστικά –έως επικίνδυνα– όταν προτείνονται ως εγχειρίδιο.
Η νέα έκδοση δεν αναφέρει τίποτε σχετικά με τη Σοφία Κ. Σπανούδη. Το εισαγωγικό σημείωμα δεν αποδίδει καν στη μεταφράστρια τα δύο καθαρώς δικά της κεφάλαια, την σημαντικότερη συνεισφορά της εκείνη την εποχή, δηλ. τα μέρη για τη βυζαντινή και τη νεώτερη ελληνική μουσική. Σχετική μνεία γίνεται σε υποσημείωση και μάλιστα μόνον στον πρώτο από τους δύο τίτλους.
Στην αρχική μετάφραση ορισμένες αποδόσεις ονομάτων προσώπων, συνθετών και τίτλων μουσικών έργων ακολουθούσαν την γαλλική εκδοχή: «Δον Ζουάν» του Μότσαρτ αντί «Ντον Τζοβάνι», Κονστάνς αντί Κονστάντσε, Περγκολέζε αντί Περγκολέζι. Ατυχώς, τίποτε από αυτά δεν διορθώθηκε στην επανέκδοση. Εξ ίσου παρέμειναν λάθη όπως η… αλλαγή φύλου του Πολύβιου, βασιλιά των Πάρθων στην σχετική όπερα του Ροσίνι (σ. 253) ή το γεγονός ότι η 8η Συμφωνία του Μάλερ είναι γραμμένη «για τρεις χορούς», αντί του ορθού «χορωδίες» (σ. 323).
Η ανά χείρας επανέκδοση θα διέθετε ιστορική αξία αν είχε μείνει στη γλώσσα της Σπανούδη. Oπως έχει, ενδεχομένως αφορά όσους ενδιαφέρονται για την εξέλιξη της συγγραφής της ίδιας της Ιστορίας της Μουσικής στο πέρασμα των δεκαετιών. Αποτελεί μια ματιά στην πρόσληψη της σοβαρής μουσικής πριν από περίπου έναν αιώνα, αποκαλύπτει προκαταλήψεις, σωβινισμούς και εμμονές. Κυρίως όμως, επιτρέπει να εκτιμηθούν τα σημαντικά βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί στις δεκαετίες που μεσολάβησαν.
ΝΙΚΟΣ ΔΟΝΤΑΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 25/4/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις