0
Your Καλαθι
Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
«Σκοτώστε όσες κίσσες θέλετε, αν μπορείτε να τις πετύχετε, αλλά να θυμάστε ότι είναι αμαρτία να σκοτώνεις τα κοτσύφια».
Αυτή είναι η συμβουλή του δικηγόρου Άττικους Φιντς στα παιδιά του, καθώς ο ίδιος αποφασίζει να υπερασπιστεί στο δικαστήριο το πραγματικό «κοτσύφι» αυτής της υπέροχης ιστορίας, έναν νεαρό μαύρο...
Μέσα από τα παιδικά μάτια της Σκάουτ και του Τζεμ Φιντς, η Χάρπερ Λη εξερευνά με αναντίρρητη εντιμότητα και αστείρευτο χιούμορ τον παραλογισμό της στάσης των ενηλίκων απέναντι στις φυλετικές και κοινωνικές διακρίσεις στον Αμερικανικό Νότο της δεκαετίας του '30.
Τα φαινομενικά γαλήνιο και ειρηνικό Μέικομπ της Αλαμπάμα είναι στην πραγματικότητα βουτηγμένο στην προκατάληψη, τη βία και την υποκρισία. Αλλά τη ναρκωμένη συνείδηση της πόλης θα συνταράξει το σθένος ενός ανθρώπου που αγωνίζεται για δικαιοσύνη...
Ένα από τα πιο αγαπημένα μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ, το Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αξιολογότερα κλασικά έργα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Έχει κερδίσει πολλές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων και το Βραβείο Πούλιτζερ, μεταφράστηκε σε πάνω από σαράντα γλώσσες και μεταφέρθηκε με μεγάλη επιτυχία στον κινηματογράφο.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο παραλήπτης αυτής της επισήμανσης και γνώστης του μυθιστορήματος της Αμερικανίδας Χάρπερ Λι (γεννημένης το 1926), νιώθει μεν την εύστοχη σκόπευση, αλλά μένει ανικανοποίητος, από την άλλη, για μία ακόμα φορά, από τη σχηματοποίηση. Εννοώ ότι θα συμφωνούσε κανείς με την παρατήρηση της κριτικής, σε ένα πολύ γενικό περιγραφικό επίπεδο. Διότι η Λι, που όντως ψάχνει ψηλαφίζοντας την ουσία τής ανθρώπινης ηθικής, σε κάποιο βαθμό, δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία συγγραφέας με σχετικές ανησυχίες.
Το θέμα είναι ότι η θαυμάσια αυτή πεζογράφος, εάν ήταν κάποια άλλη με μέτρια προσόντα, δεν θα έκανε τίποτε άλλο από το να αναμασά κλισέ και να ηθικολογεί ενδεχομένως. Ενώ εδώ μπροστά μας έχουμε ένα βιβλίο με προτάσεις μουσικότητας, με ένα κλίμα υπνωτιστικής θερμότητας, που σπάνια συναντάμε σε ανάλογα πεζογραφήματα «εφηβείας», με θέμα το Αγαθό και το αντίθετό του.
Και όντως το δίπτυχο Καλό/Κακό είναι το στοιχείο που κυκλοφορεί στην προβληματική του βιβλίου, και θα 'λεγα, μάλιστα, με αποχρώσεις διδακτισμού, εάν ήθελα να είμαι ακριβής. Ομως, όλα αυτά απορροφώνται από μία αναπνευστική αρωματικής τρυφερότητας, χιούμορ και διαλλακτικότητας απέναντι στα πράγματα, τόσο πειστικής και μεταδόσιμης, που καταπλήσσεσαι από την άνευ όρων παράδοσή σου σ' αυτήν.
Πιο συγκεκριμένα: όπως συγχωρείς σε έναν εξαιρετικό παραμυθά ακόμα και τη διδαχή που κρύβει η αφήγησή του, έτσι παρακάμπτεις ή απλώς... αποδέχεσαι τον ανάλογο συντελεστή στο βιβλίο τής Χάρπερ Λι.
Η τελευταία, με το μονάκριβό της αυτό μυθιστόρημα (πρωτότυπος τίτλος «Το kill a mockingbird»), που γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του '50 και τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ, σφράγισε τη σχετική, παγκόσμια πεζογραφία με ήρωες ανήλικους. Ο κόσμος τής συγγραφέα δεν έχει προθέσεις συνομιλίας με το κλίμα ενός Φουρνιέ, ας πούμε, ούτε με τους ρεαλιστικούς τρόπους κοινωνικών ιστοριών με εφήβους της ευρωπαϊκής γραμματείας. Βρίσκεται πιο κοντά (ανοίγοντας και άλλους δρόμους με τις προτάσεις του) στις αφηγήσεις των συμπατριωτών τής Λι, οργανωμένος με βάση έναν ανθρωποκεντρικό πυρήνα και δεκάδες, ηδύτατους ήχους της παιδικότητας.
Η ανά χείρας έκδοση είναι ανατύπωση μιας παλαιότερης με την ίδια δημιουργικότατη και αξιέπαινη μετάφραση της Βικτωρίας Τράπαλη, που κατόρθωσε να συλλάβει τους ρυθμούς και τις αποχρώσεις μια ανεπανάληπτης σκιαγράφησης του ανήλικου τοπίου.
Οσοι σινεφίλ ανοίξουν το βιβλίο δεν θα καταφέρουν οπωσδήποτε να απαλλαγούν από τις έκτυπες εκείνες ασπρόμαυρες εικόνες του ομώνυμου φιλμ του Ρόμπερτ Μάλιγκαν, γυρισμένου το 1963, που μετέφεραν με απόλυτη συνέπεια τον μικρόκοσμο του Μέικομπ, της νότιας επαρχιακής πόλης του Μεσοπολέμου, κοιταγμένο μέσα από τα παιδικά μάτια της μικρής αφηγήτριας Σκάουμπ.
Το Μέικομπ είναι μια τυπική πόλη με τους νυσταλέους ρυθμούς που έχουμε συνηθίσει από ανάλογες περιγραφές κλειστών κοινοτήτων του αμερικανικού Νότου, από τη λογοτεχνία και το σινεμά. Στις σχετικές αναπαραστάσεις συναντάμε τις εναλλαγές των ίδιων καθημερινών μοτίβων, τους ανθρώπους στις βεράντες των ξύλινων σπιτιών και τα μικρά μυστικά που παίρνουν μεταφυσικές διαστάσεις στη φαντασία των ηρώων.
Εδώ η μικρή Σκάουμπ και ο αδελφός της Τζεμ, παιδιά του χήρου, φιλελεύθερου δικηγόρου Ατικους Φιντς (τυπικού, μάλλον, εκπροσώπου τού τότε προοδευτικού New deal του Ρούζβελτ), προσπαθούν να ενηλικιωθούν προσεγγίζοντας τον περίγυρο με «ταχύτητα ηλικίας», όπως θα έλεγε ο δικός μας, αδικοχαμένος -και σαφώς παραγνωρισμένος- πεζογράφος Νάσος Θεοφίλου. Συμπαραστάτης τους σε αυτή την προσπάθεια ενηλικίωσης ο πατέρας τους, ένα είδος καλού Σαμαρείτη, θυμόσοφου και διαλλακτικού ανθρώπου. Οπότε για τα παιδιά ο κόσμος διαβάζεται διπλά, στην αρχή μέσα από το βλέμμα τους και στη συνέχεια μέσα από την κρίση τού Ατικους.
Σε κάθε περίπτωση η άποψη του Πατέρα επικρατεί, ο θεός όμως αυτός είναι αγαθότατος και διαθέσιμος να κατανοήσει τους άλλους. Η Λι μοιάζει να μιλάει για έναν θολό Παράδεισο, όπου το πνεύμα του Καλού, εκπεφρασμένο από τον λιμπεραλίστα δικηγόρο, σταθεροποιεί την εικόνα. Ο τελευταίος στην κορύφωση της δράσης καλείται να υπερασπισθεί έναν νέγρο που κατηγορείται για βιασμό μιας λευκής κοπέλας: μια υπόθεση, δηλαδή, ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα κοινωνικά ήθη της εποχής. Το μοτίβο αυτό θα γίνει και ο καταλύτης της γενικότερης εξέλιξης των γεγονότων: ο Ατικους θα συγκρουσθεί ανοιχτά με τον απαρχαιωμένο, αμερικανικό ρατσισμό και τα παιδιά θα πάρουν ένα ακόμα σπουδαίο μάθημα ηθικής συμπεριφοράς.
Προηγουμένως, και μέχρι να φθάσουμε στη δίκη, η ήσυχη αλλά μαζί και γοτθική πόλη, με τα παλαιού αρχιτεκτονικού στιλ σπίτια και τις ανάλογες νοοτροπίες, χρήζει ανακαλύψεως εκ μέρους των ανηλίκων, που δεν χάνουν την ευκαιρία να διογκώνουν τα πράγματα μέσα από τον ευρυγώνιό τους και να τα νετάρουν με τη βοήθεια του Ατικους.
Τα δύο παιδιά, ευάλωτα όπως το πτερωτό του ορίτζιναλ τίτλου (το μόνκινγκμπερντ δεν είναι κοτσύφι, αλλά ένα είδος μιμητικού πτηνού) αλλά και όπως το Φιντς του επωνύμου τους εκφράζει, παραπέμποντας σε ένα άλλο μικρό πετούμενο, είναι υποχείρια τόσο του εχθρικού περιβάλλοντος όσο και του φαντασιακού τους. Η διαλεκτική τού Ατικους είναι το μόνο καταφύγιό τους. Η Σκάουμπ θα πάρει το βασικό μάθημα από τον πατέρα της ακούγοντας τη χριστιανική άποψη ότι οφείλει κανείς να έρχεται στη θέση τού άλλου πριν τον καταδικάσει.
Η γραφή τής Λι, πριν από κάθε άλλον προσδιορισμό, διαθέτει μια σπάνια χρωμοευαισθησία στην αποτύπωση ανθρώπινων τύπων και στο στήσιμο μικρών παραισθήσεων, δίπλα στην ακρόαση ρεαλιστικών σφυγμών ενός μικρόκοσμου που ζωντανεύει με το περίεργα ώριμο κοίταγμα της οκτάχρονης -μόλις- ηρωίδας.
Είναι στιγμές που κανείς κινδυνεύει να αγανακτήσει με τη μονοφωνία της αφήγησης, υπό την έννοια ότι η Σκάουμπ εμφανίζεται, παρά τη μικρή της ηλικία, ικανή να διαχειρίζεται πολύπλοκες έννοιες. Αλλά στο επόμενο βήμα όλα νομιμοποιούνται με ενέσιμα μεγάλης αθωότητας, αφού η ανάγνωση του κόσμου από την πιτσιρίκα γίνεται με όρους πρωτοβάθμιους. Οπωσδήποτε λειτουργεί θετικά και η αντιρεαλιστική αυθαιρεσία, εισάγοντας έναν παράγοντα δραματικότητας, αφού η πρόωρη ανάπτυξη της Σκάουμπ κρύβει μια θλιμμένη αποδοχή τής πραγματικότητας, παρά την εξορθολογισμένη ερμηνεία τού Ατικους.
Στον κήπο, λοιπόν, του Καλού η Χάρπερ Λι μας ξεναγεί χωρίς λευκά και αποστειρώσεις. Πετυχαίνει απολύτως τη μέθεξη χρησιμοποιώντας μια ναρκωτική γλώσσα για την αποδοχή του Αλλου. Στα αυτιά μας ηχούν μελωδίες από μουσικά κουτιά ανακατεμένες με ομιλίες ενηλίκων, οι οποίοι εικονίζονται κάπως μεγεθυμένοι από το ύψος της ματιάς των παιδιών.
Η Χάρπερ Λι θέλει να μας πείσει -και το πετυχαίνει- για την κοινοτοπία του Κακού, όπως θα έλεγε και η Χάνα Αρεντ. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αποδέχεται το νόμο της Τέχνης που μιλάει για τη μόνιμη σχέση τού δημιουργού με το Κακό. Δεν έχουμε λόγους, μετά το βιβλίο της, να μην την πιστέψουμε, πάντως, ότι το τοπίο του Κακού μπορεί και να είναι ανιαρό, εκτός των άλλων...
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 17/06/2005