0
Your Καλαθι
Η τριπλή έλικα. Γονίδιο Οργανισμός και Περιβάλλον ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Περιγραφή
Κεντρικό μήνυμα αυτού του βιβλίου είναι ότι εάν συνεχίσουμε να θεωρούμε τα γονίδια, τους οργανισμούς και το περιβάλλον ξεχωριστές οντότητες, όπου καθεμία παίζει το διακριτό της ρόλο στην ιστορία και τη λειτουργία των οργανικών διεργασιών, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να κατανοήσουμε πλήρως τα έμβια όντα. Ο συγγραφέας δείχνει καθαρά εδώ ότι κάθε οργανισμός είναι το μοναδικό αποτέλεσμα και των γονιδίων και του περιβάλλοντος, καθώς και των εσωτερικών και εξωτερικών χαρακτηριστικών. Απορρίπτοντας την ιδέα ότι τα γονίδια καθορίζουν αποκλειστικά τον οργανισμό, ο οποίος στη συνέχεια προσαρμόζεται στο περιβάλλον, εξηγεί ότι οι οργανισμοί, των οποίων η ανάπτυξη επηρεάζεται από τις συνθήκες, με τη σειρά τους δημιουργούν, τροποποιούν και επιλέγουν το περιβάλλον στο οποίο ζουν.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Richard Lewontin, ο οποίος κατέχει τη θέση του Ερευνητή Καθηγητή Alexander Agassiz στο Πανεπιστημιακό Μουσείο Συγκριτικής Ζωολογίας του Χάρβαρντ και αναγορεύθηκε πριν από μερικά χρόνια επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών, διακρίθηκε επιστημονικά τη δεκαετία του 1960 με τις πρωτοπόρες μελέτες του πάνω στην πληθυσμιακή γενετική και στη γενετική ποικιλομορφία της φρουτόμυγας και ήταν αυτός που στην ουσία εισήγαγε στην πληθυσμιακή γενετική τις ηλεκτροφορητικές μελέτες των ενζύμων. Η δική του εργασία, σε συνδυασμό και με την αντίστοιχη του Harry Harris στον άνθρωπο, έδειξε ότι το ποσό της γενετικής ποικιλομορφίας στη φύση παρέχει άφθονο υλικό για τη δράση της φυσικής επιλογής. Πιο πρόσφατα, ο Lewontin έγραψε εντυπωσιακό αριθμό βιβλίων και άρθρων για το ευρύ κοινό, με στόχο την ερμηνεία, την κριτική και την απομυθοποίηση των πολλών αμφιλεγόμενων και συχνά συμφεροντολογικών ισχυρισμών που γίνονται στο όνομα της γενετικής. Η Τριπλή Ελικα είναι η ιδανική εισαγωγή για τους αναγνώστες που δεν έχουν έλθει ήδη σε επαφή με τις θέσεις του απέναντι στην επιστήμη και τους επιστήμονες. Το κομψό και ευανάγνωστο αυτό βιβλίο καλύπτει μεγάλο μέρος των απόψεων του Lewontin.
Τα πρώτα τρία κεφάλαια του βιβλίου ήταν αρχικά διαλέξεις και διαθέτουν την αμεσότητα του προφορικού λόγου. Το καθένα προσεγγίζει τις σχέσεις ανάμεσα σε διαφορετικές αλλά αχώριστες πτυχές της ζωής: «Γονίδιο και Οργανισμός», «Οργανισμός και Περιβάλλον» και «Μέρη και Ολότητες: Αίτια και Αποτελέσματα». Σε καθένα, ο Lewontin υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν καθολικοί βιολογικοί νόμοι ή αιτιακοί μονόδρομοι. Με την παρατήρηση βρίσκουμε ότι οι οργανισμοί διαμορφώνουν τα γονίδιά τους όσο και τα γονίδια διαμορφώνουν τους οργανισμούς, ότι οι οργανισμοί αλλάζουν το περιβάλλον τους όσο και το περιβάλλον αλλάζει τους οργανισμούς και ότι το τίνος αποτελούν μέρη τα διάφορα τμήματα των οργανισμών εξαρτάται από το ποια λειτουργία εξετάζουμε. Κάθε οργανισμός είναι μια περίπλοκη ύπαρξη που καμία προκρούστεια θεωρία δεν μπορεί να ερμηνεύσει με αξιοπιστία (μάλιστα, στο τελευταίο κεφάλαιο ο Lewontin απογυμνώνει την υπόθεση της Γαίας και τις θεωρίες περί καταστροφών, χάους και πολυπλοκότητας). Οι επιστήμονες θα πρέπει να θυμούνται, συμπεραίνει, ότι δεν υπάρχει υποκατάστατο για την πραγματική παρατήρηση.
Το κεντρικό μήνυμα του βιβλίου είναι ότι δεν θα καταλάβουμε ποτέ τα έμβια όντα αν συνεχίσουμε να θεωρούμε τα γονίδια, τους οργανισμούς και το περιβάλλον ως διακριτές οντότητες, καθεμιά με διαφορετικό ρόλο στην ιστορία και τη λειτουργία των οργανικών διεργασιών. Απορρίπτοντας την ιδέα ότι τα γονίδια καθορίζουν τον οργανισμό, ο οποίος κατόπιν προσαρμόζεται στο περιβάλλον, ο Lewontin εξηγεί ότι οι οργανισμοί, επηρεαζόμενοι κατά την ανάπτυξή τους από τις συγκυρίες, δημιουργούν, αλλάζουν και επιλέγουν το περιβάλλον στο οποίο ζουν. Πράγματι, αν αναπνέουμε οξυγόνο σήμερα, αυτό οφείλεται σε ορισμένους μικροοργανισμούς που «επινόησαν» τη φωτοσύνθεση κάποια στιγμή στο μακρινό γεωλογικό παρελθόν. Ο πλανήτης μας ξεκίνησε έχοντας αναγωγική ατμόσφαιρα (επικρατούσε η αμμωνία και το υδρογόνο), όπως λένε οι χημικοί, αλλά οι μικροοργανισμοί και η φωτοσύνθεση την άλλαξαν σε οξειδωτική (επικρατεί το οξυγόνο). Τέτοιες αλλαγές στο περιβάλλον, με τη σειρά τους, οδηγούν τη φυσική επιλογή στο να αλλάξει τους πληθυσμούς των οργανισμών που ζουν σε αυτό. Το περιβάλλον ενός οργανισμού κατασκευάζεται και διαρκώς μεταβάλλεται και από τις δραστηριότητες του ίδιου του οργανισμού. Μολονότι η φυσική επιλογή δρα στους οργανισμούς, επηρεάζει τις συχνότητες των γονιδίων, οδηγώντας στην αύξηση ορισμένων και στη μείωση άλλων. Με τον τρόπο αυτόν, το περιβάλλον καθορίζει ενεργά τους τύπους των γονιδίων όπως και των οργανισμών που βρίσκουμε σε αυτό. Εξαιτίας αυτής της διαρκούς αλληλεπίδρασης των αμοιβαίων μεταβολών μεταξύ γονιδίων, οργανισμών και περιβαλλόντων, κανένα είδος δεν προσαρμόζεται διαχρονικά πλήρως στο περιβάλλον του.
Στην Τριπλή Ελικα του Lewontin τα γονίδια εντάσσονται στο φυσικό τους πλαίσιο, όπου η ιστορία και η γεωγραφία διαμορφώνουν τη φύση των οργανισμών και των γονιδίων που περιέχουν. Η έμφαση που δίνει στις διαφορές μεταξύ των ατόμων και των ειδών έρχεται σε αντίθεση με το κύριο ρεύμα των εργαστηριακών μοριακών βιολόγων που δεν ενδιαφέρονται για το τι συμβαίνει πράγματι έξω από τους τοίχους του εργαστηρίου τους. Με την επιμονή του όμως στην απόρριψη του αναγωγισμού, ο συγγραφέας δεν πέφτει στην παγίδα ενός αόριστου ή και μεταφυσικού ολισμού, αλλά θέλει να κατευθύνει την προσοχή και την έρευνα στη διαλεύκανση των διαλεκτικών σχέσεων που μπορούμε να βρούμε όπου κι αν κοιτάξουμε στη φύση.
Είναι λοιπόν φυσικό, από μια τέτοια τοποθέτηση, ότι ο Lewontin δεν είναι δυνατό να αποδεχθεί τους πομπώδεις και ενίοτε υπερφίαλους ισχυρισμούς των επικεφαλής του προγράμματος προσδιορισμού της αλληλουχίας του ανθρώπινου γονιδιώματος χωρίς να τους ασκήσει οξύτατη κριτική. Πέρα από τις σημαντικές οικονομικές και προσωπικές φιλοδοξίες, που κρύβονται πίσω από αυτό το καλοδιαφημισμένο πρόγγραμμα, βρίσκεται το μεγάλο χάσμα ανάμεσα στο DNA και τα σημαντικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων (όπως, άλλωστε, και όλων των οργανισμών). Ο Lewontin δείχνει παραστατικά και απλά πως η γνώση της αλληλουχίας του DNA (του γενετικού προγράμματος των έμβιων οργανισμών) δεν είναι σε θέση να μας δώσει ικανοποιητικά στοιχεία για τη βιολογία μας, αφού ο πιο σημαντικός παράγοντας είναι η διαρκής αλληλεπίδραση περιβάλλοντος, οργανισμών και γονιδίων σε συνδυασμό με την ποικιλομορφία που υπάρχει σε κάθε πληθυσμό και σε κάθε είδος. Οσο και αν αναπτυχθεί το πρόγραμμα διερεύνησης της ποικιλομορφίας αυτής και του τρόπου που αλληλεπιδρά με το εκάστοτε περιβάλλον, και παρά τις γνώσεις που συνεχώς θα αποκομίζουμε από αυτή την έρευνα, το έσχατο μυστήριο της ζωής θα παραμένει ανεπίλυτο. Στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, ο Lewontin δίνει τις κατευθύνσεις που θα πρέπει να ακολουθήσει η βιολογική έρευνα για να ξεφύγει από τη Σκύλλα του απλοϊκού αναγωγισμού και τη Χάρυβδη του μεταφυσικού ολισμού. Σύμφωνα με τα δικά του λόγια: «Η πρόοδος στη Βιολογία δεν εξαρτάται από επαναστατικές νέες συλλήψεις, αλλά από τη δημιουργία νέων μεθοδολογιών που θα καθιστούν τα ερωτήματα επιδεκτικά απάντησης στην πράξη σε έναν κόσμο με περιορισμένους πόρους». Θα εισακουστεί από τους βιολόγους μέσα στον ενθουσιασμό και το χρήμα που υπόσχεται η κυρίαρχη τάση;
Τελειώνοντας, αξίζει να σημειωθεί η επιμελημένη μετάφραση και η καλαίσθητη ελληνική έκδοση του βιβλίου.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΒΕΛΑΣ (Επικ. Καθηγητής Ιατρικής ΑΠΘ)
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 16/08/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις