0
Your Καλαθι
Με το φως
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Χριστόφορος Λιοντάκης (γ. 1945, Ηράκλειο Κρήτης) πρωτοεμφανίζεται στα γράμματα το 1973 με την ποιητική συλλογή: Το τέλος του τοπίου. Ακολουθούν οι συλλογές: Μετάθεση (1976), Υπόγειο γκαράζ (1978), Ο Μινώταυρος μετακομίζει (1982) και ο Ροδώνας με τους χωροφύλακες (1988)· ένας τόμος με πεζά κείμενα και μελετήματα, το Νυχτερινό γυμναστήριο (1993), καθώς και πολυάριθμες μεταφράσεις. Λυρικός, λιτός και καίριος, ο Χριστόφορος Λιοντάκης κατέχει δικαίως μια ξεχωριστή θέση στη σύγχρονη ποίησή μας.
Τα θέματα που πραγματεύεται στην 26χρονη ποιητική του πορεία είναι: ο χρόνος (και η αναίρεσή του), ο έρωτας (και το αδιέξοδό του), το κάλλος (και η ματαιότητά του), ο λόγος (και η σιωπή που τον γεννάει).
Οι σταθεροί αυτοί θεματικοί άξονες τον απασχολούν και στο τελευταίο του βιβλίο, Με το φως.
Στα δεκατέσσερα ποιήματα τα περισσότερα εκτενή που απαρτίζουν τη συλλογή, ο ποιητής βρίσκεται κάθε φορά σε διαφορετικές περιοχές του βιώματος. Από τις πιο καθημερινές κυρίως αυτές όπως είναι η στιγμιαία συνάντηση μ' ένα ανήλικο πρεζόνι, η φευγαλέα θέα ενός μοτοσικλετιστή ή για το περίεργο φως μιας ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, ως τις πιο σημαντικές, όπως είναι ο θάνατος της μητέρας, ο Λιοντακης δεν αρνείται την πραγματικότητα ούτε την παραμορφώνει. Χρησιμοποιεί ένα μέσο πολύ πιο δραστικό: τη μεταμορφώνει.
Το συγκεκριμένο τροφοδοτεί όλα τα ποιήματα της συλλογής. Ο ποιητής δεν ενδιαφέρεται για αφηρημένες ιδέες και προσεγγίσεις, ούτε καν για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Εκκινώντας από το εναρκτήριο βιωματικό γεγονός, το μεταμορφώνει, για να το μετατρέψει σε ποίηση. Από την τροφοδοσία μιας μοτοσικλέτας σε βενζινάδικο (στον «Αρχάριο δορυφόρο») μέχρι την επίσκεψη σε έναν αρχαιολογικό χώρο (στο «Λουτροφόρος ή ο Απρίλιος στο Σούνιο»), κι από εκεί ως τον θάνατο της μητέρας (στα «Τελευταία της Χελιδόνια», το κορυφαίο ίσως ποίημα του βιβλίου), όλα χωρούν στην ποιητική συνείδηση, υπό έναν όρο: να μεταμορφωθούν.
Ο Λιοντάκης μεταμορφώνει το πραγματικό· η ποιητική συνείδηση διαθλά το συγκεκριμένο της πραγματικότητας, για να το παραδώσει στον προνομιακό λειμώνα της ποίησης. Η μεταμόρφωση αυτή τελείται, σε όλο το μήκος της συλλογής, μ' έναν μηχανισμό διαρκούς, σχεδόν αμείλικτης μεταφοράς· τα γεγονότα δεν πρέπει να ονομάζονται, καθώς η ονοματοδοσία, με άλλα λόγια η ανθρώπινη πράξη που τα ιδρύει, την ίδια ακριβώς στιγμή τα παραδίδει σε μια στενόκαρδη πραγματικότητα, που δεν επιτρέπει τη μεταμόρφωσή τους.
Tα πρόσωπα που παρελαύνουν στη συλλογή και κινούνται ανενόχλητα μέσα στον ακυρωμένο χρόνο είναι τα περισσότερα πλην των ποιημάτων που αναφέρονται στην παιδική ηλικία πρόσωπα νεανικά, που χαρίζουν το σφρίγος τους στη ζωή ή την ταπεινώνουν με την αλαζονεία τους. Πρόσωπα ή μάλλον παραλλαγές ενός και μόνον προσώπου: του προορισμένου να διαφεύγει προσώπου του έρωτα. Πρόσωπα που μέσα στην ποίηση του Λιοντάκη αναδεικνύονται σε σύμβολα.
Τα πρόσωπα αυτά δεν είναι άσχετα από τη διττή φιλοσοφία που υπόκειται στη συνολική ποιητική αντίληψη του Χριστόφορου Λιοντάκη. Από τη μία, η πατερική θεολογία και, από την άλλη, η αρχαιοελληνική αντίληψη για το κάλλος. Και δεν είναι μόνο τα πρόσωπα, οι ευθείες αναφορές ή οι παραθέσεις αυτούσιων χωρίων που το μαρτυρούν. Η ανθρώπινη ύπαρξη και μαζί της το υποκείμενο της ποιητικής γραφής οφείλει να συρρικνωθεί, ως αυτοκαταργήσεως, αν θέλει να υψωθεί· δεν μπορεί να υψωθεί, αν δεν ταπεινωθεί· να μιλήσει, αν δεν σωπάσει· είναι η ίδια η ποιητική το επίθετο στην ευρύτερη δυνατή έννοιά του συνείδηση που δεν μπορεί να μιλήσει, αν δεν αναχωνεύσει εντός της τη δημιουργική σιωπή· είναι ο ίδιος ο ποιητής που γνωρίζει ότι το κάλλος είναι μάταιο, ωστόσο υπάρχει.
(Και μιας ο λόγος για σιωπή: το μεγάλο διάστημα που έχει μεσολαβήσει από την έκδοση του τελευταίου ποιητικού βιβλίου του φαίνεται πως λειτουργεί ευεργετικά για τον Λιοντάκη. Όχι μόνον εκτείνει το κρίσιμο διάστημα της κυοφορίας, αλλά συνιστά κι έναν μηχανισμό γόνιμης αυτολογοκρισίας, που στο πλαίσιό του ο ποιητής απορρίπτει καθετί το περιττό, οδηγώντας, με λιτότητα και γλωσσική τόλμη, την ποίηση στην πύκνωση, αποφεύγοντας το διακοσμητικό και κρατώντας αυτό που, με πλατωνικούς όρους, θα μπορούσε να ονομασθεί ουσία.)
Μπορεί όμως όλα αυτά να μην είναι διόλου μάταια· ίσως να υπάρχει μια απάντηση κρυμμένη· ίσως η λεπτή, σχεδόν περιπαικτική ισορροπία ανάμεσα σε μνήμη και λήθη να γιατρεύει το μάταιο: «Θα ξανάρθει/ηλιοβασίλεμα μετανιωμένο, ξύπνημα πρωινό. /Και με μνήμη και με λήθη/θα ξανάρθει/ήχος απόβροχου καλοκαιρινού. /Θα ξανάρθει/το λίγο νοσταλγώντας του φωτός».
Γιώργος Ξενάριος, ΤΟ ΒΗΜΑ, 19-12-1999
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις