0
Your Καλαθι
Μετασολωμικά
Μορφές και ιδέες στα Επτάνησα κατά τα τέλη του 19ου αιώνα
Έκπτωση
25%
25%
Περιγραφή
Περιεχόμενα:
Μετά τον Σολωμό
Η μοναξιά του καλού πολίτη
Ο Λασκαράτος ποιητής
Μια περιπλάνηση: Παναγιώτης Πανάς
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο γράφων και παλαιότερα, αλλά και εντελώς πρόσφατα από τις σελίδες της «Βιβλιοθήκης», έχει υποστηρίξει ότι ένα από τα πλέον κρίσιμα και ουσιώδη προβλήματα των νεοελληνικών μας είναι το πώς εμείς σήμερα διαβάζουμε, αν τελικά διαβάζουμε, τον Διονύσιο Σολωμό. Θέλω να πω, αν τελικά η ανάγνωσή μας αποτελεί εφαλτήριο για τους τροπισμούς των δικών μας ποιητικών, και όχι μόνον, ενοράσεων, αν δηλαδή η γραφίδα του μεταγενεστέρου προϋποθέτει και αντιπαλεύει ταυτόχρονα τη γραφίδα του πατρικού φαντάσματος του κατ' εξοχήν ισχυρού ποιητή, κατά το πρόταγμα του Harold Bloom, που για τα νεοελληνικά μας είναι αναμφισβήτητα ο Σολωμός, και επιπλέον αν αυτή η αμφίθυμη σχέση μας με τον Σολωμό, στο βαθμό που υπάρχει, και αν υπάρχει καθόλου, μπορούμε να ισχυρισθούμε με σιγουριά ότι πράγματι έχει συμβάλει ώστε να αναδυθούν τρόποι και κανόνες ποιήσεως και ζωής μέσα στα συμφραζόμενα των νεοελληνικών μας.
Αλλά το κρίσιμο αυτό ζήτημα μας ξαναγυρίζει μοιραία ως αφετηρία στα χρόνια του Σολωμού, στη δική του, πολύπαθη για τα νεοελληνικά μας, εποχή. Μας ξαναγυρίζει κυριότατα στους ποιητές εκείνους που παραζαλισμένοι από τη λάμψη και την ακαταμάχητη γοητεία του σολωμικού προσώπου και των ποιητικών του οραματισμών και εξάρσεων θέλησαν, ή δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς παρά, να ενοικήσουν τους ποιητικούς του τρόπους, να περιπλανηθούν όχι χωρίς οδύνη μέσα σ' αυτούς, να τονίσουν τις ποιήσεις τους με τη δική του μουσική, να ανασύρουν, τέλος, με τη γραφή τους ένα μικρό, μικρότατο μέρος από το σπαραγμένο σώμα του. Αυτοί που ονομάσθηκαν, με τόση ασάφεια, μετασολωμικοί ποιητές, οι πρώτοι μάρτυρες και κληρονόμοι του σολωμικού προσώπου, απαιτούν σήμερα, περισσότερο από ποτέ, μια καινούργια και ενεργητική ανάγνωση μέσα από το τωρινό μας συμφραζόμενο των σολωμικών μελετών.
Αυτή την καινούργια ανάγνωση προσφέρει η εξαιρετική εργασία του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου «Μετασολωμικά - μορφές και ιδέες στα Επτάνησα κατά τα τέλη του 19ου αιώνα». Και έχω τη γνώμη ότι η ανάγνωση του Λυκιαρδόπουλου δεν προσφέρει μόνον μιαν οξυδερκέστατη διείσδυση στο έργο των καλουμένων μετασολωμικών, αλλά συγχρόνως μας προμηθεύει με έναν μεθοδολογικό και κριτικό «κανόνα» μέσω του οποίου μπορούμε να προεκτείνουμε την προτεινόμενη ανάγνωση κατά τρόπον ώστε να επιστρέψουμε στα σολωμικά προβλήματα και στις τύχες της σολωμικής γραφής πλουσιότεροι σε αναγνωστικές εμπειρίες.
Συντήρηση μιας παράδοσης
Η εναρκτήρια θέση του Λυκιαρδόπουλου συμπυκνώνει εναργέστατα το σημείο εκκίνησης των προσανατολισμών μας: «Η διαθήκη του Σολωμού», διατείνεται ορθά ο συγγραφέας, «όπως διαβάστηκε από τους διαχειριστές και δικαιούχους (που δεν ήταν μόνο οι "μαθητάδες" του), συντήρησε μια πνευματική παράδοση, η οποία σύρθηκε μέχρις εκεί όπου η διαλείπουσα λάμψη της έμελλε ν' αφομοιωθεί με τα πρώτα ηλεκτρικά λαμπιόνια της πρωτεύουσας του νεοελληνικού κράτους και του νεοελληνικού λυρισμού. Οι κληρονόμοι παρέλαβαν το μερίδιό τους και το δούλεψαν καθένας κατά την μπόρεσή του. Κανείς τους δεν πλησίασε το ύψος του "δασκάλου", αν και ακολούθησαν με ζήλο τα παραγγέλματά του· για ν' αποδειχτεί έτσι ότι, στη σφαίρα τουλάχιστον της ποιητικής μαθητείας, ο "πιστός" μαθητής είναι συνήθως κακός μαθητής».
Ο Λυκιαρδόπουλος μας μιλά λοιπόν ορθά για μια κατ' ουσίαν μη ανάγνωση του ποιητικού παραδείγματος, καθώς οι «διαχειριστές» και «δικαιούχοι» παρέμειναν, με ολέθρια αποτελέσματα για τα ποιητικά μας, απλώς διαχειριστές και δικαιούχοι, υποταγμένοι στο πατρικό φάντασμα και κατά συνέπεια ανίκανοι να συλλάβουν και να βιώσουν τη σολωμική γραφή και τον ίδιο τον Σολωμό, πέρα από την ακαταμάχητη γοητεία που τους ασκούσε, ως κεντρικό σημείο αναφοράς της δικής τους περιπέτειας μέσα σε μιαν αντιμαχία με το ύφος και το ήθος της γραφής του προγόνου τους ισχυρότατου ποιητή, με τον οποίο η μοναδική σχέση δεν θα μπορούσε να είναι παρά σχέση «αντεκδίκησης» και άρα σχέση κατ' εξοχήν δημιουργική και όχι μιμητική ή εν πάση περιπτώσει σχέση «πιστού» μαθητή προς δάσκαλο. Πολύ περισσότερο που η σφαίρα της «ποιητικής μαθητείας» ουδόλως απαιτεί την υπακοή και την υποταγή, αλλά αντίθετα την αμφισβήτηση και την εξέγερση εναντίον του «δασκάλου», και αυτό το γνωρίζουν άριστα οι ποιητές, εξ ου και η ευεργεσία της ποιητικής μαθητείας.
Το χειρότερο για τα νεοελληνικά μας είναι, άλλωστε, ότι δεν υπήρξε και ούτε υπάρχει μια τέτοια ενεργητική μαθητεία στον Σολωμό (όπως και στον Κάλβο, για να προεκτείνω το επιχείρημα), με βαρύτατες συνέπειες για τις ποιήσεις μας αλλά και για τους νεοελληνικούς «κανόνες» τέχνης και ζωής ή ζωής και τέχνης. Συνέπειες, που κατ' εξοχήν σήμερα φαίνεται να πληρώνουμε. Το πατρικό φάντασμα του Σολωμού από ποιητικό παράδειγμα και ποιητική ενεργητικότητα, από «κανόνας» τέχνης και ζωής, μετέπεσε σε σχολαστική ενασχόληση μέσα στα «ηλεκτρικά λαμπιόνια» του θεσμισμένου φιλολογικά, ή αλλιώς, λόγου μας, και του ασθενέστατου «νεοελληνικού λυρισμού».
Οπως, αποφαίνεται στη συνέχεια ο Λυκιαρδόπουλος, υπήρξε «και μία φαινομενικά ισχυρότερη μερίδα αυτής της κληρονομιάς η οποία πήγε αν όχι σε φτωχότερους πάντως σε μακρινότερους συγγενείς. Εννοώ εδώ κάποιες άλλες καταχρηστικά «σολωμικές» μαθητείες, οι οποίες σφράγισαν όσους συναντήθηκαν κατά κάποιον έμμεσο τρόπο με τον Σολωμό - αρκεί να αναλογιστούμε λ.χ. πόσοι Επτανήσιοι διασταυρώθηκαν κάποτε περιδιαβάζοντας στα μονοπάτια του Δάντη ή του Φώσκολου, μεταφράζοντας ή παραφράζοντας τη Θεία Κωμωδία και τους Τάφους. Όλοι αυτοί είτε είναι είτε δεν είναι τυπικά «σολωμικοί», ανήκουν σε μια κοινότητα. Έτσι ο Λασκαράτος, ας πούμε, είναι μαθητής του Σολωμού όχι γιατί τάχα κληρονόμησε τη σατιρική μερίδα του έργου του, αλλά γιατί βρέθηκε μέσα σ' αυτή την κοινότητα, δηλαδή μέσα σε μια παράδοση που τον έκανε να διαβάσει τον Δάντη όπως τον διάβασε».
Μ' αυτή την ισχυρότερη μερίδα καταπιάνεται στην εργασία του ο Λυκιαρδόπουλος και πιστεύω απόλυτα ότι είναι αυτή πράγματι στην οποία αξίζει να επιστρέψουμε με μια καινούργια ματιά, διαθέτοντας μια νέα προοπτική δημιουργική πέραν (αλλά κατά καμία έννοια εναντίον) της φιλολογικής επεξεργασίας στοιχείων που αφορούν στενά το έργο και την προσωπικότητα. Εννοώ ότι η δημιουργική επανανάγνωση (ο τρόπος με τον οποίο διαβάζει ο Λασκαράτος τον Δάντη), ακόμη και η παρανάγνωση, πράγμα που πιθανότατα, αν όχι σίγουρα, θα απέρριπτε ο Λυκιαρδόπουλος, ή η υπερερμηνεία, είναι η μόνη ικανή να «ξαναστήσει» ως ενεργητικότητες τις περιδιαβάσεις «στα μονοπάτια του Δάντη και του Φώσκολου» και να πλουτίσει τη γραφίδα των νεοελληνικών μας, επαναφέροντας έτσι τον Σολωμό ως σταυροδρόμι των ποιητικών μας, και όχι μόνον, ενοράσεων.
Δύο ύστατες στιγμές
Την τοπογραφία των μελετών του μας περιγράφει ο ίδιος ο συγγραφέας, αφήνοντας συγχρόνως χώρο ώστε να εικάσουμε το γενικότερο σχέδιο και την προοπτική των θέσεων και απόψεών του ή των προθέσεών του, αισθητικών και άλλων: «Αν χαρτογραφήσουμε αυτό το μικρό σύμπαν κατά τις γραμματολογικές συντεταγμένες, ο Μικέλης Αβλιχος και ο Λορέντζος Μαβίλης θα αντιπροσώπευαν δύο ύστατες χαρακτηριστικές στιγμές του "σολωμισμού", τον οποίο υπαινίχθηκα μόλις παραπάνω, ενός σολωμισμού δηλαδή, ο οποίος ορίζεται όχι τόσο από τις κατά πόδας και κατά γράμμα σολωμικές συμπεριφορές της μετρικής του Ιουλίου Τυπάλδου και τις αναγνωρίσιμες μεταμορφώσεις και μεταστάσεις της σολωμικής θεματικής του Γεράσιμου Μαρκορά, ούτε από τον (εθνικό ή άλλον) ιδανισμό και των δύο αυτών εξ αίματος "σολωμικών" όσο και από μια προσωπική "ποιητική ηθική" η οποία, στην περίπτωση του Μικέλη Αβλιχου και του Λορέντζου Μαβίλη, καταλήγει σε κοινή "πολιτική" δύο όχι απλώς διαφορετικών αλλά ιδεολογικά αντίπαλων γραφών».
Προχωρώντας πάντα σ' αυτή τη γραμμή πλεύσης και με αυτές τις ενατενίσεις και προσανατολισμούς, ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος θα περιλάβει στην εργασία του δύο εξαιρετικού ενδιαφέροντος δοκίμια για τον Αντρέα Λασκαράτο («Η Μοναξιά του Καλού Πολίτη» και «Ο Λασκαράτος Ποιητής»), καθώς και μια θαυμάσια «περιπλάνηση» στα έργα και τις ημέρες του Παναγιώτη Πανά. Καταλήγοντας τη σύντομη αυτή αναφορά στην εργασία του Λυκιαρδόπουλου θα ήθελα να τονίσω για μια ακόμη φορά τη μεγάλη αξία της όχι μόνον για τη θεματική η οποία τον απασχολεί, αλλά γενικότερα για την επιστροφή μας στην πηγή, που δεν είναι άλλη από τις τύχες της σολωμικής γραφής στα νεοελληνικά μας.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΡΟΖΑΝΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/09/2001<\p>
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις