0
Your Καλαθι
Οι λεύκες, ο Λόρκα κι ο Ελύτης
Έκπτωση
10%
10%
Περιγραφή
Η Ελλάδα του '60, του '70, του σήμερα, μπλέκει σαν ένα Ταξίδι χωρίς τελειωμό, συναντώντας πότε τους Ισπανούς, πότε τους Ελβετούς, πότε τους Αλγερινούς και πότε τόσους άλλους, μετανάστες ή γηγενείς, με περίτεχνο τρόπο, με μοναδική πυξίδα: την ανθρωπιά, την ζεστασιά της ανθρώπινης σάρκας και κυρίως της ανθρώπινης σκέψης.
...Κι ήρθε η μέρα, που τα μάγια έπρεπε να λυθούν, αφού η κόρη έκλεινε πια τα δεκαοχτώ. Έπρεπε να βγει από το δώμα, να περπατήσει μαζί με τους άλλους ανθρώπους. Γεμάτη σοφία από την πολύχρονη μελέτη, θαρρούσε, πως όλο τον κόσμο γνώριζε. Η πόρτα άνοιξε και θέλησε να ορμήσει έξω, χαρούμενη. Σκέφτηκε, ότι είχε μελετήσει τους ανθρώπους από χιλιάδες περπατησιές. Είχε όμως ξεχάσει. Τη δική της.
Κι εκεί απόμεινε μετέωρο το γυμνό πέλμα της, μα ύστερα, αργά-αργά, άρχισε να κατεβαίνει στη γη. Κι ήταν σαν να ταράχτηκε συθέμελα το κορμί της στην πρώτη επαφή με το φρέσκο χώμα. Κάθε κύτταρο της καμάρας της γεύτηκε τη γη για πρώτη φορά. Ανιχνευτικά με φόβο στην αρχή κι ύστερα με βιασύνη. Και μια χαρά ανείπωτη. Για την πρώτη της φορά.
Οι Μοίρες παρατηρούσαν σκεφτικές. Ήταν η ώρα τους να φύγουν. Κι εκεί άφησαν ένα τελευταίο χαμόγελο.
"Τώρα είσαι έτοιμη" της είπαν, "για τη ζωή".
- Να περπατάς γερά, φώναξε η πρώτη.
- Να περπατάς, χωρίς φόβο, έκανε η δεύτερη.
- Να περπατάς, πάντα ως το τέλος, ευχήθηκε η τρίτη.
Και χάθηκαν στο δάσος.
...Κι ήρθε η μέρα, που τα μάγια έπρεπε να λυθούν, αφού η κόρη έκλεινε πια τα δεκαοχτώ. Έπρεπε να βγει από το δώμα, να περπατήσει μαζί με τους άλλους ανθρώπους. Γεμάτη σοφία από την πολύχρονη μελέτη, θαρρούσε, πως όλο τον κόσμο γνώριζε. Η πόρτα άνοιξε και θέλησε να ορμήσει έξω, χαρούμενη. Σκέφτηκε, ότι είχε μελετήσει τους ανθρώπους από χιλιάδες περπατησιές. Είχε όμως ξεχάσει. Τη δική της.
Κι εκεί απόμεινε μετέωρο το γυμνό πέλμα της, μα ύστερα, αργά-αργά, άρχισε να κατεβαίνει στη γη. Κι ήταν σαν να ταράχτηκε συθέμελα το κορμί της στην πρώτη επαφή με το φρέσκο χώμα. Κάθε κύτταρο της καμάρας της γεύτηκε τη γη για πρώτη φορά. Ανιχνευτικά με φόβο στην αρχή κι ύστερα με βιασύνη. Και μια χαρά ανείπωτη. Για την πρώτη της φορά.
Οι Μοίρες παρατηρούσαν σκεφτικές. Ήταν η ώρα τους να φύγουν. Κι εκεί άφησαν ένα τελευταίο χαμόγελο.
"Τώρα είσαι έτοιμη" της είπαν, "για τη ζωή".
- Να περπατάς γερά, φώναξε η πρώτη.
- Να περπατάς, χωρίς φόβο, έκανε η δεύτερη.
- Να περπατάς, πάντα ως το τέλος, ευχήθηκε η τρίτη.
Και χάθηκαν στο δάσος.
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις